Το βιβλίο «Μια νύχτα με τον Αλέξη» της Νίκης Μαραγκού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροδακιό.

    Φεύγοντας από το Βερολίνο έριξα πέτρα πίσω μου, από Αίγυπτο και κάτω κι από Δαμασκό ανατολικά έλεγα στους φίλους που με καλούσαν, κι ούτε η πτώση του Τείχους δεν με δελέασε. Αρκετά τα έξι χρόνια που πέρασα. «These days, Matsuda said, i find it hard to think of the world extending much beyond my garden», διάβαζα στο βιβλίο του Ishiguro και ταυτιζόμουν απόλυτα.

    Ο Αλέξης, η Φώφη, η Χλόη (από την έκδοση του βιβλίου).

    Το σπίτι όμως του Αλέξη στο Βερολίνο είναι μια εκπληκτική θέα στη λίμνη – ένα παλιό αρχοντικό με τεράστιες τζαμόπορτες, αγάλματα στη στέγη, κλαδιά ξερά, το παγωμένο νερό. Ο Αλέξης καθόταν στο μεγάλο τραπέζι, τραπέζι ξυλουργείου, κάπνιζε, κοίταγε τη λίμνη και ζωγράφιζε, λες και αυτό γινόταν δίχως δική του ανάμειξη, τσίκι τσίκι, γέμιζε τις επιφάνειες, φίλοι έμπαιναν κι έβγαιναν στο σπίτι αυτό εκεί, στο τσίκι τσίκι, μεριά της Ανάστασης, μέρες της Δικτατορίας, το καλοκαίρι οι λεύκες πρασίνιζαν, η Φώφη έγκυος, γεννήθηκε η Χλόη. Το περίγραμμα του Ταχτσή σ’ ένα τελάρο, πεταλούδες γύριζαν στο ταβάνι. Παίζαμε ένα παιχνίδι με μια μπάλα μεταλλική που ισορροπούσε πάνω σ’ ένα ξύλινο λαβύρινθο.

    Σκίτσο του Αλέξη Ακριθάκη (από την έκδοση του βιβλίου).

    Αργότερα του έδωσαν ένα εργαστήριο στο παλιό κτίριο της Wehrmacht στη Stauffenbergstraße. Ένα κτίριο που υπήρξε φυλακή, στρατώνας, χώρος βασανιστηρίων. Για να μπεις έπρεπε πρώτα να τηλεφωνήσεις να ξεκλειδώσει ο Αλέξης τις διάφορες σιδερένιες πόρτες. Είχε ένα κελί διπλό, μεγάλο, με χαμηλό ταβάνι, μουσική του Ravi Shankar και ινδονησιακά παιχνίδια. Τα κόκκινα και τα πορτοκαλιά με φόντο το γκρίζο ουρανό και τα απέναντι κελιά. Κοντά ήταν το Τείχος, η περιοχή ερειπωμένη με ξεχαρβαλωμένα σπίτια και τεράστιους ανοιχτούς χώρους απ’ όπου φαίνονταν οι φρουροί και τα συρματοπλέγματα του Ανατολικού Βερολίνου. Στο κανάλι δίπλα περνούσαν ποταμόπλοια φορτωμένα κάρβουνο. Ο Αλέξης έπαιζε με ποδηλάτες, με αγγέλους, με καραβάκια, «ζούλα σε μια βάρκα μπήκα», με φωτιές, σύννεφα, σκηνούλες, πριν αρχίσει να φτιάχνει τις βαλίτσες του.

    Χρωματιστά γυαλιά στη σκάλα, ανεβαίνοντας για το διαμέρισμα της Suarezstraße, πάλι το μεγάλο τραπέζι με τα σχέδια απλωμένα, με ένα λεπτό κοπίδι έξυνε προσεκτικά τη ρητίνη, την ανακάτευε με τον καπνό και έστριβε το τσιγάρο.

    Η Φώφη είχε ένα εστιατόριο, μαζευόταν εκεί πολύς κόσμος, ο Αλέξης έπαιζε φλίπερ.

     

    Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο της Νίκης Μαραγκού «Μια νύχτα με τον Αλέξη» από τις εκδόσεις Ροδακιό. 

     

    Διαβάστε ακόμα: Μνήμη Αλέξη Ακριθάκη από τον φίλο του Νίκο Σταθούλη. 

     

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top