Στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκτησίας ακινήτων μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη.

    Αν περισσότεροι άνθρωποι είχαν διαβάσει, και κυρίως, ακολουθούσαν ένα από τα πλέον διάσημα αποφθέγματα του Ναπόλεον Χιλ, το περίφημο «Μην περιμένεις. Ο χρόνος δεν θα είναι ποτέ κατάλληλος», ο κόσμος σίγουρα θα ήταν πολύ διαφορετικός, και πολλοί περισσότεροι πετυχημένοι και χαρούμενοι.

    Σε μια στιγμή που όλος ο κόσμος περιμένει παγωμένος κάτι να αλλάξει, κάτι να συμβεί, εμφανίζονται ευκαιρίες και αλλαγές που κάποιοι τις αντιλαμβάνονται νωρίς και κάποιοι θα τις καταλάβουν αργά. Ο πολύπαθος -στην χώρα μας- τομέας των ακινήτων, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα.

    Σε αντίθεση με τον πλούσιο βορρά της Ευρώπης, στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ σοβαρή η ανάγκη μιας «κεντρικής διαχείρισης» για τους ιδιοκτήτες που νοίκιαζαν ένα ακίνητο.

    Από την πρώτη μέρα που ασχολήθηκα επαγγελματικά –το τόσο «μακρινό» όπως μοιάζει σήμερα 2014– με τα ακίνητα και την διαχείριση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, άρχισα να βλέπω μια σειρά από προβλήματα και κενά στην αγορά των ακινήτων, της διαχείρισης τους και των διαδικασιών που είχαν να ελέγξουν και να πράξουν κάθε φορά οι ιδιοκτήτες στην Ελλάδα. Όλα αυτά, πριν καν «το Airnb» γίνει η αιτία που άλλαξαν παγκοσμίως αλλά κυρίως στα μέρη μας, η τουριστική βιομηχανία, η αγορά των ακινήτων και ο τρόπος που οι άνθρωποι λειτουργούσαν και αντιμετώπιζαν σπιτάκια σε στριμωγμένες γειτονιές που κάποτε προσπαθούσαν να ξεφορτωθούν ή ακόμα και βίλες σε ξεχασμένες πλαγιές νησιών που είχαν κόσμο για 20-30 μέρες τον χρόνο.

    Ως γνωστόν, στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκτησίας ακινήτων μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη, (εκτός των χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ που έχουν ποσοστά μεγαλύτερα του 80-85%, είμαστε δευτεροτρίτοι στην Ε.Ε. με 75,4%). Αυτό σημαίνει πως σε αντίθεση με τον πλούσιο βορρά της Ευρώπης και τις ΗΠΑ, ή την ανεπτυγμένη οικονομικά Ασιατική αγορά, στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ σοβαρή η ανάγκη μιας «κεντρικής διαχείρισης» και οργάνωσης για τους ιδιοκτήτες που νοίκιαζαν ένα ακίνητο ως πηγή εισοδήματος.

    Από την στιγμή που δεν υπήρχαν πολλές και -κυρίως- μεγάλες εταιρείες που να κατέχουν δεκάδες ή εκατοντάδες ιδιοκτησίες προς ενοικίαση και χρήση, δεν υπήρχε και ανάγκη για έναν κλάδο που στον μισό πλανήτη μεγαλώνει και εξελίσσεται, να υφίσταται καν στην Ελλάδα: Την επαγγελματική διαχείριση ακίνητης περιουσίας δηλαδή. Εδώ τα πράγματα συνέβαιναν όπως στα περισσότερα κομμάτια της ελληνικής οικονομίας. Στρεβλά, κατά τύχη, κατά λάθος, και κολλημένα στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όταν και διαμορφώθηκαν κατά βάση τα νομικά και οικονομικά πλαίσια της αγοράς των ακινήτων και της επέκτασης των αστικών τοπίων.

    Στην χώρα μας, μάθαμε τις «εταιρείες διαχείρισης» με την άφιξη του Airbnb.

    Οι μικροί ιδιοκτήτες, που από την έκρηξη της δανειοληψίας κι έπειτα βρήκαν ευκαιρία να επεκτείνουν τις -μόνο κατ’ όνομα, αλλά παρασάγγας μακριά απ’ την ουσία- «επενδύσεις» τους σε ακίνητα, νοίκιαζαν το δεύτερο διαμερισματάκι που είχαν είτε από κληρονομιά είτε αποκτώντας τη δυνατότητα μιας δεύτερης οικίας στην πορεία λόγω της βελτίωσης των οικονομικών τους, και με «μαξιλαράκι» την όποια ασφάλεια αυτού του εισοδήματος, έπαιρναν δάνεια για περισσότερα ακίνητα, τα οποία πλήρωναν από τα ενοίκια που εισέπρατταν, πολλές φορές αδιαφορώντας και για τα βασικά οικονομικά μεγέθη, από την στιγμή που οι λογαριασμοί πληρώνονταν «αυτόματα». Μέχρι που ήρθε η κρίση, οι δουλειές και τα χρήματα στέρεψαν, οι άνθρωποι επέστρεψαν σε πατρικά σπίτια και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες διαμερίσματα και πολυάριθμες (ημιτελείες) οικοδομές έμειναν άδειες και εγκαταλειμμένες.

    Με το που ήρθε η κρίση και οι δουλειές και τα χρήματα στέρεψαν, οι άνθρωποι επέστρεψαν σε πατρικά και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια και άλλες τόσες οικοδομές έμειναν άδειες και εγκαταλειμμένες.

    Στην χώρα μας, μάθαμε τις «εταιρείες διαχείρισης» με την άφιξη του Airbnb. Το ξέρω γιατί ήμουν ο πρώτος που το έκανε. Μόνο που ακόμα και τότε, που η αγορά των ακινήτων ήταν εντελώς διαφορετική δηλαδή, το κενό στην αγορά -και το πρόβλημα- υφίστατο. Και οι εκατοντάδες εταιρείες διαχείρισης που εμφανίστηκαν, δεν το κάλυψαν. Διότι ασχολήθηκαν με την διαχείριση των τουριστικών ροών και όχι με τους ιδιοκτήτες και τα ακίνητα κατ’ ουσίαν. Οι ιδιοκτήτες συνέχισαν να έχουν «έναν σκασμό» προβλήματα και εμπόδια να αντιμετωπίσουν, αλλά ο τρόπος που λειτουργούν τα πράγματα και η δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα, δεν επέτρεπαν σε κανέναν να μιλήσει για αυτά, και κυρίως, να τα αντιμετωπίσει.

    Τι να έλεγε κανείς υπέρ των ιδιοκτητών δηλαδή, όταν τα media κατακεραύνωναν –και δικαίως– τους λίγους εκατοντάδες, άντε χιλιάδες ιδιοκτήτες που σε 4-5 γειτονιές της Αθήνας και σε 2-3 νησιά, είχαν εκτοξεύσει τις τιμές των ενοικίων και ζητούσαν νούμερα Γερμανίας και Ιταλίας, ενώ οι μισθοί και τα εισοδήματα των υποψήφιων ενοικιαστών τους είχαν φτάσει σε νούμερα -σχεδόν- Βουλγαρίας; Πώς να δικαιολογήσει κανείς τους μικροϊδιοκτήτες που είχαν δει να τους καταστρέφουν τα σπίτια αφερέγγυοι ενοικιαστές ή είχαν βρεθεί με χρωστούμενα τα οποία μάλιστα μέχρι πρότινος φορολογούνταν κιόλας, και λογαριασμούς που δεν είχαν καμία ευθύνη να καλύψουν, όταν οι ιστορίες που -λογικότατα- προβάλλονται πάντα αφορούν στους λίγους κακούς ανθρώπους με μηδέν ενσυναίσθηση που έκαναν «εγκλήματα» όπως το να κόβουν το ρεύμα σε φτωχούς ενοικιαστές;

    Και βέβαια, πώς να υπερασπιστεί κανείς τους «μεγάλους παίκτες», με τα όποια προβλήματα και δυσκολίες μπορεί να αντιμετωπίζει μια εταιρεία που είχε εμπιστευτεί τα κεφάλαια της σε ακίνητα στην Ελλάδα για να επενδύσει και πλέον βρέθηκε να έχει έναν κυκεώνα νέων ρυθμίσεων, νόμων και μπερδεμένων εντολών από εφορία, κυβερνήσεις, τράπεζες κτλ, για να διαχειριστεί καταστάσεις πρωτόγνωρες, που ένας απλός επιστάτης ή λογιστής δεν είχε καμία δουλειά να βρει λύσεις εν μία νυκτί;

    Η νέα εταιρεία προήρθε από την ένωση των δυνάμεων γνωστών και έμπειρων επαγγελματιών και εταιρειών στον χώρο του Real Estate.

    Και κάπως έτσι φτάσαμε στα εισαγωγικά λόγια του Ναπολέοντος Χιλ. Και βρεθήκαμε, επιτέλους, μπροστά σε μια νέα λύση. Τα καλά νέα έχουν και ένα αρκετά… ενδιαφέρον όνομα: Peace of mind Property λέγεται η νέα εταιρεία που εγκαινιάζει στην Ελλάδα την λύση της ολοκληρωμένης διαχείρισης για τους ιδιοκτήτες (ιδιώτες και εταιρείες) που θέλουν να έχουν το… κεφάλι τους ήσυχο.

    Η εταιρεία προήρθε από την ένωση των δυνάμεων γνωστών και έμπειρων επαγγελματιών και εταιρειών στον χώρο του Real Estate, της διαχείρισης ακινήτων, νομικών και φοροτεχνικών, και προσφέρει μια σειρά από λύσεις και υπηρεσίες για τους ιδιοκτήτες ακινήτων που έλειπε μέχρι σήμερα από την αγορά.  Η PoMP αναλαμβάνει την διαχείριση της ακίνητης περιουσίας σε όλα τα επίπεδα. Από την συλλογή των μισθωμάτων, όλες τις διαδικασίες και την επικοινωνία με όλες τις πλευρές που ένας ιδιοκτήτης χρειάζεται να αντιμετωπίσει, μέχρι την εύρεση νέων ενοικιαστών, η Peace of Mind Property είναι πλέον εδώ για τους ιδιοκτήτες που θέλουν να ξεφορτωθούν τα βάρη και τις έγνοιες.

    Για περισσότερα από 20 έτη, η ιδρυτική ομάδα της PoMP έχει βοηθήσει ιδιοκτήτες ακινήτων να κινηθούν με επιτυχία και επαγγελματισμό στα θολά νερά της διαδικασίας της διαχείρισης των ακινήτων τους, καλύπτοντας όλες τους τις ανάγκες, σημερινές και μελλοντικές. Είναι μια ολόκληρη ομάδα επαγγελματιών, που φροντίζει κάθε μικρό και μεγάλο θέμα για την ακίνητη περιουσία του συνεργάτη. Οι ιδιοκτήτες επικοινωνούν μόνο με μία πλευρά, αλλά πίσω από αυτήν, υπάρχει μια οριζόντια ομάδα ειδικών για κάθε πρόβλημα και ανάγκη. Οι υπεύθυνοι για τα λογιστικά, τα νομικά, τα κτηματομεσιτικά θέματα, οι συνεργάτες πολιτικοί μηχανικοί / αρχιτέκτονες, και βέβαια οι καθημερινοί διαχειριστές.

     

    //Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε το www.peaceofmindproperty.co ή στείλτε mail στο [email protected].

     

    Διαβάστε ακόμα: Πώς αλλάζει ο κόσμος ενώ όλοι ασχολούνται με τον κορωνοϊό.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top