Αριστερά: Ο αρχιμουσικός και τσεμπαλίστας Ottavio Dantone είναι ο καλλιτεχνικός και μουσικός διευθυντής της Accademia Bizantina από το 1996. Δεξιά: Ο Καλός Ποιμήν στον Άγιο Απολλινάριο τον Παλαιό, στις Κλάσεις, επίνειο της Ραβέννας. Η βυζαντινή κληρονομιά έδωσε στην Accademia Bizantina το όνομά της.

Πρωτοείδα το όνομα της Accademia Bizantina μαζί με αυτό του Ottavio Dantone τέλη της δεκαετίας του ‘90 στις σελίδες ενός γαλλικού μουσικού περιοδικού, με κάποια έκπληξη, ομολογώ: «Μα τι σχέση έχει το Βυζάντιο με τη μπαρόκ μουσική;». Ούτε που θα μπορούσα τότε να φανταστώ ότι σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα θα είχα την ευκαιρία να λύσω την απορία μου αυτοπροσώπως, σε μια μεγάλη μουσική γιορτή με πολλούς δημοσιογράφους και μουσικούς κριτικούς από όλη την Ευρώπη. Συναντηθήκαμε στη Ραβέννα για να γιορτάσουμε την Ευρωπαϊκή Ημέρα της Μουσικής και μαζί να ευχηθούμε στη Βυζαντινή Ακαδημία τα «Χρόνια Πολλά» για τα 40α γενέθλιά της.

Γιατί ήταν στην πρωτεύουσα του βυζαντινού εξαρχάτου και πόλη περίφημη για τα ψηφιδωτά της που πριν από ακριβώς 40 χρόνια τρεις νέοι μουσικοί έθεσαν τις πρώτες ψηφίδες αυθόρμητα, μέσα από την επιθυμία τους να «κάνουν μουσική» στο υψηλότερο δυνατό καλλιτεχνικό επίπεδο, ελεύθεροι από θεσμικούς περιορισμούς. Αρχικά έπαιζαν εξίσου παλαιά και σύγχρονη μουσική, συνεργαζόμενοι με πρωτοπόρους ερμηνευτές και συνθέτες, όπως ο Luciano Berio (1925-2003) ή ο Jörg Demus (1928-2019)· ο τελευταίος υπήρξε και νονός της: «Η Ραβέννα είναι διάσημη για τη βυζαντινή της κληρονομιά. Από εκεί πρέπει να πάρετε το όνομά σας. Να ονομαστείτε Βυζαντινή Ακαδημία».

Η Accademia Bizantina.

Οι γλαφυρές εκμυστηρεύσεις του Angelo Nicastro (εκ των ιδρυτικών μελών και σήμερα καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Ραβέννα) δεν γίνονται στη Ραβέννα, αλλά το ζεστό απόγευμα της Παρασκευής (21 Ιουνίου) στη Συνέντευξη Τύπου στο επιβλητικό Δημαρχείο (18ος αιώνας) του Bagnacavallo (Μπανιακαβάλο). Η γραφική κωμόπολη της Εμίλια-Ρομάνια –που κυριολεκτικά σημαίνει Αλογοβρέχτρα, διότι εκεί κοντά υπήρχε ένα πέρασμα στο ποτάμι, αρκετά βαθύ, που αν δεν έβρεχες το άλογο σου, δεν μπορούσες να το διασχίσεις– είναι σήμερα η έδρα της Accademia Bizantina.

Από το 1996, η ορχήστρα ανασυγκροτήθηκε ως αμιγώς μπαρόκ σύνολο με όργανα εποχής, όταν τη σκυτάλη στην καλλιτεχνική διεύθυνση πήρε ο Ottavio Dantone – και την κρατά ακόμα. Πήρε τον λόγο για να μας παρουσιάσει τα νέα δισκογραφικά project και κυρίως να μας ανακοινώσει το μεγάλο νέο: από αυτό το καλοκαίρι η Accademia Bizantina αναλαμβάνει εδρεύουσα (resident) ορχήστρα στις Εβδομάδες Παλαιάς Μουσικής (Festwochen der Alte Musik) του Ίνσμπρουκ, και ο ίδιος μουσικός διευθυντής στο πλάι της καλλιτεχνικής διευθύντριας Eva-Maria Sens· εμβάθυνση σε μια συνεργασία που έχει ήδη δώσει (ξ)ακουσμένους καρπούς.

Το Τριπλό Κοντσέρτο για Φλάουτο, Τσέμπαλο και Βιολί σε λα ελάσσονα BWV 1044 του Johann Sebastian Bach. Σολίστ στο φλάουτο ο Marcello Gatti.

Η επετειακή συναυλία

Το βράδυ καταλύσαμε στο ιστορικό Ξενοδοχείο Galletti Abbiosi της Ραβέννα, κυριολεκτικά μεσοτοιχία με τον Ιουστινιανό, στον οποίο την επόμενη ημέρα αποτίσαμε τα δέοντα σέβη επισκεπτόμενοι τα μοναδικά παλαιοχριστιανικά μνημεία της πόλη: Άγιος Απολλινάριος ο Νέος, Βαπτιστήριο του Νέωνος, Μαυσωλείο της Galla Placidia, Άγιος Βιτάλιος, αλλά και το Εθνικό Μουσείο της Ραβέννα με την αξιόλογη συλλογή από μεταβυζαντινές εικόνες και πολλά άλλα ενδιαφέροντα και σπάνια εκθέματα. Δίπλα στον μαυσωλείο του Δάντη θαυμάσαμε τα αριστουργηματικά βυζαντινά ψηφιδωτά, μεταξύ των οποίων ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα με την ακολουθία τους, και το απόγευμα επιστρέψαμε στο Bagnacavallo και το Teatro Goldoni (1845), για να ζήσουμε δύο διαφορετικές πλευρές της μουσικής πράξης.

Πρώτον, στις πέντε με έξι το απόγευμα, μία session ηχογράφησης. Από τα θεωρεία (η πλατεία του θεάτρου έπρεπε να μείνει κενή για ακουστικούς λόγους) παρακολουθήσαμε για μία ώρα καθώς οι μουσικοί έπαιζαν και ξανάπαιζαν και ξανάπαιζαν και ξανάπαιζαν τα πρώτα μέτρα από το 3ο μέρος του 5ου Βραδεμβούργιου Κονσέρτου του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Και, δεύτερον, μετά από ένα διάλειμμα, όσο χρειάστηκε για να περιηγηθούμε το Bagnacavallo και να επισκεφτούμε την ελλειψοειδή Νέα Πλατεία (Piazza Nuova, 1758), επιστρέψαμε στις επτά για την επετειακή συναυλία, το Σάββατο 22 Ιουνίου 2024.

Alessandro Tampieri και Ana Liz Ojeda από τη Χιλή ερμήνευσαν αντωπά ιστάμενοι.

Ήταν η πρώτη φορά που θα άκουγα ζωντανά την Accademia Bizantina, και παρά την μόλις προηγούμενη εμπειρία της ηχογράφησης, η συναυλία ήταν μια αποκάλυψη. Μέσα σε αυτό το θαυμάσιο μουσικό κουτί των 400 θέσεων θαύμασα την ικανότητά τους να συντονίζονται – να παίζουν στον ίδιο τόνο, για ένα εξαιρετικό μουσικό αποτέλεσμα – την ίδια ώρα που διακινδύνευαν μία ερμηνεία δεξιοτεχνική αλλά χωρίς εκζήτηση, γεμάτη ζωντάνια, με αβίαστη αρτιότητα· και μερικές φορές με πολύ μεγάλη ρυθμική ελευθερία, που κινούνταν όλοι μαζί για να την πετύχουν, ακολουθώντας τον Ottavio Dantone, που διηύθυνε με τον πάντοτε χειμαρρώδη τρόπο του από το κλειδοκύμβαλο – το gravicembalo, το τσέμπαλο. Ένα πραγματικά δεμένο σύνολο.

Το μονόωρο πρόγραμμα ήταν σύντομο αλλά καλά διαλεγμένο. Ο εξάρχων Alessandro Tampieri και η κορυφαία Ana Liz Ojeda από τη Χιλή ερμήνευσαν αντωπά ιστάμενοι δύο Concerti Grossi για δύο βιολιά και έγχορδα του Arcangelo Corelli (1653-1713, Op. 6 αρ. 4) και  του Francesco Geminiani (1687-1762,  Op. 3 αρ. 6). Πρόκειται για μια τυπικά μπαρόκ φόρμα, όπου οι σολίστ παίζουν εναλλάξ μόνοι τους (κοντσερτίνο) ή μαζί μέ τους υπόλοιπους (κοντσέρτο γκρόσσο ή ριπιένο – κυριολεκτικά: γέμισμα).

Παρεμπιπτόντως, ο Corelli ήταν ένας από τους πρώτους ευρωπαίους συνθέτες που το έργο του  ταξίδεψε εκτός Ευρώπης, σε αυτό που υπήρξε η αρχή της παγκοσμιοποίησης: το 1719 ο Πάπας Κλήμης ΙΑ΄ έστειλε ως δώρο στον Αυτοκράτορα της Κίνας Kangxi «23 βιβλία με τις συμφωνίες του Αρκάντζελο Κορέλλι» μαζί με μια μεγάλη συλλογή μουσικών οργάνων.*

Concerti Grossi για δύο βιολιά και έγχορδα του Arcangelo Corelli και του Francesco Geminiani.

Ακολούθησε το Larghetto cantabile για τσέμπαλο, βιόλα και έγχορδα του J.C.F. Bach (προσοχή στα αρχικά – είναι ο Γιόχαν Κρίστοφ Φρήντεμαν, 1732-1795), έργο ενδεικτικό της πιο απλής γραφής που επικράτησε στην πρώτη γενιά αμέσως μετά τον Ιωάννη Σεβαστιανό. Δικό του απολαύσαμε το Τριπλό Κοντσέρτο για Φλάουτο, Τσέμπαλο και Βιολί σε λα ελάσσονα BWV 1044. Σολίστ στο φλάουτο ο Marcello Gatti, που λίγο πριν είχαμε ακούσει να ηχογραφεί το 5ο Βραδεμβούργιο του ίδιου συνθέτη.

Εκτός προγράμματος μάς έπαιξαν ένα κομμάτι από τον Τέλεμανν – «ο επόμενος δίσκος μας». Περιμένω με ενδιαφέρον να κυκλοφορήσει· ή το είχαν πειράξει λίγο, ή μερικές φορές ο Telemann, προτού γίνει μουσική εποχής, ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του.

Ηχογράφηση στο Teatro Goldoni του Bagnacavallo. Στα θεωρεία οι προσκεκλημένοι δημοσιογράφοι.

Δισκογραφία: μια ρομαντική εκδρομή

Η Accademia Bizantina έχει έναν πραγματικά εντυπωσιακό κατάλογο με απροσδιόριστο αριθμό ηχογραφήσεων μπαρόκ μουσικής: κοντσέρτων, ορατορίων και όπερας (τουλάχιστον 40 από τότε που ανέλαβε ο Ottavio Dantone, και πολλά από αυτά διπλά και τριπλά album)· εσχάτως έχει ξεκινήσει με επιτυχία τη δική της δισκογραφική εταιρεία HDB Sonus, και είναι επίσης εξαιρετικά δραστήρια στις πλατφόρμες streaming. Αν συγκεντρώνονταν σε ένα κουτί τα δισκογραφικά της άπαντα θα είχε κανείς περίπου όλο το μπαρόκ, γνωστό και άγνωστο, στη δισκοθήκη του.

Το πιο πρόσφατο δισκογραφικό τους εγχείρημα όμως είναι η εκδρομή στη ρομαντική μουσική του 19ου αιώνα. Το πρώτο cd της σειράς imprinting, που παραδόθηκε φρεσκοτυπωμένο στα χέρια μας, είναι αφιερωμένο στις Συμφωνίες του Schumann (3η «του Ρήνου») και του Mendelssohn (2η «Ιταλική»)· δύο συνθέτες που θαύμαζαν και μελετούσαν τη μουσική του Bach – ενδιαφέρονταν, δηλαδή, για την «παλαιά μουσική» του μπαρόκ, που τότε ακόμα δεν λεγόταν έτσι. Το ηχογράφημα αποδεικνύεται εντυπωσιακό για τη ζωντάνια, τη διαύγεια και την ηχοχρωματική του θελκτικότητα. Τα επόμενα imprinting θα περιέχουν συμφωνίες των Beethoven & Schubert και Mozart & Haydn.

Η Dori του Pietro Antonio Cesti: Festwochen der Alte Musik του Ίνσμπρουκ, 2019.

Σπάνια αριστουργήματα του Ιταλικού Μπαρόκ στο Ίνσμπρουκ

Ανάμεσα στις πολλές ηχογραφήσεις θα ήθελα να κάνω μία ειδική μνεία για την υπέροχη και άγνωστη Ντορί (La Dori, ovvero Lo Schiavo reggioCPO 2020, 2cd) του Pietro Antonio Cesti (1623-1669), που κυκλοφόρησε μετά τη σκηνική αναβίωσή της τον Αύγουστο του 2019 στα πλαίσια των Festwochen der Alte Musik του Ίνσμπρουκ, πόλη στην οποία η όπερα είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά το 1657. Όπως ήδη αναφέθηκε, από φέτος η Accademia Bizantina θα είναι resident ορχήστρα του φεστιβάλ και την επόμενη εβδομάδα ο Ottavio Dantone θα διευθύνει επικεφαλής της τον «Cesare in Egitto» του Geminiano Giacomelli, σε λιμπρέτο του Carlo Goldoni και σκηνοθεσία Leo Muscato, προτού εμφανιστεί  σε ρεσιτάλ με τον Alessandro Tampieri.

Η γιορτή συνεχίστηκε με τοπικά εδέσματα στο Castellaccio. Εκεί στεγάστηκε παλαιότερα η Accademia dei Celaidi.

Μια τελευταία ελληνική έκπληξη

Μετά την επετειακή συναυλία, η γιορτή συνεχίστηκε με τοπικά εδέσματα στο Castellaccio ή Palazzo Papini (12ος – 15ος αιώνας), το παλαιότερο ιδιωτικό κτίριο του Bagnacavallo με αδιάλειπτη οικιστική χρήση για σχεδόν μία χιλιετία. Κατά την ξενάγηση, η ιδιοκτήτρια μάς είπε ότι στο παρελθόν το εντυπωσιακό μέγαρο στέγασε και ένα άλλο μουσικό σύνολο, την Accademia dei Celaidi. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να μάθω περισσότερα, αλλά υποθέτω ότι ήταν μια ελληνικής έμπνευσης Ακαδημία των Κελαϊδών. Ένας από τους λόγους που συχνά με συγκινεί η Ιταλία είναι ότι μέσα από την παράδοση της Αναγέννησης η κλασική κληρονομιά είναι σχεδόν πάντοτε παρούσα σε κάθε εκδήλωση: μοντέρνα, μπαρόκ, ή βυζαντινή.

* Sergio M. Pagano, Barnabiti alla corte imperiale di Cina, Firenze 1982, σελ. 28.

 

Διαβάστε ακόμα: Ένα βράδυ μέσα στο σπίτι του «Don Giovanni» στη Βενετία

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top