RAW_1306

«Η λαϊκή κιθάρα ορίζεται ουσιαστικά από την τεχνική παιξίματος και την κατασκευή του οργάνου. Το σκάφος της με τον ιδιαίτερο ήχο που παράγει και ο τρόπος παιξίματός της διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη λαϊκή μας μουσική, εξ ου και λαϊκή κιθάρα».

Αν ζούσαμε σε ένα δίκαιο κόσμο, τότε όλα τα ελληνικά λεξικά, δίπλα στον όρο «λαϊκή κιθάρα» θα έπρεπε να είχαν και τη φωτογραφία του. Όχι, δεν είναι υπερβολή αυτό που λέμε.

Ο Δημήτρης Μυστακίδης παίζει λαϊκή κιθάρα, ερευνά τη λαϊκή κιθάρα, διδάσκει λαϊκή κιθάρα, γράφει βιβλία για τη λαϊκή κιθάρα, εκδίδει δίσκους για αυτήν. Και σε αυτόν τον κόσμο ετοιμάζεται να μας μυήσει τόσο με τις εμφάνισεις του στο Γυάλινο Up Stage τον Φεβρουάριο, όσο και με τον νέο του δίσκο που θα κυκλοφορήσει μέσα στον Μάρτιο (τον τίτλο του δίσκου το κρατάει κρυφό ακόμα).

Για αυτά, για την μουσική στην Ελλάδα σήμερα, το ρεμπέτικο, αλλά και τα 30 χρόνια πορείας του, μιλήσαμε μαζί του.

DSC_0012

«Οι νέοι μουσικοί είναι πολύ διαβασμένοι, έχουν εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία και σίγουρα η αισθητική τους είναι πιο ανεπτυγμένη απ ότι παλιότερα. Άρα, μόνο ωραία πράγματα μπορούμε να περιμένουμε».

Τον Φεβρουάριο εμφανίζεστε στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Τι να περιμένει ο κόσμος να δει από εσάς;
Έχουμε ετοιμάσει μια παράσταση με αρκετό νέο υλικό, πάντα φυσικά ενορχηστρωμένo με λαϊκή κιθάρα. Εκτός από προπολεμικά και μεταπολεμικά ρεμπέτικα από τους δύο προηγούμενους δίσκους μου, το 16 ρεμπέτικα με κιθάρα και το Εσπεράντο, εντάξαμε επιλεγμένα ρεμπέτικα της Αμερικής – κομμάτια που γράφτηκαν από Έλληνες μετανάστες στην Αμερική στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, που αποτελούν και τη θεματολογία της καινούργιας δουλειάς που ετοιμάζω.

Πώς νιώθετε όταν παίζετε ζωντανά;
Οι ζωντανές εμφανίσεις είναι αυτό που ο κάθε μουσικός επιδιώκει. Είναι η ώρα της επικοινωνίας με τον κόσμο και του μοιράσματος της δουλειάς που ετοιμάζουμε κλεισμένοι στους εαυτούς μας. Εμένα αυτό το μοναδικό πάρε – δώσε ενέργειας μου δίνει δύναμη να συνεχίσω και να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ. Και παρά τη σωματική και ψυχική καταπόνηση, δεν θα το άλλαζα με τίποτα. Κάποιες φορές δε, είναι τέτοια η ενέργεια και η δύναμη της στιγμής που νιώθω την ψυχή να φεύγει από μέσα μου, να ταξιδεύει αλλού ή να παρακολουθεί το σκηνικό έξω απ το σώμα μου. Μαγεία!

Παράλληλα, αυτή την περίοδο, ολοκληρώνετε και τον νέο σας δίσκο. Πείτε μας μερικά λόγια για αυτή τη δουλειά σας.
Όπως ανέφερα και πριν, είναι ένας δίσκος που ασχολείται με μια πολύ συγκεκριμένη κιθαριστική τεχνική, την τσιμπητή κιθάρα, αλλά και πολύ συγκεκριμένο ρεπερτόριο. Είναι τα τραγούδια των Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική όπως αυτά αποτυπώθηκαν δισκογραφικά κυρίως από τον Γιώργο Κατσαρό και τον Κώστα Δούσα και το παίξιμό τους είναι επηρεασμένο από τους Αφροαμερικανούς κιθαρίστες των μπλουζ. Στον δίσκο θα υπάρχουν και κάποια κομμάτια που τα έχω διασκευάσει εγώ με αυτή την τεχνική.

«Η ελληνική μουσική δεν έχει χάσει τις ρίζες της. Οι μουσικές κλίμακες είναι οι ίδιες, τα συναισθήματα που θέλει να εκφράσει είναι τα ίδια. Απλά το “κοστουμάκι” που της φόρεσαν δεν της πολυπάει».

Πώς επιλέγετε τα κομμάτια των δίσκων σας;
Οι επιλογές μου είναι συνήθως ένας συγκερασμός τεχνικής, αισθητικής και προσωπικών μου ανησυχιών. Σχετικά με την τεχνική, και λειτουργώντας σαν κιθαρίστας και δάσκαλος, επιχειρώ με τους δίσκους μου να αποτυπώσω τις τεχνικές της λαϊκής κιθάρας όπως διαμορφώθηκαν σε όλη τη διαδρομή του ρεμπέτικου. Προσπαθώ να ξαναφέρω στο προσκήνιο με υπερβολικό ίσως τρόπο (χρησιμοποιώντας δηλαδή μόνο κιθάρες) όλες τις τεχνικές που έχω αναγνωρίσει μέσα στο ρεπερτόριο. Παράλληλα, διαλέγω κομμάτια που έχουν κατά την άποψή μου αισθητικό ενδιαφέρον ως προς την σύνθεσή τους, αλλά και εκφράζουν τις εκάστοτε αναζητήσεις μου και ανησυχίες. Όπως, για παράδειγμα, με το Εσπεράντο ήθελα σμίγοντας ετερόκλητους ερμηνευτές να εκφράσω την πεποίθησή μου ότι το λαϊκό τραγούδι είναι ο κοινός μας μουσικός τόπος, κι ας αφήσουμε τα χαρακώματα κι ας εκτιμήσουμε όσο του αξίζει αυτό το σπουδαίο μουσικό είδος, ή με τον νέο δίσκο με τα ρεμπέτικα της Αμερικής που προσπαθώ να περιγράψω μέσα απ τις περιπέτειες του τότε τις ομοιότητες με το σήμερα και την κατάσταση που ζούμε.

Τι εννοούμε με τον όρο «λαϊκή κιθάρα» και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με αυτήν;
Η λαϊκή κιθάρα ορίζεται ουσιαστικά από την τεχνική παιξίματος και την κατασκευή του οργάνου. Το σκάφος της με τον ιδιαίτερο ήχο που παράγει και ο τρόπος παιξίματός της διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη λαϊκή μας μουσική, εξ ου και λαϊκή κιθάρα. Ξεκίνησα με τη λαϊκή κιθάρα σχεδόν υποχρεωτικά, γιατί κανείς δεν ήθελε να παίζει αυτό το όργανο. Προτιμούσαν συνήθως τα σολιστικά όργανα, μπουζούκι κλπ. Στην πορεία όμως, το «προξενιό» κατέληξε σε έρωτα ιδίως όταν ένιωσα τα «κρυφά» της χαρίσματα, δηλαδή τι ακριβώς κάνει, ποιος είναι ο ρόλος της μέσα στην ορχήστρα. Κατέληξε να είναι το όργανο που με εκφράζει και με συγκινεί περισσότερο. Έτσι ξεκίνησα και να τη διδάσκω. Η διδασκαλία με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ακόμη περισσότερο τις ιδιαιτερότητές της και τη μεγάλη της αξία, για αυτό και στη συνέχεια καταπιάστηκα μαζί της τόσο συγγραφικά, όσο και δισκογραφικά.


Διαβάστε ακόμα: Για ποιον έγραψε το «Dance me to the end of love» ο Λέοναρντ Κόεν;


Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με το λαϊκό τραγούδι και το ρεμπέτικο;
Μεγάλωσα με αυτή τη μουσική. Υπήρχε μέσα στο σπίτι, είναι παιδική μνήμη.

Ποια είναι η γνώμη σας για το λαϊκό τραγούδι σήμερα; Πιστεύετε ότι είναι ακόμα «ζωντανό» στην Ελλάδα; Έχει μέλλον;
Μουσικολογικά, λαϊκό είναι το είδος που έχει τη μεγαλύτερη απήχηση στον πολύ κόσμο, τον λαό. Μ’ αυτή την έννοια λαϊκό τραγούδι υπάρχει και θα υπάρχει πάντα. Δεν είμαι βέβαια χαρούμενος με αυτό που έχει επικρατήσει ως λαϊκό στις μέρες μας, ιδίως λόγω της αισθητικής στη συμπεριφορά και τους χώρους που παρουσιάζεται. Το πήρε ίσως «παραμάζωμα» κι αυτό η εποχή της φούσκας που ζήσαμε την εικοσαετία πριν την κρίση… Είμαι όμως αισιόδοξος. Και η αισθητική του κόσμου αλλάζει, αλλά και γίνονται ωραία πράγματα πίσω από τους προβολείς. Γράφονται πολλά και σπουδαία τραγούδια που σίγουρα κάποια στιγμή θα τα ανακαλύψουμε. Η καλή μουσική (από όλα τα είδη) πάντα υπάρχει και μας περιμένει να την βρούμε.

Πιστεύετε ότι η ελληνική μουσική έχει χάσει τις ρίζες της;
Όχι, δεν το πιστεύω. Δεν έχει χάσει τις ρίζες της. Οι μουσικές κλίμακες είναι οι ίδιες, τα συναισθήματα που θέλει να εκφράσει είναι τα ίδια. Το «κοστουμάκι» που της φόρεσαν, όπως είπα πριν, δεν της πολυπάει, αλλά νομίζω ότι έχει αρχίσει ήδη να την ενοχλεί…

Ποια πιστεύετε ότι θα έπρεπε να είναι η ελληνική μουσική σήμερα;
Δεν υπάρχει πρέπει. Σε κάθε περίοδο η μουσική, όπως και η τέχνη γενικότερα, παίρνει και δίνει ανάλογα με το τι συμβαίνει γύρω μας. Ανάλογα με αυτά που ζούμε και την αισθητική τους.

Poster1

«Μεγάλωσα με τη λαϊκή μουσική και το ρεμπέτικο. Υπήρχε μέσα στο σπίτι, είναι παιδική μνήμη».

Τι μουσική ακούτε αυτή την περίοδο στο σπίτι σας;
Ακούω τα πάντα αναλόγως της διάθεσής μου, πιο πολύ όμως μουσικές από την άλλη όχθη του ατλαντικού, ελληνικές και μη, λόγω του νέου μου δίσκου και μιας επόμενης δουλειάς που έχω στο νου μου.

Έχετε συνεργαστεί με πολλά ονόματα της ελληνικής μουσικής. Μπορείτε να μου πείτε μια που δεν θα ξεχάσετε ποτέ;
Θα σας πω δύο! Νίκος Παπάζογλου και Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Το έργο τους είναι τόσο σημαντικό και μεγάλο που δεν χρειάζεται να εξηγήσω το γιατί. Απλά νιώθω ευλογημένος που συνεργάστηκα μαζί τους.

Είστε περίπου 30 χρόνια στον χώρο της μουσικής. Έχετε κάνει κάποιες επιλογές για τις οποίες μετανιώσατε στο πέρασμα του χρόνου;
Μουσικά δεν μετανιώνω για τίποτα. Γενικότερα όμως, μετανιώνω για κάποια πράγματα που έχασα στη ζωή μου όντας απόλυτα αφοσιωμένος στη μουσική. Το πάθος μου ήταν τόσο μεγάλο που αδιαφορούσα σχεδόν για οτιδήποτε έξω απ’ αυτήν.

Παράλληλα διδάσκετε και μουσική. Αν έπρεπε να διαλέγατε ανάμεσα στη διδασκαλία και το παίξιμο, τι θα επιλέγατε;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, το παίξιμο.

Πώς βλέπετε το μέλλον της ελληνικής μουσικής;
Φωτεινό. Γίνονται, όπως σας είπα, πολλά και ωραία πράγματα. Οι νέοι μουσικοί είναι πολύ διαβασμένοι, έχουν εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία και σίγουρα η αισθητική τους είναι πιο ανεπτυγμένη απ ότι παλιότερα. Άρα, μόνο ωραία πράγματα μπορούμε να περιμένουμε. Και με τη στήριξή μας αυτά θα βρουν τον δρόμο τους.

 

Διαβάστε ακόμα: Χρήστος Χωμενίδης – «Aπό τη μια επαίτες και από την άλλη δήθεν επαναστάτες δε γίνεται»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top