Πίνοντας ως και την τελευταία σταγόνα.

Είναι μια ταινία για την διαχείριση της αποτυχίας και της απογοήτευσης. Δεν είναι δράμα ούτε κωμωδία, ακροβατεί ανάμεσα τους, όπως ακροβατούν οι ήρωες της ανάμεσα στην λύτρωση και την απελπισία και έχει τις απαραίτητες δόσεις φιλοσοφίας. Πρόκειται για το “Another Round”, το σκανδιναβικό έπος που υπογράφει ο Τόμας Βίντεμπεργκ και πρωταγωνιστεί ο εξαιρετικός Μαντς Μίκελσεν.

Πίσω από την δημιουργία μιας από τις πιο ιδιαίτερες ταινίες της χρονιάς, κρύβεται μια πολύ τραγική ιστορία. Ο αρχικός σχεδιασμός του σκηνοθέτη ήταν να συμπεριλάβει την 19χρονη κόρη του σε έναν από τους ρόλους της ταινίας, όπου και θα έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο. Δυστυχώς, σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, εκείνη έχασε την ζωή της και τέθηκε ένα μεγάλο δίλημμα στους δημιουργούς. Τελικά, ο Βίντεμπεργκ βρήκε παρηγοριά στην παραγωγή της ταινίας, δεν μπορούσε να σταματήσει ενώ ήταν όλα έτοιμα. Αποφάσισε να κάνει αυτή την ταινία για την κόρη του και το αποτέλεσμα είναι συγκινητικό, ακόμα και για κάποιον που δεν ξέρει αυτή την πληροφορία πριν την δει.

Φιλοσοφώντας πίνοντας μπόλικο αλκοόλ.

Η ιστορία εκτυλίσσεται σε τρεις συν μια πράξεις και έχει ως εξής: τέσσερις μεσήλικες καθηγητές αποφασίζουν να εξετάσουν την θεωρία του Φιν Σκέρντερουντ, ενός ψυχιάτρου που υποστηρίζει ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε γεννηθεί με έλλειμμα περιεκτικότητας αλκοόλ 0,05% στο αίμα. Όπως κάθε άνθρωπος που βρίσκεται σε υπαρξιακό αδιέξοδο, είναι έτοιμοι να πιστέψουν στα πάντα και θέτουν σε εφαρμογή την μελέτη της θεωρίας, στοιχείο που αν συνδυάσουμε με το σχολικό περιβάλλον κάνει την ταινία να θυμίζει σε στιγμές το Κύμα (Gansel, 2008).

Απεκδυόμενη κάθε πιθανότητα διδακτισμού, η ταινία εξωθεί έντεχνα τον θεατή να διαλέξει πλευρά.

Θεωρητικοποιούν, έτσι, την ανάγκη τους να εκτονώσουν την πίεση και την απογοήτευση που νιώθουν από τις ζωές τους μέσω της κατανάλωσης αλκοόλ. O Μίκελσεν (που μοιάζει όλο και περισσότερο στον Τάκη Σπυριδάκη) επικαλείται ως ιστορικός την παραγωγικότητα του Χέμινγουεϊ, του Τσώρτσιλ και του Ρούσβελτ, μεταξύ άλλων, οι οποίοι έπιναν κατά την διάρκεια της ημέρας και στις ώρες εργασίας τους. Ελπίζουν να γίνουν πιο αποδοτικοί ως δάσκαλοι και να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση για τις άλλες πτυχές της κοινωνικής τους ζωής.  Τα στάδια της μελέτης περιλαμβάνουν το αρχικό, όπου δοκιμάζουν να καλύψουν το έλλειμμα του 0,05%, το μεσαίο, όπου προσπαθούν να δουν τα αποτελέσματα μιας αύξησης του ποσοστού αυτού και καταλήγουν στο τελικό στάδιο, στην απόλυτη ύβρη του ανεξέλεγκτου, πλην λυτρωτικού μεθυσιού.

Τα θέματα που θίγει ο Βίντεμπεργκ στην ταινία είναι πολλά και εξόχως ενδιαφέροντα. Μοιάζει κι ο ίδιος, όπως και οι ήρωες του, να ακροβατεί στις δύο πλευρές όσων θίγει. Απεκδυόμενη κάθε πιθανότητα διδακτισμού, η ταινία εξωθεί έντεχνα τον θεατή να διαλέξει πλευρά. Κάτι που δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα εύκολο.

O Mαντς Μίκελσεν μοιάζει όλο και περισσότερο στον Τάκη Σπυριδάκη.

Όταν αναφέρεται στην καταστροφική σχέση των Δανών με το αλκοόλ, φροντίζει να μας υπενθυμίσει ότι “την χώρα την έχτισαν άνθρωποι πίνοντας”. Στην περίπτωση των ανθρώπινων σχέσεων, πάλι δεν υπάρχει άσπρο και μαύρο. Υπάρχουν άνθρωποι που αφέθηκαν και άφησαν, επέτρεψαν στους δεσμούς τους να ατροφήσουν και δίνουν μάχη με τον χρόνο για να τους ανακτήσουν. Η μοναξιά εμφανίζεται σαν φάντασμα που καταδιώκει τους πάντες.

Ο Βίντεμπεργκ έχει σκύψει με τρυφερότητα σε ζητήματα των εφήβων, όπως είναι το άγχος των εξετάσεων, το αλκοόλ ακόμα και ο σχολικός εκφοβισμός.

Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο που άφησα για το τέλος είναι οι ανησυχίες του σκηνοθέτη για τους νέους. Κύριο ζήτημα φαίνεται να είναι η μεταδοτικότητα των καθηγητών, σαν το μοναδικό όπλο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να γοητεύσουν τους μαθητές. Ο Βίντεμπεργκ έχει σκύψει με τρυφερότητα σε ζητήματα των εφήβων, όπως είναι το άγχος των εξετάσεων, το αλκοόλ (εννοείται, πάλι) ακόμα και ο σχολικός εκφοβισμός. Και πάλι, δεν φαίνεται να έχει κάποια απόλυτη άποψη να εκθέσει, ωστόσο φαίνεται έντονα ο προβληματισμός του για το σχολικό περιβάλλον.

Πιθανώς, να ήταν επηρεασμένος από τις πρόσφατες σχολικές εμπειρίες της κόρης του Ίντα, που δεν έζησε για να δει την ταινία (σκοτώθηκε το 2019 σε τροχαίο). Είμαι σίγουρος πως θα ήταν περήφανη για τον μπαμπά της.

 

Διαβάστε ακόμα: Παλιόφιλε Τζόνι Ντεπ, πώς κατάντησες έτσι;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top