O 30χρονος Daniil Trifonov θεωρείται ήδη ένας σημαντικός πιανίστας (Φωτογραφία: Dario Acosta/Deutsche Grammophon).

Αν και μόλις τριάντα ετών ο νεαρός πιανίστας έχει ήδη πίσω του πάνω από μία δεκαετία εμφανίσεων στις σημαντικότερες αίθουσες των μουσικών μητροπόλεων της υφηλίου, από τη στιγμή που κέρδισε τον διεθνή διαγωνισμό Τσαϊκόφσκι το 2011.

Ήδη από τότε, με δεδομένο ότι ο διευθυντής του Carnegie Hall ήταν παρών στον διαγωνισμό (σαν κριτής στο βιολοντσέλο), ο Trifonov «εξασφάλισε» την παρουσία του στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της Νέας Υόρκης. Πρόσφατα σε μία διαδικτυακή παραγωγή του Carnegie Hall, ο συνήθως αρκετά μετρημένος στα λόγια του, σπουδαίος πιανίστας, Emanuel Ax, σε μια διθυραμβική εισαγωγή του νεαρού καλλιτέχνη τον παρουσίασε ως κληρονόμο της μεγάλης Ρωσικής παράδοσης, αναφέροντας τις δικές του εμπειρίες από τους Sviatoslav Richter και Emil Gilels.

Οταν παίζει είναι σαν να παρακολουθεί κανείς «σκηνές από το μέλλον του πιάνου».

Πρώτες εντυπώσεις

Από τις πρώτες κιόλας νότες της «Ραψωδίας σε ένα θέμα του Παγκανίνι του Σεργκέι Ραχμάνινοφ σε μια σύμπραξή του το 2015 με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, με την οποία είχε κάνει το ντεμπούτο του ήδη από το 2012, η παρουσία του ήταν επιβλητική. Με μια χαρακτηριστική κινησιολογία ο πολύ αδύνατος νεαρός είχε τον τρόπο να κυριαρχεί στην αίθουσα. Η τεχνική του και οι ταχύτητες που επιτυγχάνει είναι σχεδόν απίστευτες, ήταν σαν να παρακολουθούσε κανείς «σκηνές από το μέλλον του πιάνου». Παρά όμως τις «ιλιγγιώδεις» ταχύτητες και την τάση του να τονίζει τη βιρτουοζική διάσταση, η ερμηνευτική του ματιά κάθε άλλο παρά επιφανειακή είναι. Η συγκεκριμένη συναυλία συνεχίστηκε με μια αξιομνημόνευτη ερμηνεία στο Δεύτερο Κοντσέρτο επίσης του Rachmaninov.

Η τεχνική και οι ταχύτητες που επιτυγχάνει ο Τρτιφόνοφ είναι σχεδόν απίστευτες (Φωτογραφία: Dario Acosta/Deutsche Grammophon).

Προορισμός … Ηρώδειο

Εν τω μεταξύ ο Trifonov έχει ολοκληρώσει την ηχογράφηση και των τεσσάρων Κοντσέρτων του Ραχμάνινοφ με την Ορχήστρα της Philadelphia υπό τη διεύθυνση του μουσικού διευθυντή της ορχήστρας, αλλά πλέον και της Μητροπολιτικής Όπερας της Νέας Υόρκης, Yannick Nézet-Séguin. Οι δίσκοι φέρουν τον τίτλο «Προορισμός Ραχμάνινοφ» («Destination Rachmaninov»). Έτσι μόνο τυχαία δεν μπορεί να είναι η επιλογή του Δεύτερου Κοντσέρτου του συνθέτη για το ντεμπούτο του καλλιτέχνη στο εμβληματικό Ωδείο Ηρώδου του Αττικού με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τον διακεκριμένο Λουκά Καρυτινό, το οποίο αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η νεοϋρκέζικη επιστροφή του Trifonov θα πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με το άρτι ανακοινωθέν πρόγραμμα του ιδρύματος στις 17 Νοεμβρίου στο Stern Auditorium του Carnegie Hall, ενώ είναι προγραμματισμένη για τον Ιούλιο και μια εμφάνισή του με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, αυτή τη φορά όμως «εκτός έδρας» στο Κολοράντο.

Υπήρξε ο νεότερος μέχρι σήμερα προσκεκλημένος «Perspective Artist» του Carnegie Hall.

Carnegie Hall

Μετά τις πρώτες αυτές εντυπώσεις στη συναυλία της Φιλαρμονικής, ήταν ασφαλώς μια πολύ ευχάριστη είδηση ότι ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης επιλέχθηκε να είναι ο προσκεκλημένος «Perspective Artist» του Carnegie Hall για τη σαιζόν 2017-2018.

Ο νεότερος μέχρι σήμερα στην ιστορία του θεσμού, όχι μόνο λόγω των πολλών εμφανίσεων αλλά και λόγω της φύσης αυτής της ιδιότητας (στην οποία θα επανέλθουμε σύντομα αφού τη σαιζόν που μας έρχεται έχει έντονα ελληνικό χρώμα!), η οποία επιτρέπει στον προσκεκλημένο μουσικό να συν-διαμορφώσει το πρόγραμμα των εμφανίσεων και συμπράξεών του, αλλά και να ξεφύγει από την πεπατημένη αναζητώντας άλλες διαστάσεις της καλλιτεχνικής του προσωπικότητας. Μάλλον προσεκτικός και συντηρητικός (σε αντίθεση με άλλους προσκεκλημένους καλλιτέχνες που έκαναν κάποιες πιο «ακραίες» επιλογές) ο Trifonov μας πρότεινε, πέραν των «κλασσικών» συμπράξεων, τρία κάπως διαφορετικά, σίγουρα πολύ ιδιαίτερα, βράδια.

Mε την Mariinsky Orchestra, υπό τη διεύθυνση του Valery Gergiev, ο Τριφόνοφ παίζει το Piano Concerto No. 3 του Prokofiev (credit: Robert Altman).

Το … «Πέμπτο» του Ραχμάνινοφ

Στο πρώτο (τον Νοέμβριο του 2017), με υψηλούς προσκεκλημένους την Ορχήστρα Mariinsky της Αγίας Πετρούπολης υπό τη διεύθυνση του  Valery Gergiev (με τους οποίους ο νεαρός συμπατριώτης τους είχε κάνει το ντεμπούτο του στο Carnegie Hall με το Πρώτο Κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκι) o Trifonov και πάλι με μεγάλες ταχύτητες και αξιοζήλευτη δεξιοτεχνία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη και ως συνθέτης, αφού ερμήνευσε το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα που έχει γράψει ο ίδιος.

Οι εκλεκτικές συγγένειες του Trifonov με τη ρομαντική και μετα-ρομαντική παράδοση είναι φανερές.

Έχοντας προφανώς υπόψιν του τις δεξιοτεχνικές ικανότητές του το έργο αυτό θα έλεγε κανείς ότι είχε επηρεαστεί από τους συνθέτες του τέλους του 19ου αιώνα, έντονα λυρικό και, θα λέγαμε ρομαντικό, με εκτεταμένα μέρη που αναδεικνύουν τις σολιστικές αρετές του πιανίστα. Αυτό προσπάθησε να «εκφράσει» και ένα αστειάκι που διαχύθηκε αρχικά στην αίθουσα στο διάλειμμα της συναυλίας και αργότερα βρήκε το δρόμο του προς το Νεοϋρκέζικο εξειδικευμένο τύπο: «Αυτό ήταν το … Πέμπτο του Ραχμάνινοφ..!».

Σε κάθε περίπτωση από το μάλλον όχι πρωτοπόρο όσον αφορά τις μουσικές φόρμες (δεν φαινόταν να είναι άλλωστε αυτή η πρόθεση του συνθέτη), αλλά κατά την αίσθησή μας, με δεδομένο και το νεαρό της ηλικίας του συνθέτη, πολύ καλογραμμένο έργο, καταδεικνύει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα του ταλέντου του Trifonov, με την ιδιότητα του συνθέτη αναγκαστικά να παρεισφρέει και στις ερμηνευτικές του προσεγγίσεις.

Σε μια συναυλία του με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης το εμβληματικό Κοντσέρτο για Πιάνο Αρ. 23 του Μότσαρτ ηχούσε αρκετά πιο «ρομαντικά», όχι μόνο σε σύγκριση με τις επηρεασμένες από τη σχολή του λεγόμενου αυθεντικού ήχου ερμηνείες, αλλά και με τους σπουδαίους συμπατριώτες του Trifonov τον εικοστό αιώνα, σε βαθμό που να έκανε κάποιους στην αίθουσα να ισχυριστούν ότι ήταν «εκτός στιλ», κάτι που είναι χαρακτηριστικό για τις εκλεκτικές συγγένειες του Trifonov με τη ρομαντική και μετα-ρομαντική παράδοση.

Με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης υπό τη διεύθυνση του Vladimir Jurowski στο David Geffen Hall (Φωτογραφία: Chris Lee).

«Σκοτεινές» επιλογές- Ονειρική Συναυλία

Σε μια ακόμα ασυνήθιστη για τη μέχρι τώρα πορεία του καλλιτέχνη συναυλία, ο Trifonov συνόδευσε στο πιάνο τον πολύ εκφραστικό Γερμανό βαρύτονο Matthias Goerne, με τους δύο καλλιτέχνες σε αγαστή συνεργασία και, κυρίως, ερμηνευτική «συμφωνία χαρακτήρων», η οποία μάλλον ενέπνευσε και την επιλογή των έργων, να καθηλώνουν, σε έργα μεταξύ άλλων Berg, Brahms και Schumann, με κορυφαίες ίσως στιγμές μιας πραγματικά μοναδικής βραδιάς την απόδοση της «σκοτεινής» ατμόσφαιρας των «Τριών ποιημάτων του Michelangelo» του Hugo Wolf και των αντίστοιχων, «αναγεννησιακών» και «σκοτεινών», τριών επιλογών “Dante”, “Death”, “Night” από τη «Σουίτα πάνω σε ποιήματα του Michelangelo» του Σοστακόβιτς.

Ο αρμενικής καταγωγής πιανίστας, δίπλα στον οποίο μαθήτευσε ο Trifonov, Sergei Babayan. (Φωτογραφία: Robert Altman)

Τον Φεβρουάριο του 2016 έπαιξε με αστείρευτη ενέργεια δίπλα στον δάσκαλό του, Sergei Babayan.

Sergei Babayan

Το Φεβρουάριο του 2016 ο Valerie Gergiev σε μια επίδειξη… εργασιομανίας, μια μέρα πριν ξεκινήσει ένα τριήμερο με τρία διαφορετικά προγράμματα με τη Φιλαρμονική της Βιέννης στο Carnegie Hall, θέλησε να παρουσιάσει με την ορχήστρα Mariinsky της Αγίας Πετρούπολης στη Μουσική Ακαδημία του Brooklyn (BAM) έναν τρίωρο μαραθώνιο με όλα (πέντε) τα Κοντσέρτα για Πιάνο του Σεργκέι Προκόφιεφ. Ο Trifonov με αστείρευτη ενέργεια, σχεδόν απίστευτες ταχύτητες και έντονο πάθος είχε ερμηνεύσει το Τρίτο Κοντσέρτο του συνθέτη.

Σε εκείνη τη συναυλία είχε συμμετάσχει και ο αρμενικής καταγωγής πιανίστας, δίπλα στον οποίο μαθήτευσε ο Trifonov, Sergei Babayan. Πολυβραβευμένος και αυτός και με σειρά συμπράξεων με σπουδαίους συναδέλφους του, όπως η Μάρθα Άργκεριχ, ο Sergei Babayan φάνηκε ότι συνδυάζει τόσο το βλέμμα του διανοουμένου όσο και τις μεγάλες τεχνικές ικανότητες του σολίστα, όσο κι αν αυτές δεν είναι τόσο εντυπωσιακές όσο του μαθητή του Daniil Trifonov, στην κορυφαία κατά την ταπεινή μας γνώμη ερμηνεία της βραδιάς στο Πέμπτο (1932) και τελευταίο Κοντσέρτο του Προκόφιεφ.

Στα πλαίσια της ιδιότητας του προσκεκλημένου “Perspective Artist”, ο μαθητής και ο δάσκαλος συναντήθηκαν ξανά, αυτή τη φορά για να παίξουν μαζί στη σκηνή του Carnegie Hall σε μια πιανιστική πανδαισία.  Ο μαθητής με το εμφανώς αστείρευτο ταλέντο έχει σίγουρα τα φόντα να ξεπεράσει δάσκαλο προσθέτοντας με τα χρόνια επιπλέον ωριμότητα και εμπειρία, αλλά η εποπτεία και ο γλυκός ήχος του Babayan πολλές φορές τραβούσαν περισσότερο την προσοχή. Ίσως βέβαια να υπήρχε και ένα παιχνίδι με την ακουστική του χώρου, το οποίο να επηρέασε τις εντυπώσεις μας, με το ένα πιάνο να είναι πίσω από το άλλο και τους πιανίστες να εναλλάσσονται σε αυτά.

Από το ρεσιτάλ στο Carnegie Hall (Φωτογραφία: Chris Lee).

Chopin Evocations

Στο ίδιο πλαίσιο τον Απρίλη του 2018 ο Trifonov συνέπραξε με τον καταξιωμένο Λετονό βιολονίστα Gibon Kremer και την (ιδρυθείσα από τον τελευταίο) ορχήστρα δωματίου Kremerata Baltica, σε δύο προγράμματα αφιερωμένα εξ ολοκλήρου στο έργο του Frédéric Chopin. Στη δεύτερη βραδιά ο υπογράφων είχε την τύχη να είναι αρκετά, ασυνήθιστα, κοντά στη σκηνή και σχεδόν να αισθάνεται τις δονήσεις του βιολοντσέλου του Γάλλου σολίστα Gautier Capuçon o οποίος συμμετείχε στη μουσική συνάντηση κορυφής, και την παρουσία του Kremer να είναι επιβλητική. Στη μουσική του ίδιου του Chopin αλλά και σε άλλους εμπνευσμένους από αυτόν συνθέτες, (ο Trifonov έχει ηχογραφήσει ένα διπλό άλμπουμ με αυτά τα έργα, με τον τίτλο «Chopin Evocations»)  ήταν αφιερωμένο και το σολιστικό ρεσιτάλ του Trifonov στην αρχή εκείνης της σαιζόν.

O Λουκάς Καρυτινός που θα διευθύνει στο Ηρώδειο.

Θαυμάζεται για την εκπληκτική του δεξιοτεχνία, τις σχεδόν απίστευτες ταχύτητες και τον όμορφο ήχο του.

Απλώς … Ρεσιτάλ

Η πρόσκληση για ένα προσωπικό ρεσιτάλ στο Carnegie Hall αποτελεί πάντα μια ιδιαίτερη τιμή και ορόσημο στην καριέρα κάθε πιανίστα. Ο Daniil Trifonov εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον κορυφαίο θεσμό σε ηλικία μόλις 22 ετών, στις 5 Φεβρουαρίου του 2013. (η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας αυτής είναι διαθέσιμη σε CD). Από τότε και κάθε χρόνο το κοινό κατακλύζει το Stern Auditorium. Το αφιερωμένο στο Chopin – “Hommage à Chopin” πρόγραμμα εκείνης της χρονιάς έμεινε στη μνήμη του υπογράφοντος για δύο κυρίως, αν μας επιτρέπεται η σχηματοποίηση, λόγους.

Το πρώτο μέρος της συναυλίας κυριαρχούνταν από έργα διαφόρων συνθετών επηρεασμένων από τον Chopin, μεταξύ άλλων: Mompou, Schumann, Barber κ.α. Τα έργα αυτά δεν ανήκουν στην καρδιά του ρεπερτορίου, δεν ακούγονται συχνά στις αίθουσες των συναυλιών, οπότε το κοινό δεν έχει τις περισσότερες φορές μια, αν μας επιτρέπεται η έκφραση, «κυρίαρχη» ερμηνεία στα αυτιά ή, για την ακρίβεια, στη μνήμη του και αυτό, η έλλειψη «προκαταλήψεων» σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πλεονέκτημα. Σε αυτά τα έργα αναδείχτηκαν όλες οι πιανιστικές αρετές του Trifonov, η εκπληκτική του δεξιοτεχνία, οι σχεδόν απίστευτες ταχύτητες, ο όμορφος ήχος, άλλοτε έντονος αλλά ιδιαίτερα επιτηδευμένος, ακόμα κι αν ορισμένες στιγμές ανάλογα με τις απαιτήσεις του έργου γίνεται ενσυνείδητα σκληρός, και άλλοτε πολύ τρυφερός, επιτηδευμένος.

Με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης υπό τη διεύθυνση του Vladimir Jurowski στο David Geffen Hall (Φωτογραφία: Chris Lee).

Ο Trifonov αδύνατος, ορισμένες φορές αξύριστος στη σκηνή, δίνει μια εντύπωση μύστη της μουσικής και όσο κι αν μπορεί να υποθέσει κανείς και ένα βαθμό θεατρικότητας στις κινήσεις του, είναι και αυτές χαρακτηριστικές για τον χαρακτήρα και την προσέγγιση ενός χαρισματικού καλλιτέχνη, άξιου της προσοχής που απολαμβάνει στο διεθνές μουσικό στερέωμα. Στα αργά μέρη ξεχωρίζει η εποπτεία του, διακρίνεται ότι κάθε του κίνηση, κάθε του άγγιγμα είναι το αποτέλεσμα μιας απόλυτα συνειδητής επιλογής και μιας ιδιαίτερης προσωπικής προσέγγισης, στην οποία μπορούμε να υποθέσουμε ότι παίζει ρόλο σε κάποιο βαθμό και η ιδιότητα του συνθέτη, ενώ στα γρήγορα μέρη, εκτός από την πιανιστική του δεινότητα και την απαράμιλλη τεχνική του, αυτή η υπερβατική δεξιοτεχνία δείχνει να είναι απόρροια μιας αδήριτης ανάγκης, μιας εσωτερικής δύναμης που με σχεδόν μεταφυσικό, διονυσιακό τρόπο οδηγεί σε αυτή την εκρηκτική, ολοκληρωτική προσέγγιση.

Και αν τα προηγούμενα έργα ήταν σχετικά άγνωστα, στο τέλος αυτού του ρεσιτάλ, στην Δεύτερη Σονάτα του Chopin ο Trifonov κατάφερε να ξεπεράσει κάθε προσδοκία και να επιβάλει την προσωπική του προσέγγιση στο κατάμεστο Carnegie Hall. Mετά το εκρηκτικό ξεκίνημα στο πρώτο μέρος της σονάτας, σε ένα εξαιρετικά, για το ίδιο αλλά και γενικά για το έργο, αργό τέμπο, το βάθος, η μυσταγωγία του Marche funèbre καθήλωσε την κατάμεστη αίθουσα σε μία πραγματικά σπάνια στιγμή.

 

Διαβάστε ακόμα: Bartek Niziol: «Λατρεύω τους ελληνικούς μύθους».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top