Αυτά που συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη με την 24χρονη πρέπει να μας προβληματίσουν για το πώς η βία ενορχηστρώνεται από κάποιους εις βάρος των γυναικών (Φωτογραφία: Konstantinos Tsakalidis / SOOC).

Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου, αν μπορεί να νοηθεί φυσιολογικός άνθρωπος που θα ρωτήσει κάτι τέτοιο, είναι αρκούντως αυταπόδεικτη: διότι πάρτι γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται πάντα και σ’ αυτά πηγαίνουν οι άνθρωποι να διασκεδάσουν. Όταν, όμως, λέμε «να διασκεδάσουν» εννοούμε, φυσικά, στο μέτρο που δεν θα τους προκύψει κάτι με το οποίο δεν θα συναινούν.

Αυτό που συνέβη στη νεαρή κοπέλα στη Θεσσαλονίκη δεν είναι από κακή μοίρα βγαλμένο. Δεν προέκυψε διότι έκανε εκείνη κάποιο σφάλμα (πρώτη σκέψη που, δυστυχώς, έρχεται σε πολλούς) ή επειδή τα «καλόπαιδα» που κανόνιζαν τα πάντα στη συνάθροιση, ήπιαν κάτι παραπάνω και τους ξέφυγε η κατάσταση από τα χέρια.

Η συνέντευξη που έδωσε η 24χρονη στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο υποδεικνύει προμελέτη από τους φερόμενους ως βιαστές της. Προφανώς και επ’ αυτού του θέματος θα αποφανθεί η δικαιοσύνη, αλλά μια πρώτη κρίση είμαστε όλοι σε θέση να αποτολμήσουμε ακούγοντας αυτή τη νεαρή γυναίκα.

Η 24χρονη το λέει χωρίς περιστροφές, πως πήγε στο πάρτι για να διασκεδάσει. Τι πιο φυσιολογικό;

Ο άνθρωπος που την κάλεσε στο πάρτι, ο άλλος που την πήρε στο τηλέφωνο, οι τρεις νεαροί που βρέθηκαν στο διάδρομο του ορόφου στον οποίο η 24χρονη έκλεισε δωμάτιο, η σουίτα στην οποία, τελικά, βρέθηκε, τα χάπια που βρήκε το επόμενο πρωί παραδίπλα της, όλα τούτα και κάμποσα άλλα που θα προκύψουν στην πορεία υποδεικνύουν πως έπεσε θύμα ενός σχεδίου. Αν δεν ήταν αυτή θα ήταν κάποια άλλη. Το θύμα μπορεί να αλλάξει, οι ορέξεις των θυτών, όμως, όχι.

Είπε, λοιπόν, η 24χρονη για τα πρόσωπα που είδε στο πάρτι: «Καταλάβαινα ότι ήταν πολλά τα άτομα, η φίλη μου συνειδητοποίησε ότι δεν είναι ένας κόσμος ”απλός” σαν εμάς, εμείς περιμέναμε να δούμε ένα πάρτι να γνωριστούμε, να μιλήσουμε. Ήταν περίπου 15-17 άτομα, υπήρχαν κι άλλες κοπέλες, ήταν περισσότερες, και λιγότεροι οι άνδρες. Δεν συστηθήκαμε με κανέναν, δεν γνώριζα κάποιον εκτός από τον Μάνο και ένα ακόμη παιδί. Ήμασταν μόνες μας, σε μία γωνιά τρία κορίτσια και αποφασίσαμε να απέχουμε από όλο αυτό. Ήταν φανερό ότι δεν ήμασταν ευχαριστημένες με το πάρτι και είπαμε θα καθίσουμε περίπου μισή – μία ώρα να πούμε ένα ποτό να φύγουμε».

Επ’ αυτού, και εν είδει δημόσιων κατηγόρων, κάποιοι εξανίστανται για το γεγονός ότι η κοπέλα έμεινε έστω και λίγο στο πάρτι και ήπιε δύο ποτά. Λες και το να κάτσεις σε μια γωνία πίνοντας το ποτό σου συνιστά έγκλημα. Προφανώς και δεν πηγαίνεις να διασκεδάσεις κάπου έχοντας κατά νου ότι θα ρίξουν κάτι στο ποτό σου για να σε ναρκώσουν. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τα μπαρ της χώρας θα ήταν καθημερινά άδεια. Η 24χρονη το λέει χωρίς περιστροφές, πως πήγε στο πάρτι για να διασκεδάσει. Τι πιο φυσιολογικό;

Η περιγραφή της στην ίδια συνέντευξη για το τι αντίκρισε μόλις ξύπνησε το άλλο πρωί προκαλεί αποτροπιασμό: «Έτσι όπως σηκώθηκα βλέπω κάτω το εσώρουχό μου. Δεν μπορούσα να το πιστέψω αυτό, ότι βλέπω κάτι που δεν θυμάμαι να το έβγαλα. Ήμουν αδιάθετη, δεν καταλάβαινα γιατί έλειπε το εσώρουχό μου. Καθώς γυρνώ στο δωμάτιο βλέπω αντρικά ρούχα, κάλτσες, μία βαλίτσα, βλέπω κάτι χάπια. Αντρικά πράγματα και ένα δωμάτιο τεράστιο, μία σουίτα. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να είμαι εγώ σε ένα τέτοιο δωμάτιο γιατί δεν το επέλεξα».

Αν κάτι πρέπει να ενοχοποιείται δεν είναι η χαρά για ζωή, αλλά η αναστολή της χαράς από τη βία.

Χρειάζεται πολλή προσπάθεια, νοσηρή φαντασία και μια ισχυρή δόση προκατάληψης για να προσπαθήσεις να ρίξεις ευθύνη στο κορίτσι για ό,τι περιγράφει. Ή να θελήσεις να εκλογικεύσεις τα κίνητρα των κατηγορούμενων όπως έκαναν κάποιοι (του στυλ: όμορφα παιδιά ήταν για να θέλουν να βιάσουν μια γυναίκα;). Το κακό είναι ότι αυτή η κουτοπονηριά εκστομίζεται και από στόματα γυναικών, κάτι που κάνει ακόμη πιο εξωφρενικά τα «ναι μεν, αλλά» που πάνε να στηθούν τριγύρω από το θύμα.

Αν πάλι τεθεί το ερώτημα σε κάθε γυναίκα: «Θα ξαναπάς σε πάρτι;», η απάντηση, ομοίως, οφείλει να είναι αυταπόδεικτη: ναι, να ξαναπάει, να φορέσει ό,τι της αρέσει, να πιει όσα ποτά θέλει, να διασκεδάσει, να γελάσει, να φλερτάρει αν το επιθυμεί, να κάνει και σεξ αν αυτό θέλει, ή να γυρίσει και να φύγει αν προτιμά, δίχως να έχει το φόβο ότι κάποιος θα την παρενοχλήσει στο ελάχιστο.

Αν κάτι πρέπει να ενοχοποιείται δεν είναι η χαρά για ζωή, αλλά η αναστολή της χαράς από τη βία.

 

Διαβάστε ακόμα: Άλογη βία. Να τι συμβαίνει όταν ανοίγεις το «καπάκι» της κοινωνίας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top