O Τζον Κυριάκου στο ντοκιμαντέρ «Silenced» του 2014.

    Λίγο η αγάπη μου για τους κατασκόπους, λίγο η τρέλα μου για τον Τζον Λε Καρέ, πάντα ψαχνόμουν σε ό,τι έχει να κάνει με τα λεγόμενα spy stories. Τον περασμένο Νοέμβριο, ο πάντα ρηξικέλευθος Κίμων Φραγκάκης μου έριξε την ιδέα: «Γιατί δεν μιλάς με τον Τζον Κυριάκου;». Παρότι μύστης των κατασκοπικών πραγμάτων, δεν είχα δώσει πολλή σημασία στην ιστορία του.

    Για όποιον δεν γνωρίζει, ο Τζον Κυριάκου είναι ένας Ελληνοαμερικάνος πρώην πράκτορας της CIA που μπήκε στο πανεπιστήμιο παίζοντας κλαρίνο, έχασε δουλειά, οικογένεια, φίλους όταν αποφάσισε να μιλήσει για τα βασανιστήρια της CIA, έμεινε με ένα τεράστιο χρέος προς τους δικηγόρους του αλλά στη φυλακή τον βοήθησε να επιβιώσει η εκπαίδευση του ως πράκτορας.

    Και οι τέσσερις παππούδες του μετανάστευσαν στις ΗΠΑ από τη Ρόδο, και ο ίδιος έχει διατηρήσει επαφές με τη μαμά πατρίδα. Μάλιστα έχει διπλή υπηκοότητα αφού φρόντισε να αποκτήσει και την ελληνική. Έτσι, πριν από λίγο καιρό κατάφερα να του πάρω συνέντευξη μέσω skype. Όμως η ραθυμία και η αναβλητικότητα μου, δεν βοήθησαν ώστε να την αποτυπώσω. Όταν πριν λίγες μέρες έμαθα ότι βρίσκεται στην Ελλάδα, με αφορμή το βιβλίο του «Φυλακισμένος πράκτορας», του έστειλα μήνυμα και σε λίγη ώρα είχε απαντήσει: «Τι λες να βρεθούμε αύριο στην Πλάκα;».

    Ο Τζον Κυριάκου (αριστερά) μαζί με τον Daniel Ellsberg, τον πρώην στρατιωτικό αναλυτή, που το 1971 διέρρευσε στον Τύπο τα Pentagon Papers – μια μυστική μελέτη των ΗΠΑ σχετικά με τον πόλεμο του Βιετνάμ. (Φωτογραφία: Frederick M. Brown / Getty Images / Ideal Images)

    Τον βρήκα το επόμενο πρωί σε ένα σκαλοπάτι της πανέμορφης οδού Κόνδρου στο κέντρο της Αθήνας, όπου έπαιζε με το κινητό του. Σηκώθηκε όρθιος -αρκετά μεγαλόσωμος- φορώντας ένα τζιν, μακό και sneakers. Με καλωσόρισε με έναν ενθουσιασμό χαρακτηριστικό πολλών Αμερικανών. Τίποτα στον τρόπο ή στην εμφάνισή του δεν πρόδιδε πως ο άνθρωπος αυτός είχε για μια δεκαετία διπλή ζωή σαν πράκτορας της CIA.

    Τον ρωτάω αν προτιμάει να μιλήσουμε στα Ελληνικά ή στα Αγγλικά. «Αγγλικά» μου απαντάει, προσθέτοντας «και να φανταστείς ότι κάποτε έκανα τον μεταφραστή από τα Αγγλικά στα Ελληνικά». Είχα διαβάσει ότι έκανε εκπομπή στο Sputnik Radio που είναι όργανο Ρωσικής προπαγάνδας αλλά ήθελα να τον ρωτήσω τώρα που είχα την ευκαιρία, πώς αυτός ένας πράκτορας της CIA, εργαζόταν πλέον για ένα Ρωσικό μέσο. «Έχω πέντε παιδιά και πρέπει να κερδίζω τα προς το ζην αδελφέ, η CIA και το Υπουργείο με κατέστρεψαν, μου πήραν τα πάντα».

    Περπατώντας από την Πλάκα προς το κέντρο μου λέει «θέλω έναν ωραίο φραπέ!». «Άστο πάνω μου» του απαντάω και τον πάω στο αγαπημένο μου Φίλιον – είναι άλλωστε το μέρος που περνάω αρκετό από τον χρόνο μου. Μόλις ήρθε ο καφές, είδα τον Τζον να τον πίνει χωρίς καλαμάκι. «Δεν έχω δει ποτέ κανέναν να το κάνει αυτό» του λέω, για να πάρω την απάντηση: «Μα αυτό είναι το καλύτερο, ο αφρός!».

    «Ο Γκαστ Αβρακότος ήταν μέντοράς μου, αλλά κι ένας σκληρός υποστηρικτής της χούντας. Συνήθιζα να τον αποκαλώ φασίστα στο γραφείο».

    Δεν είχα καμιά ατζέντα στο μυαλό μου, ούτε συγκεκριμένες ερωτήσεις, απλά μου φάνηκε προσηνής, εύστροφος και πολύ ζεστός, σαν να μιλούσα με έναν παλιό φίλο. Ξεκίνησα την συζήτηση από τον Γκαστ Αβρακότος, τον επίσης Ελληνοαμερικάνο πράκτορα της CIA τον όποιο είχε ερμηνεύσει με μαεστρία ο μακαρίτης Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν στην ταινία Charlie Wilson’s War.

    «Ο Γκάστ ήταν ο δάσκαλος και μέντοράς μου. Και οι δύο προερχόμαστε από το ίδιο μέρος της Πενσιλβανία, ήταν στο πανεπιστήμιο μαζί με τον πατέρα μου, ενώ και οι δύο είχαμε ένα βαθύ ενθουσιασμό για την Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, είχαμε σοβαρές διαφορές στην πολιτική σκέψη: Ο Γκαστ ήταν ένας σκληρός υποστηρικτής της χούντας και πάρα πολύ συντηρητικός στις πολιτικές του απόψεις. Συνήθιζα να τον αποκαλώ φασίστα στο γραφείο. Αυτός γελούσε αλλά εγώ όντως πίστευα ότι ήταν φασίστας».

    Η κουβέντα μας πήγε και στην Αθήνα. «Έχει αλλάξει πολύ από 1998 όταν ήρθα για πρώτη φόρα, στις 8 Αυγούστου για την ακρίβεια. Με έριξαν κατευθείαν στα βαθιά», θυμάται. Τον προηγούμενο χρόνο η Ελλάδα είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και πλέον τα εγχώρια θέματα τρομοκρατίας ήταν και πρόβλημα των Αμερικανών. «Μην ξεχνάτε ότι εκείνη την περίοδο η Ελλάδα ήταν σταυροδρόμι τρομοκρατών από τη Μέση Ανατολή και βέβαια τα μέλη της 17Ν κυκλοφορούσαν ελεύθερα», εξηγεί.

    Από την πρεσβεία στην Αθήνα έφυγε το μεσημέρι της 13ης Δεκεμβρίου του 2000, λίγες ώρες αφού δημοσιεύθηκε η προκήρυξη της δολοφονίας του Βρετανού διπλωμάτη Στίβεν Σόντερς. «Με τον Στίβεν γνωριζόμασταν, ήμασταν γείτονες στην Κηφισιά. Θυμάμαι λίγες εβδομάδες πριν από τη δολοφονία του, ήμασταν σε ένα κοκτέιλ πάρτι και με κορόιδευε για το καινούργιο μου αμάξι, μια πλήρως θωρακισμένη BMW 540». Μάλιστα όταν βγήκε η προκήρυξη, οι αναλυτές της πρεσβείας θεώρησαν πως ο «μεγαλοκατάσκοπος» στον οποίο αναφέρονταν δεν ήταν άλλος από τον Κυριάκου. «Ο προϊστάμενος της CIA στην Ελλάδα μπήκε μέσα στο γραφείο μου και μου είπε: “Το είδες αυτό;”. Σε λίγες ώρες τα είχα μαζέψει και είχα φύγει για Αμερική, καθώς ήταν σχεδόν σίγουρο ότι ήμουν κι εγώ υποψήφιος στόχος της 17Ν».

    Ο Γιάννης Μαντζίκος και ο Τζον Κυριάκου σε καφέ της Αθήνας.

    Έστρεψα την συζήτηση προς την εγχώρια πολιτική και τον ρώτησα πώς του φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ. «Φίλε με κάλεσε το 2015 ο τότε Υπουργός Νικολούδης για να συζητήσουμε ένα νομοσχέδιο για τους πληροφοριοδότες. Ήρθα με χαρά παρότι η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν δύσκολη, αλλά στο τέλος η δουλειά πήγε στα σκουπίδια όταν έγινε ανασχηματισμός». Θα μου μιλήσει και για τον Κουφοντίνα: «Δεν έπρεπε ποτέ να πάρει άδεια, σε καμία περίπτωση. Όταν ένας άνθρωπος διαπράττει φόνο εν ψυχρώ, όταν τρομοκρατεί το λαό, χάνει το δικαίωμα στην ελευθερία του. Το να πάτε στην ταβέρνα και να πιείτε καφέ με τους φίλους σας δεν είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Είναι ένα προνόμιο. Ο Κουφοντίνας έχασε αυτό το προνόμιο όταν αποφάσισε να γίνει τρομοκράτης».

    Φυσικά από την κουβέντα δεν θα μπορούσε να απουσιάζει ο Ντόναλντ Τραμπ. Τον ρώτησα για τον Αμερικανό πρόεδρο και την Στόρμι Ντάνιελς, την πορνοστάρ που φέρεται να πήρε 130.000 δολάρια για να κρατήσει τη σχέση τους μυστική. «Ο Τραμπ φέρεται σαν γουρούνι κάποιες φορές, αλλά δεν νομίζω ότι τραβήξει πολύ αυτή η ιστορία» τόνισε, για να συμπληρώσει αμέσως μετά: «Μην υποτιμάς πάντως τον Τραμπ και την ανοησία του, ούτε την ανοησία των Αμερικανών στρατηγών. Θα το πάνε πολύ πιο μακριά από ό, τι φαίνεται ότι στοχεύουν μέχρι στιγμής στη Συρία. Θα πάνε τόσο μακριά ώστε θα τους δούμε να καταλαμβάνουν τη δυτική και βόρεια Συρία, μαζί με τους Κούρδους. Υπάρχει ένα μεγαλύτερο ζήτημα εδώ για τον Τραμπ. Να αποδυναμώσει τους Ρώσους και να τους δει, είτε να αποτυγχάνουν στη Συρία είτε να την εγκαταλείπουν εντελώς».

    Η ώρα πλησίαζε 11 και ο Τζον έπρεπε να φύγει γρήγορα, καθώς σε λίγη ώρα είχε ένα ραντεβού. Κατεβαίνοντας την οδό Λυκαβηττού, μου λέει: «Ξέρεις από τον περιφερειακό του Λυκαβηττού το έσκαγε η 17Ν…». Λίγο πριν φτάσουμε στην Ακαδημίας, τον ρωτάω αν η ζωή του θα γίνει ταινία, καθώς είχα διαβάσει πώς ο Oliver Stone ενδιαφερόταν. Όχι τίποτα άλλο αλλά κι εγώ έχω μεταφράσει την ιστορία του Morten Storm του Δανού τζιχάντι που θα γινόταν ταινία, αλλά ακόμα την περιμένουμε. «Έτσι κάνουν τα studios και οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής, μαζεύουν σενάρια και δικαιώματα για να μην τα πάρει άλλος. Ποιος ξέρει ίσως κάποτε γίνει», μου είπε χαμογελώντας.

    Ενώ τον αποχαιρετούσα, μου ζήτησε μια χάρη: να του προτείνω ένα μέρος για να αγοράσει κάποιο Ελληνικό έργο τέχνης. Φυσικά δεν είχα ιδέα, αλλά με την βοήθεια μιας φίλης και ειδικού στο θέμα της αγοράς έργων τέχνης, τελικά απέκτησε έναν πίνακα του Αλέκου Φασιανού. Το βράδυ μου είχε στείλει μήνυμα για να με ευχαριστήσει: «Την επόμενη φορά θα φάμε μαζί Γιάννη, thanks!».

     

    Διαβάστε ακόμα: Ρωσία – Βρετανία, ήρθε ξανά η ώρα των κατασκόπων

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top