DSCN2407

    Όλη την πεζοπορία την κάναμε με ένα φορτίο 40 οκάδες τότε. Τεράστιο βάρος ο γυλιός. Όταν η σάλπιγγα έδινε το «12 λεπτά» που ήταν η ξεκούραση μας, όλοι μας πέφταμε κάτω.

    Ο Θεοχάρης Ιωαννίδης είναι συνταξιούχος συμβολαιογράφος και ζει στη Θεσσαλονίκη. Γεννήθηκε το 1914 στην Ταρσό της Κιλικίας, εδάφη που σήμερα ανήκουν στη Συρία, και έζησε στην Αντιόχεια και την Αλεξανδρέττα, προτού να περάσει, το 1926, αρχικά στην τότε ιταλική Ρόδο και από εκεί στον Πειραιά. Με ένα κασετοφωνάκι να γράφει, του ζήτησα να μου εξιστορήσει τη διαδρομή του. Για περίπου μιάμιση ώρα, μιλούσε ακατάπαυστα. Θυμήθηκε εκπληκτικές λεπτομέρειες για τα ταξίδια του, την Ελλάδα του 1930, τις εμπειρίες του από το μέτωπο και τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής μέχρι τη μόνιμη πλέον εγκατάσταση του στη Θεσσαλονίκη στα μέσα του 1950.

    Ξανασυναντηθήκαμε και μιλήσαμε για την κατάσταση στη σημερινή Συρία. Μιλήσαμε για όνειρα και για το μέλλον. Μου έδειξε, για ακόμη μια φορά, τη συλλογή του από πήλινα αγαλματίδια που εξακολουθεί να φτιάχνει και με ρώτησε αν μου άρεσαν τα ποιήματά του. Του ζήτησα να δημοσιεύσω αποσπάσματα από τη συνέντευξη και το προσωπικό του ημερολόγιο που κρατούσε επί δεκαετίες και δέχτηκε με ενθουσιασμό. Φεύγοντας, τον ρώτησα αν θα επέστρεφε έστω και για μερικές μέρες στη Συρία, στα εδάφη που γεννήθηκε. Ξέρω ότι παρακολουθεί ειδήσεις κάθε βράδυ στις 8. «Είχα μέχρι πρότινος μία νοσταλγία να επιστρέψω στην Ταρσό. Να επισκεφθώ την Αντιόχεια και την Αλεξανδρέττα. Αλλά πλέον δεν με ενδιαφέρει. Επικράτησαν ανώμαλες συνθήκες στην περιοχή, με καθεστώτα ανελεύθερα για πάρα πολλά χρόνια. Αν οι συνθήκες ήταν ειρηνικές, κάποια στιγμή θα πήγαινα…»

    Πότε παρουσιαστήκατε για τον πόλεμο;
    Ο πόλεμος με βρήκε δευτεροετή φοιτητή στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, αλλά για να πάρω το πτυχίο πέρασαν 14 ολόκληρα χρόνια. Τότε η πόλη είχε δεν είχε 150.000 κατοίκους, κυρίως Έλληνες και Εβραίους. Στρατεύθηκα το ’37 και υπηρέτησα δυο χρόνια, απολύθηκα και μετά από ένα χρόνο κηρύσσεται ο πόλεμος. Τότε στην οδό Εθνικής Αμύνης ήταν τα παλιά τουρκικά κτίρια, τα οποία δεν έχεις προλάβει. Εκεί ήταν διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, ήταν και το φρουραρχείο της Θεσσαλονίκης όπου πήγα και πήρα κατάσταση επιβίβασης για το τρένο, και έφυγα για τον Πειραιά. Το έμπεδο ήταν στα υψώματα της Καισαριανής, στο δάσος μέσα, και αφού μας έντυσαν με απέσπασαν με μία ομάδα που ήταν από τα πλεονάσματα. Το σύνταγμα στο οποίο είχα υπηρετήσει και παρουσιάστηκα ήταν το 34ο. Η Αθήνα είχε το 1ο Σύνταγμα Πεζικού και ο Πειραιάς το 34ο. Για τις ανάγκες του πολέμου επανιδρύθηκε το ιστορικό 20ο Σύνταγμα Ευζώνων Αθηνών, το οποίο επανδρώθηκε από τα πλεονάσματα των δυο άλλων συνταγμάτων και στο οποίο αποσπάστηκα. Τα τρία συντάγματα σχημάτισαν την Ταξιαρχία Ελιγμών.

    Mπήκαμε από την Κρυσταλλοπηγή, με χιόνια παντού, στο αλβανικό έδαφος. Το Φεβρουάριο του 1941. Εμείς φορέσαμε για πρώτη φορά αυτές τις άσπρες κελεμπίες που βλέπεις στην τηλεόραση.

    Από εκεί, πού πήγατε και πώς;
    Η Ταξιαρχία Ελιγμών μετακινήθηκε με νηοπομπή από τον Πειραιά στο Βόλο. Από το Βόλο αρχίζει πλέον η οδύσσεια για τον πόλεμο, διότι έπρεπε να περπατήσουμε μέχρι το μέτωπο. Μετά από μία εβδομάδα στο Βόλο, ξεκινάμε την πορεία, ώστε να ενισχύσουμε το μέτωπο στο Καλπάκι. Η ταξιαρχία μας εκτεινόταν σε μια απόσταση από το Βόλο μέχρι τη Λάρισα. Οι περισσότεροι ήταν παλαιοί έφεδροι και ασυνήθιστοι στις πορείες, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται μια θλιβερή εικόνα. Οι βραδυπορούντες ήταν πολλοί. Η συγκέντρωση στη Λάρισα έγινε και βαδίζουμε πλέον προς την Καλαμπάκα. Εκεί αλλάζουμε πορεία, δεν πηγαίνουμε πλέον προς τα Γιάννενα, όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός, αλλά γυρίζουμε προς Κοζάνη με διάφορους ενδιάμεσους σταθμούς. Επιδίωξή μας ήταν να μένουμε σε κατοικημένες περιοχές, διότι ήταν πολύ δύσκολο να στήνουμε και να ξεστήνουμε αντίσκηνα κάθε μέρα. Μην ξεχνάς ότι όλη την πεζοπορία την κάναμε με ένα φορτίο 40 οκάδες τότε. Τεράστιο βάρος ο γυλιός. Όπλο, πυρομαχικά, σκαπτικά, κουβέρτα, τρόφιμα. Απερίγραπτο βάρος. Όταν η σάλπιγγα έδινε το «12 λεπτά» που ήταν η ξεκούραση μας, όλοι μας πέφταμε κάτω.

    Έλληνες στρατιώτες κατευθείνονται προς το μέτωπο

    Έλληνες στρατιώτες κατευθύνονται προς το αλβανικό μέτωπο μέσα στα χιόνια.

    Το ηθικό του στρατεύματος πώς ήταν;
    Το ηθικό του στρατεύματος ήταν ακμαιότατο. Με τραγούδια, τη Βέμπο και πολλά άλλα. Παρά τις κακουχίες, παρά τις ελλείψεις, παρά την πεζοπορία, γιατί ο στρατός μας ήταν στρατός του 1912 και όχι του 1939. Πάμε Κοζάνη, Πτολεμαΐδα, Αμύνταιο, ενώ έχει ενσκήψει ένας βαρύς χειμώνας, και τελικά στρατοπεδεύουμε σε ένα χωριό έξω από την Φλώρινα. Σε όλη τη διαδρομή μας βομβαρδίζουν οι Ιταλοί. Λίγες μέρες αργότερα μπήκαμε από την Κρυσταλλοπηγή, με χιόνια παντού, στο αλβανικό έδαφος. Το Φεβρουάριο του 1941. Εμείς φορέσαμε για πρώτη φορά αυτές τις άσπρες κελεμπίες που βλέπεις στην τηλεόραση.
    Είμαι Βοηθός Διμοιρίτης και υπό τις διαταγές μου έχω σύνολο περίπου 40 άτομα. Έχω ευθύνη για τους άνδρες μου. Πάντοτε φορτωμένοι προχωράμε στα χιόνια. Πήγαμε προς Κορυτσά, η οποία είχε καταληφθεί από τον ελληνικό στρατό και από εκεί προωθηθήκαμε πλέον στο μέτωπο, για να αντικαταστήσουμε αποδεκατισμένα τμήματά μας και, αν θυμάμαι καλά, ήταν το 34ο Σύνταγμα Κρητών. Η γραμμή του μετώπου είχε πλέον σταθεροποιηθεί και στο σημείο που βρισκόμασταν εμείς οι Ιταλοί είχαν το πλεονέκτημα, καθώς έλεγχαν τη θέση μας και καθημερινά μας έριχναν με όλμους. Για να τους αποφεύγουμε, στήναμε αντίσκηνα το βράδυ και τα ξεστήναμε τα ξημερώματα και την υπόλοιπη μέρα ήμασταν στο όρυγμα, στα χαρακώματα. Μας χώριζε από τους Ιταλούς ένα μεγάλο ρέμα.

    Στην επόμενη σελίδα: Οι ψείρες, τα κρυοπαγήματα και η δραματική υποχώρηση. 

    1 2 3

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top