Ο γαλαζοαίματός μας  άκουγε στο χαϊδευτικό Karl Friedrich Hieronymus Freiherr von Münchhausen και γεννήθηκε πριν από ακριβώς 300 χρόνια, στις 11 Μαΐου του 1720, στην περιοχή του Ανόβερου.

Ο αιώνιος παραμυθάς, άξιος απόγονος του Δον Κιχώτη και του Καπιτάνο της Commedia dell’ arte, πρόγονος του Capitaine Bonhomme (Michel Noël) και πρωτοξάδελφος του Συρανό ντε Μπερζεράκ (Εντμόν Ροστάν), ο βαρόνος Μινχάουζεν συμβολίζει τη δύναμη της ονειροπόλησης.

Οι αφηγήσεις του είναι υπερφυσικές, απίθανες, τρελές, καθαρές εξτραβαγκάντσιες. Κι όμως, στο άκουσμα των κατορθωμάτων του αφήνεσαι να παρασυρθείς χωρίς αντίσταση, θέλεις απελπισμένα να τις πιστέψεις.

Στο μενού: ταξίδι στη Σελήνη, ταξίδι στο κέντρο της Γης, ταξίδι πάνω στην μπάλα ενός κανονιού, ταξίδι με αερόστατο καμωμένο από τα κιλοτάκια σεβάσμιων κυριών της πόλης, κατάδυση 20.000 λεύγες υπό τη θάλασσα, πλατσούρισμα σε λίμνες με γάλα και σοκολάτα, pas-de-deux με την Αφροδίτη αυτοπροσώπως. Ακόμα, ιππασία πάνω σε μισό αλογάκι και πώς να φυτέψετε μια κερασιά στο κεφάλι ενός ελαφιού. Ο άνθρωπος δεν αερολογούσε. Τραγουδούσε αληθινές ονειροφαντασίες πάνω σ’ ένα ιπτάμενο χαλί.

Ο κατά Terry Gilliam βαρόνος Μινχάουζεν με πρωταγωνιστή τον Robin Williams.

Ο γαλαζοαίματός μας είναι απρόσμενα υπαρκτό πρόσωπο. Άκουγε στο χαϊδευτικό Karl Friedrich Hieronymus Freiherr von Münchhausen και γεννήθηκε πριν από ακριβώς 300 χρόνια, στις 11 Μαΐου του 1720, στην περιοχή του Ανόβερου. Ξάδελφος του βοτανολόγου Otto von Münchhausen, πρύτανη του πανεπιστημίου του Γκέτινγκεν, στα νιάτα του εκτελεί χρέη ιπποκόμου στην αυλή του πρίγκιπα Antoine-Ulrich de Brunswick-Wolfenbüttel.

Οι καταπληκτικές ιστορίες του βαρόνου Μινχάουζεν αποτελούν το corpus ενός συλλογικού φαντασιακού.

Ως ακόλουθός του, συμμετέχει το 1740 στα μισθοφορικά σώματα του ρωσικού στρατού. Επί δέκα χρόνια μάχεται υπέρ της Ελισάβετ Α΄ κατά των Οθωμανών στην Κριμαία. Τέσσερα χρόνια αργότερα παντρεύεται τη Jacobine von Dunten στη Λετονία και χρίζεται ίλαρχος.

Στις ιστορίες του όλα είναι πιθανά.

Είναι το 1750 όταν αποφασίζει να επιστρέψει στο οικογενειακό château του Bodenwerder, για να ζήσει ως γαιοκτήμονας. «Εμπιστεύεται» τις συναρπαστικές περιπέτειές του στον Ροδόλφο Ράσπε. Ο μετονομαζόμενος «βαρόνος του ψεύδους» ξαναπαντρεύεται το 1794 την Bernardine von Brunn. Θα χωρίσει και μετά θα πεθάνει από τυφοειδή πυρετό, αδέκαρος. Είναι το 1797.

Οι καταπληκτικές ιστορίες του βαρόνου Μινχάουζεν αποτελούν το corpus ενός συλλογικού φαντασιακού που έρχεται να ενισχυθεί από το θαυμαστό και τη νοσταλγική αγριότητα ενός πρώην στρατιωτικού. Και όπως θα ήταν αναμενόμενο, από το πρωτότυπο κείμενο ώς τις πολυάριθμες κατοπινές μυθιστορίες με πρωταγωνιστή τον βαρόνο μεσολαβεί ολόκληρη σειρά παρωδιών, παστίς και «αποκρύφων».

Το πρωτότυπο έργο ανάγεται στο 1785, όταν ο Ράσπε συλλέγει, ταξινομεί και, τέλος, εκδίδει τα αποκυήματα της φαντασίας του βαρόνου στα αγγλικά, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Κατόπιν, το 1786, οι Περιπέτειες μεταφράζονται στα γερμανικά από τον Gottfried August Bürger. Εκείνος, «πειράζει» τις ιστορίες και παραδίδει μια πιο ποιητική και σατιρική εκδοχή τους.

Aριστερά: έργο του Gottfried Franz εμπνευσμένο από τον Μινχάουζεν. Δεξιά: το βιβλίο του Rudolph Erich Raspe.

Ο μυθομανής αριστοκράτης μας έδωσε το όνομά του και σε ένα είδος ψυχικής διαταραχής, το «σύνδρομο Μινχάουζεν».

Η λογοτεχνική πορεία τους συνεχίζεται με τη γαλλική τους μετάφραση από τον Τεοφίλ Γκοτιέ υιό το 1854 σε εικονογράφηση Γκυστάβ Ντορέ. Όμως, το πακέτο σακατεύεται, καθώς κάποια αποσπάσματα κρίθηκαν όχι αρκούντως «πολιτικά ορθά» από τους συγχρόνους.

Στον κινηματογράφο ευτύχησαν με τις μεταφορές τους (έξι συνολικά) κυρίως από τον ένδοξο Georges Méliès το 1911, τον Karel Zeman το 1961 και τον Terry Gilliam του Brazil το 1988.

Ο μυθομανής αριστοκράτης μας έδωσε το όνομά του και σε ένα είδος ψυχικής διαταραχής, το «σύνδρομο Μινχάουζεν» και το «σύνδρομο Μινχάουζεν διά πληρεξουσίου (ή δι’ αντιπροσώπου)». Η απλή του μορφή περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1951 από τον Άγγλο ψυχίατρο Richard Asher.

Από το πρωτότυπο κείμενο ώς τις πολυάριθμες κατοπινές μυθιστορίες με πρωταγωνιστή τον βαρόνο μεσολαβεί ολόκληρη σειρά παρωδιών, παστίς και «αποκρύφων».

Αφορά σε άτομα που προσποιούνται συμπτώματα ψυχικών ασθενειών με ιδιαίτερη πειθώ, με αποτέλεσμα να ξεγελούν ακόμα και τους εμπειρότερους γιατρούς. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν συναίσθηση ότι εξαπατούν, σε αντίθεση με τους υποχόνδριους που είναι πεπεισμένοι ότι έχουν κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας.

Όμως, μια τέτοια ταύτιση δεν συνιστά ευγενή αντιμετώπιση του ευγενούς μας. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι άδικη και στρεψόδικη. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για τον αιώνα των Φώτων ή, άλλως, τον αιώνα του Ορθού Λόγου. Αυτό που κάνει ο βαρόνος μας είναι να καλλιεργεί την παραμυθία ώστε να αψηφήσει μια θανατερή πραγματικότητα. Να βγάλει τη γλώσσα σε μια αναδυόμενη κοινωνία που δέχεται να υποταχθεί στην άτεγκτη λογική και εξισώνει τη ζωή με το τετριμμένο και την πεζότητα. Αυτό που κάνει ο βαρόνος μας είναι να δίνει στο όνειρο τη θέση που του πρέπει.

 

Διαβάστε ακόμα: Δον Κιχότε, o τρελός ιππότης που μας μοιάζει.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top