Φάτσα από τις λίγες στο Χόλιγουντ.

Σήμερα, τα πάντα είναι «cult», από τα sneakers ώς τις πατάτες τηγανητές. Αλλά στην περίπτωση του Bill Murray, 71 ετών, δεν πρόκειται για κλισέ, αλλά για γεγονός. Από την αναμαλλιασμένη καούκα του ώς το βλέμμα του δαρμένου σκύλου και το ασήμαντο παρουσιαστικό, τα πάντα πάνω του είναι καλτ. Περιλαμβανομένης και της σεπτής σημασίας του όρου: στο Internet, μπορείς να προμηθευτείς κεριά «προσευχής» με τη φάτσα του. Χώρια τα σατιρικά t-shirts, τις συσκευές τηλεφώνου ή τα σουβέρ, ένα ετερόκλητο συνοθύλευμα από κιτσαρίες που εκτοξεύει τον τύπο κατευθείαν στην πολύ κλειστή λέσχη των ποπ ειδώλων.

Η μορφή του έχει μετατραπεί σε logo, κάπου ανάμεσα σε Τσε Γκεβάρα, Μέριλιν Μονρόε και Νταρθ Βέιντερ. Τι έχει κάνει για να τ’ αξίζει αυτό; Δεν είναι ούτε επαναστάτης ούτε ξανθός και ποτέ δεν είχε σκοπό να κατακτήσει τον παραμικρό γαλαξία. Κι όμως, η κουρασμένη και αινιγματική φιγούρα του, στυλ Droopy, στολίζει τους τοίχους των μπαρ και εμπνέει την τέχνη του δρόμου.

Για τον Μπιλ Μάρεϊ δεν τρέχει κάστανο. Ο ήρωάς μας δεν έχει κινητό τηλέφωνο, ατζέντη και ατζέντα.

Εννοείται πως το μοναδικό και πολύ ιδιαίτερο ταλέντο του, αυτό το κράμα απορημένης αγαθοσύνης, συγκίνησης και ζαμανφουτισμού, δεν έχει να κάνει σε τίποτα. Τους λόγους αυτής της πρόωρης αγιοποίησης πρέπει να τους αναζητήσει κάποιος σε μια εκλεκτική φιλμογραφία που μπάζει από παντού.

Τι να κάνουμε; Αρέσει του ανθρώπου –υποψήφιου για Όσκαρ το 2004- να κάνει διαλείμματα στην καριέρα του, για παράδειγμα όταν το 1984 του τη δίνει και πάει να σπουδάσει Φιλοσοφία στη Σορβόννη συν γυναιξί και τέκνοις. Όμως, εκεί ανακαλύπτει τον Μπάστερ Κίτον, δάσκαλό του στο μινιμαλιστικό παίξιμο για μάξιμουμ αποτέλεσμα. «Ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου», θα πει.

Ο Μάρεϊ κουβαλάει ένα κράμα απορημένης αγαθοσύνης, συγκίνησης και ζαμανφουτισμού (Photo by Franco Origlia).

Είτε από την περίοδό του την αφιερωμένη στην κωμωδία (ποιος μπορεί να ξεχάσει τη Μέρα της Μαρμότας του Χάρολντ Ράιμις) ώς το γλίστρημα στη μελαγχολία (Χαμένοι στη μετάφραση της Σοφία Κόπολα, Υδάτινες Ιστορίες του Γουές Άντερσον ή το γλυκόπικρο Τσακισμένα Λουλούδια του Τζιμ Τζάρμους), καθένας ψάχνει τον δικό του Μπιλ: το φοιτηταριό, οι χίπστερς και οι σινεφίλ, οι γέροι και τα πιτσιρίκια. Για όλους αυτούς, το σημείο επαφής είνα η ατάκα από μια καναδική ταινία που μετατράπηκε σε τροπάρι: «It doesn’t matter».

Ανέκαθεν του άρεσε να σκάει μούρη απρόσκλητος και να δωρίζει απρόσμενα ποιητικά χάπενινγκς σε εργάτες, όπως έκανε για το καινούργιο Poets House της Νέας Υόρκης.

Γιατί ναι, για τον Μπιλ Μάρεϊ δεν τρέχει κάστανο. Ο ήρωάς μας δεν έχει κινητό τηλέφωνο, ατζέντη και ατζέντα. Εξηγούσε περί αυτού το 2004: «Όταν έχεις ατζέντη, το τηλέφωνο χτυπάει συνέχεια, γιατί υπάρχει κάποιος του οποίου η δουλειά είναι να έχει κάποιον άλλον στη γραμμή, οπότε παίρνει ένα νούμερο και το αφήνει να χτυπήσει 75 φορές». Και ποιος έχει όρεξη να απαντήσει σε ένα τύπο που το κάνει αυτό; Πάντως όχι ο Μπιλ Μάρεϊ.

Χαλαρός όσο δεν παίρνει (Φωτογραφία: piemediagroup.com).

Οπότε έχει έναν αυτόματο τηλεφωνητή για όποιον τυχερό καταφέρει να βρει το νούμερό του. Ο οποίος θα αφήσει ένα μήνυμα. Αν τον ενδιαφέρει, θα τον καλέσει. Ίσως την επαύριο. Ίσως σε έξι μήνες. Ίσως ποτέ. Οι πάντες πρέπει να περάσουν απ’ αυτήν τη διαδικασία, ακόμα και οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί (οι πιο έξυπνοι και/ή οι πιο απελπισμένοι θα επιχειρήσουν να τον κοντακτάρουν μέσω του δικηγόρου του).

Μη νομίζετε ωστόσο ότι ο Μπιλ, γεννηθείς 21/9/1950 και παντρεμένος δις, είναι ένας ερημίτης. Αντίθετα, βρίσκεται παντού: Μπορεί π.χ. να δίνει μαθήματα χειροπρακτικής σε ένα γήπεδο του γκολφ πριν από κάποιο τουρνουά, όπου εμφανίζεται ντυμένος με στολή παραλλαγής. Ανέκαθεν του άρεσε να σκάει μούρη απρόσκλητος και να δωρίζει απρόσμενα ποιητικά χάπενινγκς σε εργάτες, όπως έκανε για το καινούργιο Poets House της Νέας Υόρκης. Όπως του αρέσει να αργεί στα γυρίσματα και να ρίχνει στην πισίνα ανθρώπους που δεν του φταίνε σε τίποτα.

Υπάρχουν εκείνοι που τον πέτυχαν να πλένει τα πιάτα σ’ ένα φοιτητικό πάρτι. Ή οι αρραβωνιαστικές που απλώς είδε τη φωτογραφία τους στο δρόμο. Και κυρίως εκείνος ο ταξιτζής από τον οποίο πήρε τη θέση του στο τιμόνι, για να τον αφήσει να παίξει το σαξόφωνό του σε μια μακρά διαδρομή. Ο δρόμος τον φέρνει σε ένα μπαρ του Ώστιν όπου γίνεται κάποιο φεστιβάλ, οπότε αρχίζει να κάνει τον μπάρμαν και να σερβίρει τεκίλα σ’ όλους τους πελάτες, ασχέτως του τι ποτό έχουν παραγγείλει. Ή, μεθυσμένος, να τσιμπάει ένα από κείνα τα αυτοκινητάκια του γκολφ για να γυρίσει στο ξενοδοχείο του στη Στοκχόλμη.

Αλήθεια ή ψέματα; Αυτή είναι η μεγάλη πρωτοτυπία του φαινομένου «Μπιλ Μάρεϊ»: βρισκόμαστε κάπου μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, εκεί που δημιουργείται ένα είδος αστικού μύθου που τροφοδοτείται από τις αληθινές κουλαμάρες του ηθοποιού, οι οποίες γεννούν με τη σειρά τους άλλες επινοημένες. Κάποτε ο Τσάκ Νόρις διάβασε τα ανέκδοτα για την πάρτη του από τηλεοράσεως. Ε λοιπόν, είναι κάτι παρόμοιο, αλλά σε περφόρμανς κι όχι στην τηλεόραση.

Mε την Σκάρλετ Γιόχανσον στο Lost in Translation (Φωτογραφία: howardstern.com).

Στα 20 του, έχοντας χαρακτηριστεί «ανεξέλεγκτος» απ’ τους καθηγητές του, αριβάρει στο αεροδρόμιο του Σικάγο με 20 κιλά μαριχουάνα και κάνει τους επιβάτες της πτήσης να πιστέψουν ότι κουβαλάει επίσης δυο βόμβες στις αποσκευές του. Περνάει τα γενέθλιά του στο δικαστήριο και αναγγέλλει στους ιρλανδο-καθολικούς γονείς του το σχέδιο για το μέλλον του: να παρατήσει την Ιατρική και να περάσει τη ζωή του ντιλάροντας και ταξιδεύοντας. Ήταν το 1970 και η οικογένεια είχε εννέα παιδιά.

Δείχνει μετά βίας να πιστεύει τις ιστορίες που παίζει. Κοιτάζει την κάμερα χωρίς ποτέ να το κάνει πραγματικά.

Ο πρωτότοκος αδελφός του Μπράιαν, ήδη ηθοποιός, τον συμβουλεύει: «Αντί να κάνεις μαλακίες στη ζωή σου, κάνε τις στη σκηνή». Ο θίασος Second City του Σικάγο είναι ένας ναός του αυτοσχεδιασμού και της πολιτικής σάτιρας. Το σύνθημά του: «Τολμήστε να προσβάλλετε». Το 1977 τον βρίσκει να συμπληρώνει τα ιδρυτικά μέλη του βιτριολικού Saturday Night Live (μεταξύ των οποίων και ο Τζον Μπελούσι), που θα τον κάνει γνωστό στο ευρύ κοινό. Στον επικήδειο λόγο για τον φίλο του, το 1982, θα κλείσει ως εξής: «Ήταν ένας ελεεινός, δεν θα μας λείψει», κρύβοντας τη θλίψη του.

Αξίζει να πιεις ένα ποτό μαζί του (Φωτογραφία: newyorker.com).

Αυτός ο cool Μπιλ Μάρεϊ θα εξελιχθεί σ’ έναν ηθοποιό που διατηρεί μια σχέση ειρωνικής απόστασης απέναντι στην κάμερα. Δείχνει μετά βίας να πιστεύει τις ιστορίες που παίζει. Κοιτάζει την κάμερα χωρίς ποτέ να το κάνει πραγματικά. Κι είναι εξαιτίας αυτής της αποστασιοποίησης, αυτής της ειρωνείας που θα τον αγαπήσει ο κόσμος. Έχει μια πλευρά Μπάρτλεμπυ, όπως στο διήγημα του Μέλβιλ. Ο τύπος που θα μπορούσε διαρκώς να επαναλαμβάνει «Αρχίστε χωρίς εμένα», όπως είναι κι ο τίτλος της βιογραφίας του από τον Yal Sadat.

Στο βιτριολικό Saturday Night Live (Φωτογραφία: chicagotribune.com).

Ο Μπιλ Μάρεϊ των 60 ταινιών, ο πιο υπαρξιστής από του Αμερικανούς ηθοποιούς, έκανε τα πρώτα του βήματα παίρνοντας μέρος σε μια ομάδα αυτοσχεδιασμού.

Συν τοις άλλοις, έχει και μια παράλληλη ζωή. Λατρεύει τη μουσική. Εξάλλου, τα πρώτα του ημιεπαγγελματική βήματα τα κάνει στα 17 του ως τραγουδιστής του garage συγκροτήματος Dutch Masters. Και το 2007, στο φεστιβάλ των μπλουζ Crossroads θα βρεθεί να παίζει με τον Έρικ Κλάπτον. Δέκα χρόνια αργότερα, θα βγάλει δίσκο παρέα με την κλασική βιολεντσελίστρια Jon Vogler, όπου ερμηνεύει τα σάουντρακ του West Side Story. Διαβάζει επίσης με την μπάσα του φωνή, λες και πνιγμένη στο μπέρμπον, κλασικά κείμενα της αμερικανικής λογοτεχνίας (Χεμινγουέι, Γουόλτ Γουίτμαν, Μαρκ Τουέιν) που εναλλάσσονται με μουσικές του Καμίγ Σεν-Σανς, του Ραβέλ ή του Γκέρσουιν.

Στην cult ταινία Ghostbusters (Φωτογραφία: startribune.com).

Ο Μπιλ Μάρεϊ των 60 ταινιών, ο πιο υπαρξιστής από του Αμερικανούς ηθοποιούς, έκανε τα πρώτα του βήματα παίρνοντας μέρος σε μια ομάδα αυτοσχεδιασμού. Προφανώς δεν σταμάτησε ποτέ. Γυαλίζοντας τον ένα και μοναδικό ρόλο της ζωής του: ελεύθερο ηλεκτρόνιο, με λίγο ξύσμα ζεν κι ένα σπυρί τρέλας. «Η αδελφή μου είναι καλόγρια και αυτήν τη στιγμή ζητάει γονατιστή συγχώρεση για τις αμαρτίες μου. Είμαι καλυμμένος».

 

Διαβάστε ακόμα: Τζέρεμι Άιρονς. O πιο καλοντυμένος άνθρωπος του Χόλιγουντ.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top