Ο πραγματικός βιβλιόφιλος, αυτός δηλαδή για τον οποίο αξίζει να μιλάμε, δεν είναι απλώς ο άνθρωπος εκείνος που αγαπάει τα βιβλία και την ανάγνωσή τους˙ που συνηθίζει να αγοράζει περισσότερα απ’ όσα προλαβαίνει να διαβάσει και απολαμβάνει τη συσσώρευσή τους σε κάθε διαθέσιμο -ή μη- χώρο του σπιτιού του.
Ο πραγματικός βιβλιόφιλος διαφέρει από τους άλλους ανθρώπους και από τους άλλους αναγνώστες, γιατί όλη η καθημερινότητά του στρέφεται γύρω από τα βιβλία. Περνάει τον ελεύθερο χρόνο του σε βιβλιοπωλεία ή, έστω, σε καφέ-βιβλιοπωλεία, διευθετεί κάθε τόσο με διαφορετικό τρόπο τους τόμους στα ράφια της βιβλιοθήκης του, συλλέγει σελιδοδείκτες, μολύβια και πάνινες τσάντες με φράσεις σχετικές με την ανάγνωση, φωτογραφίζει τα βιβλία του όπου βρεθεί κι όπου σταθεί.
Και, φυσικά, τρομοκρατείται στη σκέψη ότι μπορεί κάποτε να αναγκαστεί να δανείσει ένα από τα πολύτιμα βιβλία της συλλογής του – οποιοδήποτε βιβλίο του δηλαδή. Αυτός είναι εξάλλου και ο κύριος λόγος που φροντίζει να σημαδεύει κάθε του βιβλίο με τα αρχικά του ονόματός του ή, συχνότερα, με το ονοματεπώνυμό του ολογράφως, την ημερομηνία και τον τόπο όπου αγόρασε ή διάβασε το κάθε βιβλίο, το δακτυλικό του αποτύπωμα καμιά φορά, την ηλεκτρονική του διεύθυνση ή το τηλέφωνό του, προκειμένου να μπορέσει να επικοινωνήσει μαζί του όποιος βρει έναν χαμένο τόμο από τη βιβλιοθήκη του, και, ίσως, μια κατάρα για όποιον καθυστερήσει ανεπίτρεπτα να επιστρέψει το βιβλίο που έχει δανειστεί.
Αυτήν ακριβώς τη λειτουργία επιτελούν από αρχαιοτάτων χρόνων τα ex libris, τα βιβλιόσημα όπως ονομάζονται στα ελληνικά τα μικρά χαρακτικά έργα που επικολλώνται στο εσωτερικό του εξωφύλλου ή πίσω από τη σελίδα με τον τίτλο του βιβλίου και δηλώνουν ευκρινώς τον ιδιοκτήτη του. Ex libris, άλλωστε, σημαίνει αυτό ακριβώς στα λατινικά: «Από τα βιβλία [του]…». Το παλαιότερο που γνωρίζουμε προέρχεται από την Αίγυπτο και χρονολογείται στην εποχή του φαραώ Αμένοφη του Γ΄ (1386-1351 π.Χ.), αλλά η πραγματική τους εμφάνιση με τη σύγχρονη μορφή τους τοποθετείται τον 15ο αιώνα με την εφεύρεση της τυπογραφίας.
Από τότε και στο εξής τα ex libris μετατρέπονται σε πραγματικά έργα τέχνης, σε καλλιτεχνικά και ταυτοχρόνως χρηστικά αντικείμενα, που δεν περιλαμβάνουν μόνο το όνομα και το οικόσημο του κατόχου του βιβλίου ή όποια άλλη πληροφορία επιθυμεί εκείνος, αλλά απεικονίζουν και ποικίλα θέματα που επιλέγει ο δημιουργός τους ή παραγγέλλει στον χαράκτη ο ιδιοκτήτης της βιβλιοθήκης.
Όπως συμβαίνει πάντα στην τέχνη, και σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, η ερωτική θεματολογία εμφανίστηκε πολύ γρήγορα και γνωρίζει ως σήμερα τεράστια διάδοση. Τα σχετικά ex libris ονομάζονται ex eroticis και παριστάνουν βέβαια γυμνές αναγνώστριες και γυμνούς φαλλοφόρους άνδρες, σεξουαλικές σκηνές κάθε είδους, με ή χωρίς μυθολογικό περίβλημα, φανταστικά ερωτικά όντα, τολμηρές αναπαραστάσεις που για πολλούς αιώνες παρέμεναν κρυμμένες στο εσωτερικό των βιβλίων και μόνο σε ιδιωτικές συλλογές.
Ο Δίας που με τη μορφή κύκνου σμίγει με τη Λήδα, ο Πάρις που ετοιμάζεται να διαλέξει την πιο όμορφη ανάμεσα στις τρεις γυμνές θεές, οι γυναίκες του χαρεμιού που παρατηρούν το νεαρό κορίτσι που μόλις έφτασε εκεί, μια γυμνή γυναίκα που καβαλάει ένα τεράστιο πέος και πετάει όπως οι μάγισσες με στη σκούπα τους, μια γυναίκα που αρμέγει έναν άντρα πεσμένο στα τέσσερα, άλλοι άντρες που αρπάζουν και θωπεύουν γυμνά κορίτσια, ένα ζευγάρι που επιδίδεται σε αμοιβαία λειχία, στήθη τεράστια και στήθη μικρά, τριχωτά αιδοία και χαλαρά πέη – τα θέματα είναι αναρίθμητα, όσες και οι παραλλαγές του έρωτα, όσα και τα φετίχ που συνεπαίρνουν τους ανθρώπους, ένα από τα οποία είναι, φυσικά, και η βιβλιοφιλία.
Η μεγαλύτερη παγκοσμίως συλλογή ex libris βρίσκεται στο Frederikshavn Museum της Δανίας, ενώ στην Ελλάδα η μεγαλύτερη συλλογή ex libris και χαρακτικών στεγάζεται στην εντυπωσιακή γκαλερί Ξωτάρης, στις Αρχάνες της Κρήτης, και είναι δημιούργημα του συλλέκτη Χρήστου Γιαννάκου.
Διαβάστε ακόμα: Ιστορίες σεξ και διαστροφής στον Ηρόδοτο.