«Όπως οι τοίχοι περιορίζουν το βλέμμα, το οποίο πάλι επεκτείνεται όταν έχει εμπρός του κάμπους και χωράφια, έτσι και η μεν κοινωνία περιορίζει το πνεύμα μου, η δε μοναχικότητα και πάλι το επεκτείνει». (Eric Drass, «Schopenhauer and Atman»).

Σε έναν κόσμο στον οποίον τα πέντε τουλάχιστον έκτα του πληθυσμού είναι καθάρματα ή τρελοί και βλάκες, πρέπει όποιος ανήκει στο τελευταίο ένα έκτο, και δη τόσο περισσότερο όσο διαφορετικότερος είναι από τους άλλους, να βασίζει το σύστημα της ζωής του στο να είναι αποτραβηγμένος – όσο δε πιο μακριά, τόσο το καλύτερο.  Η πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι μια έρημος μέσα στην οποία δεν μπορεί κανείς να ελπίζει σε συντροφιά πρέπει να καταστεί συναίσθηση και συνήθεια. Όπως οι τοίχοι περιορίζουν το βλέμμα, το οποίο πάλι επεκτείνεται όταν έχει εμπρός του κάμπους και χωράφια, έτσι και η μεν κοινωνία περιορίζει το πνεύμα μου, η δε μοναχικότητα και πάλι το επεκτείνει.

«Τα πέντε τουλάχιστον έκτα του πληθυσμού είναι καθάρματα ή τρελοί και βλάκες».

Σχετικά μ’ εκείνον που αναζητεί την αλήθεια και την βρίσκει, ο Giordano Bruno λέει ότι, από κοινός, συνηθισμένος, πολιτισμένος και αγαπητός, γίνεται αγροίκος, όμοιος με ελάφι ή με κάτοικο της ερήμου, και ότι όλοι όσοι θέλουν να απολαύσουν επί της γης μια ανώτερη ζωή λένε με μια φωνή ecce elongavi fugiens et mansi in solitudine [ιδού, έφυγα μακριά και έμεινα στην μοναξιά, 55ος Ψαλμός, 8]. Διότι η ενασχόληση με τα θεία τούς έκανε νεκρούς για το πλήθος. Το ίδιο είπε επίσης ο Kleist και το επαίνεσε ο Σίλλερ:
Ένας αληθινός άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται μακριά από τους ανθρώπους.

«Όλη μου τη ζωή αισθανόμουν τρομακτικά μοναχικός και πάντοτε αναφωνούσα με βαθύ αναστεναγμό: Δώσε μου τώρα έναν άνθρωπο!», εκμυστηρεύεται ο Σοπενχάουερ σε ένα άλλο σημείο του βιβλίου. (Αριστερά: Mike Newton, «Arthur Schopenhauer», 2018. Δεξιά: Στο εξώφυλλο του βιβλίου: Arthur Schopenhauer, «Αυτοπροσωπογραφία», 1855).

Σ’ έναν κόσμο τόσο ολοκληρωτικά ποταπό, κάθε τι σπουδαίο κατ’ ανάγκην θα απομονώνεται, όπως και έχει άλλωστε συμβεί. Όσο πιο πολύ μπορεί κανείς να απαλλαγεί από την κοινωνία με τους άλλους ανθρώπους, τόσο πιο καλά είναι. Όπως ο πεινασμένος αφήνει ένα μη βρώσιμο ή δηλητηριώδες χόρτο και δεν το τρώει, το ίδιο πρέπει να κάνει με τους ανθρώπους, έτσι όπως αυτοί είναι, και όποιος νιώθει την ανάγκη για κοινωνία. Είναι άρα μεγάλη και σπάνια τύχη να κατέχει κανείς  αφ’ εαυτού τόσα ώστε να μην ωθείται, από κορεσμό ή ανία, στο να αναζητεί την κοινωνία με τους ανθρώπους, για τους οποίους ακόμα και ευγενής και πράος Πετράρχης λέει:

Non enim vile tantummodo foedumque, sed
(quod invitus dico, quodque utinam non tam late
notum experientia fecisset, assidueque faceret,)
perniciosum quoque, varium et infidum et anceps
et ferox et cruentum animal est homo!

[Διότι ο άνθρωπος δεν είναι ζώο μόνο ποταπό
και απεχθές, αλλά –και το λέω απρόθυμα,
μακάρι να μην το είχε δείξει η εμπειρία και να
μην συνέχιζε να το δείχνει– και βλαβερό, άστατο,
άπιστο, αναξιόπιστο, θηρίο άγριο!].
(Πετράρχης, De vita solitaria, praefatio)

 

//Από το βιβλίο του Arthur Schopenhauer «Η τέχνη του γνώθι σαυτόν» (ή «Τα εις εαυτόν»). Εισαγωγή – Μετάφραση: Παύλος Κλιματσάκης. Επιμέλεια: Δημήτρης Υφαντής. Εκδόσεις Ροές (σειρά microMEGA), 2018.

 

Διαβάστε ακόμα, Αντρέ Μωρουά: «Αυτοί είναι οι τέσσερις κανόνες της ζωής· δεν υπάρχουν άλλοι».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top