Αριστερά: παλιά διαφήμιση των Muratti. Δεξιά: τα Muratti διά χειρός Άντι Γουόρχολ.

Για καπνίζοντες και μη. Για τους λάτρεις του ζεστού καπνού που εισέρχεται στα σωθικά και τα αναρριπίζει, αλλά και για εκείνους που δεν δοκίμασαν ποτέ τη ζαλιστική μέθη ενός τσιγάρου. Πόσω μάλλον ενός τσιγάρου Muratti. Κι όμως, το νέο βιβλίο του Χρήστου Αστερίου «Muratti – Ένας αποχαιρετισμός» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να μάθουμε την θαμμένη -πλην ενδιαφέρουσα- ιστορία των τσιγάρων Muratti.

Πίσω από την καπνοβιομηχανία που μεσουράνησε στις αρχές του 20ου αιώνα και για κάμποσες δεκαετίες ήταν φημισμένη σε όλη την Ευρώπη, υπήρχε η οικογένεια Μουράτογλου (πατήρ και οι δύο γιοι του). Ξεκίνησαν από την Κωνσταντινούπουλη στα τέλη του 19ου αιώνα απλώθηκαν στο Βερολίνο και το Μάντσεστερ και έγιναν συνώνυμο εξέλιξης του παλαιού κόσμου που οδηγούνταν ταχέως στην εκβιομηχάνιση και την ανακάλυψη νέων τεχνολογιών.

Το παράδοξο είναι ότι η λήθη του χρόνου σκόρπισε τις προσωπικότητες των Μουράτογλου, σε σημείο να μην υπάρχει σωμένη ούτε μια φωτογραφία τους! Λες και ο χρόνος τους φύλαξε μια παράξενη μοίρα. Ο συγγραφέας Χρήστος Αστερίου χρειάστηκε να καταφύγει σε επιστολές, ημερολογιακές καταγραφές και σε δικαστικά έγγραφα και σε έναν μυθοπλαστικό αφηγητή για να ανασυστήσει την καπνοβιομηχανία Muratti. Μια μικρή αυτοκρατορία που πέρασε από τη φάση της ανόδου στην αναπόδραστη της πτώσης.

Γερμανική διαφήμιση εποχής για τα τσιγάρα Muratti.

Ο Χρήστος Αστερίου μίλησε στο Andro για την αφορμή που τον οδήγησε σ’ αυτό το βιβλίο, τα προβλήματα που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της έρευνας, αλλά και την πραγματική δύναμη που έχει ο χρόνος πάνω μας.

«Έχω καπνίσει στο παρελθόν μόνο σποραδικά και εντελώς ερασιτεχνικά. Ως εκ τούτου δεν έχω δοκιμάσει ποτέ τα καπνά Muratti».

– Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον για την καπνοβιομηχανία Muratti; Ήταν δέλεαρ το γεγονός ότι οι δημιουργοί ήταν Έλληνες;

Μέχρι το 2017 δεν γνώριζα τίποτα σχεδόν για την συγκεκριμένη φίρμα τσιγάρων. Θεωρούσα μάλιστα, όπως και οι περισσότεροι γνωστοί και φίλοι μου, πως είναι μια εταιρεία μάλλον ιταλική. Στο Βερολίνο, όπου έζησα τα τελευταία χρόνια, άκουσα, εντελώς τυχαία, πως οι ιδιοκτήτες της ήταν Έλληνες. Μπήκα τότε στην διαδικασία να ψάξω στοιχεία για αυτούς χωρίς να γνωρίζω τι προσδοκούσα να βρω ή τι ήθελα να κάνω με όσα θα εύρισκα.

– Έχεις καπνίσει ποτέ τα τσιγάρα της εταιρείας;

Το αστείο της υπόθεσης είναι πως έχω καπνίσει στο παρελθόν μόνο σποραδικά και εντελώς ερασιτεχνικά. Ως εκ τούτου δεν έχω δοκιμάσει ποτέ τα καπνά Muratti ή, για να είμαι ακριβέστερος, τα Muratti Ambassador που κυκλοφορούν ακόμα. Ας αναφερθεί εδώ πως η συγκεκριμένη ποικιλία λίγο έχει να κάνει με τα παλιά οθωμανικά τσιγάρα.

– Πώς και επέλεξες τη μορφή του αφηγήματος και όχι της μυθοπλασίας; Θα μπορούσε η οικογένεια Μουράτογλου να αποτελέσει τη βάση για ένα μυθιστόρημα εποχής;

Φυσικά και θα μπορούσε να γίνει μυθιστόρημα. Θα απαιτούσε, ωστόσο, άλλο τρόπο γραφής με μεγάλες δόσεις μυθοπλασίας. Από την στιγμή που αποφάσισα να γράψω κάτι το  οποίο θα ισορροπεί ανάμεσα σ’ αυτό που ονομάζουμε fiction και non fiction, η φόρμα του αφηγήματος ήταν η ιδανική. Το τελικό αποτέλεσμα προέκυψε μετά από κάμποσες δοκιμές, συρραφές και αναδιατάξεις του υλικού και της κυρίως αφήγησης.

Yπαίθρια αγοράς στην Wittenbergplatz, το 1935. Ένα λεωφορείο φέρει την διαφήμιση Muratti (Φωτογραφία: Van de Poll).

«Πολλές φορές αναρωτιέμαι γιατί επιβίωσε η σοκολατοβιομηχανία Sarotti που ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την εταιρεία Muratti στο Βερολίνο ενώ η τελευταία διαλύθηκε σαν μια τολύπα καπνού».

– Ο σπόρος της μυθοπλασίας δεν λείπει, πάντως, από το αφήγημα. Θέλεις να μας πεις για τους λόγους που εισάγεις τον ηλικιωμένο αφηγητή που πλησιάζει κι αυτός προς το τέλος του βίου του;

Ο ηλικιωμένος, ανώνυμος αφηγητής βρίσκεται στην δύση της ζωής του. Έχει προβλήματα υγείας και σχεδόν έχει αποτραβηχθεί από τα πράγματα. Στο βιβλίο δεν υπάρχει μόνο η «μικρή αυτοκρατορία» της καπνοβιομηχανίας Muratti αλλά κι αυτή που συνιστά ο ίδιος ο αφηγητής. Βλέποντας τα σημάδια της παρακμής στο σώμα του και, όντας πρώην φανατικός καπνιστής, μπαίνει στην διαδικασία της έρευνας με σκοπό να ανασυνθέσει την ιστορία των Muratti, να τους διασώσει τρόπον τινά και να τους αποδώσει στις πόλεις όπου έδρασαν. Γνωρίζοντας πως σύντομα κι αυτός πρόκειται να παραδοθεί στην λήθη, η όλη διαδικασία της έρευνας δρα επάνω του ανακουφιστικά.

Αγγλική διαφήμιση για τα τσιγάρα Muratti.

– Ακόμη και στις στιγμές μεγαλείου της επιχείρησης, διότι υπήρξαν πολλές τέτοιες, υπάρχει μια αίσθηση επαπειλούμενης φθοράς, κάτι που επίκειται να συμβεί στο μέλλον. Είναι λάθος αυτή η εκτίμηση ή ήταν και δική σου πρόθεση να δείξεις την πορεία προς την πτώση; 

Ο αφηγητής παρακολουθεί την πορεία της εταιρείας γνωρίζοντας την κατάληξη και εξαφάνισή της. Ακόμα κι όταν μιλά για την εποχή της ακμής το κάνει με μια υπόγεια μελαγχολία. Από την άλλη υπάρχει η ικανοποίηση για την, προσωρινή έστω, διάσωσή της μέσω της αφήγησης.

– Δημιουργεί πολλά ερωτηματικά το γεγονός ότι υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία για τους Μουράτογλου. Από τον ιδρυτή έως τα τέκνα και λες τους σκόρπισε η σκόνη του χρόνου. Ούτε καν φωτογραφίες τους δεν υπάρχουν. Γιατί πιστεύεις;

Μετά από έρευνα τεσσάρων χρόνων και ως την στιγμή που άρχισα να γράφω, ήλπιζα πως θα βρεθεί κάποιος φάκελος με το αρχείο της εταιρείας. Το γεγονός ότι κανείς από τους δύο αδερφούς δεν άφησε απογόνους συνετέλεσε, μάλλον, στην απώλεια κάθε ίχνους της πρώτης περιόδου, αυτής δηλαδή που με ενδιέφερε περισσότερο. Σίγουρα θα έπαιξε ρόλο και ο παράγοντας τύχη. Πολλές φορές αναρωτιέμαι γιατί επιβίωσε η σοκολατοβιομηχανία Sarotti που ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την εταιρεία Muratti στο Βερολίνο ενώ η τελευταία διαλύθηκε σαν μια τολύπα καπνού.

Το πρώην κτήριο των Muratti στο Μάντσεστερ, γωνία Όξφορντ και Γουίτγουρθ (Φωτογραφία: Χρήστος Αστερίου).

– Με δεδομένο ότι τα στοιχεία είναι ελάχιστα, τι δυσκολίες αντιμετώπισες στην έρευνά σου;

Έπρεπε να αποδεχθώ το γεγονός ότι θα έγραφα έχοντας στην διάθεσή μου ελάχιστα ντοκουμέντα και πολύ λίγες πληροφορίες. Θα ήταν προφανώς διαφορετικό το βιβλίο αν γνώριζα πολλά, αν είχα φωτογραφίες, συμβόλαια, τιμολόγια. Η συνειδητοποίηση πως είχα φτάσει σε αδιέξοδο λειτούργησε απελευθερωτικά εν τέλει. Άρχισα να υφαίνω την ιστορία γράφοντας σ’ αυτό το κενό.

– Γράφεις: «Είμαστε όλοι εμείς μικρές αυτοκρατορίες, προορισμένες να χαθούν». Νομίζω πως το βιβλίο ανοίγεται και σε μια άλλη διάσταση, πέραν της Muratti, αυτή του χρόνου, της λήθης και της υπαρξιακής αναζήτησης του τι μένει από εμάς. Ηταν αυτή η πρόθεσή σου;

Η ιστορία των Muratti στάθηκε η αφορμή να ειπωθούν πράγματα που την ξεπερνούν. Ακόμα και ο τίτλος «μικρές αυτοκρατορίες» δεν αναφέρεται μόνο στους Muratti αλλά και στον καθένα μας. Στήνουμε μικρές αυτοκρατορίες (σπιτικά, επιχειρήσεις) που είναι προορισμένες να χαθούν. Πολλά από τα γραφόμενα στο βιβλίο αφορούν γενικότερα την σχέση μας με τον χρόνο και την απώλεια.

«Φαντάζομαι τους Μουράτογλου σαν δυο καλοσπουδαγμένους βιομήχανους που έζησαν σε μια από τις συναρπαστικότερες περιόδους του 20ου αιώνα».

– Πώς θα τους χαρακτήριζες τους Μουράτογλου; Τι έχεις καταλάβει απ΄αυτούς;

Τους φαντάζομαι σαν δυο καλοσπουδαγμένους βιομήχανους που έζησαν σε μια από τις συναρπαστικότερες περιόδους του 20ου αιώνα. Τα λίγα στοιχεία που αλίευσα εδώ κι εκεί αποδεικνύουν πως υπήρξαν εξαιρετικά επιτυχημένοι. Το μάρκετινγκ και οι επενδύσεις τους ήταν υποδειγματικά σχεδιασμένα και εκτελεσμένα.

Μεταλλικό κουτί τσιγάρων Muratti με φωτογραφία του Κάιζερ Γουλιέλμου.

– Η ιστορία της καπνοβιομηχανίας Muratti, με τον τρόπο της, μας δείχνει κάτι και για τις μεγάλες αλλαγές που συνέβησαν στην Ευρώπη τον περασμένο αιώνα;

Το συναρπαστικότερο στοιχείο είναι η άμεση ή έμμεση εμπλοκή της εταιρείας με το ποδήλατο, τον κινηματογράφο και το ποδόσφαιρο. Οι αδερφοί Muratti χρηματοδότησαν ακόμα και μια πρωτοποριακή για την εποχή της διαφήμιση την οποία δεν περιέλαβα στο βιβλίο. Από αυτή την άποψη η εταιρεία τους έχει κάτι μοναδικό, κάτι που την ξεχωρίζει από τις αντίστοιχες βιομηχανίες της εποχής της. Κι ενώ οι ιδρυτές χάθηκαν νωρίς, το όνομά τους σώζεται σήμερα σε άλλα συμφραζόμενα. Είναι σχεδόν συγκινητικό να βλέπει κανείς δεκάχρονα παιδιά να διαγωνίζονται για το τοπικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου των νησιών της Μάγχης το 2021. Εκεί οι πάντες αποκαλούν, ακόμα και σήμερα, το πρωτάθλημά τους ως « πρωτάθλημα Muratti».

Ο Χρήστος Αστερίου στο γήπεδο Σπρίγκφιλντ του νησιού Τζέρζι στη Μάγχη όπου διεξήχθη το πρώτο Muratti Cup το 1905 και διεξάγεται ακόμα και σήμερα ετησίως ο ποδοσφαιρικός τελικός του κυπέλλου Muratti.

«Είμαστε μικρές αυτοκρατορίες προορισμένες να χαθούν. Ως τότε, όμως, οφείλουμε να ζήσουμε τα πάντα με πάθος και να γιορτάσουμε δεόντως την κάθε στιγμή».

– Έχει ενδιαφέρον πώς άλλαξαν τα ήθη και οι συνήθειες μέσα στα χρόνια: από το μυστήριο της Ανατολής που πρόσφερε ο καπνός στις αρχές του περασμένου αιώνα φτάσαμε στη σημερινή εποχή που οι καπνιστές θεωρούνται σχεδόν «εξοβελιστέοι».

Το κάπνισμα γεννιέται το μεσαίωνα και διαδίδεται μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο και στην Ευρώπη. Διαβάζοντας για την ιστορία του καπνού παρακολούθησα την εξέλιξή του από τα χρόνια της μεγάλης δόξας ως την απόλυτη απαξίωση. Το κάπνισμα, μια ανθρώπινη συνήθεια αιώνων, θεωρείται σήμερα, στην εποχή της πολιτική ορθότητας, μια «ανάρμοστη έξη» ενώ οι καπνιστές αντιμετωπίζονται ως εξαρτημένοι και χαρακτήρες αδύναμοι.

– Τι μένει, πιστεύεις, από το παρελθόν; Μας σαρώνει όλους ο χρόνος;

Δεν είναι πεσιμιστική η διαπίστωση πως όλα θα παραδοθούν στη λήθη. Ίσα ίσα που δίνει μεγαλύτερη αξία στο παρόν. Είμαστε όντως μικρές αυτοκρατορίες προορισμένες να χαθούν. Ως τότε, όμως, οφείλουμε να ζήσουμε τα πάντα με πάθος και να γιορτάσουμε δεόντως την κάθε στιγμή.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Φρόιντ στην Ακρόπολη.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top