Αριστερά: από παλαιότερη διαδήλωση. Δεξιά: η φωτογραφία που ανέβασε ο ηθοποιός Γεράσιμος Σκιαδαρέσης στον λογαριασμό του στο Instagram.

Βλέπεις το σλόγκαν σε τοίχους, γραμμένο στην άμμο, ακούστηκε στη συναυλία του Λεξ. Ακόμα και στο Ρολάν Γκαρός εκστομίστηκε, στο ντούκου, κατά τη διάρκεια αγώνα ξένων τενιστών. Το εννόησε αποσιωπώντας το, ο ευειδής και ταλαντούχος Χρήστος Δάντης στα μέσα Ιανουαρίου. Προφανώς το βρήκε «πολύ ροκ». Έκτοτε έγινε hashtag, με κάμποσους εγχώριους «ποιητές» και στιχοπλόκους να διαγκωνίζονται σε δημιουργικότητα. Με πιο πρόσφατη συνεισφορά από τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση, που έβγαλε μπλουζάκι «Κρέοντα Γαμιέσαι», δίνοντας την ευκαιρία σε διάφορα σάιτ να γράψουν ότι έτσι πρέπει να απευθυνόμαστε διαχρονικά σε όλους τους τυράννους…

Η αρχή έγινε πέρυσι, με «αγανακτισμένο πολίτη» να βρίζει τοιουτοτρόπως τον εκλεγμένο πρωθυπουργό της χώρας στην ΕΡΤ απ’ της Ροβιές της Εύβοιας. Ήταν στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ στην τοπική οργάνωση.

Όπως έγραψε η Βασιλική Σιούτη, «Όταν ο Πάνος Καμμένος φώναζε στη Νέα Δημοκρατία και στο ΚΙΝΑΛ “στα τέσσερα εσείς” και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ χειροκροτούσαν, έπρεπε μάλλον να αναμένει κανείς ότι αυτό θα είχε συνέχεια». Το «ιστορικά κατοχυρωμένο» (κατά Βίτσα) ηθικό πλεονέκτημα του Ηλιού, του Κύρκου και του Παπαγιαννάκη αντικαταστάθηκε στο πολιτικό εργαστήρι αμφεταμινών από ένα μείγμα αυριανισμού και ακροδεξιάς ρητορικής, για να γεννήσει τον πολακισμό.

Oταν οι ύβρεις δίνουν και παίρνουν, τότε ο δημόσιος διάλογος αποκτάει μορφή χάσκουσας χωματερής κάτω από τον αττικό ουρανό.

Στην ιδιωτική μας ζωή, μεταξύ μπίρας και καναπέ, είναι θεμιτό να βριζόμαστε. Για την ευχαρίστηση ή την αποφόρτιση, όπως πάμε και κάνουμε κικ μπόξινγκ για να εκτονώσουμε στην ανάγκη μας για βία. Στην καλύτερη περίπτωση, οι βλαστήμιες διακρίνονται για τον πλούτο, την εφευρετικότητα και την ποικιλία τους.

Το πρόβλημα προκύπτει όταν οι βρισιές δίνουν και παίρνουν στη δημόσια σφαίρα και οι γλωσσολογικοί όροι σε χρήση είναι επιπέδου πεζοδρομίου, σκατού που χτύπησε τον ανεμιστήρα μαζί με μπόλικη αποφορά.

Τότε, ο δημόσιος διάλογος παίρνει μορφή χάσκουσας χωματερής κάτω από τον αττικό ουρανό. Οπότε το πράγμα αρχίζει και ζέχνει. Κι αναρωτιέσαι: τι εξυπηρετεί όλο αυτό; Τη συκοφάντηση που σκοπό έχει την εξόντωση του εχθρού.

Είναι η λεκτική έκφραση της βίας και του μίσους. Αμφότερα, είναι το εμετικό άρωμα της εποχής, μαγευτικό σαν το τραγούδι των Σειρήνων, με τα λοιπά όρνεα να σπεύδουν να κατασπαράξουν υποσχέσεις πτωμάτων. Δεν το κάνει μόνον ο κοσμάκης, αλλά κι οι αθλητές, οι τραγουδιστές, οι «διανοούμενοι» της χώρας που δεν έχουν βρει κοινό. Φτηνό του κερατά.

Τα περιθωριακά και λούμπεν sites δεν νοιάζονται για το γεγονός ότι όποιος σπέρνει λοιδορίες, θερίζει βία.

Με περιθωριακά και λούμπεν sites να υπερθεματίζουν, φιλοξενώντας με το φτυάρι δημοσιεύσεις για «μαλάκες» κυβερνώντες. Δίχως να τους κόφτει ότι οι ίδιοι είναι αποδεδειγμένα και κραυγαλέα μαλάκες. Δίχως να τους νοιάζει πως όποιος σπέρνει λοιδορίες, θερίζει βία. Δίχως να αντιλαμβάνονται ότι το πρόσκαιρο χάος στέλνει (ιστορικά) στον Καιάδα τους πυροκροτητές του.

Σε μια Δημοκρατία, όπου θεωρητικά θέσεις και αξιώματα είναι προσβάσιμα σε όλους, τα άτομα αδιάκοπα αναμετρώνται και συγκρίνονται μεταξύ τους. Στο πλαίσιο αυτό, η ζήλια είναι το κακό παρεπόμενο της ισότητας.

Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης παίζουν προεξάρχοντα ρόλο σ’ αυτό. Διαχέουν ανώνυμα ένα μίσος που δεν στοχεύει μόνον του πρίγκιπες που κυβερνούν ή τους «επώνυμους» κάθε λογής, αλλά και ανίσχυρα θύματα, εφήβους που το μπούλινγκ ανάγκασε ν’ αυτοκτονήσουν.

Πρέπει να εσωτερικεύσουμε ότι το δημοκρατικό πολίτευμα βασίζεται στο σεβασμό του Κράτους Δικαίου. Αυτό που το χαρακτηρίζει είναι η καθιέρωση ενός κοινού δημόσιου χώρου, όπου όλοι οι πολίτες μπορούν λογικά να συζητήσουν, ώστε να ορίσουν το πεπρωμένο τους. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα, όχι πως έτσι συμβαίνει. Αλλά πρόκειται για μια ρυθμιστική αρχή επί της διαδικασίας.

Το κόλπο των λαϊκιστών είναι να εναρμονίζονται με τα χαμερπά πάθη των εκλογέων. Αλλά το μίσος είναι δυσλειτουργικό.

Μία επαρκής δημοκρατία οφείλει να εξαλείψει όχι τα αισθήματα συμπάθειας ή αντιπάθειας που φυσικό τω τρόπω ομαδοποιούν ή φέρνουν σε αντίθεση τα άτομα και αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του κοινωνικού βίου. Αλλά τις παθολογικές μορφές αυτών των αισθημάτων που οδηγούν στο μίσος.

Γιατί, αν η έκφραση του μίσους διαχυθεί οριστικά στη δημόσια σφαίρα, αν γίνει καθοριστικός παράγοντας της κοινωνικής ζωής και επηρεάζει τις πολιτικές αποφάσεις, βάζει σε κίνδυνο. Απαιτείται αυτό που ο Όργουελ αποκαλεί «κόσμιο τρόπο».

Η δημοκρατία, αλλά και κάθε κοινωνία που διέπεται από κάποιο καθεστώς, δεν μπορεί να υπάρξει δίχως το σεβασμό της αξιοπρέπειας του άλλου, ασχέτως διαφορών και πολιτικών επιλογών.

Το πρόσφατο ξέσπασμα ενός χυδαίου λεξιλογίου είναι, μεταξύ άλλων, η άρνηση των πολιτικών επιχειρημάτων. Δεν είναι πρωτόγνωρο. Μην ξεχνάμε τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Γιατί το κόλπο των λαϊκιστών είναι να εναρμονίζονται με τα χαμερπά πάθη των εκλογέων. Αλλά το μίσος είναι δυσλειτουργικό. Μπορεί να οδηγήσει τις δημοκρατίες στο θάνατο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι (καταρτισμένους) πολιτικούς αντιπάλους, όχι εχθρούς.

Η βρισιά έχει δύναμη. Πληγώνει και μειώνει. Κι ακόμα, σαν ιστός του Spiderman, επιχειρεί να φυλακίσει τον άλλο σ’ ένα εικονικό κελί.

Η βρισιά μπορεί να είναι τελετουργική, ακόμα και εορταστική, όπως στην περίπτωση της «τραγουδιστικής» μονομαχίας των Εσκιμώων, αλλά και σε χώρες της Δυτικής Αφρικής ή στο δικό μας Καρναβάλι. Από την άλλη, μπορεί να είναι συνέπεια μιας νευροψυχιατρικής διαταραχής, όπως το σύνδρομο Tourette.

Συνήθως, όμως, θέλει απλώς να πλήξει θανάσιμα το άτομο στο οποίο στοχεύει. Το φαινόμενο είναι παλιό όσο κι ο κόσμος. Αν κάτι έχει αλλάξει είναι το πώς το αντιμετωπίζει η κοινωνία.

Καθώς αποκτά όλο και περισσότερο σεξουαλικό περιεχόμενο. Αυτό το hit parade δεν πρέπει να εκπλήσσει σε κοινωνίες σαν τις δικές μας. Παρά τα επιφαινόμενα, η σεξουαλικότητα εξακολουθεί να θεωρείται ταμπού και βρίσκεται στην καρδιά των σχέσεων εξουσίας.

Η βρισιά έχει δύναμη. Πληγώνει και μειώνει. Κι ακόμα, σαν ιστός του Spiderman, επιχειρεί να φυλακίσει τον άλλο σ’ ένα εικονικό κελί, να τον απομονώσει και να τον εκμηδενίσει, εκμεταλλευόμενη ένα συμπαγές σύμπαν ασφαλούς ακινησίας. Στιγματίζοντας. Και το «διασκεδαστικό» σήμερα είναι ότι βρίζουν τις γυναίκες ως αχαλίνωτες και τους άνδρες ως ανεπαρκείς.

Το «Μητσοτάκη, γαμιέσαι» δεν αφορά μόνο στον Μητσοτάκη, αλλά θέλει να πάρει σβάρνα τους ψηφοφόρους του.

Το «Μητσοτάκη, γαμιέσαι» -αφοπλιστικής οικονομίας σκέψης- δεν αφορά μόνο στον Μητσοτάκη, αλλά θέλει να πάρει σβάρνα τους ψηφοφόρους του. Να τους απαξιώσει. Οι βρισιές είναι αποκαλυπτικές της κοινωνίας που τις εκστομίζει. Είθισται να παραπέμπουν στον κόσμο των ζώων (γουρούνι, παράσιτο, τεμπελόσκυλο), ώστε να αποκαθηλώσουν και να συνθλίψουν.

Αλλά μπορούν επίσης να λειτουργήσουν ως γεωπολιτικό βαρόμετρο του έθνους. Το οποίο αντανακλάται στο σεξουαλικό επίπεδο. Η σεξουαλικότητα παραμένει ταμπού και ευσχήμως διατηρείται στον πυρήνα των παιχνιδιών εξουσίας. Πρόκειται για εργαλείο ελέγχου, εξουσίας, κανονικοποίησης του «μη γαμήσω». Ηθικό πλεονέκτημα: το λιντσάρισμα εν κενώ.

 

Διαβάστε ακόμα: «Τοξικοί άνθρωποι», η νέα καραμέλα.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top