«Freud»: η σειρά που δίχασε κριτικούς και κοινό.

Ένας σέξι πρωτοεμφανιζόμενος πρωταγωνιστής -τουλάχιστον όταν έχει μούσια- και η θεατρική ματιά ενός σκηνοθέτη επιτυχιών τρόμου δεν αρκούν για να πετύχει μια συνταγή απαιτήσεων. Το Freud είναι ένα ντελίριο οκτώ επεισοδίων, ένα δυναμικό συμπίλημα sci-fi, θρίλερ και αστυνομικού, ενώ η επιτυχία στην απόδοση της ατμόσφαιρας μιας άλλης εποχής δεν παρατηρείται και σε αυτήν του ιστορικού προσώπου με το οποίο η σειρά καταπιάνεται. Ίσως αυτό να είναι που απογοήτευσε την πλειοψηφία του ελληνικού κοινού, το οποίο, βέβαια, έσπευσε να το δει κατατάσσοντάς το στην πρώτη δεκάδα πιο δημοφιλών σειρών της πλατφόρμας Netflix.

Η υπόθεση που ιντριγκάρει

Το 1886, μια σειρά μυστήριων δολοφονιών συνταράσσουν την ομιχλώδη Βιέννη και, ύστερα από αίτημα των αρχών, ένα νεαρός νευρολόγος-ψυχολόγος καλείται να συνεργαστεί μαζί τους, για να εξιχνιάσουν από κοινού τον δολοφόνο. Ο νεαρός αυτός είναι ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο πατέρας της ψυχανάλυσης. Στην σειρά τον παρακολουθούμε στα νιάτα του, υποτίθεται πριν δημοσιεύσει τα βιβλία και τις μελέτες του που τον κατέστησαν παγκοσμίως γνωστό. Ο δρόμος για την εύρεση του δολοφόνου είναι δύσβατος και γεμάτος απόκοσμες ανακαλύψεις-τελικά, πίσω από τα στυγνά εγκλήματα μπορεί να κρύβεται μια ολόκληρη, καλοκουρδισμένη και εξόχως σκοτεινή συνωμοσία, πέρα από τα ανθρώπινα… Τι σχέση μπορεί να έχουν μεταξύ τους μια Ουγγαρέζα κυρία της υψηλής κοινωνίας, ένας πληγωμένος αστυνομικός και ο βοηθός του, ένας τραγουδιστής της όπερας, ένας μονάρχης και ένας στρατηγός με τους εφιάλτες ενός μικρού κοριτσιού που μια του λέξη είναι ικανή να προξενήσει λουτρό αίματος και ανατροπή της ειρήνης;

Η σειρά δεν είναι ιστορική, ούτε βιογραφική. Ο βραβευμένος μετρ του τρόμου Marvin Kren συνεργάζεται με δύο σεναριογράφους για να δημιουργήσουν ένα μεγαλεπίβολο καλλιτεχνικό σχέδιο που βασίζεται αρκετά στις άρτιες ερμηνείες των ηθοποιών, τα κοστούμια και τις ατμόσφαιρες. Η αρχοντική Βιέννη του 21ου αιώνα ενδείκνυται για γυρίσματα σειράς εποχής, καθώς διατηρεί την αίγλη της με τα διατηρητέα κτήρια- η σειρά, όμως, τολμά να την δείξει λιγότερο γοητευτική από ποτέ, επιχειρώντας ανασκαφές στα άδυτα της κοινωνίας της και μιας αριστοκρατίας που αρχίζει εμφανώς να καταρρέει.

Oι σεναριογράφοι είναι μάλλον διαβασμένοι σχετικά με την περσόνα του Σίγκμουντ, την οποία έχτισαν χρησιμοποιώντας πλήθος επιβεβαιωμένων γεγονότων (Netflix).

 Η ιστορία, μόνο ως πλαίσιο

Ο «Αυστροουγγρικός Συμβιβασμός του 1867» δημιούργησε τα ημιανεξάρτητα κράτη της Ουγγαρίας και της Αυστρίας που συνδέονταν με προσωπική ένωση υπό από ένα κοινό μονάρχη.Η Ουγγρική πλειοψηφία διεκδίκησε περισσότερα από την ταυτότητά της μέσα στο Βασίλειο της Ουγγαρίας και οι ξεκάθαρες εντάσεις μεταξύ Ούγγρων και Αυστριακών είναι καταγεγραμμένες ιστορικά. Αρκετοί Ούγγροι ήθελαν πλήρη απόσχιση από την Αυστρία με δικό τους μονάρχη και αυτό αποτελεί έδαφος στην σειρά για το χτίσιμο δύο σημαντικών στις εξελίξεις ηρώων, αλλά και το ίδιο της το φινάλε.

Οι Εβραίοι -Εβραίος ήταν και ο Φρόυντ- ήταν αριθμητικά σημαντικό τμήμα της Αυτοκρατορίας και μάλιστα ο Αυστροουγγρικός στρατός ήταν σχεδόν ο μόνος που προήγαγε κανονικά Εβραίους σε θέσεις διοίκησης.

Η σειρά είναι βασισμένη στην βασική τεχνική στην οποία εντρύφησε ο Φρόυντ, την ύπνωση.

Στην διάρκεια των επεισοδίων, ο θεατής έρχεται σε επαφή με ρεαλιστικά απεικονισμένες φιγούρες της εποχής: ο μονάρχης και ο διαταραγμένος γιος του, ο στρατηγός, το παλάτι, οι ευγενείς, οι επιστήμονες, οι στρατιώτες που φέρουν τα τραύματα των μαχών. Το 1918, ο Φρόυντ συμμετείχε στο 5ο Ψυχαναλυτικό Συνέδριο στην Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών, το οποίο είχε θέμα τις τραυματικές πολεμικές νευρώσεις. Ο αστυνομικός που ζητά την βοήθεια του Φρόυντ για την εξιχνίαση των εγκλημάτων κατατρύχεται από δυσάρεστες αναμνήσεις σε πεδία μάχης, οι οποίες εκδηλώνονται ψυχοσωματικά. Βρήκα τον χαρακτήρα αυτόν πολύ καλογραμμένο και με εξαιρετικά ενδιαφέρον background.

Στην σειρά παρακολουθούμε τον Φρόυντ στα νιάτα του, υποτίθεται πριν δημοσιεύσει τα βιβλία και τις μελέτες του που τον κατέστησαν παγκοσμίως γνωστό (Netflix).

Γενικώς, οι σεναριογράφοι είναι μάλλον διαβασμένοι σχετικά με την περσόνα του Σίγκμουντ, την οποία έχτισαν χρησιμοποιώντας πλήθος επιβεβαιωμένων γεγονότων. Ένα καλό παράδειγμα είναι η χρήση κοκαΐνης από μέρους του νεαρού ψυχιάτρου, ο οποίος εδώ σκιαγραφείται στα τελευταία φοιτητικά και τα πρώιμα εργασιακά του χρόνια, που στην πραγματικότητα χρονολογούνται την δεκαετία 1873-1883. Το 1885, ο Φρόυντ δημοσίευσε μια μελέτη που ο ίδιος θεωρούσε αρκετά σημαντική, την “Περί κοκαΐνης”-είχε αποπειραθεί να την εδραιώσει στην ιατρική επιστήμη ως ιδανικότερη λύση από αυτήν της μορφίνης, ενώ ο ίδιος έκανε αρκετή χρήση.

Η σειρά είναι βασισμένη στην βασική τεχνική στην οποία εντρύφησε ο Φρόυντ, την ύπνωση. Στην πραγματικότητα, ο νεαρός επιστήμονας επισκέφθηκε το Παρίσι και παρέμεινε για σχεδόν μισό χρόνο εκεί. Επιστρέφοντας, παρουσίασε στην ιατρική κοινότητα της Βιέννης τα αποτελέσματα των ερευνών του σχετικά με τα ευεργετικά για τον ασθενή αποτελέσματα της ύπνωσης, χάρη στην οποία αποκτά σύνδεση με την ίδια του την ψυχή. Η υποδοχή υπήρξε ψυχρή.

Κατά τον Φρόυντ, πάντως, το σπουδαιότερο έργο του υπήρξε “η Ερμηνεία των Ονείρων”, το οποίο δημοσιεύτηκε το 1899, όταν ήταν ήδη σχεδόν 45άρης. Το όνειρο, ως ψυχική κατάσταση, δεν απασχολεί ιδιαίτερα την σειρά, ο σκηνοθέτης όμως αφορμάται από τις επιστημονικές απόψεις του ήρωά του και καταστρώνει διάφορα οπτικά και εγκεφαλικά παιχνίδια με την άνεση που του δίνει η φαντασία και το όνειρο ως πεδία δράσης. Το ίδιο κάνει ο Kren και με το να χρησιμοποιεί για τις δυνατές του εικόνες τις έννοιες “σεξουαλικότητα”, “ένστικτα”, “απώθηση”, “ασυνείδητο” τις οποίες είτε εισάγει είτε ερμηνεύει η φροϋδική σκέψη. Κατά την άποψή μου, οι συγκλονιστικότερες στιγμές της σειράς είναι αυτές κατά τις οποίες επιχειρείται μια υπερρεαλιστική απεικόνιση των ως άνω εννοιών, με το ασυνείδητο, επί παραδείγματι, να γίνεται το ίδιο ένα σκοτεινό δωμάτιο μες στο οποίο περπατούν οι ήρωες μαζί με τις φιγούρες των ανθρώπων που τους κρατούν δέσμιους ψυχικά.

Φυσικά, ο Φρόυντ ουδέποτε-από όσο ξέρουμε!– έλυσε αστυνομικά μυστήρια, όμως πράγματι έζησε στην Βιέννη το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, πράγματι είχε μια αρραβωνιαστικιά στην οποία έστελνε επιστολές και πράγματι δεν υπήρξε πλούσιος και άνετος οικονομικά. Ο ηθοποιός Robert Finster, πρώτη φορά σε ρόλο πρωταγωνιστή στην καριέρα του, αποδίδει μια χαρά, ενώ η πλαστικότητα και η εκφραστικότητά του βοηθούν σημαντικά τον σκηνοθέτη να χτίσει την θεατρικότητα που μοιάζει να επιζητά εναγωνίως. Ο ίδιος δήλωσε σε συνέντευξή του ότι στόχευε μοντέρνα, νεανικά κοινά, εξ ου και δεν δούλεψε με άξονα την πραγματική ζωή του Φρόυντ, για την οποία ούτως ή άλλως δεν γνωρίζει η ανθρωπότητα πάρα πολλά, λόγω έλλειψης ντοκουμέντων.

H γαλλίδα ηθοποιός Ella Rumpf στο ρόλο της Λου Σαλομέ.

 Η εκρηκτική Ella Rumpf και η θρυμματισμένη περσόνα της Λου Σαλομέ

Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και επιφανειακά με τον Φρόυντ, είναι βέβαιο ότι έχει ακούσει αρκετές φορές το όνομα Λου Σαλομέ. Όπως ο Freud, η Lou Andreas ήταν και αυτή ψυχαναλύτρια, έχοντας μαθητεύσει από κάτω του για χρόνια. Την απασχόλησαν ζητήματα όπως η θηλυκή σεξουαλικότητα και ο ναρκισσισμός. Ο Νίτσε είχε πει για αυτήν ότι είναι ο ευφυέστερος άνθρωπος που είχε γνωρίσει ποτέ στην ζωή του. Οι συναναστροφές της Lou με σπουδαίους διανοητές και καλλιτέχνες της εποχής της, όπως ο ποιητής Ρίλκε, της χάρισαν πεδίο έμπνευσης λαμπρό και αρκετά έργα. Ένα από αυτά, το τελευταίο της, ονομάζεται “Το ευχαριστώ στον Φρόυντ” και κυκλοφόρησε το 1931, όταν ο Σίγκμουντ είχε μποστά του μόνο άλλα οκτώ έτη ζωής. Η Lou υπήρξε μια γοητευτική γυναίκα, λαμπερή διανοούμενη και κυκλοφορούσε μεταξύ ανδρών-δεν ήταν και ό, τι πιο σύνηθες αυτό τότε.

Οκτώ χορταστικά επεισόδια με πιασάρικους τίτλους αντλημένους από την εργογραφία του Freud δεν βλέπονται σε ένα βράδυ ή σε δύο ημέρες εύκολα.

Ο χαρακτήρας της Fleur Salome της σειράς “Freud” είναι σίγουρα εμπνευσμένος από την Lou, αν και στην πραγματικότητα η γυναίκα αυτή γνώρισε τον ψυχίατρο μόλις το 1911 και όχι στα τέλη της δεκαετίας του 1880. Επίσης, είχαν, κατά τα λεγόμενα, αποκλειστικά φιλική σχέση και επαφή μέντορα-μαθήτριας, όχι ερωτική. Ο Freud θεωρούσε ότι η Salome διέθετε καντάρια ενσυναίσθησης και εμπιστευόταν πολύ την κρίση της.

Αυτή η περίφημη ενσυναίσθηση μεταφράζεται στην σειρά ως διορατικότητα και εδώ έχουμε την εκπληκτικά όμορφη Γαλλίδα Ella Rumpf να υποδύεται ένα μέντιουμ της εποχής, μια πνευματίστρια που είναι προστατευόμενη μιας μυστηριώδους Ουγγαρέζας και του συζύγου της, έγκλειστη σχεδόν στο σπίτι τους. Στο σπίτι αυτό μαζεύονται ισχυρά μέλη της υψηλής κοινωνίας, διοργανώνονται χοροί, σεάνς και αποκρυφιστικές τελετές. Εκεί γνωρίζεται και με τον Φρόυντ για να ξεκινήσουν να ξετυλίγουν μαζί το κουβάρι επίπονων αναμνήσεων που καθηλώνει τον ψυχικό της κόσμο, αλλά συγχρόνως της δίνει και μια δύναμη να μαντεύει, ως Κασσάνδρα, επερχόμενες συμφορές και να ελέγχει ορισμένους ανθρώπους. Ο σκηνοθέτης της σειράς μάλλον γοητεύτηκε από την ερμηνεία της μόλις 25χρονης ηθοποιού στο αιματοβαμμένο θρίλερ Raw, που ξεχώρισε στις Κάννες και την ενέταξε με επιτυχία στο cast του, αναθέτοντάς της ένα πολύ δύσκολο έργο να επιτελέσει.

Τι σχέση μπορεί να έχει η σειρά με τον πραγματικό Φρόυντ;

Οκτώ Επεισόδια που μοιάζουν ατελείωτα

Το “Freud” δεν είναι για binge watching. Οκτώ χορταστικά επεισόδια με πιασάρικους τίτλους αντλημένους από την εργογραφία του Freud δεν βλέπονται σε ένα βράδυ ή σε δύο ημέρες εύκολα. Συχνά, η πλοκή κάνει κοιλιές με υπερβολική επιμονή στο υποτιθέμενο χτίσιμο του ψυχικού κόσμου των ηρώων, οι περισσότεροι όμως από τους οποίους παρουσιάζονται απολύτως μονοδιάστατα. Η κεντρική συνθήκη της ιστορίας χωλαίνει per se, δεν γίνεται πειστική και τείνει να λάβει έως και κωμική χροιά στα σημεία. Δεν γράφω περισσότερα εδώ για να μην το παρακάνω με το spoiling.

Τα παρακλάδια της κεντρικής ιστορίας έχουν ενδιαφέρον, τις περισσότερες φορές: ο στρατιωτικός που στέκεται πάνω από το πτώμα του εραστή του, μαζί με τον πατέρα που δεν έχει τη δύναμη να θρηνήσει τον νεκρό του γιο, η κόρη του αστυνομικού με τα δύο της παιδιά που επιβιώνουν χάρη στον μισθό του, η πιστή οικονόμος του Freud, οι σχέσεις ιατρών-μαθητευόμενων και η αδυναμία της κρατούσας ιατρικής εκείνη την εποχή να δει την άρρωστη ψυχή του ασθενούς ως πηγή της ασθένειας…

Άραγε, η σειρά θα είχε τα ίδια κλικαρίσματα αν δεν λεγόταν έτσι;

Το πρώτο και το τελευταίο επεισόδιο είναι ίσως τα καλύτερα, δυνατές σκηνές έχουν όλα, ενώ η μουσική του Stefan Will είναι ιδανική και, ενίοτε, προτιμάς να ακούς αυτήν από το να βλέπεις άσκοπα κοντινά στα πρόσωπα ή να ακούς διαλόγους που δεν εξυπηρετούν και πολύ την εξέλιξη της υπόθεσης. Τα γυμνά του πρωταγωνιστικού ντουέτου είναι σκέτη τέχνη, αλλά το υπερβολικό σπλάτερ σε συνδυασμό με την προσπάθεια της ιστορίας να ξεδιπλωθεί, μπουρδουκλωμένη ήδη από τα χοντροκομμένα χωροχρονικά πήγαινε-έλα της, καθιστά την εμπειρία παρακολούθησης αρκετά κουραστική, χωρίς αυτό να οδηγεί σε κάποια χειροπιαστή λύτρωση ή…κάθαρση του θεατή.

O Φρόυντ ουδέποτε έλυσε αστυνομικά μυστήρια, όμως πράγματι έζησε στην Βιέννη το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

Ειδικά όποιος “ξέρει και δεν ξέρει” περί Freud μπορεί να μπερδευτεί πολύ περισσότερο. Άραγε, η σειρά θα είχε τα ίδια κλικαρίσματα αν δεν λεγόταν έτσι, κοινώς, αν στην θέση του νεαρού επιστήμονα, βρισκόταν ένας άλλος αντίστοιχος πλην ανώνυμος ήρωας; Εύκολη η απάντηση, δεδομένου ότι ούτε με τον αναμφισβήτητο “κράχτη” της  κατόρθωσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες όσων ανυπομονούσαν για ένα δεύτερο “Dark”. Επίσης, δεν κατέκτησε τους θαυμαστές αντίστοιχων σειρών όπως το Psych, το The Mentalist και το Mindhunter, που πιθανώς ανυπομονούσαν για την πρεμιέρα της στις 23 Μαρτίου.

Η ανεπανάληπτη ατμόσφαιρά της και το γοητευτικό πρόσωπο των πρωταγωνιστών, σε συνδυασμό με ορισμένα στοιχεία αποκαλυπτικά μιας εποχής με ενδιαφέρον-αυτής λίγο πριν το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου- αποτελούν μερικά από τα λιγοστά θετικά της σημεία. Η ανατροπή κάθε λογικής στο ξετύλιγμά της από επεισόδιο σε επεισόδιο μπορεί να προσομοιάσει άνετα με την ίδια ανατροπή που ξεκίνησε να συμβαίνει στην Λογική, που επικρατούσε στην επιστήμη της ψυχιατρικής τον 19ο αιώνα, χάρη στον ρηξικέλευθο Sigmund Freud.

Είναι βέβαιο ότι ο “βασιλικός δρόμος προς το ασυνείδητο” δεν περνά από την γερμανόφωνη σειρά της δημοφιλούς πλατφόρμας. Θα ήταν όμως καλή ιδέα ορισμένες σκηνές της να χρησιμοποιηθούν σε video clip metal συγκροτημάτων. Ναι, αυτό θα το επικροτούσε και ο ίδιος ο Freud, θαρρώ.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Paul Rudd είναι κουλ, αλλά με τον δικό του, μοναδικό τρόπο.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top