
Ο Μάκης Κουσαθανάς, εκτός από επιτυχημένος επιχειρηματίας είναι κι ένας πηγαίος συζητητής. Διαβάστε πως μιλάει για το νησί του και δείτε τη Μύκονο μέσα από τα δικά του μάτια.
Υπάρχει η Μύκονος των κλισέ, των διασημοτήτων, των ντους με σαμπάνια αλλά και των παγκοσμίου επιπέδου υπηρεσιών. Υπάρχει και η άλλη κρυμμένη Μύκονος, άγρια, αγροτική, ατόφια ενεργειακά και αυθεντική (και ολοένα συρρικνούμενη). Υπάρχει τέλος η Μύκονος που τα συνδυάζει όλα αυτά, την πολυτέλεια με την αγριάδα, το κομψό σέρβις με την παραδοσιακή φιλοξενία, την αθωότητα με το εκλεπτυσμένο στυλ. Αυτή τη Μύκονο πρεσβεύει ο Μάκης Κουσαθανάς.
Δημιουργός του νεότευκτου ξενοδοχείου Kalesma στην Αλεόμανδρα, είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να αποκωδικοποιήσει μαζί μας το DNA της Μυκόνου, να μας παρασύρει με τη γλαφυρή του περιγραφή να αναπλάσουμε το φτωχό μα ευλογημένο παρελθόν της και να οραματιστούμε το εξίσου φωτεινό της μέλλον.
Αυτό που ακολουθεί δεν είναι μια τυπική συνέντευξη, αλλά μια φιλική συζήτηση – μύηση σε έναν μοναδικό παγκοσμίως νησιώτικο κόσμο, άγνωστο σε πολλούς από εμάς.
– Πέρα από τις παραλίες, τις διασημότητες, τη Δήλο. Τί έχει αυτή η κούκλα η Μύκονος και τη θέλουν όλοι;
Η Μύκονος έχει ένα πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι που την διαφοροποιεί από όλα τα υπόλοιπα νησιά, το κομμάτι της φιλοξενίας. Από παλιά και μέχρι σήμερα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν τα μυκονιάτικα πανηγύρια, τα μοναδικά που γινόταν δωρεάν. Δηλαδή δεν υπήρχε πρόσκληση, μπορούσες να πας έτσι και να φας και να πιεις τζάμπα. Σα να ήσουν καλεσμένος.
– Μέχρι πότε ίσχυε αυτό;
Ισχύει ακόμη και τώρα. Κάτι που δεν ξέρει κανείς.
– Μιλάς για μικρά πανηγύρια σε σπίτια.
Κάθε σπίτι έχει την δική του εκκλησία, την εκκλησία της οικογένειας. Κάθε καλοκαίρι, σχεδόν κάθε μέρα υπάρχει ένα πανηγύρι, στο οποίο ακόμα και σήμερα μπορείς να πιεις και να φας τζάμπα.
– Αυτά τα σπίτια είναι τα «χωριά» που λένε οι Μυκονιάτες;
Αυτά είναι τα χωριά, σωστά. Το «χωριό» ήταν το σπίτι της οικογένειας με την περιουσία της οικογένειας.
– Άρα λοιπόν τα ζώα, το εκκλησάκι της, όλο το σκηνικό…
Τα ζώα τα οποία συνήθως ήταν δυο κατσίκες και ένας σκύλος. Αυτός ήταν ο μέσος όρος της οικιακής οικονομίας, μη φανταστείς.
– Κότες, κανένα κουνέλι;
Ναι, βάλε και καμιά κοτούλα.
– Αλλά όχι αγελάδες.
Όχι αγελάδες! Αγελάδα ήταν πάρα πολύ σπάνιο να έχει κάποιος, εμένα ο παππούς μου είχε μία αγελάδα στο μέρος που χτίστηκε τώρα το ξενοδοχείο μας, και την άρμεγε κάθε απόγευμα για να φέρει το γάλα πίσω στο σπίτι.
– Έπηζε κιόλας τυριά;
Ναι αμέ, έκανε ξινότυρα, κοπανιστές…
– Όχι με αγελαδινό γάλα.
Με κατσικίσιο. Το αγελαδινό το πίναμε ή το κάναμε γιαούρτι.
– Οι αγελάδες αυτές όταν γερνούσαν τις σφάζατε και γίνονταν πανηγύρι;
Τις αγελάδες τις πήγαιναν στον χασάπη, ο χασάπης τις πούλαγε…
– Πρώτα έβρισκε τον πελάτη και μετά τις έσφαζε, σωστά;
Ε, βέβαια δεν υπήρχαν ψυγεία ούτε και μεγάλη ζήτηση. Το μοσχαρίσιο κρέας ήταν πάρα πολύ σπάνιο πράγμα να καταναλωθεί οίκοθεν, έπρεπε να ήταν πλούσια οικογένεια. Συνέβαινε περισσότερο στην Άνω Μερά που ήταν κτηνοτρόφοι. Είναι πράγματα που τα έχω προλάβει.
– Ο απόηχος αυτών των πραγμάτων βρίσκεται μέσα στο concept της φιλοξενίας που έχεις φτιάξει τώρα;
Απολύτως! Στήνουμε κάθε Πέμπτη ένα μυκονιάτικο πανηγύρι και όλοι οι φιλοξενούμενοι εκείνη την ημέρα θα είναι complimentary καλεσμένοι μας. Θα καθόμαστε όλοι σε ένα μεγάλο τραπέζι και θα τρώμε και θα πίνουμε δωρεάν. Η χρέωση θα είναι μόνο στους πελάτες που θα έρχονται απ’ έξω.
– Ωραίο είναι αυτό, έχεις τα πανηγύρια τα σπιτικά, έχεις το πανηγύρι το μεγάλο τον Δεκαπενταύγουστο…
…Στην Άνω Μερά.
– Και επιπλέον κάθε Πέμπτη έξτρα πανηγύρι, «resident» πανηγύρι. Όλοι θα θέλουν να περάσουν.
Ναι νομίζω ότι είναι μια ωραία ευκαιρία! Το δε μέρος όπου θα γίνεται είναι ακριβώς απέναντι από την Δήλο.

Η Μύκονος της δεκαετίας του ’60, στο φακό του Πέτρου Μπρούσαλη. (© Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη).
– Άρα ηλιοβασίλεμα, Δήλος, πανηγύρι…
Με τρομερή ενέργεια! Το μέρος είναι μαγικό, είμαστε ακριβώς στο σημείο με το πιο ευλογημένο φως. Ανάμεσα στην Μύκονο και στην Δήλο σχηματίζεται ξέρεις το τρίγωνο με την μεγαλύτερη ηλιοφάνεια στον κόσμο.
– Αλήθεια, πώς γίνεται αυτό; Δηλαδή πιο πολύ απ’ότι στον Ισημερινό;
Ναι πιο πολύ και από ότι στην Άπω Ανατολή ή οπουδήποτε αλλού.
– Διότι έχουμε τον ήλιο και έχουμε και τον αέρα που καθαρίζει την ατμόσφαιρα…
Έτσι. Και τη θάλασσα που αντανακλά, και το ιώδιο που μας ζωντανεύει. Όλα αυτά δουλεύουν μαζί και είναι κάτι μαγικό. Είναι κάτι που παγκόσμια είναι γνωστό αλλά στην Μύκονο δεν το χρησιμοποιούμε. Στην Μύκονο δεν είναι μια σημαντική πληροφορία.
– Οι αρχαίοι μάλλον το είχαν ψυλλιαστεί.
Το ήξεραν, δεν γεννήθηκε τυχαία εκεί ο Απόλλωνας, ο θεός του φωτός!
– Προηγουμένως τι ήταν εκεί που χτίστηκε το ξενοδοχείο;
Ήταν το πατρικό μου σπίτι.
– Άρα και αυτό ήταν ρίζα δική σας. Δεν είπατε απλώς μου περισσεύουν μερικά εκατομμύρια, να πάρω ένα οικόπεδο.
Ο πρώτος τίτλος κτήσης μας γι’ αυτά τα συγκεκριμένα οικόπεδα ξεκινάει το 1933.
– Οπότε εκεί έχετε φτιάξει ένα ξενοδοχείο που είναι ούτε πολύ μεγάλο, ούτε μικρό. Μικρομεσαίο ας το πούμε;
Είναι ένα μικρό ξενοδοχείο με μεγάλα δωμάτια!
– Ωραίο είναι αυτό. Έχουμε συνηθίσει το ανάποδο, μεγάλα ξενοδοχεία με μικρά δωμάτια.
Εμείς είμαστε ένα μικρό ξενοδοχείο που έχει 25 σουίτες από 63 τμ. εσωτερικά και 90 τμ. εξωτερικά η κάθε μία. Είναι σε ένα οικόπεδο 20 στρεμμάτων, και έχει ακόμα 2 βίλες 240 τμ. εσωτερικά και 230-300 τμ. εξωτερικά η καθεμία. Επίσης bar, sunset lounge με εξωτερική φωτιά, και εστιατόριο, τo «Pere Ubu».
-Το Pere Ubu που έχεις και στη Γλυφάδα. Είναι το ίδιο concept; Γιατί είναι αρκετά νεανικό στην Γλυφάδα και μπιτάτο.
Εμείς θα παίξουμε λίγο πιο χαλαρά, με μεσογειακή κουζίνα, και θα προσαρμοζόμαστε. Δεν είμαστε καμιά μεγάλη αλυσίδα που έχουμε ταυτότητα που θα πρέπει να ακολουθείται παντού. Έχουμε ένα μικρό concept το οποίο είναι ωραίο και ευέλικτο. Οπότε θα προσαρμοστούμε και στην μεσογειακή κουζίνα και στην ψαριά της ημέρας. Το φρέσκο που θα βρίσκουμε κάθε μέρα, αυτό θα μαγειρεύουμε.
– Στη Μύκονο υπάρχει μεγάλη ζήτηση για ό,τι εκλεκτότερο βγάζει η θάλασσα, πού τα βρίσκετε τα ψάρια; Κάτι ψαρούκλες που βλέπουμε έρχονται αεροπορικώς.
Εγώ έχω τρεις ψαροντουφεκάδες φίλους, που κάναμε μαζί από παλιά ψαροντούφεκο και με προμηθεύουν και σήμερα. Ο ψαροντουφεκάς στην Μύκονο είναι πολύ δυνατός. Πρέπει να κατέβει στα 30 μέτρα. Δεν μπορείς να βρεις ψάρι έτσι και αλλιώς πιο ρηχά πια… Οπότε είναι άνθρωποι οι οποίοι ζουν από αυτό. Δουλεύουν στο Μπαλί, δουλεύουν στην Ταϋλάνδη και έρχονται το καλοκαίρι στην Μύκονο.
– Αυτό είναι James Bond, δεν είναι ψαροντουφεκάς.
Χα χα! Έχω ένα καλό φίλο τον Αλέξανδρο που βουτάει κάθε μέρα χειμώνα-καλοκαίρι. Θα του το πω να χαρεί.
– Δεν μου λες οι ψαράδες οι παλιότεροι που υπήρχαν εκεί στον Καλαφάτη, οι «άγριοι» που λέγονταν, υπάρχουν ακόμα;
Δυστυχώς η Βάσω με την ταβέρνα των αγρίων, δεν νομίζω ότι θ’ ανοίξει φέτος, ήταν κλειστή και πέρυσι, αλλά οι ψαράδες που είναι από κάτω στο μικρό υπόγειο, που είναι σαν γκαράζ πάνω στην παραλία, ψαρεύουν ακόμα, ρίχνουν αστακόδυχτα ακόμα και τώρα.
– Βγαίνουν με καϊκια, παραδοσιακά;
Ναι έχω πάει μαζί τους πολλές φορές. Είναι μπελάς, για να πιάσεις αστακό, ρίχνεις τα δίχτυα και περιμένεις 3 μέρες. Δεν είναι ότι ρίχνεις τα δίχτυα το βράδυ και τα μαζεύεις την άλλη μέρα το πρωί. Και το μεγάλο πρόβλημα είναι όταν πέφτουν συχνά σαλάχια στα αστακόδυχτα και τα χαλάνε.
– Στον Καλαφάτη είχαν γκρεμίσει κάποια σπιτάκια ψαράδων, θα κτιστεί κάτι εκεί;
Πίσω από την Αγία Άννα, εκεί στο λεγόμενο Στήθος της Αφροδίτης, τα Διβούνια, σ’ αυτό το μέρος υποτίθεται ότι υπάρχει χρήση γης για να γίνει ένα ξενοδοχείο.
– Και στο Καλό Λιβάδι κοντά; Πού είναι μια περιοχή που πρόσφατα αποχαρακτηρίστηκε -fast track- για να γίνει μια μεγάλη επένδυση Four Seasons, αυτό αληθεύει; Αντέχει το νησί τέτοιες μεγάλες επενδύσεις;
Κοίταξε είναι μικρά για Four Seasons, μιλάμε για 190 δωμάτια. Μπορεί να είναι μεγάλο για το νησί αλλά…
-Κάτσε, υπάρχει άλλο ξενοδοχείο στην Μύκονο που να έχει πάνω από 100 δωμάτια; To Mykonos Blu πόσα έχει;
Το Mykonos Blu έχει γύρω στα 100 δωμάτια. Στην Ελιά όμως τα 3 ξενοδοχεία συνολικά είναι πολύ παραπάνω.
-Στην Ελιά τα βλέπεις στην βουνοπλαγιά να ανεβαίνουν μέχρι τον θεό. Πόσο πια να αντέξει η κακομοίρα η πλαγιά; Θα μου πεις αν ήμασταν Ισπανία θα λέγανε ότι τίποτα δεν έχει χτιστεί.
Ένας φίλος μου Γερμανός, που δουλεύει στην Ίμπιζα και ασχολείται με τον τουρισμό, ήρθε στην Μύκονο πέρυσι και με ρώτησε γιατί είναι αραιοκατοικημένο αυτό το νησί! Αυτό που βλέπουμε εμείς, για τους ξένους δεν είναι το ίδιο.
-Και η Χονολουλού έχει ουρανοξύστες. Όμως είναι μεγάλο νησί με υποδομές, δρόμους για να περνάνε τα λεωφορεία, αποχετευτικά συστήματα…
Το μεγαλύτερο θέμα είναι η αποχέτευση η οποία θα μπορούσε να λυθεί με ένα δεύτερο βιολογικό καθαρισμό.
-Και η χωματερή; Τα σκουπίδια;
Θα συνεχίσουν να είναι χωματερή και σκουπίδια και να καίγονται μαζί με τα ανακυκλώσιμα. Είναι θέμα και της τοπικής κοινωνίας, όχι μόνο της δημοτικής αρχής. Τι θα δεχτεί η τοπική κοινωνία, πώς θα μπορέσει να γίνει ένα εργοστάσιο το οποίο να χρησιμοποιεί τα απορρίμματα επιτόπου.
– Ποια είναι η γνώμη σου για τις ανεμογεννήτριες που θέλουν να στήσουν στα νησιά;
Είναι πολύ ωραία λύση. Πηγαίνω πολύ συχνά στο Λαύριο, και απέναντι έχει ένα νησί που έχει γίνει ένα αιολικό πάρκο ολόκληρο. Υπάρχουν επίσης βραχονησίδες τις οποίες έχει το Δημόσιο, και πιστεύω ότι είναι ένας σπουδαίος τρόπος για να τις εκμεταλλευτεί.
– Είχαν πει και για την Μακρόνησο απέναντι από το Λαύριο ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί. Υπήρξαν αντιδράσεις διότι είναι και ένας τόπος μνήμης.
Ναι, και από την αρχαιολογία. Για κάποιους είναι ο σύγχρονος Παρθενώνας η Μακρόνησος. Υπάρχουν όμως νησιά τα οποία δεν είναι τίποτα και μπορούν να γίνουν κάτι. Υπάρχουν λύσεις. Ακόμη και ανάμεσα στην Μύκονο και την Ικαρία. Η Άνδρος, η Τήνος έχουν επίσης εκτάσεις. Η Τήνος έχει τρομερούς αέρηδες και έχει και υψόμετρα.
– Ποια είναι η πρωταθλήτρια του αέρα, ή Άνδρος ή Τήνος ή η Μύκονος;
Νομίζω η Μύκονος, και λόγω μυθολογίας. Ξέρεις η σπηλιά του Αίολου είναι κάτω από τον Φάρο του Αρμενιστή. Εκεί λένε ότι γεννήθηκε. Ο αέρας που φυσάει στο μπουγάζι ανάμεσα στη Μύκονο και στην Τήνο πάντα είναι κατά δύο μποφόρ ισχυρότερος από αυτόν που φυσάει στο υπόλοιπο Αιγαίο.
– Οι νησιώτες γουστάρετε τον αέρα.
Ε βέβαια, δεν μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς.
– Είναι μεθυστικό; Τι σας αρέσει; Εμένα μου τη σπάει.
Έχεις πολύ δίκιο που σου την σπάει αλλά φαντάσου να ζεις ένα καλοκαίρι ολόκληρο σε ένα νησί που δεν φυσάει και δεν έχει ούτε ένα δέντρο. Δεν υποφέρεται. Οι παλιοί λέγαν ότι το πιο ψηλό «δέντρο» ήταν ο ασφόδελος ένα φυτό ποώδες σαν τον βασιλικό, οπότε φαντάσου όταν σε καίει ο ήλιος.
– Εκείνες οι γουασινκτώνιες που έχει στην Xώρα, μέσα στο Καταρί το εστιατόριο ήταν δέκα μέτρα ύψος. Είχε λυγίσει ο φοίνικας, απειλούσε τη διπλανή σκεπή, ζει ακόμα;
Αυτός δεν νομίζω ότι ζει. Έχει πολλούς φοίνικες μέσα στο θερινό σινεμά της Μυκόνου στη Μαντώ. Έχει καταπληκτικό κήπο, σου προτείνω να πας να τον δεις.
– Να σου πω, αν μεθαύριο ένα σινεμά σαν την Μαντώ πουν ότι θα το κάνουν αλυσίδα καφέ, εσείς οι Μυκονιάτες τι θα κάνετε, θα το σταματήσετε;
Μπορεί και ο Δήμος να το κάνει, μπορεί και ένας επιχειρηματίας της Μυκόνου να κάνει ένα καφέ, αλλά μπορεί και ένας κινηματογράφος να είναι και καφέ μαζί. Για παράδειγμα μέσα στον κινηματογράφο της Μαντώς μπορείς τώρα να φας πάρα πολύ ωραίο σουβλάκι. Ένα από τα καλύτερα καλαμάκια της Μυκόνου.
– Θέλω να πω ότι με τούτα και με ‘κείνα δεν μένει τίποτα παραδοσιακό. Πριν λίγα χρόνια έκλεισε και το εργαστήρι κοπανιστής στην Άνω Μερά…
Όμως έχουν ανοίξει δύο συνεταιρισμοί που τυποποιούν κοπανιστή.
– Σωστό. Μήπως καμιά φορά κλαίμε για τα παλιά, χωρίς να βλέπουμε ότι και η πρόοδος δεν είναι μόνο αρνητική;
Κοίταξε να δεις τι συνέβαινε. Παλιά για να φας ξινότυρο έπρεπε να κάνεις παραγγελία σε φιλικό σου σπίτι που έκανε αυτή την δουλειά και κάποια στιγμή να έρθει η ημερομηνία για να παραλάβεις 10 ξινότυρα. Αυτή την στιγμή το ωραίο είναι ότι υπάρχουν συνεταιρισμοί και μπορείς να βρεις ξινότυρο, κοπανιστή, μπορείς να βρεις λούζα. Δύσκολα πάλι αλλά μπορείς να βρεις. Παλιότερα δεν μπορούσες να βρεις. Προλάβαινε ο Κίμωνας και μετά ο Μάκης δεν είχε να παραγγείλει. Τώρα όλο αυτό το πράγμα έρχεται να συναντήσει λίγο τη ζήτηση. Είναι δύσκολο στις μικρές και τοπικές κοινωνίες ειδικά αν υπάρχει πολύ traffic να ικανοποιηθεί πλήρως η ζήτηση, αλλά είναι πολύ σημαντικό η προσφορά να την πλησιάζει.
– Επιμένω: Θυμάμαι πήγαινα παλιά στη Μύκονο και στο super market της Φλώρας είχε μια πολύ ωραία κάπαρη ξερική με αλάτι την οποία έφερνε από την Τήνο. Πήγα άλλη μία φορά πρόπερσι να πάρω κάππαρη και είχε κάπαρη Jamie Oliver!
Όταν είχες πάει να πάρεις την κάπαρη της Τήνου ήσουν ο εκατοστός πελάτης στη Φλώρα και έβρισκες. Τώρα όταν πηγαίνουμε Φλώρα, είμαστε οι χιλιοστοί πελάτες, και πιθανόν η κάπαρη της Τήνου να έχει εξαντληθεί. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα των μικρών παραγωγών. Η παραγωγή τους εξαντλείται σε πολύ συντομότερο χρονικό διάστημα από ότι παλιότερα. Μπορεί ένα προϊόν να το έβρισκες στο ράφι για ενάμισι μήνα, τώρα το ίδιο προϊόν κρατάει δεκαπέντε μέρες.
– Εσείς από προϊόντα μυκονιάτικα και κυκλαδίτικα, τι θα έχετε στο εστιατόριό σας;
Θα δουλέψουμε πάρα πολύ με τα γαλακτοκομικά τα οποία είναι και κατσικίσια και μυκονιάτικα και μας ταιριάζουν και λόγω μειωμένης λακτόζης. Το κατσικίσιο δεν έχει και την περιεκτικότητα των φυτοφαρμάκων που έχει το αγελαδινό. Έχουμε επίσης έναν μανάβη στην Τήνο με τον οποίο θα συνεργαστούμε, δηλαδή τα ζαρζαβατικά θα μας έρχονται κάθε μέρα από εκεί. Τέλος -αν και αυτό μάλλον δεν θα το προλάβουμε φέτος- υπάρχει ένα άλλο οικόπεδο πίσω από το αεροδρόμιο, 4 στρεμμάτων, που θα το κάνουμε μία μικρή φάρμα: Με βιολογικό τρόπο θα μεγαλώνουμε τα δικά μας λαχανικά για το ξενοδοχείο. Το μέγεθος του ξενοδοχείου μας δίνει αυτή την δυνατότητα. Εμείς fully booked φιλοξενούμε 90 άτομα, οπότε το να τους ταΐσεις έχει μια ευκολία. Δεν σου είπα ότι ο σεφ μας είναι ο Κώστας Τσίγκας.
– Είναι μορφή. Θυμάμαι στις εποχές της «χλιδής», όταν οι σεφ-φίρμες πασάρανε φιλέτα κροκόδειλου και στρουθοκάμηλου, ο Τσίγκας έκανε το «Αγροτικόν», με ένα comfort μενού βασισμένο στην πρώτη ύλη, που σήμερα -20 χρόνια μετά- γίνεται της μόδας.
Είναι πολύ μπροστά. Συνεργαζόμαστε 10 χρόνια, στο Pere Ubu στη Γλυφάδα. Θα επιμελείται και στην Μύκονο το μενού βασισμένος όπως λες στην ξεκάθαρη πρώτη ύλη. Κάθε ένας μας συνεργάτης έχει επιλεγεί επειδή είναι καλλιτέχνης. Να αναφέρω επίσης τους αρχιτέκτονες Κ-Studio, τον Βαγγέλη Μπόνιο με το Studio Bonarchi που έχει κάνει το καταπληκτικό interior, από την Carteco έχω πάρει τα κρεβάτια και τα μαξιλάρια, είναι σπουδαία εταιρεία. Ο Γιάννης Μητσοκάπας έχει κάνει την μουσική. Αυτές είναι οι κολώνες μας για να στήσουμε όλη αυτή την ιστορία και πιστεύω ότι έχουμε πολύ γερές κολώνες.
– Να μείνουμε λίγο στο φαγητό; Το μυκονιάτικο φαγητό έχει γίνει λίγο multi Asian. Σε λίγο δεν θα βρίσκουμε ελληνικό φαγητό στο νησί.
Νομίζω ότι φέτος ανοίγουν 3 ελληνικά «πειραγμένα» εστιατόρια οπότε το κενό που υπάρχει στην αγορά θα καλυφθεί με καταπληκτικούς επιχειρηματίες που θα κάνουν εξαιρετική δουλειά.
– Φαντάσου να πας στη Βραζιλία και όλα τα εστιατόρια να έχουν σπανακόπιτα, δεν γίνεται αυτό. Οπότε κι εμείς πώς έχουμε όλοι bao buns; Είναι τρελό.
Ναι είναι τρελό αλλά ξέρεις έχουν μια ευκολία τα ξένα concept στο στήσιμο. Δουλεύουν σε μέρη που έχουν δυνατούς χειμώνες, Λονδίνο και λοιπά, αλλά τα καλοκαίρια είναι πιο cool, οπότε μπορούν να φέρουν στη Μύκονο προσωπικό και εκπαιδευμένους σεφ διεθνών προδιαγραφών που θα πιάσουν δουλειά αμέσως. Συν το όλο μάρκετινγκ.
– Θυμάμαι κάποτε στην Χαλκιδική σε γνωστό ξενοδοχείο ρώτησα κάτι και μου λένε δεν καταλαβαίνω, μπορείτε να επαναλάβετε στα αγγλικά; Στη Μύκονο που είναι το Manhattan του Αιγαίου κάποια στιγμή αν δεν ξέρεις αγγλικά δεν θα μπορείς να συνεννοηθείς;
Κοίταξε να δεις, αυτό το νησί έχει μια φοβερή προσαρμοστικότητα. Δεν χρειάζεται να ανησυχείς για τίποτα. Κάποιοι άλλοι αντιλαμβάνονται τα πράγματα έγκαιρα και αυτή είναι η επιτυχία του νησιού όλα αυτά τα χρόνια. Κάποιοι άνθρωποι εδώ προλαβαίνουν ανάγκες πριν καλά – καλά τις αντιληφθεί ο περισσότερος κόσμος.
– Για παράδειγμα;
Ποιος έκανε το boho στην Ευρώπη;
– Από την Μύκονο είναι λες;
Βέβαια. Περισσότερο απ’ ότι στην Ίμπιζα. Η Ίμπιζα έχει μια μονοδιάστατη ανάπτυξη: Κλαμπάρουμε, παρτάρουμε, σηκωνόμαστε και φεύγουμε.
– Αυτή είναι μια κριτική που δέχεται η Μύκονος, ότι Ιμπιζοποιείται. Είχε πει κάποτε ένας δήμαρχος ότι εδώ έρχεται ο κόσμος να ξεσκιστεί.
Δεν είναι έτσι. Ο κόσμος έρχεται για να διασκεδάσει, τώρα αν η σύγχρονη διασκέδαση θέλει ξέσκισμα, έρχεται να ξεσκιστεί. Μετά από χρόνια ο χαρακτηρισμός θα είναι διαφορετικός, γιατί ο κόσμος θα διασκεδάζει με ένα διαφορετικό τρόπο. Εγώ ξέρεις τι βλέπω και χαίρομαι πραγματικά, ότι το Nammos εξάγεται και κάνει τρομερή επιτυχία εκεί που πάει. Ο Scorpios ετοιμάζεται να γίνει εξαγώγιμο προϊόν και όπου και να πάει θα κάνει επιτυχία. H Μύκονος εξάγει επιτυχία.
– Είπες Nammos, είπες Scorpios, θα μπορούσες να μην αναφερθείς ονομαστικά, αλλά είσαι περήφανος που αυτά τα success stories ανήκουν στο brand name Μύκονος. Μήπως οι Μυκονιάτες δεν τρώγεστε μεταξύ σας τόσο όσο τρώγονται σε άλλους τόπους;
Συνάδελφοι είμαστε. Το brand name της Μυκόνου είναι πολύ δυνατότερο από οποιοδήποτε Kalesma ή άλλη επιχείρηση.
– Σαφώς αλλά αυτό το έχετε καταλάβει καλύτερα στην Μύκονο απ’ ότι αλλού, είναι στα μυστικά της επιτυχίας σας;
Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει.
– Γιατί αλλού δεν το έχουν καταλάβει;
Αλλού δεν το έχουν καταλάβει γιατί υπάρχει περισσότερος εγωισμός από εργατικότητα. Τους Μυκονιάτες επιχειρηματίες για όλα μπορείς να τους κατηγορήσεις εκτός από το ότι δεν είναι εργατικοί. Σε όλα τα άλλα μέρη, στην Αθήνα και παντού, συχνά κάποιος ανοίγει ένα μαγαζί απλά για να ικανοποιήσει το εγώ του. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην Μύκονο. Κανείς δεν ανοίγει ένα μαγαζί για τον εαυτό του, ανοίγει ένα μαγαζί για να δουλέψει σοβαρά. Και αυτό είναι στο DNA των Μυκονιατών επειδή έχουν υπάρξει φτωχοί. Δεν βρήκαν τίποτα έτοιμο. Όλο αυτό που βλέπεις έχει δημιουργηθεί από το μηδέν.
– Αυτή τη στιγμή όμως τα μεγάλα ΑΦΜ της Μυκόνου πόσο «μυκονόκτητα» είναι;
Να το φιλοσοφήσουμε: Έλληνας ποιος είναι; Αυτός που απλά έχει γεννηθεί εδώ ή αυτός που ζει εδώ και νιώθει Έλληνας;
– Εννοείς ότι υπάρχουν και ξένοι Μυκονιάτες που είναι πιο Μυκονιάτες και από τους Μυκονιάτες.
Ακριβώς. Αυτή την ανοιχτωσιά έχουν οι Μυκονιάτες και δεν αισθάνονται φόβο με τους ξένους και τις αλλαγές. Τις αφομοιώνουν. Γι’ αυτό σου λέω η προσαρμοστικότητα μας τα περιλαμβάνει όλα αυτά.
– Εσύ που είσαι Μυκονιάτης όταν βλέπεις έναν ξανθό, ο οποίος ζει στο νησί 20 χρόνια τον θεωρείς πατριώτη σου, δεν λες ο ξένος. Μπορεί αυτός να ξεκίνησε πουλώντας παρεό στην παραλία και τώρα να έχει ένα φοβερό μαγαζί, με τζίρο τεράστιο…
Ναι και όλοι αυτοί οι άνθρωποι συμβάλλουν στην προκοπή του τόπου. Αυτοί γίνονται πρεσβευτές μας με κάποιο τρόπο. Είναι σύγχρονοι πρεσβευτές του μυκονιάτικου ονείρου. Έρχεται κάποιος από το Μπαλί και ανοίγει μια μπουτίκ στην Μύκονο και πάει εξαιρετικά καλά. Είναι θαυμάσιο, μακάρι να πηγαίνουν όλοι το ίδιο καλά.
– Άρα τι μπορεί να διδαχτεί ο ελληνικός τουρισμός και θα έλεγα η Ελλάδα γενικά από το παράδειγμα της Μυκόνου;
Η Μύκονος μας διδάσκει όλα αυτά τα χρόνια, αυτή την ανοιχτωσιά. Θυμήσου πως όταν πήγαν οι πρώτοι γκέι στο νησί και κυκλοφορούσαν χεράκι-χεράκι, κανείς Μυκονιάτης δεν τους πετροβόλησε.
– Σε εποχές συντηρητικές. Πώς έγινε αυτό;
Διότι είναι ανθρωποκεντρικό το νησί. Η Δήλος έχει αυτή την ενέργεια που χαλαρώνει τον κόσμο. Καθένας στην οικογένειά του μπορεί να έχει συγκεκριμένους κανόνες, η γιαγιά μου για να σου δώσω ένα παράδειγμα αν με συναντούσε στον δρόμο χεράκι χεράκι με την κοπέλα μου, έβγαζε την μαγκούρα γιατί ένιωθε ότι μπορεί να την προσέβαλα. Δεν έβγαζαν όμως τη μαγκούρα σε κάποιον που ήταν τουρίστας στο νησί οι παππούδες μας. Ο τουρίστας είχε τον χαρακτήρα του φιλοξενούμενου, όπως στην αρχαιότητα. Οι Μυκονιάτες ένιωθαν ότι αυτός που πάταγε το πόδι του στο νησί ήταν φιλοξενούμενος στο σπίτι τους.
– Δεν είναι και λίγο μύθος;
Καθόλου. Τα σπίτια των Μυκονιατών ήταν πάντα ανοιχτά. Εγώ θυμάμαι στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού που δεν ήταν καμιά πλούσια οικογένεια, όλο το καλοκαίρι υπήρχαν νερό και φρέσκα φρούτα στην εξώπορτα για τους ανθρώπους που γύριζαν από τον Πλατύ Γιαλό απ’ όπου έπαιρναν τα καϊκάκια και πήγαιναν σε όλες τις παραλίες. Και από τον γιαλό πήγαιναν με τα πόδια στην Χώρα. Το σπιτάκι ήταν στην πρώτη μεγάλη ανηφόρα που συναντούσαν και υπήρχε πάντα ένα σταφύλι, ένα σύκο, ένα ποτήρι νερό για τον περαστικό. Ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό.
– Και αυτό είναι και στο DNA του ξενοδοχείου που φτιάξατε; Τι άλλα παραδείγματα μπορούμε να δούμε; Είπαμε για το πανηγύρι…
Ο τρόπος που έχει φτιαχτεί αρχιτεκτονικά και τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι αυθεντικά. Προσπαθούμε να προσεγγίσουμε μια αισθητική πολυτελούς απλότητας, όλα τα υλικά που έχουμε χρησιμοποιήσει είναι μασίφ, σίδερα, πέτρες, ξύλα τα πάντα, για να έχουμε τις καλύτερες ροές ενέργειας. Είναι κάτι που ειλικρινά πιστεύουμε, ότι το υλικό και το αρχιτεκτονικό πλαίσιο στο οποίο ζεις είναι πάρα πολύ σημαντικά για την ευεξία σου. Και επίσης έχουμε ακολουθήσει πιστά την μυκονιάτικη αρχιτεκτονική. Είχε πάει το 1939 ο περίφημος αρχιτέκτονας Λε Κορμπιζιέ στο νησί και εικάζεται ότι είχε περιγράψει τα μυκονιάτικα σπίτια ως κυβάκια ζάχαρης. Είναι ένας πολύ όμορφος χαρακτηρισμός. Μάλιστα είχε πει ότι όποιος αρχιτέκτονας του κόσμου έχει επισκεφτεί αυτό το μέρος δεν έχει να προσθέσει τίποτα στη σύγχρονη αρχιτεκτονική, εδώ διαπιστώνεις την επιτομή της αρχιτεκτονικής. Αυτή τη φιλοσοφία θέλουμε να υπηρετήσουμε.
– Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική ήταν μοντέρνα, η μοντέρνα αρχιτεκτονική πόση παράδοση μπορεί να ενσωματώσει;
Εμείς έχουμε ακολουθήσει πιστά αυτό που περιέγραψε ο συγκλονιστικός αυτός Γάλλος αρχιτέκτονας. Όλα τα κτιριάκια μας είναι δίχωρα, λευκά, τετράγωνα με μία πέργκολα που προσδιορίζει την εσωτερική αυλή με την πισίνα της κάθε σουίτας. Και όλα τα δομικά στοιχεία είπαμε είναι μασίφ κομμάτια. Τα μπάνια μας είναι όλα μαρμάρινα, τα δοκάρια στις οροφές είναι καστανιές από το Άγιο Όρος, λυγαριές, και μεγάλες δρυίνες ντουλάπες.
– Συνεπώς είναι και οικονομικά γερή επένδυση.
Ναι είναι μεγάλη επένδυση. Δεν είναι μια δουλειά για να κάνεις cash back την επόμενη πενταετία. Δεν κάνεις ένα ξενοδοχείο στην πατρική σου περιουσία για να το πουλήσεις αύριο, μεθαύριο. Εκ προοιμίου ξέρουμε ότι εμείς κάναμε μια long term επένδυση, η οποία όμως είναι ο χώρος που θα μας αρέσει να ζήσουμε και εμείς, ώστε να μπορούμε να φωνάξουμε και τους άλλους να έρθουν να ζήσουν μαζί μας για κάποιες μέρες. Το «κάλεσμα» σπίτι σου, αυτή είναι η έννοια της μυκονιάτικης φιλοξενίας. Ο Καζαντζάκης γράφει ότι πήγα σε ένα σπίτι και έμεινα το βράδυ, είχαν κηδεία στο δίπλα δωμάτιο, την οποία σταμάτησαν για να μπορέσω να κοιμηθώ εγώ με ησυχία και συνέχισαν το πρωί. Δεν κατάλαβα ότι υπήρχε μοιρολόι στο διπλανό δωμάτιο γιατί για να ξεκουραστώ εγώ, σταμάτησαν τα πάντα.
– Άρα η φιλοξενία είναι πιο ιερή και από την κηδεία. Τρομερό είναι αυτό. Πιστεύεις ότι και άλλοι Μυκονιάτες διαπνέονται από την ίδια φιλοσοφία; Και οι πιο νέες γενιές που έρχονται;
Οι νέοι είναι καλύτεροι από εμάς.
– Διότι είναι πιο μορφωμένοι;
Είναι πιο μορφωμένοι αλλά και όλα αυτά που συζητάμε είναι γραμμένα στο DNA τους.
– Δεν έχουν όμως τις αναμνήσεις που έχεις εσύ από τον παππού σου με την αγελάδα και λοιπά.
Ένα κομμάτι της Μυκόνου που ήταν έτσι επιβιώνει ακόμα, ειδικά στην περιοχή της Άνω Μεράς. Οπότε υπάρχει η παραδοσιακή αναφορά στο νησί, δεν είναι κάτι ξεχασμένο. Υπάρχουν ακόμα άτομα που ζουν από τα πρόβατα και τις κατσίκες, που ζουν από τις παραγωγές τους. Είναι λίγοι αλλά υπάρχουν ακόμα.
– Αν είμαι 16 χρονών και βλέπω από την μία τις κατσίκες και από την άλλη τις αδελφές Hadid, που θα κοιτάξω;
Τις αδελφές, είναι προφανές! Αλλά όταν θ’ αρχίσεις να σκέφτεσαι ότι αυτό το πράγμα πρέπει να το κάνεις δουλειά, και ψαχτείς πραγματικά και το μελετήσεις σωστά, θα μιλήσει και ένα κομμάτι του DNA σου, δεν υπάρχει περίπτωση να χάσεις το μπούσουλα.
– Ποιος κινδυνεύει πιο πολύ να διαφθαρεί, ένας φτωχός που ζούσε με παξιμάδια και συναντά ξαφνικά τα πλούτη ή αντίθετα αυτός που τα έχει όλα, και τα βαριέται όλα;
Νομίζω ότι κινδυνεύει περισσότερο ο πρώτος. Η πείνα δεν είναι καλός σύμβουλος. Οπότε όλο αυτό το πράγμα μπορεί να έχει μια συμπεριφορά ελατηρίου στην αρχή, το χρήμα να δημιουργήσει ακραίες ταλαντώσεις, αλλά στο τέλος της ημέρας οι ισορροπίες θα βρεθούν. Και τελικά η απλότητα και το πρωτογενές, αυτό που είναι χαραγμένο βαθιά μέσα μας, πάντα θα νικήσει. Μου αρέσει να λέω ότι οι καλοί πάντα θα νικάνε στο τέλος. Όχι μόνο στον κινηματογράφο, αλλά και στη ζωή.

Η αιώνια ψυχή της Μυκόνου σε μια από τις θρυλικές φωτογραφίες του σπουδαίου Robert McCabe.
– Στη δική σου προσωπική ισορροπία πόσες αντοχές έχεις; Διαθέτεις επιχειρήσεις στην Αθήνα και στη Μύκονο, τώρα κάνεις αυτό το μεγάλο πρότζεκτ. Λαχταράς να κάνεις πολλά ακόμα ή θέλεις και λίγο να χαλαρώσεις και να απολαύσεις;
Θέλω να κάνω όσα μπορώ με τον τρόπο που επιθυμώ. Χωρίς τα πράγματα να είναι αγχωτικά. Τώρα αυτό που λες δεν είναι μόνο για μένα, είναι για τον κάθε άνθρωπο από μια ηλικία και μετά.
– Μα έτσι το ρωτάω και εγώ, υπαρξιακά.
Κάθε ένας από εμάς πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα γιατί ξυπνάει κάθε πρωί. Εγώ πιστεύω ότι ένας σοβαρός λόγος για να ξυπνάς κάθε πρωί είναι για να βελτιώσεις τον δικό σου περίγυρο. Αυτή είναι η πεμπτουσία της ζωής τουλάχιστον όσον αφορά εμένα. Αν εγώ μπορώ να κάνω κάτι στο νησί μου το οποίο πραγματικά να το βελτιώσει λίγο ακόμα και να αποτελέσει ένα εφαλτήριο για να εμπνευστούν κάποιοι άνθρωποι κάτι ακόμα καλύτερο από αυτό, θα χαρώ πάρα πολύ να συμμετέχω σε αυτή την ιστορία.
– Οι παππούδες σας όταν χαλάρωναν έπιναν ένα ουζάκι, μοιραζόντουσαν ένα χταποδάκι, ένα πλοκαμάκι. Ο σημερινός Μυκονιάτης αφού έχει τελειώσει την δουλειά της σεζόν, αφού έχει ταξιδέψει στο Μπαλί, στη Ν. Υόρκη, η μεγαλύτερη πολυτέλεια δεν είναι να κάτσει με έναν φίλο τον Οκτώβρη και να κάνει το ίδιο που έκανε ο φτωχός παππούς; Αυτό είναι ένας πλήρης κύκλος ή είναι αντίφαση;
Είναι ο πλήρης κύκλος. Αυτό που ονειρεύεσαι ή αυτό που φαντάζεσαι στη Νέα Υόρκη και δεν ξέρω πού αλλού πρέπει να το έχεις κάνει. Είναι καλό να το πετύχεις με αγώνα και με μάχη και μετά να χαλαρώνεις.
– Για να το εκτιμήσεις;
Για να το εκτιμήσεις. Αλλά στο τέλος. Αυτό που θεωρούμε κάθε μέρα δεδομένο, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος για να εκτιμηθεί. Ο αγώνας της ζωής, ο αγώνας για το καλύτερο, είναι αυτό που σε κάνει να εκτιμάς στο τέλος.
– Αυτό που έχεις φτιάξει με το Kalesma φιλοδοξείς να αγγίξει όσους μπορούν να εκτιμήσουν τέτοιες αξίες, πέρα από το προφανές της πολυτέλειας;
Πέρα από την επιφανειακή λάμψη της πολυτέλειας, το concept μας είναι βιωματικό. Όσο μπορούν να μιλάνε βιωματικά οι τοίχοι και τα υλικά. Από εκεί και πέρα, αν κάποιος έρθει να μείνει μαζί μας θα καταλάβει και πιο βαθιά τι είναι αυτό που πρεσβεύουμε. Έχω πάρα πολλές ιστορίες να μοιραστώ.
– Θα έχεις στενή επαφή με τους πελάτες;
Σαφώς. Είναι κομμάτι του concept. Είναι φιλοξενούμενοι σπίτι μας, που θα μας βλέπουν όποτε εκείνοι θέλουν.
– Εσείς εντάξει, το έχετε φιλοσοφήσει. Αν οι πελάτες είναι λίγο παράξενοι; Καμιά φορά αυτός που πληρώνει πολύ γκρινιάζει και πολύ.
Προφανώς δεν θα αρέσει σε όλους. Όμως αργά οι γρήγορα οι πελάτες που θα έχουν καταλάβει τι γίνεται θα είναι repeaters, με δυσκολία θα έρχονται καινούριοι. Δηλαδή κάποιοι καινούριοι θα έρχονται από στόμα σε στόμα, γιατί θα ξέρουν την εμπειρία των παλαιοτέρων.
– Πιστεύεις ότι θα είναι πιο πολλοί από τη Γαλλία, την Ιταλία; Θα είναι αρκετοί Έλληνες; Πώς βλέπεις το μίγμα;
Ναι νομίζω ότι θα είναι περισσότερο δυτικοί, από Αγγλία, Γαλλία, Αμερική, Γερμανία.
– Όχι τόσο από την Μέση Ανατoλή, την Ρωσία και την Κίνα.
Θα είναι οι θιασώτες της απλότητας και της ουσιαστικής πολυτέλειας. Δεν θα έχει αργιλέδες.
– Ευτυχώς.
Για κάποιους μπορεί να είναι δυστυχώς.
– Στη Μύκονο είχε παραγίνει η φάση με τον αργιλέ.
Αυτό είχε να κάνει με την ζήτηση. Όταν πριν από 5 χρόνια οι Άραβες συνέρρεαν στο νησί, το νησί έπρεπε να προσαρμοστεί.
– Τώρα πια δεν συρρέουν οι πλούσιοι Άραβες;
Όχι νομίζω ότι οι Άραβες τα τελευταία δύο χρόνια είναι στην Ίμπιζα.
– Ίσως είναι καλύτερα, να υπάρχει μία ισορροπία.
Πάντα η ισορροπία είναι καλύτερη.
– Και οι Έλληνες; Έφυγαν με την κρίση.
Θα πρέπει να βρούμε ένα τρόπο να τους φωνάξουμε πάλι πίσω, τουλάχιστον τις περιόδους που δεν έχουμε τόσο traffic. Νησιά όπως η Τήνος, όπως η Πάρος, έχουν πραγματικά βοηθηθεί από την στροφή της Μυκόνου στον ξένο τουρίστα κυρίως λόγω τιμών. Πρέπει να βρούμε σαν νησί έναν τρόπο να τους ξαναφωνάξουμε τους μήνες που μπορούμε να τους εξυπηρετούμε πιο εύκολα. Παλιότερα είχα σκεφτεί -το είχα δει στην Κούβα να ισχύει- να υπάρχει και διαφορετικός τιμοκατάλογος.
– Δηλαδή;
Να πληρώνουν λιγότερα οι Έλληνες από τους τουρίστες.
– Πώς θα μπορούσε να επιβληθεί αυτό;
Με ένα κατάλογο στα ελληνικά και ένα στα αγγλικά. Δεν επιβάλλεται, θα μπορούσε να είναι ένα concept του νησιού.
– Όπως ήδη πληρώνουν άλλες τιμές οι ντόπιοι, οι Μυκονιάτες.
Ακριβώς. Δεν πληρώνουν οι Μυκονιάτες το ίδιο που πληρώνουν οι υπόλοιποι ούτε το χειμώνα, ούτε το καλοκαίρι. Είναι γνωστοί μεταξύ τους. Όπως και ο κόσμος που δουλεύει στο νησί δεν πληρώνει τις ίδιες τιμές.
– Φαντάζομαι ότι δεν έχουν και την δυνατότητα να πληρώνουν 8 ευρώ τον καφέ.
Έτσι όπως αναπτύσσεται η Μύκονος κανείς δεν θα έχει την δυνατότητα. Οπότε πρέπει να βρεθεί ένας έξυπνος τρόπος να προσελκύσεις ξανά τον Έλληνα τουρίστα.
– Άλλωστε και ο ξένος δεν θα θέλει να πάει σε ένα ελληνικό μέρος όπου δεν θα υπάρχουν Έλληνες.
Φυσικά, οι Έλληνες κάνουν τρομερή δουλειά και στην καλή ενέργεια που υπάρχει στο νησί. Δες το σαν marketing budget και όχι σαν έκπτωση: Επενδύεις σε έναν κόσμο ο οποίος δημιουργεί καλύτερη ενέργεια για το νησί.
– Αυτό που λες είναι οξυδερκές.
Μπορούν να γίνουν διάφορα πράγματα. Πριν από μερικά χρόνια είχα μία εταιρεία στη Ρόδο και μαζί με τους συνεργάτες μου είχαμε πιάσει καμιά δεκαριά ροδίτες ξενοδόχους και τους λέγαμε «ρε παιδιά, κλείνετε τα ξενοδοχεία σας 31 Οκτώβρη; Γιατί δεν τα κλείνετε 30 Νοέμβρη;»
– Πού είναι μέλι ο καιρός στη Ρόδο.
Στη Ρόδο δεν είσαι χειμερινός κολυμβητής και κολυμπάς μέχρι τις παραμονές των Χριστουγέννων! Είναι ζεστή η θάλασσα. Άρχισαν να το ακούνε κάποιοι και τα τελευταία δύο χρόνια το 50% των ξενοδοχείων της Ρόδου μένουν ανοιχτά μέχρι τις 30/11. Βέβαια θέλει συλλογικές κινήσεις. Μπορούσε ας πούμε να γίνει μια συμφωνία μεταξύ ξενοδοχείων, μαγαζιών και Δήμου, και να λέμε ότι το νησί μας θα είναι ανοιχτό μέχρι 31 Οκτωβρίου. Δεν γίνεται να κλείνουν τα beach bars νωρίτερα, να έρχεται κάποιος τουρίστας και να μην μπορέσει να απολαύσει όλες τις δυνατότητες του νησιού στο 100%, να βρίσκει ερημιά. Μπορεί να γίνει μια άτυπη συμφωνία μεταξύ επιχειρηματιών ότι θα επενδύσουμε στην επιμήκυνση της σεζόν -έτσι και αλλιώς οι επενδύσεις που γίνονται στην Μύκονο είναι long term πια.

Η κεντρική πισίνα του ξενοδοχείου και το μπαρ Pere Ubu.
– Εσύ πότε θα κλείνεις;
Εγώ θα κλείνω με ένα πανηγύρι προς τιμήν του Αγίου Δημητρίου. Είναι το όνομα του πατέρα μου και έχουμε και την ομώνυμη εκκλησία μέσα στο Kalesma. Το πανηγύρι θα γίνεται στις 26 Οκτωβρίου και θα σηματοδοτεί τη λήξη της σεζόν.
– Τα χοιροσφάγια πότε είναι;
Ξεκινάνε αρχές Νοέμβρη. Άλλη συγκλονιστική γιορτή.
– Δεν κάνεις και ένα τέτοιο πανηγύρι;
Πρέπει να έχεις χοίρο!
– Αυτή είναι η αποθέωση του μυκονιάτικου γλεντιού;
Ναι είναι η αποθέωση του μυκονιάτικου γλεντιού. Είναι και η αποθέωση της οικιακής οικονομίας. Μαζεύονται 40-50 άτομα και σφάζουν ένα χοίρο. Τα κομμάτια που διατηρούνται τα κάνουν αλίπαστα, τα βάζουν στο λίπος…
– Με αυτά τη βγάζανε παλιά το χειμώνα…
Πολύ σωστά, λουκάνικα και λοιπά. Ό,τι όμως χαλάει το καταναλώνουν επιτόπου. Το οποίο σημαίνει όλη μέρα. Τρώνε, πίνουν, γλεντάνε. Με όργανα, με κρασιά και λοιπά.

«Aργά οι γρήγορα οι πελάτες που θα έχουν καταλάβει τι γίνεται θα είναι repeaters, με δυσκολία θα έρχονται καινούριοι».
– Μιας και στήσατε ένα brand με όλες αυτές τις αξίες, θα μπορούσες να λανσάρεις και προϊόντα μεθαύριο.
Υπάρχει μια σκέψη του χρόνου να κάνουμε με την κυρία Ξενάκη η οποία είναι κεραμίστρια, ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής. Έχουμε ήδη δικά μας σκεύη. Επίσης προσπαθούμε να κάνουμε μια δικιά μας μουσική. Κάθε χρόνο θα βγαίνουν τα δύο soundracks του καλοκαιριού. Στο Kalesma θα παίζουν DJs, με δικά μας κομμάτια. Φτιάξαμε ήδη ένα πρώτο CD για να δείξουμε ότι αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι ολοκληρωμένο, ακόμα και στη μουσική. Πληρώσαμε πνευματικά δικαιώματα, πληρώσαμε παραγωγές, πληρώσαμε ένα συνθέτη, πληρώσαμε ένα στούντιο.
– Παραγωγή δική σας από την αρχή; Τα τραγούδια είναι γραμμένα για σας;
Aκριβώς.
– Μάκη είσαι μερακλής.
Δεν ξυπνάω αλλιώς κάθε πρωί. Ξυπνάω για να κάνω πράγματα που να ευχαριστούν την ψυχή μου. Αν αυτά στο τέλος της ημέρας έχουν και ένα κέρδος, τότε είμαι ευτυχισμένος!
Διαβάστε ακόμα, ο Κυριάκος Πιερρακάκης μιλάει στον Κίμωνα Φραγκάκη.