Τα παιδιά κάθε ηλικίας στη συναυλία ήταν ενθουσιασμένα και δεν ενοχλήθηκαν καθόλου από το γεγονός ότι η παράσταση διήρκησε περίπου μία ώρα (Credits: Amber De Vos).

Μεταξύ των πιο γνωστών και δημοφιλών παραμυθιών για παιδιά, μεταφρασμένα σε δεκάδες γλώσσες, συγκαταλέγονται τα βιβλία του συγγραφέα Jean de Brunhoff με τις «Ιστορίες του Μπαμπάρ». Ο Γάλλος συγγραφέας, βασιζόμενος σε μια ιστορία που η σύζυγός του Cécile δημιούργησε και αφηγούνταν στα παιδιά τους πριν πάνε για ύπνο, δημιούργησε τη δεκαετία του 1930 το ελεφάντινο χαρακτήρα Babar.

Ο νεαρός ελέφαντας Babar χάνει, στην αρχή της ιστορίας, στο πρώτο βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε το 1931, τη μητέρα από έναν κυνηγό. Ο ίδιος όμως καταφέρνει να σωθεί καταφεύγοντας σε μια γειτονική πόλη. Εκεί η «Γηραιά Κυρία» θα τον αναλάβει υπό την προστασία της και μάλιστα θα προσλάβει και έναν δάσκαλο για εκείνον. Χρόνια αργότερα τα ξαδέρφια του Babar, Celeste και Arthur, θα ανακαλύψουν το κρησφύγετο του Babar και θα τον φέρουν πίσω στη ζούγκλα. Μετά το θάνατο από δηλητηριασμένα μανιτάρια του προηγούμενου βασιλιά, ο Babar, έχοντας απολαύσει τους καρπούς της παιδείας στην πόλη όπου μεγάλωσε, θα τον διαδεχθεί στο θρόνο, και θα παντρευτεί την Celeste.

Η ιστορία του πρώτου βιβλίου του Babar τράβηξε ήδη από νωρίς την προσοχή του Γάλλου συνθέτη Francis Poulenc  (1899-1963), ο οποίος δημιούργησε το 1941 το έργο: «L’Histoire de Babar, le petit éléphant», για αφηγητή και πιάνο. H σύνθεση, η οποία αποδείχτηκε πολύ δημοφιλής, προέκυψε από την επιθυμία των ανιψιών του συνθέτη, τα οποία ήθελαν να ακούσουν κάτι διαφορετικό και του έδωσαν το παραμύθι ζητώντας του να το «παίξει» στο πιάνο.

Συνολικά το έργο, στις δύο εκδοχές του, ορχηστρική και μουσικής δωματίου, έχει παρουσιαστεί πάνω από 60 φορές στις ΗΠΑ.

Ο Νεοϋορκέζος συνθέτης Raphael Mostel στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εμπνεύστηκε και αυτός από το έργο του de Brunhoff. Το έργο για 8 μουσικούς που προέκυψε από μια παραγγελία στην Ιαπωνία, ηχογραφήθηκε αρχικά το 1994 υπό τη διεύθυνση του ίδιου του συνθέτη, και αργότερα βρήκε το δρόμο προς τις αίθουσες συναυλιών. Και αν οι De Brunhoff και Poulenc άντλησαν την έμπνευσή τους από την επαφή τους με παιδιά, κομβικές για τον Mostel ήταν οι δικές τους εμπειρίες ως παιδί, κυρίως ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος διδάχτηκε ή και δίδαξε στον εαυτό του, μουσική, με κίνητρο πλέον την αφοσίωσή του στη μουσική παιδεία των παιδιών, η οποία ήταν κάτι αυτονόητο στη δική του γενιά, αλλά όχι πλέον όπως διαπιστώνει.

Η παγκόσμια πρεμιέρα έγινε από την Berliner Philharmoniker στο Berlin Philharmonie (Credits: Kai Beinert/Berliner Philharmoniker).

Συνολικά το έργο, στις δύο εκδοχές του, ορχηστρική και μουσικής δωματίου, έχει παρουσιαστεί πάνω από 60 φορές στις ΗΠΑ ,αλλά και τον Καναδά, ενώ τμήματά του έχουν παρουσιαστεί και από τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης. Μάλιστα μετά από μία συναυλία το 2000, οι New York Times χαρακτήρισαν το έργο την απάντηση του 21ου αιώνα στον «Πέτρο και το Λύκο» του Prokofiev, ένα από τα διαχρονικά διασημότερα έργα για παιδιά.

Πρόσφατα ο συνθέτης για τον οποίο η μουσική για παιδιά αποτελεί έργο ζωής, επανήλθε στο έργο του και δημιούργησε μια εκδοχή για μεγάλη ορχήστρα, η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στον Καναδά, (μάλιστα σε μια συναυλία στην οποία στο πρώτο μέρος ακούστηκε και η ενορχήστρωση του έργου του Poulenc) και επεξεργάστηκε με αυτή τη αφορμή εκ νέου και το αρχικό έργου.

Η νέα εκδοχή του έργου για μικρότερο σύνολο, μουσικής δωματίου, οχτώ, αντιπροσωπευτικών για την ορχήστρα, οργάνων, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη, πέρσι την άνοιξη στα γερμανικά από μέλη της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου στην έδρα της ορχήστρας και συνάντησε τη μεγάλη ανταπόκριση του κοινού και απέσπασε διθυράμβους από το Γερμανικό τύπο, με τον κριτικό της Δυτικής Γερμανικής Ραδιοφωνίας (WDR) να χαρακτηρίζει το έργο του Mostel: «ελεφανταστικό»!

Το standing ovation στον Raphael Mostel μετά το τέλος της συναυλίας (Credits: Kai Beinert/Berliner Philharmoniker).

Φέτος το φθινόπωρο ήταν η σειρά της Νέας Υόρκης. Στις δύο παραστάσεις στο Γαλλικό Ινστιτούτο, μία στα γαλλικά και μία στα αγγλικά, παραβρέθηκε ο γιος του συγγραφέα του βιβλίου Laurent de Brunhoff (γενν. 1925), ο οποίος από το 1946 και μετά έχει εκδώσει πάνω από 45 νέες ιστορίες του διάσημου πια Ελέφαντα, συνεχίζοντας το έργο του πατέρα του, ο οποίος όταν έφυγε από το ζωή το 1937 είχε εκδώσει επτά.

Για την ζωντανή παράσταση χρησιμοποιήθηκε, με την άδεια της Bibliothèque nationale de France, η αυθεντική εικονογράφηση (ζωγραφισμένης με νερομπογιές) της πρώτης έκδοσης σε υψηλή ευκρίνεια (HD), φωτισμός και  multimedia, όλα με την υποστήριξη της Florence Gould Foundation. Αφηγήτρια ήταν η Leah Pisar ενώ τους οχτώ έξοχους μουσικούς διηύθυνε ο Neal Goren.

Το έργο του Mostel βασίζεται στο δεύτερο βιβλίο της σειράς, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1932 με τον τίτλο: «Τα Ταξίδια του Babar», η ιστορία του οποίου είναι μάλιστα πιο κατάλληλη για μικρά παιδιά καθώς δεν περιλαμβάνει τα θλιβερά περιστατικά του πρώτου. Το πιο «βίαιο» περιστατικό που συμβαίνει, μας είχε πει χαρακτηριστικά ο συνθέτης πριν την παράσταση, είναι ένα πυροτέχνημα που σκάει στην ουρά ενός ρινόκερου.

Ο συνθέτης Raphael Mostel (αριστερά με το κόκκινο γιλέκο) με τον Laurent de Brunhoff, γιο του Babar, μετά το τέλος της πρώτης συναυλίας, στις 2 Νοεμβρίου 2018 στο Florence Gould Hall της Νέας Υόρκης. Αριστερά, επίσης, διακρίνεται η αφηγήτρια Leah Pisar (Credits: Bonnie Stein).

Μετά την ανακήρυξη του Babar σε βασιλιά και το γάμο του με την Celeste, το ζευγάρι αναχωρεί για το μήνα του μέλιτος με αερόστατο. Η κακοκαιρία οδηγεί στην πτώση του αερόστατου και το ζευγάρι σώζεται από μία φάλαινα και καταλήγει σε ένα απομονωμένο νησί. Από εκεί σώζεται από ένα διερχόμενο πλοίο, ο καπετάνιος του οποίου όμως, αγνοώντας και την βασιλική ιδιότητα του ζεύγους, πουλάει τους ελέφαντες στο επόμενο λιμάνι σε ένα τσίρκο. Όπως και στο πρώτο βιβλίο ο Babar, αυτή τη φορά με την Celeste, καταφέρνουν να δραπετεύσουν και η τύχη θα τους φέρει και πάλι στα χέρια της Γηραιάς Κυρίας, η οποία θα τους περιθάλψει και πάλι και θα τους βοηθήσει να βρουν και πάλι το δρόμο τους και να επιστρέψουν στη ζούγκλα, αφού κάνουν και μερικές μέρες, ασυνήθιστες για ελέφαντες, διακοπές… στα χιόνια, σε πολύ υψηλό μάλιστα επίπεδο, σε ένα θέρετρο των Άλπεων.

Στη ζούγκλα τη στιγμή της άφιξης του ζεύγους όμως τα πράγματα δεν είναι διόλου ειδυλλιακά αλλά  εξόχως κρίσιμα. Ένας ελέφαντας έχει τρομοκρατήσει με ένα πυροτέχνημα στην ουρά του έναν ρινόκερο και η  ραγδαία κλιμάκωση του επεισοδίου έχει οδηγήσει σε πόλεμο μεταξύ των δύο «υπέρβαρων υπερδυνάμεων» του ζωικού βασιλείου.

Ο Babar αναλαμβάνει την ηγεσία, καθώς οι ελέφαντες βρίσκονται σε μειονεκτική θέση μετά τις πρώτες εχθροπραξίες, ενώ η Γηραιά Κυρία βοηθά με τους τραυματίες. Την κρίσιμη νύχτα ο Babar με ένα ευφυές στρατήγημα, ζωγραφίζοντας μάτια και άλλα χαρακτηριστικά στους «πισινούς» των ελεφάντων-στρατιωτών του, και παράγοντας διάφορους θορύβους, κατατρομοκρατεί το στρατό των ρινόκερων, οι οποίοι νομίζουν ότι έχουν να κάνουν με υπερφυσικά τέρατα και τρέπονται σε φυγή. Ο Babar και η Celeste δρέπουν πια τους καρπούς της νίκης με την γαλήνη και την ηρεμία να επανέρχεται στον κόσμο των ελεφάντων και την Γηραιά Κυρία προτού αποχωρήσει, αρνούμενη ευγενικά την πρόσκληση να μείνει μαζί τους, να δίνει πολύτιμες συμβουλές στους νεαρούς βασιλείς.

Η γοητεία του έργου δεν περιορίζεται μόνο στα παιδιά, αλλά και στους ενήλικες.

Ο Mostel έχει με πολύ όμορφο τρόπο δομήσει μια μουσική αφήγηση. Τα παιδιά κάθε ηλικίας στη συναυλία ήταν ενθουσιασμένα και δεν ενοχλήθηκαν καθόλου από το γεγονός ότι η παράσταση διήρκησε περίπου μία ώρα, καταδεικνύοντας ότι μάλλον δε στέκει η άποψη ότι τα μικρά παιδιά μπορούν να μείνουν συγκεντρωμένα μόνο είκοσι περίπου λεπτά. Γιατί όπως παρατηρήσαμε ακόμα και σε πολύ μικρά παιδιά, ακόμα κι αν σε κάποιο σημείο πλησίαζαν στο σημείο να αποσπαστεί η προσοχή τους, αρκούσε μια μικρή εναλλαγή είτε στη μουσική είτε στις διαφάνειες για να στραφούν και πάλι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς τη σκηνή. Η γοητεία του έργου δεν περιοριζόταν άλλωστε μόνο στα παιδιά αλλά και στους ενήλικες με τον υπογράφοντα να μην ξεφεύγει από τη μαγεία του.

Η αφίσα της πρεμιέρας στις ΗΠΑ. διά χειρός Jean de Brunhoff (Courtesy of Raphael Mostel).

Σε αντίθεση με άλλα αντίστοιχα έργα, όπως ο Πέτρος και ο Λύκος, το κάθε όργανο δεν εκπροσωπεί κάποιο συγκεκριμένο χαρακτήρα ή ζώο αλλά εντάσσεται στη λογική της δόμησης μιας μουσικής ιστορίας. Απεικονίζοντας ή συνοδεύοντας τις εικόνες που προβάλλονται πάνω από τη σκηνή,  από την ένταση και τη δραματικότητα της θύελλας που ρίχνει το αερόστατο, την αγωνία πάνω στο έρημο νησί, στη μελαγχολία της αιχμαλωσίας, το σκι στις Άλπεις, τα εμβατήρια των μαχών, και την τελική αρμονία, η γεμάτη εναλλαγές, χρώματα και ποικίλες αφηγηματικές στρατηγικές μουσική ακολουθεί τη ροή του της ιστορίας, αλλά αυτό είναι μόνο το ένα επίπεδο.

Διότι σε ένα δεύτερο αυτό-αναφορικό θα λέγαμε επίπεδο γίνεται η προσπάθεια να καταδειχθεί πώς λειτουργεί η μουσική, πώς για παράδειγμα εκφράζεται το δράμα, η ταχύτητα, η αγωνία, η καταδίωξη με μουσικούς τρόπους, με διάφορες μάλιστα παραλλαγές, ενίοτε πιο κλασσικές ενίοτε πιο μοντέρνες, με τη μελωδία, τα όργανα, τα τέμπι, το βιμπράτο, την έκφραση να χρησιμοποιούνται με ποικίλους τρόπους.

Έτσι το έργο του Mostel όχι μόνο μετατρέπεται σε μία, όπως χαρακτηριστικά έγραψαν οι New York Times για την πρώτη εκδοχή, γοητευτική ιστορία μινιατούρα της κλασσικής μουσικής, αλλά και σε ένα διδακτικό παλίμψηστο για τη μουσική έκφραση και αφήγηση και τους τρόπους της, και βρίσκει τη θέση του δίπλα στα, πολύ λίγα αντίστοιχα έργα, τον «Πέτρο και τον Λύκο» που προαναφέρθηκε, το «Καρναβάλι των ζώων» και το Young Person’s Guide to the Οrchestra», των Sergei Prokofiev, Camille Saint-Saëns και Benjamin Britten, αντίστοιχα.

Μετά τη Νέα Υόρκη, ο Babar θα ταξιδέψει στην Washington για δύο παραστάσεις.

Αυτό το δεύτερο επίπεδο φαίνεται να είναι και το πιο γοητευτικό κομμάτι του έργου, γιατί η εξοικείωση με τα μουσικά στοιχεία γίνεται μεν εύκολα αντιληπτή και «περνάει» αλλά με τρόπο, ακόμα και για τους μεγάλους υπόρρητο, χωρίς να αλλάζει το χαρακτήρα και τη μαγεία της ιστορίας και της μουσικής.

Μετά τη Νέα Υόρκη, ο Babar θα ταξιδέψει στην Washington για δύο παραστάσεις, αυτή τη φορά για την αμερικανική πρεμιέρα της ορχηστρικής εκδοχής του έργου με την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Washington στο Kennedy Center της αμερικανικής πρωτεύουσας στις 7 Απριλίου υπό τη διεύθυνση Steven Reineke.

Ελπίζουμε να δοθεί σύντομα η ευκαιρία στο σοφό και κοσμογυρισμένο Γάλλο ελέφαντα να εντάξει και την Ελλάδα στο πυκνό πρόγραμμα των ταξιδιών του και να εμπνεύσει την αγάπη για τη μουσική και στους Έλληνες φίλους του, μικρούς και μεγάλους.

// ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι φωτογραφίες από τις συναυλίες στο Βερολίνο και τη Νέα Υόρκη είναι μια ευγενική προσφορά του Raphael Mostel, στην ιστοσελίδα του οποίου μπορεί κανείς να παρακολουθήσει ένα μαγνητοσκοπημένο απόσπασμα της πρώτης εκδοχής του έργου.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Λεωνίδας Καβάκος με τους Βιεννέζους «κλασσικούς» στην Νέα Υόρκη.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top