«Παλιά ταξίδευα σε όλο τον κόσμο για να βρω κάτι που με ενδιέφερε, είτε με σχέδιο είτε τυχαία».

Είναι ένας από τους ελάχιστους Έλληνες φωτογράφους που καταφέρνουν να ζουν από την καλλιτεχνική φωτογραφία και να διαπρέπουν σε εκθέσεις στο εξωτερικό. Βεβαίως δεν λέει όχι στη φωτογραφία μόδας -έχει άλλωστε υπογράψει εμβληματικές καμπάνιες για οίκους όπως ο Zeus&Δione. Εκ πεποιθήσεως δημιουργικός πολίτης του κόσμου, έχει ζήσει στην Αθήνα, στο Τορίνο, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, και έχει κάνει μαραθώνια ταξίδια σε ετερόκλητους προορισμούς,

Το 2007, ο Έλληνας φωτογράφος κέρδισε το βραβείο ECB Annual Photography Award στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας με τη συλλογή Hellenic Polaroids. Την ίδια χρονιά, εξέθεσε τη συλλογή Global Summer στο Παρίσι και το Los Angeles με καλοκαιρινές φωτογραφίες από όλη την υφήλιο και το 2014 τη συλλογή 10.000 American Movies που δημιούργησε κατά τη διάρκεια μιας πενταετίας ζώντας στις ΗΠΑ και πάλι στο Παρίσι και την Αθήνα. Το πρόσφατο βιβλίο του “Mykonos: Mediterranean | Cycladic”  είναι αφιερωμένο στην ακατανίκητη έλξη του νησιού των ανέμων.

Ο Κορδάκης είναι ένας εκ πεποιθήσεως δημιουργικός άνθρωπος. Και η δημιουργικότητα είναι αυτή που κάνει έναν άνθρωπο να ξεχωρίζει, νοηματοδοτώντας την ίδια την ύπαρξή του. Μέσω της μαγικής λειτουργίας της φτιάχνουμε νέα πράγματα, δημιουργούμε ιδέες, εκφράζουμε τη δική μας προοπτική. To Bombay Sapphire Gin με motto το «stir creativity» φιλοδοξεί να εμπνεύσει τη δημιουργικότητα. Εναι μια σύνθεση εκλεκτικών αρωμάτων τόσο ευέλικτη, που προσφέρεται για διαρκή πειραματισμό και δημιουργική έκφραση.

«Για εμένα ελληνικότητα είναι κυρίως το αιγαιοπελαγίτικο. Έχω την τάση να… “αποκλείω” όλη την υπόλοιπη Ελλάδα και να επικεντρώνομαι στο φως των Κυκλάδων».

Η δημιουργικότητα είναι αναπόσπαστο κομμάτι του Bombay Sapphire Gin.

– Είσαι φωτογράφος, ή ταξιδιώτης – φωτογράφος;

Είμαι φωτογράφος ναι, αλλά και όχι μόνο. Έχω υπάρξει ταξιδιώτης – φωτογράφος για πολλά χρόνια, κουράστηκα λίγο, και πλέον φωτογραφίζω με βάση τις φωτογραφικές μου φαντασιώσεις, όχι απαραίτητα σε ταξίδια, χωρίς να αποκλείεται το ένα το άλλο. Γενικά, προσπαθώ να πραγματοποιώ τις φωτογραφικές μου φαντασιώσεις!

– Δηλαδή υπήρξε μια εποχή που έβρισκες δημιουργικά ερεθίσματα από τον γύρω κόσμο και πλέον βρίσκεσαι σε μία φάση που θες να δημιουργήσεις κάτι που έχεις μέσα σου; 

Ακριβώς. Παλιά ταξίδευα σε όλο τον κόσμο για να βρω κάτι που με ενδιέφερε, είτε με προκαθορισμένο σχέδιο, είτε τυχαία. Ασχολήθηκα με ένα μεγάλο project στην Αμερική που ταξίδευα για 4 με 5 χρόνια περίπου με αυτοκίνητο, κατά διαστήματα βέβαια, όχι 5 χρόνια συνεχόμενα ταξίδι, αλλά ταξίδευα για τρεις εβδομάδες, για ένα μήνα με το αυτοκίνητο, και φωτογράφιζα ταξιδιωτικά. Το ερέθισμα ήταν οι αμερικανικές ταινίες, αυτό ήταν το πρότζεκτ. Αλλά τελείωσε πια αυτό, είναι μία περίοδος που έχει κλείσει για μένα. Τώρα πλέον θέλω όπως ακριβώς είπες να πραγματοποιήσω δικές μου εικόνες που μου έρχονται στο μυαλό και έχω την δημιουργική ανάγκη ότι πρέπει να εκτελεστούν.

– Ποια είναι τώρα πλέον τα ερεθίσματα που σε εμπνέουν να προχωρήσεις σε κάτι, σε μία δημιουργία;

Γενικά πάντα υποβόσκει μία ελληνικότητα. Αν πρέπει να πω μία λέξη που θα είναι ο κοινός παρανομαστής αυτό θα είναι ελληνικότητα. Ελληνικότητα είναι και οι Κυκλάδες και η αρχαία Ελλάδα και πιθανώς η μόδα όσο είναι εμπνευσμένη από την αρχαία Ελλάδα. Πρέπει να υπάρχει ένα ελληνικό στοιχείο κάπου για εμένα. Βέβαια λέγοντας αυτό, εγώ και ένα βότσαλο το θεωρώ ελληνικό στοιχείο και ας μην είναι κάτι αποκλειστικά ελληνικό, αλλά κάπως εγώ το βλέπω κυκλαδίτικα και αιγαιοπελαγίτικα. Και μου αρέσουν πολύ οι φόρμες: και οι αρχιτεκτονικές, και οι γυναικείες φόρμες. Για εμένα λοιπόν ελληνικότητα είναι κυρίως το αιγαιοπελαγίτικο, και έχω την τάση να αποκλείω όλη την υπόλοιπη Ελλάδα και να επικεντρώνομαι στο φως των Κυκλάδων.

«Στη Μύκονο μπορείς να ζήσεις και το παραδοσιακό κυκλαδίτικο και το beach party lifestyle μέσα σε μία ημέρα, πολλές φορές».

Ενα μπρέικ από την πολλή δουλειά το χρειάζονται όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι.

– Η ηπειρωτική Ελλάδα δεν σε συγκινεί δηλαδή; Οι πόλεις;

Δεν είναι ότι δεν με συγκινεί απαραίτητα, υπάρχουν μέρη που μου αρέσουν, αλλά προτιμώ να επικεντρώνομαι στην ξεραΐλα και στο άσπρο των Κυκλάδων και όχι στο πράσινο, το ηπειρωτικό ή την ιταλικού τύπου αρχιτεκτονική που με εμπνέουν πολύ λιγότερο.

– Μάλιστα το τελευταίο σου άλμπουμ που μόλις κυκλοφόρησε είναι εξολοκλήρου αφιερωμένο στη Μύκονο.

Αυτή ήταν μία παρένθεση σε αυτό που κάνω τα τελευταία χρόνια. Έχω μια σχέση με τη Μύκονο, που για όσους πηγαίνουν όσα χρόνια πηγαίνω εγώ, νομίζω έχουν την ίδια, δηλαδή μία αγάπη και ένα μίσος, μία αγάπη για το παρελθόν και ένα μίσος για αυτό που συμβαίνει τώρα. Με το βιβλίο συμφιλιώθηκα με την εξέλιξη του νησιού και κατέγραψα την άποψή μου, η οποία είναι ότι σε αυτό το νησί μπορεί κανείς να έχει τα καλά δύο κόσμων διαφορετικών και αντιθετικών: το παραδοσιακό κυκλαδίτικο από τη μία και από την άλλη το τζετ σετ, το beach party lifestyle, ας πούμε, που αυτή τη στιγμή επικρατεί. Μπορείς να ζήσεις και τα δύο μέσα σε μία ημέρα και μπορείς να τα ζήσεις και τα δύο μέσα σε μία ημέρα πολλές φορές.

– Μια γοητευτική αντίθεση που μόνο αυτό το νησί μπορεί να προσφέρει. 

Και αυτό για εμένα είναι η μοναδικότητα της Μυκόνου, αυτό ήθελα να δείξω και αυτό κατέθεσα στο βιβλίο, και έτσι συμφιλιώθηκα όπως είπα με αυτό που συμβαίνει στη Μύκονο. Γιατί ομολογουμένως είναι λίγο δραματικό αυτό που συμβαίνει, δραματικό με την έννοια της έντονης αλλαγής, όχι κατ’ ανάγκη με την έννοια ότι είναι μόνο κακό. Και φωτογραφικά βρίσκω ότι έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Αλλά δεν είναι κάτι που θα ήθελα να συνεχίσω να κάνω, ήταν μία μοναδική περίπτωση, με αρκετά έντονο το βιωματικό στοιχείο, μία ανάγκη που είχα, όχι σαν φωτογράφος, αλλά σαν επισκέπτης δεκαετιών.

«Με ενδιαφέρει πάρα πολύ η αρχιτεκτονική, η αρχιτεκτονική των αρχαίων χώρων και η αρχιτεκτονική των αρχαιολογικών μουσείων».

– Αυτό το βιωματικό στοιχείο συνδυάζεται με την έμφαση στο γυναικείο σώμα, που όμως εδώ είναι το σώμα ενός μοντέλου, ενός επαγγελματικού όντος, όχι μιας δικής σου προσωπικής ιστορίας.

Γενικά χρησιμοποιώ πολύ λίγες σκηνοθετημένες φωτογραφίες. Όχι επειδή αυτό που φωτογραφίζω είναι κάτι που δεν συμβαίνει, αλλά επειδή δεν είχα τον χρόνο και την πολυτέλεια να το πιάσω έτσι όπως θα ήθελα. Όταν δεν υπάρχει η δυνατότητα να συλληφθεί αυθόρμητα, μπορώ να το αναπαραστήσω. Νομίζω όμως ότι κατάφερα να το αναπαράξω σαν να ήταν κάτι αυθόρμητο: δεν είναι κάτι που δεν θα το δεις, και δεν υπάρχει.

– Γενικά πώς είναι ο τρόπος που δουλεύεις τεχνικά; Ποια είναι η ρουτίνα σου, αν υπάρχει.

Για πολλά χρόνια δούλευα με μεγάλου φορμάτ Polaroid, τα οποία δυστυχώς δεν υφίστανται πια σαν προϊόν, δεν μπορείς πια να τα αγοράσεις. Με αυτήν την τεχνική και με αυτό το φιλμ δούλευα περίπου 10 χρόνια, αλλά από τότε που σταμάτησαν να υπάρχουν, αναγκάστηκα να χρησιμοποιώ ψηφιακές μηχανές, όπως οι περισσότεροι φωτογράφοι. Μου λείπει η αναλογική εποχή αλλά δεν είμαι δογματικά ρομαντικός, και οι ψηφιακή εποχή είναι εξίσου ενδιαφέρουσα ειδικά στο κομμάτι της εκτύπωσης. Αφιερώνω πολύ χρόνο και ενέργεια στη διαδικασία της εκτύπωσης των έργων μου.

«Δεν με ενδιαφέρει φωτογραφικά το σύγχρονο μουσείο της Ακρόπολης. Με ενδιαφέρει περισσότερο το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που από μόνο του είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον σαν εμπειρία».

Το premium gin Bombay Sapphire με το εμβληματικό μπουκάλι προσφέρεται για δημιουργικά, καλοκαιρινά απεριτίφ.

– Δηλαδή για τις εκθέσεις φωτογραφίας.

Ναι, προσπαθώ να ψάχνω εναλλακτικούς τρόπους να εκτυπώνω, δηλαδή ψάχνομαι πολύ με τα χαρτιά και τους τρόπους εκτύπωσης. Οπότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν υπάρχει μία ρουτίνα, αυτή είναι, ότι ψάχνω πολύ τις εκτυπώσεις.

– Μπαίνεις στον σκοτεινό θάλαμο;

Γενικά διαχωρίζω πολύ το ρόλο του φωτογράφου από τον ρόλο του εκτυπωτή, δηλαδή ο άνθρωπος που εκτυπώνει είναι μία άλλη ιδιότητα. Μπορεί κάποιος να είναι καλός φωτογράφος χωρίς να εκτυπώνει και κάποιος θα εκτυπώνει καλά χωρίς να είναι φωτογράφος. Και τώρα που δεν υπάρχει πια ο σκοτεινός θάλαμος, αλλά υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται πάνω σε αυτό ψηφιακά, υπάρχουν άνθρωποι που είναι καλλιτέχνες σε αυτό, το πάνε πολύ παρακάτω με την ψηφιακή εκτύπωση.

«Γενικά, προσπαθώ να πραγματοποιώ τις φωτογραφικές μου φαντασιώσεις!».

– Τώρα ποια είναι τα θέματα με τα οποία ασχολείσαι;

Φωτογραφικά με ενδιαφέρει πάρα πολύ η αρχιτεκτονική, η αρχιτεκτονική των αρχαίων χώρων και η αρχιτεκτονική των αρχαιολογικών μουσείων που έχουν πια και αυτά από μόνα τους μία πατίνα χρόνου έντονη. Δεν με ενδιαφέρει το σύγχρονο, ας πούμε, Μουσείο της Ακρόπολης, με ενδιαφέρει όμως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που από μόνο του είναι ενδιαφέρον σαν εμπειρία, πέρα από τα εκθέματα, σαν κτίριο. Και με ενδιαφέρει πολύ επίσης το story telling  με το μέσο του video και το cinema

– Θες να μας πεις περισσότερα για το επόμενο πρότζεκτ;

Είναι διάφορα, όχι ένα μόνο.. Τα περισσότερα περιστρέφονται γύρω από την αισθητική της Ελληνικότητας όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ. Επίσης ετοιμάζω κάτι στη Βενετία , και σιγά σιγά ένα κύκλο από Μικρού Μήκους ταινίες.

– Χρησιμοποιείς τη λέξη φαντασίωση. Τι νόημα έχει ακριβώς αυτή η λέξη στη δουλειά σου;

Μία ερμηνεία είναι ότι έχω μία ιδέα, μία εικόνα που εμμονικά θέλω να την πραγματοποιήσω, θέλω να την εκτελέσω, και επειδή αν δεν το κάνω δεν ησυχάζω, καταλήγω να την πραγματοποιήσω. Είναι όπως οι ερωτικές φαντασιώσεις. Απλά είναι φωτογραφικές φαντασιώσεις που πρέπει να πραγματοποιηθούν διαφορετικά δεν ηρεμείς. Για αυτό και το ονομάζω φαντασίωση. Eπειδή ομοιάζει πάρα πολύ με τις ερωτικές ή κάθε άλλου είδους φαντασιώσεις.

«Mια φωτογραφική φαντασίωση ομοιάζει πάρα πολύ με τις ερωτικές ή κάθε άλλου είδους φαντασιώσεις».

«Η φωτογραφία έχει μόνο ένα layer, είναι αυτό που βλέπεις, δεν έχει μυρωδιά γεύση, δεν έχει αναπνοή».

– Για να εκφραστεί κάτι φωτογραφικά υπάρχει μία διαφορετική γλώσσα, η οπτική γλώσσα.

Είναι η μόνη που ξέρω. Προς το παρόν.

– Αργότερα;

Μου αρέσει να εξελίσσω και άλλες πλευρές της προσωπικότητας και της δημιουργικότητας μου. Λόγω εμπειριών και ευκολίας και ταχύτητας μέχρι τώρα εκφραζόμουν μόνο μέσα από τη φωτογραφία, αλλά με ενδιαφέρει πάρα πολύ το narrative, το αφήγημα. Η φωτογραφία έχει μόνο ένα layer, είναι αυτό που βλέπεις, δεν έχει μυρωδιά, γεύση, δεν έχει αναπνοή. Εμένα με ενδιαφέρει να μπορείς να πεις μία ιστορία που να έχει περισσότερο από ένα επίπεδα.

– Μιλάμε δηλαδή για πολυμεσικότητα;

Πριν από 10 χρόνια είχα μία ιδέα για ένα εστιατόριο στην Αμερική, και η ιδέα ήταν να γίνει ένας χώρος ο οποίος θα μύριζε Ελλάδα. Ως τότε υπήρχαν κάποια ελληνικά εστιατόρια, αλλά η εμπειρία του πελάτη ήταν αμερικανική. Δεν υπήρχε κάποια ελληνικότητα, απλά το μενού ήταν ελληνικό. Η ιδέα λοιπόν ήταν να γίνει ένα εστιατόριο το οποίο θα μυρίζει Ελλάδα, και όχι μόνο θα μυρίζει αλλά θα πρότεινε μια ελληνική αισθητική. Πιστεύω ότι είναι πάρα πολύ άδικη η θέση που έχει η ελληνική αισθητική στον παγκόσμιο χάρτη. Νομίζω ότι κάλλιστα μπορούμε να προτείνουμε όπως προτείνουν οι Ιάπωνες, ή όπως προτείνουν οι Σκανδιναβοί ή όπως προτείνουν οι Ελβετοί, τη δικιά τους αισθητική. Πάνω σε αυτή τη λογική ήθελα να φτιάξω έναν χώρο, που θα έκανε ακριβώς αυτό: μια πρόταση. Δεν έγινε τότε, έγινε τώρα. Λέγεται Imperfecto και βρίσκεται στην Washington DC. Εγώ ήμουν σε αυτό creative director, με αρχιτέκτονες τη  Μαρία Παπαφίγκου και τον Johan Annerhed, τους ΟΟΑΚ architects. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για το πως γυρεύω να εκφράσω τη δημιουργικότητά μου και με άλλους τρόπους.

«Πιστεύω ότι είναι πάρα πολύ άδικη η θέση που έχει η ελληνική αισθητική στον παγκόσμιο χάρτη».

«Έχω μια εμμονή να φωτογραφίζω τη σκιά που κάνει μία καμάρα, που κάνει ένα δέντρο πάνω στο λευκό background, μία καλαμωτή και σου βγάζει το καλοκαίρι, τη ραστώνη και την ηρεμία».

– Σκέφτομαι ότι η ελληνική αισθητική έτσι όπως τη γνωρίζουμε τα τελευταία χρόνια είναι μία αισθητική σπάνης, λιτότητας, ακόμα και φτώχειας.

Δεν θα έλεγα φτώχειας, για τα υπόλοιπα ναι. Φτώχεια, γιατί το λες;

– Επειδή σε γενικές γραμμές οι ελληνικές κοινότητες για πολλά χρόνια, ακόμα και στα νησιά, εκτός από κάποιους καπεταναίους, ήταν κοινωνίες που είχαν λίγα αγαθά.

Ναι, η λιτότητα πιθανώς προέκυψε από την ανάγκη, δηλαδή από τη φτώχεια, δεν διαφωνώ σε αυτό, αλλά μετά από όλα αυτά τα χρόνια κατέληξε σε αυτό που θαυμάζουμε εμείς, που είναι ο μινιμαλισμός και η λιτότητα, που ναι μεν ίσως γεννήθηκε μέσα από τη φτώχεια, αλλά δεν νομίζω ότι πλέον αναφέρεται σε αυτή. Επίσης πολλά αισθητικά στοιχεία γεννήθηκαν από την ανάγκη αλλά και το εμπειρικό ταλέντο του μάστορα και όχι από την φτώχεια.

«Δεν θεωρώ ότι ο πλούτος και η πολυτέλεια αποκλείουν τη λιτότητα της ελληνικής ομορφιάς».

– Το ερώτημα είναι: αφού φύγαμε από αυτή την κατάσταση της λιτότητας, μπορεί να επιβιώσει μία ελληνική αισθητική; Από τη στιγμή που έγινε για παράδειγμα αυτό που περιγράφεις στη Μύκονο με το jet set, μπορεί να επιβιώσει μία ελληνική αισθητική στα πάρτι της Μυκόνου;

Ναι, το πιστεύω ακράδαντα. Στη Μύκονο δεν συμβαίνει για άλλους λόγους, όχι ότι δεν γίνεται, απλά επειδή οι άνθρωποι που εμπλέκονται δεν έχουν το αντίστοιχο όραμα. Αλλά δεν είναι ότι το ένα αποκλείει το άλλο, δεν θεωρώ δηλαδή ότι ο πλούτος και το luxury, η πολυτέλεια, αποκλείουν τη λιτότητα της ελληνικής ομορφιάς. Πιστεύω ότι στο εστιατόριο που κάναμε στην Αμερική το πετύχαμε ακριβώς αυτό: στοίχισε πάρα πολλά χρήματα, είχε πολύ μεγάλο μπάτζετ, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αυτό αυτό ακριβώς το λιτό και ελληνικό που είχαμε στο μυαλό μας. Ας το πούμε μεταμοντέρνο Ελληνικό.

Καλός πάγος, λίγο λάιμ, ποιοτικό tonic και το premium gin tonic με Bombay Sapphire είναι έτοιμο.

– Ακούγοντάς σε να μιλάς για Κυκλάδες και λιτότητα, μου φέρνεις στο νου αυτό που έχει πει ο Ελύτης, ότι μπορείς να αποσυνδέσεις και να φτιάξεις την Ελλάδα με τρία πράγματα. Ποια είναι τα δικά σου τρία στοιχεία τα οποία συγκροτούν την Ελλάδα της δικής σου αισθητικής;

Σίγουρα ένα βότσαλο, γύμνια, κυκλαδίτικη σκιά.

– Ποια είναι η κυκλαδίτικη σκιά ειδικά;

Έχω μια εμμονή να φωτογραφίζω τη σκιά που κάνει μία καμάρα, που κάνει ένα δέντρο πάνω στο λευκό background, μία καλαμωτή και σου βγάζει το καλοκαίρι, τη ραστώνη και την ηρεμία…

– Δηλαδή για εσένα η σκιά είναι για να βλέπεις, όχι να είσαι από κάτω της.

Ναι, ναι, ακριβώς.

«Έχω με τη Μύκονο μία αγάπη και ένα μίσος, μία αγάπη για το παρελθόν και ένα μίσος για αυτό που συμβαίνει τώρα».

– Έτσι η εικόνα που θα κρατήσουμε για σένα είναι κάποιος που είναι γυμνός στον ήλιο για να βλέπει μια σκιά εικαστικά, ως αντικείμενο φωτογράφησης.

 Ναι, ιδανικά με μία γυναικεία φιγούρα από κάτω.

– Γυμνή φαντάζομαι και αυτή…

Σίγουρα.

 

 

Διαβάστε ακόμα: Το ανανεωμένο ΕΜΣΤ γιόρτασε τα εγκαίνια 5 νέων εκθέσεων με το Bombay Sapphire.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top