Η επιστροφή από τις διακοπές του καλοκαιριού ήταν φυσικά μια πολύ περίεργη υπόθεση. Δεν ήταν μόνο το εκ νέου «ιδιαίτερο» καλοκαίρι, δεν ήταν μόνο η αβεβαιότητα κι η πίεση από την πανδημία για τα όσα έρχονταν. Όπου κι αν βρισκόμουν, άκουγα για φίλους, γνωστούς και φίλους φίλων που «παραιτήθηκαν επιτέλους». Την πρώτη εβδομάδα του Σεπτέμβρη μέτρησα 11 περιπτώσεις ανθρώπων που γνώριζα που αποχώρησαν από δουλειές και θέσεις που αρκετοί άνθρωποι θα ζήλευαν την τελευταία πενταετία τουλάχιστον.
Οι επτά από αυτές τις περιπτώσεις μάλιστα ήταν γυναίκες. Συζητώντας το, ανακάλυπτα πως αυτό συνέβαινε σε όλους. Δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην είχε αρκετούς ανθρώπους στον κύκλο του που είχαν δηλώσει παραίτηση από μια θέση που βρίσκονταν καιρό. Αλλά αυτό δεν σταμάτησε με το τέλος του Σεπτέμβρη. Όσο ο καιρός περνάει, τα νέα έχουν γίνει πια «ρουτίνα». «Α, κι αυτός, κι εκείνη, ναι βέβαια, δεν τα έμαθες; Το σκεφτόταν καιρό, ε τελικά το πήραν απόφαση και το’ καναν». Και κάπως έτσι, φτάσαμε στο τέλος του 2021, να αποδεχτούμε τον όρο «Η Μεγάλη Παραίτηση».
Οι απαρχές στις ΗΠΑ
Η πρώτη φορά που γράφτηκε ήταν οι αρχές του καλοκαιριού. «Είναι αυτή η χρονιά της Μεγάλης Παραίτησης» αναρωτήθηκαν οι New York Times κάπου στα μέσα του Ιουνίου. Από τότε και μέχρι τον Σεπτέμβριο, το «παζλ» είχε συμπληρωθεί. Ο όρος καθιερώθηκε, έγινε σχεδόν viral, και η χρονιά που δεν νικήθηκε ούτε με τα εμβόλια ο covid, άρχισε να αναγνωρίζεται, και εφεξής θα μείνει στην ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας, ως η χρονιά της «Μεγάλης Παραίτησης».
Δεν ήταν απλά μια «αίσθηση» ή μια «μόδα» για κάποιους μήνες. Τα νούμερα ήταν και συνεχίζουν να είναι ισοπεδωτικά. Στις ΗΠΑ ειδικά, που τα στατιστικά της εργασίας βγαίνουν κάθε μήνα – και επηρεάζουν βαθιά δείκτες, χρηματιστήρια και μια σειρά από διαφορετικά επίπεδα της αμερικανικής κοινωνίας και οικονομίας – η νέα εργασιακή πραγματικότητα ήταν πρωτόγνωρη, και κυρίως, αδύνατο να εκτιμηθεί.
Το καλοκαίρι, μόνο στις ΗΠΑ, υπήρξαν 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι που παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους. Εργαζόμενοι κάθε είδους, κι όχι απλά χαμηλόμισθοι υπάλληλοι κι ανειδίκευτοι εργάτες των χαμηλών βαθμίδων. Τα στελέχη νέων (δηλαδή ως 10 ετών) μεσαίων και μεγάλων εταιρειών έζησαν μια πρωτοφανή έκρηξη αποχωρήσεων. Κι αν για τις ΗΠΑ όπου οι μισθοί είναι σαφώς πολύ πιο ανταγωνιστικοί κι οι επιλογές είναι αμέτρητες αυτό θα ήταν ίσως και «λογικό», η ίδια κατάσταση πως θα μπορούσε να εξηγηθεί σε αγορές σαν της Ευρώπης; Είτε μιλάμε για τη Βρετανία, είτε για τη Γερμανία, τη Σκανδιναβία ή το Βέλγιο και την Ολλανδία, όπου η ανεργία δεν είναι τόσο μεγάλη όσο στον ευρωπαϊκό νότο, και οι εργασιακές συνθήκες σαφώς καλύτερες, είτε για τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, ακόμα και την Ελλάδα, το κύμα των αυτόβουλων αποχωρήσεων από εταιρείες κάθε βαθμίδας, ήταν ασυγκράτητο.
Τον Νοέμβριο, στις ΗΠΑ οι αποχωρήσεις είχαν ξεπεράσει τα 4,5 εκατομμύρια ανθρώπους, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ, ενώ στην Ευρώπη τα νούμερα – που δεν έχουν ακόμα βγει επισήμως ούτε από τις περισσότερες στατιστικές υπηρεσίες των χωρών ούτε φυσικά από την Eurostat – που κυκλοφορούσαν στα κυβερνητικά γραφεία και τα emails της Κομισιόν, ήταν εξίσου δραματικά.
Οι μόνοι αριθμοί που επισήμως επιβεβαιώνουν το «δράμα» των εταιρειών που βρίσκονται κάθε εβδομάδα και κάθε μήνα με λιγότερους εργαζόμενους και αναζητούν στελέχη όλο και περισσότερο, είναι από τους headhunters και τις εταιρείες συμβούλων που προτείνουν και βρίσκουν στελέχη. Η αύξηση της ζήτησης για βιογραφικά και στελέχη στην Ευρώπη το φθινόπωρο που μας πέρασε έφτασε το 280% σε σύγκριση με την τελευταία τριετία, ενώ στην Ελλάδα, τα δέκα μεγαλύτερα γραφεία headhunters ζουν μια πρωτοφανή στιγμή, όπου τα βιογραφικά που έχουν δεν αρκούν για να καλύψουν την ζήτηση. Ειδικά για συγκεκριμένους τομείς, όπως είναι τα μεσαία στελέχη, η ζήτηση είναι τόσο μεγάλη, που απλά «δεν καλύπτεται».
Τι έφερε την «Μεγάλη Παραίτηση»
Οι λόγοι της μαζικής αποχώρησης από δουλειές σε παραδοσιακές εταιρείες αλλά και startups παγκοσμίως είναι μια από τις μεγάλες συζητήσεις σε Ευρώπη και Αμερική, και διερευνώνται και αναλύονται ήδη από ψυχολόγους, ερευνητές και οικονομικούς αναλυτές.
Ο Economist έγραφε πριν από μερικές εβδομάδες για «την εκδίκηση των μεσαίων στελεχών». Αναλύοντας την μετεξέλιξη της διοικητικής ανάπτυξης των εταιρειών, που από «μιλφέιγ με δεκάδες και εκατοντάδες στρώσεις μεσαίων βαθμίδων που καταπίεζαν τα στελέχη» μετατρέπεται σε όλο και περισσότερα εταιρικά μοντέλα σε «πάνκεϊκ όπου ουσιαστικά η ανάπτυξη γίνεται οριζοντίως, και επιτρέπει στους εργαζόμενους να συνεργάζονται με τους δίπλα τους από το να ελέγχονται και να ελέγχουν πάνω και κάτω», το περιοδικό – «Βίβλος» της φιλελεύθερης οικονομίας, «πανηγύριζε» εκ μέρους των εκατομμυρίων στελεχών που μετά από δεκαετίες πίεσης και αργής εξέλιξης είδαν τα πάντα να αλλάζουν στην αγορά εργασίας, και μέσα σε μια χρονιά να ανατρέπουν τα πάντα, περνώντας στην «άλλη όχθη» και με μια παραίτηση μετατράπηκαν από υπάλληλοι σε freelancers και συμβούλους.
Το πως έφτασαν σ’ αυτή την απόφαση είναι μια σειρά από πιεστικές καταστάσεις που συσσωρεύτηκαν και πυροδότησαν την έκρηξη της «Μεγάλης Παραίτησης». Πρώτα απ’ όλα είναι η πανδημία. Η πίεση που έφερε στους ανθρώπους που δούλευαν σε ασφυκτικά – αλλά δομημένα έτσι ώστε να υπάρχει πάντα μια «αποσυμπίεση» – εργατικά περιβάλλοντα για μήνες και χρόνια, η πανδημία όταν μετέτρεψε τις εστίες τους, τα ίδια τους τα σπίτια και τους καναπέδες τους σε «κελιά» ασταμάτητης δουλειάς και ατέρμονων meeting και εργατοωρών, ήταν κάτι που ούτε να προ-υπολογιστεί γινόταν, ούτε και να αποφευχθεί στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι δεν άντεξαν να δουλεύουν περισσότερο, σκληρότερα, μέρα νύχτα, κλεισμένοι στο σπίτι τους, «φυλακισμένοι» και απολύτως ματαιωμένοι.
Ο «θάνατος της ελπίδας» που έφερε η παγκόσμια διαμάχη με τα εμβόλια και τους αρνητές, κι η καθυστέρηση του τέλους της πανδημίας, αλλά κυρίως η επιμήκυνση του «τούνελ» και του φωτός που δεν υπήρχε στον ορίζοντα, έκαναν εκατομμύρια ανθρώπους να επανεξετάσουν «εδώ και τώρα» τις προτεραιότητες τους, τον τρόπο ζωής τους, και τις συνθήκες εργασίας τους αλλά και τις ανάγκες τους. Το βλέπαμε και θα το βλέπουμε όλο και περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια. Η ανθρωπότητα αλλάζει αξίες, η εμπειρία έχει περάσει την ιδιοκτησία στο συλλογικό υποσυνείδητο κι η ρευστότητα του σύγχρονου τρόπου ζωής οδηγεί τους νέους ειδικά, σε μια αποφασιστικότητα που οι άνθρωποι συνήθως βιώνουν σε καιρούς πολέμου. Αποφασιστικότητα για μεγάλες αλλαγές, για νέα ξεκινήματα, για κυνήγι ονείρων και για περιπέτειες.
Προσθέστε σε αυτά και πιο «πρακτικά» πράγματα, διόλου λιγότερο σημαντικά φυσικά, όπως τα προβλήματα των γονιών που ζουν και εργάζονται σε ένα σπίτι μαζί με τα παιδιά τους, ή των σινγκς που αναγκάστηκαν να συγκατοικούν με φίλους, συγγενείς ή παλιούς συντρόφους, κι έχετε ένα εκρηκτικό μείγμα καθημερινότητας, από το οποίο το ευκολότερο ή το λιγότερο «τραυματικό» τελικά να αλλάξει, είναι η εργασία παρά όλα τα υπόλοιπα.
Οι περισσότεροι άνθρωποι από όσους παραιτήθηκαν παγκοσμίως, το έκαναν χωρίς να έχουν βρει μια νέα δουλειά. Το Burn Out από ενάμιση χρόνο πανδημίας και δυο καραντίνες, εκτός από την απίθανη δουλειά που έχουν ρίξει όλο αυτό τον καιρό, χρειάζεται άλλωστε μεγάλο διάστημα «ανάρρωσης», κι αυτό είτε το αντιλαμβάνονται όσοι αποχώρησαν από τη δουλειά, είτε όχι, το βιώνουν και στο σώμα και στο μυαλό τους.
Τα στοιχεία στην Ελλάδα
Μπορεί κυβέρνηση και media να πανηγυρίζουν κάθε φορά που η ΕΛΣΤΑΤ ανακοινώνει την μείωση της ανεργίας, αλλά όπως λένε πολλοί προπονητές στο μπάσκετ, «η στατιστική μπορεί να είναι κι ένας πολύ καλός τρόπος για να πεις μια ιστορία που δεν ισχύει». Τα επίσημα στοιχεία έλεγαν λοιπόν πως η ανεργία τον Οκτώβριο στην Ελλάδα έπεσε στο 13,3%, από 16,4% πέρυσι. Οι άνεργοι μειώθηκαν κατά 154.587, στους 617.511, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020.
Ήταν όμως μεγαλύτερο κατά 0,3 της μονάδας σε σχέση με τον Σεπτέμβριο. Οι απασχολούμενοι ανήλθαν σε 4.027.050, σημειώνοντας αύξηση κατά 97.774 άτομα σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (+2,5%) και μείωση κατά 47.982 σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (-1,2%), καθώς η λήξη της εποχικής απασχόλησης και η ολοκλήρωση της θερινής τουριστικής περιόδου άφησε το αποτύπωμά της στην εγχώρια αγορά εργασίας. Αντίστοιχα, οι άνεργοι ανήλθαν σε 617.511, σημειώνοντας μείωση κατά 154.587 άτομα σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (-20%), αλλά και αύξηση κατά 5.994 άτομα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (+1%). Οσο για τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 3.208.499, σημειώνοντας αύξηση κατά 25.547 σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (+0,8%) και κατά 39.166 σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (+1,2%).
Από τα υπόλοιπα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι για δεύτερο συνεχή μήνα το ποσοστό ανεργίας στους άνδρες ήταν μονοψήφιο και συγκεκριμένα στο 9,9% (9,8% τον Σεπτέμβριο), σημαντικά χαμηλότερο δε από το ποσοστό ανεργίας των γυναικών, που κινήθηκε στο 17,5%.
Οι αναγνώσεις αυτών των αριθμών, δείχνουν την αντίληψη όποιου τα αναλύει. Το τελευταίο νούμερο, αποδεικνύει αυτό που είναι παγκόσμιο φαινόμενο πια. Η Μεγάλη Παραίτηση είναι σε μεγάλο βαθμό μια γυναικεία υπόθεση. Όχι μόνο για τις μητέρες όμως. Αλλά για κάθε είδους γυναίκα. Μέσα στο 2022 θα δούμε πάρα πολλές νέες εταιρείες που χτίζονται αυτή τη στιγμή από γυναίκες. Γιατί οι περισσότερες αποφάσισαν πως δεν αξίζει τον κόπο να δουλεύουν πλέον με τον ίδιο τρόπο για λιγότερα. Και πως μπορούν να διεκδικήσουν καλύτερη ζωή και καθημερινότητα, χωρίς να κινούνται μέσα σε ασφυκτικά εταιρικά περιβάλλοντα.
Την ίδια στιγμή που τα νούμερα της ανεργίας μικραίνουν, το σημαντικότερο νούμερο είναι αυτό των ανθρώπων που δεν αναζητούν εργασία παρότι δεν έχουν. Κι αυτό αυξάνεται κάθε μήνα. Αποδεικνύοντας πως η «Μεγάλη Παραίτηση» είναι σε πλήρη εξέλιξη, και στην Ελλάδα. Και πως και το 2022, η αγορά εργασίας θα αλλάξει δραματικά, όχι βέβαια όσο οι ζωές των ανθρώπων.
Διαβάστε ακόμα: Νίκος Καλλιαγκόπουλος. «Ψάχνουμε εταιρείες που θα ηγηθούν τα επόμενα χρόνια».