Το ΕΜΣΤ άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό την Παρασκευή 28/2/2020 στον πλέον κατάλληλο χώρο του κτιρίου ΦΙΞ, τη μόνιμη του στέγη μετά από τη νομαδική του περίοδο που φιλοξενήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής και στο Ωδείο Αθηνών. Με δωρεάν εισιτήριο για όλο το Μάρτιο, το κοινό μπορεί να απολαύσει ένα μεγάλο μέρος της μόνιμης συλλογής.
Τεράστιο αβαντάζ για το ΕΜΣΤ είναι η τοποθεσία του στην καρδιά του κέντρου σε ένα κτίριο ιστορικό και ως θέση αναφοράς και ως ονομασία.
Την πρώτη μέρα που άνοιξε στο κοινό η προσέλευση ήταν ιδανική για να μπορέσει κάποιος να περιηγηθεί χωρίς να βρεθεί σε συνωστισμό. Αν η περιήγηση ξεκινήσει από κάτω προς τα πάνω τότε ο επισκέπτης πρωτίστως θα δει δράσεις του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης των προηγούμενων είκοσι χρόνων. Οι φωτεινοί μεγάλοι χώροι του μουσείου συντελούν στο να ξεχάσει ο επισκέπτης ότι βρίσκεται σε μια κεντρική αρτηρία της πόλης και να έχει μία άλλη αίσθηση ύψους και πλάτους.
Εντυπωσιακές εγκαταστάσεις Ελλήνων και ξένων εικαστικών με δυνατές αναφορές στη μνήμη, τη νοσταλγία και τη μετανάστευση κρατούν το ενδιαφέρον αμείωτο και κατά έναν τρόπο σημειολογικό μπαίνουν σε ένα διάλογο η μία με την άλλη σαν το ένα έργο να συνεχίζει την αφήγηση του προηγούμενου.
Ξεκινήσαμε την περιήγηση με video art κάποια εκ των οποίων θες να τα δεις και δεύτερη και τρίτη φορά και καταλήξαμε μπροστά στη συγκλονιστική εγκατάσταση του Γιάννη Κουνέλλη που παρά την απουσία ανθρώπινης μορφής στο έργο του μιλάει κατευθείαν στη συνείδηση. Η εγκατάσταση του σαν ένα τεράστιο οχυρό που κρύβει μέσα κάτι μας παρέπεμψε σε συνειρμούς του κλειστού εαυτού ή μυαλού, στην περιφρούρηση συναισθημάτων γενικότερα.
Σε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης που η φόρμα δεν είναι ακριβώς αυτή του κλασικού μουσείου «αίθουσα-έργο-λεζάντα» ίσως χρειάζεται λίγη περισσότερη προσοχή από το κοινό και λέγοντας αυτό αναφέρομαι κυρίως στο έργο της Δανάης Στράτου που χρειάστηκε πολύ ώρα να περιμένουμε να μην πατάει στις λεζάντες που διαβάζαμε όποιος ήθελε να δει το έργο χωρίς να έχει την αίσθηση ότι κάποιοι διαβάζουν στο πάτωμα βασικές λεπτομέρειες για τη συνθήκη της κάθε φωτογραφίας . Το ίδιο ισχύει και για τις αίθουσες βίντεο-προβολής που ενώ υπάρχει κατάλληλο μέρος για να καθίσεις και να απολαύσεις την προβολή, κάποιοι προτιμούσαν να στέκονται μπροστά από την οθόνη και να φωτογραφίζουν.
Η συνολική εμπειρία είναι πραγματικά θετική και για το χώρο και για την έκθεση. Συνομιλώντας με την κυρία Δάφνη Βιτάλη, την επιμελήτρια του ΕΜΣΤ, μας έγινε σαφές πως ο στόχος είναι το ΕΜΣΤ να δέχεται ένα μεγάλο αριθμό επισκεπτών καθημερινά και να μπει ισάξια στο χάρτη των Ευρωπαϊκών Μουσείων Σύγχρονης Τέχνης.
Μας εξήγησε ότι η συλλογή θα ανανεώνεται, θα πλαισιωθεί με διάφορες δράσεις και μας τόνισε ότι υπάρχουν οι χώροι που θα φιλοξενήσουν περιοδικές εκθέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών είτε ατομικές είτε συλλογικές. «Πιστεύουμε ότι υπάρχει ανάγκη στην πόλη οι πολίτες να μην επισκέπτονται μόνο τα αρχαιολογικά μουσεία αλλά και τα μουσεία μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης. Να βλέπουν τον τρόπο με τον οποίο οι σύγχρονοι καλλιτέχνες συνομιλούν με το σήμερα και πως πραγματεύονται τα επίκαιρα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα.
»Να μπορούν να βλέπουν τις διαφορετικές κατευθύνσεις και αναζητήσεις που έχει η τέχνη σήμερα και νομίζω πως αυτό είναι κάτι που το ελληνικό κοινό και το περιμένει και θα το αγκαλιάσει. Κανείς δεν ήθελε να βλέπει κλειστό αυτό το εμβληματικό κτίριο και πιστεύουμε πως το ΕΜΣΤ θα προσεγγίσει το κοινό είτε είναι φιλότεχνο και ενδιαφέρεται για όλα τα παραπάνω, είτε τους φέρνει εδώ η θέα από το εστιατόριο. Υπάρχει δηλαδή και το κοινό που δεν ενδιαφέρεται αμιγώς για τη σύγχρονη τέχνη αλλά βλέπει το μουσείο σαν μια επίσκεψη-εμπειρία. Εμείς βέβαια στοχεύουμε να κάνουμε τους Έλληνες πολίτες να καταλάβουν και να αγαπήσουν τη σύγχρονη τέχνη. Κάτι που ούτως ή άλλος επιδιώκαμε εδώ και 20 χρόνια που υπάρχει το Μουσείο, αλλά τώρα που έχει το δικό του κτίριο με στημένη τη μόνιμη συλλογή αυτό θα είναι σαφώς πιο εύκολο».
Η προτροπή ότι τα έργα μπορούν να φωτογραφίζονται και μάλιστα η ενθάρρυνση να μοιραστούν στα social media μας άρεσε πολύ γιατί σηματοδοτεί τη νέα εποχή που η τέχνη μοιράζεται με ταχύτατους ρυθμούς και ένα έργο είτε ποίημα, είτε πίνακας, είτε φωτογραφία είναι απολύτως θεμιτό να γίνει γνωστό-απενοχοποιημένα- έστω και μέσα από τις σημερινές πλατφόρμες επικοινωνίας.
Διαβάστε ακόμα: Ενκί Μπιλάλ, ένας προφήτης για το μέλλον του κόσμου.