Ο τσεμπαλίστας και (φορτε)πιανίστας Γεράσιμος Χοϊδάς.

Ο πιανίστας και τσεμπαλίστας Γεράσιμος Χοϊδάς είναι ένας από τους πιο πολύπλευρους ελληνες ερμηνευτές πληκτροφόρων οργάνων, ειδικευμένος στην ιστορικά τεκμηριωμένη ερμηνεία, την οποία σπούδασε στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Lemmensinstituut και Βασιλική Μουσική Ακαδημία της Αμβέρσας).

Αυτήν την Κυριακή στις 18:00 στα πλαίσια του Piano City Athens  αυτός και η επίσης γνώστρια της ιστορικής ερμηνείας σοπράνο Αναστασία Συμεωνίδου θα συμπράξουν σε μία “κατ’ οίκον συναυλία” με τραγούδι και έργα για σόλο πιάνο, που φιλοδοξεί να αναβιώσει τη μουσική των μεγάλων δημιουργών του παρελθόντος με καλλιτεχνικούς όρους που οι ίδιοι θα αναγνώριζαν ως οικείους. Μας εξηγούν το πώς.

«Το φορτεπιάνο είναι διαφορετικό από το πιάνο τόσο στην εμφάνιση όσο και στον ήχο, τον τρόπο λειτουργίας και την τεχνική παιξίματος».

Αυτή την Κυριακή στα πλαίσια του φεστιβάλ Piano City Athens θα δώσετε μια “κατ’ οίκον συναυλία” με έργα Mozart, Beethoven, Mendelssohn, Chopin, Brahms, σε πληκτροφόρα όργανα (φορτεπιάνο και πιάνο) της εποχής των συνθετών. Ποια έργα θα παίξετε σε ποια όργανα και γιατί θα πρέπει να έλθουμε σπίτι σας να τα ακούσουμε;

Το Piano City Athens διοργανώνει συναυλίες σε πάσης φύσεως χώρους, και κυρίως σε σαλόνια σπιτιών, κάτι που στο εξωτερικό συμβαίνει συχνά. Το έχω βιώσει και ο ίδιος στα χρόνια μου στο Βέλγιο, και ως θαμώνας και ως ερμηνευτής. Έτσι λοιπόν, την ερχόμενη Κυριακή και ώρα 6 το απόγευμα με το φως του ήλιου, στην οικία μας στη Νέα Πεντέλη θα υποδεχτούμε περίπου 40 καλεσμένους και θα τους παίξουμε μουσική. Ο χώρος είναι ειδικά διαμορφωμένος για μουσική, καθώς το σπίτι φιλοξενεί πέντε μεγάλα πληκτροφόρα όργανα: τρία πιάνα, τα δύο εξ αυτών «εποχής», και δύο τσέμπαλα. Στο «κλασικό φορτεπιάνο» του 1795 θα ερμηνεύσουμε σονάτες για πιάνο και τραγούδια του Μότσαρτ και του Μπετόβεν, μεταξύ άλλων και τη θρυλική σονάτα «Υπό το Σεληνόφως», και στο «ρομαντικό φορτεπιάνο» του 19ου αιώνα έργα και τραγούδια των Μπράμς, Σοπέν και Μέντελσον. Το ρεσιτάλ αυτό, στο δικό μας χώρο, είναι μια σπάνια ευκαιρία να ακουστούν τα δύο ιστορικά πιάνα μαζί.

Ο Άντον Βάλτερ ήταν ο αγαπημένος κατασκευαστής του Μότσαρτ. Το συγκεκριμένο φορτεπιάνο είναι ακριβές αντίγραφο πρωτοτύπου του 1795.

 – Γιατί το λέμε φορτεπιάνο; Δεν είναι πιάνο;

Φορτεπιάνο, ή πιανοφόρτε, είναι το παλαιό όνομα του πιάνου. Χάριν συντομίας αργότερα έγινε «πιάνο». Στα ιταλικά βέβαια, λέγεται ακόμα πιανοφόρτε! Χρησιμοποιώντας τον όρο φορτεπιάνο, λοιπόν, διαχωρίζουμε τα παλαιά πιάνα από το σύγχρονο. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι τα πιάνα πχ. του 18ου αιώνα, έχουν πολλές και σημαντικές διαφορές με το σημερινό πιάνο. Τόσο στην εμφάνιση όσο και στον ήχο, τον τρόπο λειτουργίας και την τεχνική παιξίματος. Ένας σημερινός πιανίστας δεν μπορεί να τα παίξει χωρίς να εκπαιδευτεί και να εξοικειωθεί με αυτά για καιρό.

 – Το δικό σας φορτεπιάνο ανάγεται στο 1795, στο μεταίχμιο μεταξύ Μότσαρτ και Μπετόβεν.

Πράγματι, το κλασικό φορτεπιάνο της συλλογής μου είναι ακριβές αντίγραφο ενός οργάνου του Anton Walter, του σπουδαιότερου ίσως βιεννέζου κατασκευαστή της εποχής, φτιαγμένο πριν μερικά χρόνια από τον κορυφαίο κατασκευαστή ιστορικών πιάνων Paul McNulty. Και οι δύο συνθέτες γνώριζαν τα όργανα του Άντον Βάλτερ, ο Μπετόβεν είχε ένα στην κατοχή του, ενώ ο Μότσαρτ κυριολεκτικά έγραψε τη μουσική του για πιάνο για αυτά. Ο ήχος αυτών ιστορικών πιάνων είναι πολύ διαφορετικός και σίγουρα μια εμπειρία που θα ξαφνιάσει και θα εντυπωσιάσει όποιον δεν έχει ξανακούσει από κοντά. Πραγματικά μας μεταφέρει σε μια άλλη εποχή, στην εποχή που το μελάνι του συνθέτη ακόμα στέγνωνε στην παρτιτούρα.

Αυτό ισχύει και για το πιάνο του 19ου αιώνα;

Το ίδιο συμβαίνει σε μικρότερο βαθμό και με το ρομαντικό φορτεπιάνο Πλεγιέλ (Pleyel) που είναι αρκετά μεταγενέστερο, του 1870 και μάλιστα είναι αυθεντικό. Αυτό το πιάνο λοιπόν είναι σε άριστη κατάσταση και η όποια αποκατάσταση έχει γίνει με υλικά «εποχής», πχ. χορδές φτιαγμένες στο χέρι, όπως ακριβώς και τότε. Ήταν το αγαπημένο πιάνο του Σοπέν, ενώ σε αυτό θα μπορούσε να έχει παίξει και ο ίδιος ο Μπραμς, αλλά και ο Φράντς Λίστ, ο οποίος είχε ένα όμοιό του στην κατοχή του.

«Ο ψυχαναλυτής μου, μου έχει πει ότι στην ιστορική ερμηνεία των σπουδαίων έργων με οδήγησε η ανάγκη μου για την αναζήτηση της αλήθειας».

– Θα μπορούσε, αλλά ίσως λόγω του διάχυτου σωβινισμού της εποχής – το 1870 είναι η χρονιά του γαλλοπρωσικού πολέμου – ο Μπραμς να προτιμούσε ένα γερμανικό πιάνο. Αλλά και ο Σοπέν είχε πεθάνει το 1849, δηλαδή σχεδόν μια γενιά πριν.

Σωστά! Είναι πολύ πιθανότερο ο Μπραμς να έπαιζε σε γερμανικά ή αυστριακά πιάνα, καθώς αυτά είχε στον περίγυρό του. Ωστόσο, τόσο το Pleyel όσο και τα γερμανικά πιάνα της εποχής του, είχαν κοινά χαρακτηριστικά. Σκεφτείτε σήμερα πόσες διαφορετικές μάρκες πιάνων υπάρχουν. Όλα όμως αντιπροσωπεύουν το πιάνο του 20ου ή 21ου αιώνα και κάποιος πιανίστας μπορεί να προτιμά Steinway ενώ κάποιος άλλος Bösendorfer κτλ. Όσο για τον Σοπέν, μπορεί να είχε πεθάνει αλλά δεν είμαστε μακριά: τα πιάνα του 1870 έμοιαζαν αρκετά με τα δικά του, και θα μπορούσαν να είναι τα πιάνα που οι μαθητές του έπαιζαν τα έργα του.

Pleyel: ένα άριστα συντηρημένο γαλλικό πιάνο του 1870.

– Έχει ειπωθεί, ακόμα και από ειδικούς στην παλιά μουσική, ότι πολλοί από όσους ισχυρίζονται ότι κάνουν ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία, στην πραγματικότητα συνειδητά ή ασυνείδητα διαπράττουν λάθη αναχρονισμού, μπλέκοντας αυθαίρετα πρακτικές και όργανα από διαφορετικές και μεταξύ τους άσχετες περιόδους.

Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια σε ένα βαθμό, καθώς ο σημερινός μουσικός έχει «περάσει» από όλες τις εποχές και τις περισσότερες φορές έχει εξειδικευτεί στην ιστορική ερμηνεία, αφού πρώτα έμαθε να παίζει με τον σύγχρονο τρόπο, που κι αυτός δεν είναι και τόσο σύγχρονος, δεν γεννήθηκε πέρσι, ούτε καν πριν 30 χρόνια! Ο «σύγχρονος» λοιπόν τρόπος παιξίματος και αντιμετώπισης της μουσικής, άλλοτε επιβλήθηκε και άλλοτε καλλιεργήθηκε συστηματικά από εμβληματικές φιγούρες, όπως ο Βάγκνερ (1813-1883) και ο Φουρτβέγκλερ (1886-1954). Η τομή ήταν τέτοια, ώστε πολύ εύκολα γίνεται αντιληπτό πότε «περνά» κανείς από το ένα στο άλλο, και, αν είναι καταρτισμένος σωστά, έχει πλήρη συνείδηση του πότε παίζει «ιστορικά ενημερωμένα» και πότε όχι. Ωστόσο, είμαστε άνθρωποι της εποχής μας και ποτέ δεν θα μπορέσουμε να παίξουμε σαν να γεννηθήκαμε 200 ή 300 χρόνια πριν. Αυτό βέβαια μικρή σημασία έχει, αν σκεφτούμε ότι τελικά, ο μεγαλύτερος αναχρονισμός είναι το να μην πάρουμε υπόψη την ιστορικά τεκμηριωμένη ερμηνεία, να μην είμαστε «ιστορικά ενήμεροι»!

 –Εσάς τι σας τράβηξε στην ιστορική ερμηνεία;

Ο ψυχαναλυτής μου, μου έχει πει ότι στην ιστορική ερμηνεία με οδήγησε η ανάγκη μου για την αναζήτηση της αλήθειας. Η μουσική είναι η τέχνη των ήχων, και το ηχόχρωμα του κάθε οργάνου είναι αναπόσπαστο μέρος της σύνθεσης. Δεν είναι θέμα αν τα όργανα είναι καλύτερα ή χειρότερα, είναι θέμα καθαρά ακουστικό αλλά και αισθητικό: να ακούσουμε αυτό που άκουγε π.χ. ο Μότσαρτ, και τον οδήγησε να γράψει τη μουσική που έγραψε, καθώς η σχέση οργάνων και μουσικής είναι αμφίδρομη. Το τσέμπαλο, λοιπόν, το γνώριζα από μικρό παιδί και το αγάπησα επειδή μου άρεσε ο Μπαχ.

– Ασχοληθήκατε λοιπόν “εξ απαλών ονύχων”.

Η πραγματική αποκάλυψη έγινε πολύ αργότερα. Ξέρετε, όταν ένα παιδί σπουδάζει μουσική, μπορεί να μην αναρωτηθεί ποτέ για κάποια πράγματα, για παράδειγμα σε τι πιάνα έπαιζε ο Μότσαρτ, ή αν η συμφωνική ορχήστρα του Μπετόβεν ακουγόταν διαφορετικά. Πράγματι, δεν είχα αναρωτηθεί ποτέ. Ο δάσκαλός μου στα θεωρητικά, Παναγιώτης Αδάμ, ήταν ο πρώτος που μου μίλησε γι αυτά, που με πήρε από το χέρι και πήγαμε μαζί στο δισκοπωλείο να διαλέξουμε δίσκους με όργανα εποχής! Όταν πια βρέθηκα στο Βέλγιο για να σπουδάσω τσέμπαλο, και γνώρισα και το φορτεπιάνο, πραγματικά «έπαθα πλάκα». Από τότε δεν θέλω πια να παίζω κλασικούς συνθέτες σε σύγχρονο πιάνο, καθώς νιώθω ότι το όργανο αυτό είναι ξένο προς τη μουσική τους.

«Από τότε που άρχισε το κίνημα της ιστορικής ερμηνείας περί τα 1950, το κοινό την αγκάλιασε και μάλιστα φανατικά».

 – Εξακολουθείτε να παίζετε και σε σύγχρονα όργανα;

Φυσικά και εξακολουθώ, καθώς διδάσκω και πιάνο, ή μάλλον, κυρίως πιάνο. Οι μαθητές μου παίζουν σε σύγχρονα πιάνα, ωστόσο έχουν και την ευκαιρία της εμπειρίας στα παλαιά πιάνα. Κάνουν τη σύγκριση και παίρνουν πολλά πράγματα καθώς τα όργανα αυτά είναι πραγματικοί δάσκαλοι. Μας «διδάσκουν» τι πρέπει να κάνουμε με αυτή τη μουσική. Και εγώ σαν πιανίστας παίζω πλέον πολύ διαφορετικά στο σύγχρονο πιάνο. Το πέρασμά μου από τα ιστορικά όργανα έχει εμπλουτίσει πολύ την παλέτα μου τόσο στα ηχοχρώματα της ερμηνείας, όσο και στην τεχνική. Επίσης, ένα από τα όργανα μελέτης μου, στο εξοχικό μου, είναι ένα υπερσύγχρονο ψηφιακό πιάνο, φυσικά όμως κορυφαίας ποιότητας.

– Όμως οι ιστορικά τεκμημεριωμένες ερμηνείες – οι “ερμηνείες εποχής” όπως επίσης τις λέμε – είναι κάτι που τελικά αφορά το ευρύ κοινό ή μόνο τους ειδικούς;

Η ιστορία έχει αποδείξει πως, από τότε που άρχισε το κίνημα της ιστορικής ερμηνείας περί τα 1950, το κοινό την αγκάλιασε και μάλιστα φανατικά. Πάντα υπάρχουν κι εκείνοι που προτιμούν τις καθιερωμένες ερμηνείες μεγάλων μαέστρων κι ερμηνευτών που δεν ασχολήθηκαν με την ιστορικά ενήμερη ερμηνεία, ωστόσο, και νομίζω πως αυτό είναι ενδεικτικό, σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας μεγάλος ερμηνευτής ή αρχιμουσικός που να μην έχει αναζητήσει σε κάποιον έστω βαθμό, αυτή τη γνώση και εμπειρία. Θα αναφέρω ως παράδειγμα τον Claudio Abbado, που προς το τέλος της ζωής του διηύθυνε ορχήστρες με όργανα εποχής, αλλά και τον πιανίστα Lang Lang, ο οποίος πριν ηχογραφήσει τις «Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ» του Μπαχ, όχι μόνο πήρε μαθήματα τσέμπαλου, αλλά πήγε και στον Άγιο Θωμά στη Λιψία για να παίξει και να ακούσει ο ίδιος το εκκλησιαστικό όργανο του Κάντορα!

Η σοπράνο Αναστασία Συμεωνίδου θα ερμηνεύσει τραγούδια των Μότσαρτ, Μπραμς και Μέντελσον με θέμα – τι άλλο – τον έρωτα: αιώνιο ή διαψευσμένο.

Στην Ελλάδα δεν έχουμε όργανα εποχής, πέραν αυτών στην ιδιοκτησία ενός μικρού αριθμού ερμηνευτών όπως εγώ.

Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή πόσο παρούσα είναι η ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία; Διδάσκεται στα ωδεία;

Στην Ελλάδα πλέον υπάρχει «σκηνή» παλαιάς μουσικής με όργανα εποχής, ενώ σε κάποιες, λίγες όμως, περιπτώσεις, διδάσκεται και στο ωδείο. Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν έχουμε όργανα εποχής, πέραν αυτών στην ιδιοκτησία ενός μικρού αριθμού ερμηνευτών όπως εγώ.

– Η συναυλία περιλαμβάνει και τραγούδι. Πώς σχετίζονται τα ιστορικά όργανα με τη φωνή;

Η συνοδεία του φορτεπιάνο ξεδιπλώνει ευχάριστες εκπλήξεις, και δίνει χώρο στον τραγουδιστή να χρησιμοποιεί ένα μεγαλύτερο εύρος στα χρώματα του ήχου του. Συνήθως οι τραγουδιστές παλεύουν με τον βροντώδη ήχο του σύγχρονου πιάνου, καλώντας τον πιανίστα να παίζει «πιο σιγά!» ή καταφεύγοντας σε χρήση φωνής ακατάλληλης για το ποιητικό τραγούδι, αυτό που ονομάζουμε lied (“ληντ”, πληθ. lieder). Το φορτεπιάνο, που είναι άλλωστε και το μέσο που είχαν στη διάθεσή τους οι δημιουργοί, εξασφαλίζει την ισορροπία, και ο τραγουδιστής αισθάνεται άνετα να τραγουδήσει, θα έλεγα, πιο «ανθρώπινα», να αρθρώσει τον λόγο, ενδυναμώνοντας το νόημα του ποιήματος.

– Το περιβάλλον της συναυλίας παίζει και αυτό κάποιον ρόλο;

Η ερμηνεία lieder σε ένα σαλόνι έχει επίσης ενδιαφέρον. Είμαστε συνηθισμένοι σε μεγάλες κυρίως αίθουσες και ξεχνάμε ότι τουλάχιστον μέχρι το 1850, ο κόσμος απολάμβανε το ρεπερτόριο αυτό κυρίως σε σπίτια ή μικρούς χώρους. Το φωνητικό μέρος της συναυλίας αναλαμβάνει η σοπράνο Αναστασία Συμεωνίδου με lieder του Mozart, γραμμένα το 1787, στο κλασικό φορτεπιανο όπου αναδεικνύεται η σπιρτόζικη διάθεση του συνθέτη στο τραγούδι “Στη Χλόη” (“An Chloe”) και το δράμα της Λουίζε που καίει τα γράμματα του εραστή της (“Als Luise die Briefe…”). Με το Pleyel θα αναδειχτεί η «απόκοσμη» ατμόσφαιρα του Lied “Von ewiger Liebe” του Brahms, και η θλίψη της “Suleika” του Mendelssohn.

 

// Για να παρακολουθήσετε το HOUSE CONCERT του Γεράσιμου Χοϊδά (φορτεπιάνο, πιάνο) και της Αναστασίας Συμεωνίδου (σοπράνο) απαραίτητη  είναι η  κράτηση θέσεων (έως 40 άτομα) στο τηλέφωνο 210.72.98.930. Μαγνητοσκοπημένο υλικό του Γεράσιμου Χοϊδά και της Αναστασίας Συμεωνίδου μπορείτε να παρακολουθήσετε στο κανάλι του YouTube: Classical Sound Ideal.

 

Διαβάστε ακόμα: Από το Παρίσι στο Βερολίνο με την Audemars Piguet. Tα «μαλακά ερείπια» του Ανδρέα Αγγελιδάκη.

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top