Μετά το τέλος της καριέρας του στο Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης ξεκίνησε μια νέα, ως δάσκαλος του μπόξ, στο Park HillBoxing Club. Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Μετά το τέλος της καριέρας του στο Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης ξεκίνησε μια νέα, ως δάσκαλος του μπόξ, στο Park Hill Boxing Club. Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Ο Τόμι Ντάντης δεν θυμίζει απλώς ήρωα από ταινία του Σκορσέζε –«Goodfellas», «Καζίνο», «Κακόφημοι Δρόμο»ι, «The Departed» και τα ρέστα. Είναι η ενσάρκωση του αληθινού ήρωα που πηγαινοέρχεται απαρατήρητος στους δρόμους της Νέας Υόρκης, κυνηγώντας εγκληματίες και σώζοντας ζωές. Οι ιστορίες του έχουν εμπνεύσει σενάρια και ρόλους που έδωσαν σε ηθοποιούς όπως ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο και ο Ματ Ντέιμον υποψηφιότητες και βραβεία. Δεν του αρέσει να του το λένε αυτό στα ίσια – κατσουφιάζει και κάπως ντρέπεται. Του αρέσει, όμως, να το ακούει, να ξέρει πως η τόλμη του και τα κότσια του μπορεί να μην τον έκαναν ποτέ πλούσιο, αλλά τον έκαναν έναν άντρα που όταν τον κοιτούν άλλοι γενναίοι άντρες, να λένε «ο Τόμι είναι ο καλύτερος!» Κρίμα που η ανθρωπότητα αποχαιρέτησε προ πολλού την εποχή των ηρώων. Ο Δον Κιχώτης προσπάθησε να γίνει ο τελευταίος από αυτούς και του πήρε μια ζωή ώσπου να συνειδητοποιήσει πως όλη η ζωή και τα κατορθώματα του δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα φιάσκο όχι απλώς μόνο επειδή ο ίδιος ήταν δημιούργημα της φαντασίας του, αλλά, επίσης, επειδή ο ρομαντισμός και τα ιδεώδη του ήρωα δεν συμβάδιζαν πια με τους ρυθμούς της σιδερένιας εποχής. Στην καρδιά αυτής της σκληρής εποχής, που εμείς συχνά την ονομάζουμε «πεζή», οι ήρωες ξέμειναν ως καρικατούρες στα πλάνα του Χόλιγουντ και στις σελίδες των μυθιστορημάτων.

    Η δικαίωση του Ντάντη, Λούι Επολίτο οδεύσει προς τα ισόβια δεσμά.

    Η δικαίωση του Ντάντη, Λούι Επολίτο οδεύει προς τα ισόβια δεσμά.

    Ο Τόμι διάβασε τις περιπέτειες του Δον Κιχώτη όταν ήταν πιτσιρικάς στο Μπρούκλιν όπου μεγάλωσε. Μπορεί και να τις ξέχασε ώσπου να μεγαλώσει, αλλά η μοίρα, έτσι κι αλλιώς, τον έφερε στα σπλάχνα μιας υπηρεσίας που δεν έψαχνε για ιππότες, αλλά για χαμηλόμισθους υπάλληλους με σπουδαίες αντοχές και ιπποτικές προθέσεις. NYPD: αυτά είναι τα διάσημα αρχικά του New York Police Department, το αστυνομικό σώμα της Νέας Υόρκης που γενικότερα θεωρείται ένα από τα σκληρότερα μέρη για να ακονίσει κανείς την τόλμη του. Μεγάλος πληθυσμός, αναμειγμένες ράτσες, γιγαντιαία συμφέροντα, ατίθασοι μαφιόζοι, ατέλειωτες σήραγγες εγκλήματος, ναρκωτικών, κυνισμού και μισαλλοδοξίας. «Η κάνεις τον χαζό, εισπράττεις το μεροκάματο και πας σπίτι το βράδυ χωρίς να το σκέφτεσαι ή πραγματικά αφιερώνεις της ζωή σου και παραδίνεσαι στην πόλη και στις ανάγκες της. Ο Ντάντης έκανε το δεύτερο και δεν κοίταξε ποτέ πίσω. Κατατάχτηκε στο αστυνομικό σώμα της Νέας Υόρκης μετά το σχολείο, υπηρέτησε στη δίωξη ναρκωτικών και τη δεκαετία του ’80 κατάφερε να γίνει ντετέκτιβ τρίτου βαθμού.

    Για όσους παρακολουθούν τα αμερικανικά πρωτοσέλιδα, η σύλληψη του Λούι Επολίτο, το 2005, προκάλεσε στις ΗΠΑ σοκ ανάλογο με αυτό που ακολούθησε την πτώση του Μπέρνι Μέιντοφ.

    Η δεκαετία του ’80 είναι ίσως η διασημότερη στα νεοϋορκέζικα χρονικά: την απαθανάτισε καλύτερα από όλους –ακόμα και από τους ιστορικούς– ο μυθιστοριογράφος Τομ Γουλφ στο «Bonfire of the Vanities» ως την πιο άπληστη δεκαετία του πλούτου και της ηθικής παρακμής, όπου η Ουόλ Στριτ έκλεψε την παράσταση από τον Λευκό Οίκο ως το απόλυτο αρχηγείο του κόσμου και ο Ρόναλντ Ρέιγκαν το ομολόγησε δημοσίως σε περίπτωση που δεν είχε γίνει αντιληπτό ότι η σαπίλα της ψυχής ήταν το μεγάλο ιδανικό της εποχής: Greed is good!

    Στα γρανάζια της μαφίας
    amd_brooklyn8Αληθινά, δύσκολες μέρες για ντετέκτιβ. Ποιον να κυνηγήσεις και ποιον να πρωτοπιάσεις σ’ ένα τοπίο όπου ο American Psycho κυκλοφορούσε με Αρμάνι, μετρητά, στιλέτο και άπαιχτους κοιλιακούς; Δεν κυκλοφορούσαν, βέβαια, όλοι οι ψυχοπαθείς με κοιλιακούς και Αρμάνι. Ο Λούι Επολίτο και ο Στίβεν Καρακάπα ήταν γνωστότεροι ως «ο χοντρός και ο λιγνός» στους κύκλους του NYPD. Και οι δύο ήταν μεγαλοντετέκτιβ του σώματος αρκετά προτού φτάσει ο Τόμι εκεί. Ο Λούι ήταν εύσωμος και φανταχτερός, ο Στίβεν λεπτός και πιο κομψός. Ασκούσαν και οι δύο εξουσία, όχι μόνο επειδή θεωρούνταν άπιαστα λαγωνικά, αλλά επίσης επειδή οι διασυνδέσεις τους ήταν πολλές, ακαθόριστες και πανίσχυρες. Την πρώτη φορά που ο Τόμι συνάντησε τον Λούι Επολίτο ήταν Χριστούγεννα. Ο Επολίτο, ο οποίος είχε σώμα μποντιμπιλντερά και πάντα ήταν ντυμένος με φανταχτερά κοστούμια και κοσμήματα, εκείνη τη μέρα φορούσε μαύρο πουκάμισο με λευκή γραβάτα και πολλά μπιζού και, όπως θυμάται ο Ντάντης, «έμοιαζε σαν να ήταν έτοιμος να πάει σε αποκριάτικο πάρτι, ντυμένος σαν γκάνγκστερ. Φορούσε εννέα βραχιόλια και δεκάξι δαχτυλίδια. Σίγουρα του άρεσε να τραβάει την προσοχή. Ήταν το είδος του άνδρα που ο κόσμος είτε μισούσε είτε αγαπούσε. Δεν υπήρχε μέση οδός. Δεν ήξερα πώς να τον κρίνω, αλλά από εκείνη την πρώτη εντύπωση, ο τύπος δεν μου άρεσε καθόλου».

    Για όσους παρακολουθούν τα αμερικανικά πρωτοσέλιδα, η σύλληψη του Λούι Επολίτο, το 2005, χάρη στον Τόμι Ντάντη προκάλεσε ένα σοκ ανάλογο με αυτό που ακολούθησε την πτώση του Μπέρνι Μέιντοφ. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ο Επολίτο είχε διαφθείρει το αστυνομικό σώμα της Νέας Υόρκης με τον ίδιο ξεδιάντροπο τρόπο που ο Μέιντοφ κατέστρεψε όχι μόνο τους επενδυτές που τον εμπιστεύτηκαν, αλλά και ολόκληρο το επενδυτικό σύστημα μιας μητρόπολης που ως το καλοκαίρι του 2008 καυχιόταν ακόμα ως το οικονομικό κέντρο του κόσμου. Αν ο Μέιντοφ άφησε πίσω του μόνο χρεοκοπημένους, ο Επολίτο, ο οποίος υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ντετέκτιβ του NYPD, άφησε μόνο νεκρούς και διεφθαρμένους αστυνομικούς. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο κορυφαίος αυτός ντετέκτιβ ήταν το μεγαλύτερο τσιράκι της μαφίας, που είχε στήσει έναν πολύπλοκο μηχανισμό επικοινωνίας μεταξύ αστυνομίας και μαφίας με σκοπό τη διακίνηση ναρκωτικών, το έγκλημα και τον πολλαπλασιασμό των εκατομμυρίων των από μίζες. Ανάμεσα στους πολλούς πληρωμένους (από τα χρήματα των Αμερικανών φορολογούμενων) δολοφόνους που δούλευαν γι’ αυτόν, υπήρξαν τα πιο διεστραμμένα αφεντικά της αμερικανικής μαφίας, συμπεριλαμβανομένου ενός μαφιόζου που, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα στις δίκες, σκότωνε ακόμα και αυτούς που είχε δει στον ύπνο του να συνωμοτούν εναντίον του. Ως τσιράκι του Επολίτο, ο πολύ διακριτικός και χαμηλόφωνος Καρακάπα, ακολουθούσε οδηγίες και εκτελούσε εντολές.

    Οι δικηγόροι των ντέτεκτιβ, Edward Hayes (Καραπάκα) και Bruce Cutler (Επολίτο).

    Οι δικηγόροι των ντέτεκτιβ, Edward Hayes (Καραπάκα) και Bruce Cutler (Επολίτο).

    Η ανώτατη αρχή της μαφίας, η omerta (σιωπή), όπως τη λένε στην Ιταλία, κυριάρχησε για πολλά χρόνια στο NYPD. Ο μηχανισμός που είχαν στήσει το ντουέτο Επολίτο-Καρακάπα λειτουργούσε τόσο αποτελεσματικά, που μερικές φορές απορούσαν και οι ίδιοι με την τύχη τους. Ο Επολίτο δεχόταν χριστουγεννιάτικες κάρτες από δημάρχους, προέδρους, υπουργούς και διάσημους χολιγουντιανούς σκηνοθέτες. Ήταν ο ίδιος ο Σκορσέζε που ζήτησε προσωπικά από τον Επολίτο να παίξει το 1990 ένα μικρό ρόλο κακοποιού στο «Goodfellas» και ο μεγαλοντετέκτιβ δεν μπορούσε να κρατηθεί από τη χαρά του. Δύο χρόνια αργότερα προπληρώθηκε μια μικρή περιουσία από έναν μικρό εκδοτικό οίκο για να γράψει την αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε με τον ειρωνικό τίτλο «Mafia Cop». Ο υπότιτλος ήταν ακόμα πιο ειρωνικός: «η ιστορία ενός τίμιου μπάτσου του οποίου η οικογένεια ήταν η μαφία». Αν ο αείμνηστος Τσαρούχης εφηύρε την καλύτερη ατάκα για τους κάλπηδες που κυκλοφορούν με παράσημα στη χώρα του –«στην Ελλάδα ό,τι δηλώσεις είσαι…»–, αυτό δεν σημαίνει ότι μόνο η Ελλάδα ταλαιπωρείται από τους κάλπηδες. Απλώς στην Αμερική οι κάλπηδες στηρίζονται καλύτερα από ένα εύπιστο σύστημα που αιωνίως επαφίεται στην ανοιχτοχεριά της αμερικανικής δικαιοσύνης: ώσπου να αποδειχτεί η ενοχή σου, είσαι ελεύθερος.

    Κακόφημοι δρόμοι

    Ο Τόμι Ντάντης, ο οποίος είναι ελληνοϊταλικής καταγωγής, από την άλλη, ήταν ένας ντεντέκτιβ με υπερβολική τσίπα. Του άρεσε να φτάνει τις υποθέσεις του ως το τέλος. Μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχος μόνο αφού οι υπαίτιοι της εκάστοτε υπόθεσης είχαν βρεθεί –ζωντανοί ή νεκροί. Είχε ενοχές διότι, όπως ομολογεί ο ίδιος, στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Friends of the Family» (που κυκλοφόρησε την άνοιξη στην Αμερική από τις εκδόσεις HarperCollins), παραλίγο να δελεαστεί και εκείνος από τους κακόφημους δρόμους, όταν ήταν νέος στο Μπρούκλιν. «Ήμουν σκληρό παιδί, επιθετικό παιδί», σημειώνει. «Βασικά ήμουν μόνος μου, από τότε που ήμουν οκτώ ή εννιά ετών. Από τα δεκατρία μου η μητέρα μου με άφηνε τα Σαββατοκύριακα για να πάει στο Ατλάντικ Σίτι, με τους φίλους της. Θα μπορούσα πολύ εύκολα να πάρω άλλο δρόμο. Μου δόθηκαν πολλές ευκαιρίες να κάνω το λάθος πράγμα, αλλά τις περισσότερες φορές τη γλίτωσα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι έκλεψα μερικά αυτοκίνητα… Ποτέ δεν σχεδίασα κάτι παράνομο. Υπήρχαν φορές που έμπαινα στον πειρασμό. Δεν είχα λεφτά… Οι άνθρωποι με τους οποίους έκανα παρέα πουλούσαν οτιδήποτε οποιοσδήποτε ήθελε, χασίσι, κοκαΐνη, τα πάντα. Αυτοί ήταν οι φίλοι μου. Θα μπορούσα πολύ εύκολα να πέσω σ’ αυτή τη λούμπα. Δεν ξέρω γιατί δεν έπεσα. Νομίζω πως τελικά δεν έπεσα επειδή δεν ήθελα να κάνω τη ζωή της μητέρας μου δυσκολότερη».

    Η σύλληψη του Στίβεν Καρακάπα

    Η σύλληψη του Στίβεν Καρακάπα

    Ο Ντάντης δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα του, ο οποίος παράτησε τη μάνα του προτού τον γεννήσει και εκείνη τον μεγάλωσε μόνη της με υπομονή και φροντίδα. Δύσκολος τόπος το Μπρούκλιν, ειδικά στη δεκαετία του ’70. Για όσους έχουν διαβάσει μυθιστορήματα του Τζορτζ Πελεκάνος, το παρακμιακό τοπίο είναι γνώριμο: φτώχεια, βία και παρανομία σε κακόφημες συνοικίες, όπου οι νέοι αλληλοσπαράζονται και η αστυνομία δεν πατάει ποτέ. Ευτυχώς αυτές οι μέρες ανήκουν ως επί το πλείστον στο παρελθόν της Νέας Υόρκης. Και αν η Νέα Υόρκη έχει γίνει ένα πιο ασφαλές μέρος στις μέρες του Starbucks, αυτό δεν οφείλεται αποκλειστικά στον πρώην δήμαρχο της, το Ρούντι Τζουλιάνι, όπως συχνά λέγεται, αλλά κυρίως σε ανώνυμους άνδρες όπως ο Ντάντης, που ρισκάρισαν επανειλημμένα τη ζωή τους και αψήφησαν θανάσιμους κινδύνους προκειμένου να επαναφέρουν το νόμο και την ηθική σ’ αυτή την αχαλίνωτη μητρόπολη της ματαιοδοξίας και των αντιθέσεων.

    Στις μέρες του Τζουλιάνι, χωρίς να ευθύνεται απαραίτητα ο ίδιος γι’ αυτό, ο Ντάντης θέλησε να παραιτηθεί. Μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, το αστυνομικό σώμα πέρασε μια κρίση ταυτότητας που οδήγησε σε ριζοσπαστικές αλλαγές και ανακατατάξεις. Όπως εξηγεί, «είχα σπουδαία αφεντικά κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια της καριέρας μου στο NYPD. Αλλά μετά την 11η Σεπτεμβρίου όλα άλλαξαν. Καταλήξαμε να έχουμε αφεντικό έναν αντιπρόσωπο της CIA και η μόνη του έννοια ήταν η τρομοκρατία. Τίποτα άλλο δεν είχε σημασία, παρά μόνο η τρομοκρατία. Είχαμε κάνει σπουδαία πράγματα. Είχαμε διαλευκάνει είκοσι πέντε φόνους. Είχαμε βάλει στη φυλακή τουλάχιστον εκατό μούτρα. Είχαμε δημιουργήσει ένα καλύτερο κανάλι επικοινωνίας με το FBI και την DEA, καλύτερο από οποιοδήποτε πριν στην ιστορία του τμήματός μας. Αλλά το μόνο πράγμα που ήθελε να ξέρει το νέο αφεντικό ήταν πότε θα βγαίναμε στη σύνταξη. Δεν το ενδιέφερε να μάθει τίποτα σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα. Όταν τελικά έκλεισαν το τμήμα μας, τα περισσότερα από τα αρχεία μας, χρόνια δουλειάς, πετάχτηκαν στο δρόμο. Ήταν αμαρτία. Στάθηκα στη μέση του δρόμου, άρχισα να ψάχνω τα σκουπίδια και στην κυριολεξία βρήκα μια παλιά κασέτα που κατέληξε να χρησιμοποιηθεί αργότερα σε μια ομοσπονδιακή δίκη».

    Ο ήρωας της ημέρας

    Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Στη ζωή τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία. Αν δεν είχε χτυπήσει ο Μπιν Λάντεν το Μανχάταν, ίσως η πορεία του Τόμι Ντάντη να εξελισσόταν διαφορετικά. Αλλά, όπως συμβαίνει συχνά στις κινηματογραφικές ταινίες, το τηλέφωνό του χτύπησε τη σωστή στιγμή. Ήταν εκείνες τις μέρες που ετοιμαζόταν να βγει στη σύνταξη. Η φωνή ήταν γυναικεία και φιλική. Από μια μεγάλη σε ηλικία γυναίκα. Την έλεγαν Μπέτι Χάιντελ και τηλεφωνούσε απλώς για να του πει ένα γεια. Όπως όμως προχωρούσε η κουβέντα, η Μπέτι ανάφερε κάτι που για εκείνον σήμαινε πολλά. Είχε έμμεση σχέση με το θέμα του Επολίτο, τον οποίο ο Ντάντης υποψιαζόταν από καιρό. Σίγουρα δεν είχε έρθει η ώρα του για σύνταξη! Άσε το NYPD να ψάχνει για τρομοκράτες. Αυτός θα έστρεφε την προσοχή του προς τα εκεί που όλα τα αφεντικά της αστυνομίας θεωρούσαν παρελθόν. «Μπέτι, πότε μπορούμε να τα πούμε από κοντά;»

    Ο Τόμι είχε πάντα αδυναμία όχι μόνο στη δική του, αλλά σε όλες τις μητέρες. Αυτό ίσως είναι και ένα από τα κλειδιά που τον οδήγησαν επανειλημμένα στη σωστή πόρτα. Διατηρούσε πάντα κανάλι ανοιχτής επικοινωνίας με τις μητέρες των θυμάτων των υποθέσεων. Από εκείνες έβγαζε λεπτομέρειες που κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να ξέρει. Ακόμα και όταν έκλειναν οι υποθέσεις, οι μητέρες των θυμάτων του τηλεφωνούσαν να μάθουν τι κάνει, να του ευχηθούν καλές γιορτές, να τον παρακαλέσουν να πάει να τους ψωνίσει στο σούπερ μάρκετ επειδή ήταν άρρωστες. Κι εκείνος το έκανε πάντα με κέφι. Η Μπέτι ήταν μία από αυτές. Της είχε σταθεί πολύ σε μια υπόθεση του γιου της, ο οποίος είχε διαπράξει ένα έγκλημα, κι εκείνη τον αγαπούσε για την τιμιότητα και την ειλικρίνειά του. Χωρίς να έχει καμία προσωπική σχέση με τον Επολίτο, η γυναίκα απλώς ανέφερε κάτι ασήμαντο, μια σχεδόν ξεχασμένη συνάντηση που είχε γίνει πριν από μερικά χρόνια, και όλα ξαφνικά συνδέθηκαν στο μυαλό του Ντάντη, ο οποίος είχε αρχίσει από καιρό να παρακολουθεί από μακριά την ύποπτη πορεία του ντετέκτιβ.

    Το 2003, που είχε αρχίσει την έρευνα του για τον Επολίτο, αυτός και το τσιράκι του, ο Καρακάπα, είχαν βγει στη σύνταξη και ζούσαν βασιλικά στο Λας Βέγκας. Είχαν αγοράσει δύο βίλες με μεγάλη πισίνα στην ίδια γειτονιά και όσο απολάμβαναν αμέριμνοι τον ήλιο και την καλοπέραση στο επίκεντρο των τζογαδόρων, ο Ντάντης έστηνε στη Νέα Υόρκη ένα κέντρο παρακολούθησης. Με συνεργάτη τον παρασημοφορημένο ντετέκτιβ Τζόζεφ Πιστόνε άρχισαν να εξετάζουν μάρτυρες από παλιές υποθέσεις, να ξανανοίγουν αρχεία και να βρίσκουν αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονταν σε παλιά αρχεία. Αν όλα αυτά ήταν αλήθεια, τότε ο Λούι Επολίτο θα πρέπει να ήταν ο μεγαλύτερος ψεύτης και ο πιο διεφθαρμένος μπάτσος που κορόιδεψε την αμερικανική αστυνομία. Και ήταν! Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ήταν εξίσου αιμοβόρος και αδίστακτος με τον Τότο Ρίνα, το περίφημο αφεντικό της Κόζα Νόστρα, της ιταλικής μαφίας, που σαπίζει σήμερα στις ιταλικές φυλακές.

    Ο Τόμι Ντάντης, ήταν ένας ντετέκτιβ με υπερβολική τσίπα. Του άρεσε να φτάνει τις υποθέσεις του ως το τέλος. Μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχος μόνο αφού οι υπαίτιοί της είχαν βρεθεί. Ζωντανοί ή νεκροί.

    Ως καλυμμένος νονός της αμερικανικής μαφίας, ο Επολίτο, με την εμπιστοσύνη της αστυνομίας, είχε δημιουργήσει ένα τεράστιο δίκτυο απάτης και εγκλήματος που λειτούργησε ρολόι κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Όπως αποδείχτηκε το ντουέτο Επολίτο-Καρακάπα ήταν αναμειγμένο σε πάνω από είκοσι φόνους, τους οποίους διέπραξε πάντα με τη συνεργασία της μαφίας, απαγωγές και κλοπές. Η σύλληψή τους, το 2005, έσκασε ως το πιο απίστευτο νέο της αμερικανικής επικαιρότητας και ο Ντάντης έγινε ο ήρωας της ημέρας. Όπως είπε ο ίδιος τότε σε μια αμερικανική τηλεοπτική εκπομπή, «ακόμα και αν μας πουν (οι Επολίτο και Καρακάπα) πού κρύβεται ο Μπιν Λάντεν, δεν πρόκειται να τα βρούμε μαζί τους. Είναι πολύ δύσκολο να ξεχάσει κανείς την κληρονομιά που δημιουργούν οι κακοί μπάτσοι. Κάνουν μια ήδη δύσκολη δουλειά, πολύ δυσκολότερη. Ποτέ δεν είχα ανεκτικότητα με τη διαφθορά σε οποιοδήποτε επίπεδο, αλλά αυτού του είδους η διαφθορά και η προδοσία ξεπερνούσε οτιδήποτε μπόρεσα ποτέ να φανταστώ».

    Ο John Hillcoat σκηνοθέτησε το βιβλίο των Τόμι Ντάντη και Μάικλ Βεκιόνε "Friends Of Family" που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2009 στις ΗΠΑ.

    Ο John Hillcoat σκηνοθέτησε το βιβλίο των Τόμι Ντάντη και Μάικλ Βεκιόνε “Friends Of Family” που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2009 στις ΗΠΑ.

    Από τους δρόμους στο ρινγκ

    Η καταδίκη του Λούι Επολίτο και του Στίβεν Καρακάπα, τον Δεκέμβριο του 2008, σε ισόβια δεσμά και πάνω από τεσσεράμισι εκατομμύρια δολάρια πρόστιμο στον καθένα δικαίωσε τον αγώνα του Ντάντη – και του Πιστόνε. Και σήμανε την ώρα να κάνει κάτι άλλο. Πήρε λοιπόν τη σύνταξη του από το NYPD και αφοσιώθηκε σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Όπως το τοποθετεί ο ίδιος, «η υπόθεση εκείνη επιβράβευσε κατά κάποιο τρόπο την καριέρα μου. Όταν τελείωσε έστρεψα το ενδιαφέρον μου σε ένα άλλο πάθος μου, το μποξ». Ως ερασιτέχνης μποξέρ, πήγαινε κατά καιρούς να παίξει μποξ όταν υπήρχε χρόνος και διάθεση και είχε πάρει μέρος σε πάνω από πενήντα ερασιτεχνικούς αγώνες με την ομάδα μποξ του NYPD. Του άρεσε πάντα το μποξ, επειδή του το είχε μάθει ο παππούς του, που ήταν φοβερός μποξέρ. Μετά το τέλος της υπόθεσης Επολίτο-Καρακάπα, η Αθλητική Ομοσπονδία της νεοϋρκέζικης αστυνομίας ανέθεσε στον Τόμι Ντάντη να διευθύνει ένα νέο αθλητικό κέντρο για μποξ που άνοιξε στο Παρκ Χιλ, μια γειτονιά στο Στάτεν Άιλαντ, κι αυτό ήρθε σαν δώρο. Από τότε βρήκε την ησυχία του μαθαίνοντας μποξ σε νέους ανθρώπους στο Park Hill Boxing Club. Όπως αστειεύτηκε πρόσφατα ο ίδιος, κάθε του μέρα ήταν σαν Χριστούγεννα. Ούτε γκάνγκστερ, ούτε μαφιόζοι, ούτε άλλο έγκλημα, παρά μόνο τίμιοι παίκτες στο ρινγκ! Το Στάτεν Άιλαντ, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το άγαλμα της Ελευθερίας και πας με το βαποράκι από το Μανχάταν, είναι μια από τις λαϊκές περιοχές της μεγαλούπολης όπου οι άνθρωποι δουλεύουν σκληρά για να πληρώσουν το ενοίκιό τους, ελπίζοντας ότι μια μέρα θα φτάσουν στο Μανχάταν.

    Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Φωτογραφία: Tommy Agriodimas

    Ο Τόμι από το Μπρούκλιν, βέβαια, δεν θα ζούσε ποτέ στο Μανχάταν. Η μεγάλη του αδυναμία παραμένει η επαφή με την καθημερινότητα της νιότης του. Η μάνα του δεν ζει πια, αλλά ζουν όλες εκείνες που εξακολουθούν να του τηλεφωνούν «Τόμι, όλα καλά;». Όταν τον πλησίασαν πρόπερσι από τον εκδοτικό οίκο Χάρπερ Κόλινς να γράψει την ιστορία του για το κυνήγι των μαφιόζων μπάτσων, στην αρχή ήταν διστακτικός. Το έκανε όμως και το βιβλίο κυκλοφόρησε φέτος, με συνεργάτες τον Μάικλ Βεκιόνε και τον συγγραφέα Ντέιβιντ Φίσερ (ο οποίος αφηγήθηκε την ιστορία που του εξιστόρησαν οι δύο ντεντέκτιβ). Το ότι δεν ανέβηκε στις λίστες των μπεστ σέλερ και πέρασε σχεδόν απαρατήρητο έχει να κάνει περισσότερο με το φτωχό γράψιμο του Φίσερ, παρά με την συναρπαστική ιστορία του Ντάντη και του Βεκιόνε. Ίσως η ταινία που βασίζεται σε αυτό το βιβλίο και αναμένεται να προβληθεί το 2010 να έχει καλύτερη τύχη. Είναι κρίμα που δεν θα την σκηνοθετήσει ο Σκορσέζε. Αλλά ο Τόμι Ντάντης δεν ανησυχεί καθόλου γι’ αυτά. Οι αγωνίες της σόου μπιζ απέχουν από τις δικές του όσο και η αλήθεια από το ψέμα. Όσο ο Επολίτο και ο Καρακάπα σαπίζουν στις φυλακές της Νέας Υόρκης, αυτός στα 47 του, κυκλοφορεί ως ο πιο δικαιωμένος άντρας στην πόλη του. Τι παραπάνω, λοιπόν, θα μπορούσε να του δώσει το Χόλυγουντ πέρα ίσως από μια χούφτα δολάρια;

    Η δικαίωσή του, ωστόσο, όπως μου είπε ο ίδιος ένα μεσημέρι στο Μπρούκλιν, δεν του έφερε καμία ευτυχία. «Είμαι πιο απομονωμένος από ποτέ», ομολογεί. Αντί για αναγνώριση και συγχαρητήρια, οι συνάδελφοί του –και το αστυνομικό σώμα της Νέας Υόρκης γενικότερα– του επιφύλαξαν την περιφρόνηση που δημιουργεί η ζήλεια. Τα δολάρια που του πρόσφεραν ο εκδοτικός οίκος και το Χόλιγουντ για τα δικαιώματα της ιστορίας του ήταν ίσως η μόνη αποζημίωση που έλαβε. Δεν μου έκρυψε, όμως, πως είναι πιο μόνος από ποτέ. Η γυναίκα του τον άφησε προ καιρού και η μεγάλη του αγάπη, το μποξ, έχει επίσης υποστεί τη φθορά του χρόνου. «Έχω κάνει πέντε επώδυνες εγχειρήσεις, μια από αυτές στη μέση, μετά από θανάσιμα τραύματα», τονίζει γελώντας. «Δεν είμαι πια ο Τόμι που ήμουν». Εξακολουθεί να πηγαίνει κάθε πρωί στο γυμναστήριο του Στάτεν Άιλαντ, μόνο όμως πια για να εκπαιδεύσει τον έφηβο γιο του, ο οποίος είναι φανατικός του μποξ και θέλει να μοιάσει στον πατέρα του. Κατά τα άλλα, έχει πολύ ελεύθερο χρόνο. Όταν του προτείνω να ταξιδέψει, με κοιτάει σαν να το έχει ήδη σκεφτεί. «Θα ξεκινήσω από την Ελλάδα», μου λέει. «Είναι η πατρίδα των παππούδων μου και δεν την έχω επισκεφθεί ποτέ. Ίσως αυτό να είναι το νέο ξεκίνημα που χρειάζομαι».

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top