«H τηλεοπτική εκπομπή είναι μια φυσιολογική εξέλιξη της δουλειάς μου και του πως εξελίσσομαι στα media».

Αιγαλεώτης που όμως έχει ζήσει έως και τη Στουτγκάρδη και το Τορόντο. Άνθρωπος που δεν τα βρήκε εύκολα στη ζωή του, γι’ αυτό και ξεκίνησε να τα δημιουργεί μόνος του. Ο Γιώργος Μουχταρίδης είναι ταυτισμένος με τη μουσική και το ραδιόφωνο, όσο και αν παραδέχεται πως το τελευταίο δεν ήρθε στη ζωή του ως κεραυνοβόλος έρωτας.

Από την αρχή της δημιουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού Pepper 96.6 είναι ο διευθυντής του στήνοντας ένα ραδιόφωνο με διακριτή αισθητική τόσο στις μουσικές προτάσεις όσο και στην επιλογή των παραγωγών. Αυτή τη στιγμή απολαμβάνει την επιτυχία του εγχειρήματος, αλλά ως φύση ανήμερη, παρουσιάζει στην ΕΡΤ και μια δική του πρόταση που, όχι, όσο και αν περίμενε κανείς κάτι διαφορετικό, δεν είναι μουσική, αλλά βιβλιοφιλική.

Από το πρώτο κιόλας επεισόδιο της εκπομπής «Μικρά βιβλία, μεγάλες ιδέες» που μεταδίδεται από την ΕΡΤ2 κάθε Κυριακή, το κοινό κατανόησε πως πρόκειται για μια ξεχωριστή τηλεοπτική πρόταση. Βιβλία μη λογοτεχνικά, κυρίως στοχασμού για τα σύγχρονα προβλήματα αναλύοντας σε μορφή φιλικής συζήτησης. Τίποτα το εξεζητημένο ή το βαρύγδουπο. Επίσης, τίποτα που να σε κάνει να βαριέσαι.

«Εν αρχή ην ο λόγος αλλά σε εμένα ο λόγος έφτασε μετά μουσικής στη ζωή μου».

Ο Γιώργος Μουχταρίδης αποκαλύπτει στο Andro τις τρεις μεγάλες αγάπες του. Τη μουσική, το ραδιόφωνο και το διάβασμα.

«Λογικά θα επιβίωνα και χωρίς βιβλία και χωρίς μουσική».

– Τι προηγήθηκε στη ζωή σας: η μουσική ή τα βιβλία;

Εν αρχή ην ο λόγος αλλά σε εμένα ο λόγος έφτασε μετά μουσικής στη ζωή μου, οπότε αυτό που με έχει χαρακτηρίσει είναι η μουσική.

– Πόση μουσική μπορεί να χωρέσει σε ένα βιβλίο και πόση σκέψη σε μια μουσική;

Υποθέτω ότι ιδανικοί για να απαντήσουν αυτή την ερώτηση είναι ο Brian Eno ή ο David Byrne ή ο Nick Cave, καλλιτέχνες που εκτιμώ βαθιά και που μέσα από την μουσική και τα τραγούδια τους αλλά και τα εκδοτικά τους εγχειρήματα έχουν ισορροπήσει την καρδιά και το μυαλό. Γιατί κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ την ερώτησή σου, αν μπορεί η καρδιά (μουσική) να σκέφτεται και το μυαλό (βιβλίο) να νιώθει.

– Θα μπορούσατε να ζήσετε χωρίς βιβλία ή μουσική;

Λογικά θα επιβίωνα και χωρίς βιβλία και χωρίς μουσική αλλά αν υπάρχει δίλημμα για μένα η μουσική είναι η πρώτη επιλογή.

– Αν έπρεπε, ωστόσο, να διαλέξετε ένα βιβλίο και ένα τραγούδι, ποια θα ήταν;

«Τα Σονέτα» του Σαιξπηρ και το God Only Knows των Beach Boys! Μου βάζεις πολύ δύσκολα όμως.

«Αυτό που με προβληματίζει είναι αν μία τέτοια εκπομπή σαν τη δική μου μπορεί να προσελκύσει κοινό και να γίνει αυτό που λέμε εμπορική».

«Βρισκόμαστε και σε μια εποχή μεταίχμιο με μεγάλες αλλαγές συντελούνται γύρω μας».

– Η εκπομπή πώς προέκυψε ως ιδέα;

Ένα βράδυ, πριν από 4 χρόνια περίπου, βρεθήκαμε στον εξωτερικό χώρο όπου γινόταν η εκδήλωση για τους χρυσούς σκούφους του Αθηνοράματος με τον Χρήστο Χωμενίδη να συζητάμε για τα βιβλία του Χαράρι και κυρίως για το sapiens. Μετά από πραγματικά λίγο καιρό βρέθηκα με κάποιους άλλους φίλους να συζητάμε και πάλι για τις ιδέες ενός βιβλίου που διαβάζαμε εκείνη την περίοδο,του factfulness, που είναι ένα συλλογικό βιβλίο τριών επιστημόνων του Ινστιτούτου Καρολίνσκα ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα βρέθηκα και πάλι να συζητάμε για ένα βιβλίο του Μαρκ Μάνσον με την Μαριέττα Φαφούτη.

– Αρα άρχισε να μορφοποιείται κάτι μέσα σας. 

Αυτές οι πολύ κοντινές χρονικά συζητήσεις με έκαναν να σκεφτώ ότι πάρα πολύς κόσμος, που δεν το έβαζε ο νους μου μέχρι τότε, διαβάζει τα λεγόμενα βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης, σκέφτεται και συζητάει με τις παρέες του για τις ιδέες που βρίσκονται μέσα σε αυτά. Σκέφτηκα λοιπόν πόσο ωραία ιδέα θα ήταν να κάνω μία εκπομπή τηλεοπτική στην οποία κάθε φορά θα παρουσιάζουμε ένα βιβλίο και να το συζητάμε με ανθρώπους που δεν είναι ειδικοί αλλά αγαπούν το διάβασμα,τις ιδέες και τις συζητήσεις! Και έτσι και έγινε μερικά χρόνια αργότερα μια πρόταση στην ΕΡΤ που έγινε αποδεκτή.

– Ποιες είναι οι πρώτες εντυπώσεις που λαμβάνετε;

Τα σχόλια και οι εντυπώσεις είναι ενθαρρυντικά και το κυριότερο προέρχονται από ένα κοινό ποικίλο και διαφορετικό. Ο στόχος της εκπομπής ήταν να προσελκύσει ένα κοινό το οποίο είτε μπαίνει τώρα πιο μεθοδικά στον κόσμο του βιβλίου είτε δεν έχει μπει ακόμα και οι εκπομπές αυτές του προσφέρουν ένα επιπλέον κίνητρο και ένα ερέθισμα. Άλλωστε βρισκόμαστε και σε μια εποχή μεταίχμιο με μεγάλες αλλαγές συντελούνται γύρω μας και όλες αυτές οι ιδέες που κυριαρχούν μέσα σ’ αυτά τα βιβλία είναι απαραίτητες για να μπορέσει να ζει κανείς και να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του και τον περίγυρό του.

«Σκέφτηκα λοιπόν πόσο ωραία ιδέα θα ήταν να κάνω μία εκπομπή τηλεοπτική στην οποία κάθε φορά θα παρουσιάζουμε ένα βιβλίο και να το συζητάμε με ανθρώπους που δεν είναι ειδικοί».

– Τι άλλο σας λένε; 

Σε κάποια σχόλια φαίνεται ότι αρέσει πάρα πολύ η ιδέα της εκπομπής, αρέσουν τα πρόσωπα που επιλέγουμε για να συνομιλήσουμε, αρέσει το σκηνικό μας και η ατμόσφαιρα και η ανεπιτήδευτη διάθεση που έχουμε όλοι όσοι βρισκόμαστε στο πλατό να συζητήσουμε για βιβλία και ιδέες και αρέσει και το κλείσιμο της εκπομπής με το τραγούδι που είναι κοντινό με το βιβλίο που συζητάμε.

«Θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση πως εκπομπές σαν τη δική μου θα τις βλέπουμε από την δημόσια τηλεόραση».

– Θα μπορούσε αυτή η εκπομπή να μεταδίδεται από ιδιωτικό σταθμό ή πρέπει να το πάρουμε απόφαση πως τέτοιες προσπάθειες θα ευδοκιμούν μόνο στα κρατικά;

Νομίζω πως όχι, θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση πως τέτοιες εκπομπές θα τις βλέπουμε από την δημόσια τηλεόραση ή και από πλατφόρμες streaming που απευθύνονται σε ένα μικρό και εξειδικευμένο κοινό. Όμως αυτό που με προβληματίζει είναι αν μία τέτοια εκπομπή μπορεί να προσελκύσει κοινό και να γίνει αυτό που λέμε εμπορική μέσα φυσικά από τους περιορισμούς της.

– Και πού καταλήγετε; 

Πολλές φορές διαβάζω ότι ζητάμε περισσότερη ποιότητα και περισσότερο πολιτισμό από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, την τηλεόραση δηλαδή και ιδιαίτερα την ιδιωτική αλλά όταν έρχεται η ώρα να ανταποκριθούμε σε τέτοιες εκπομπές μετριόμαστε και είμαστε λίγοι.Έχουμε αυτή τη στιγμή ένα πάρα πολύ ωραίο παράδειγμα του νέου προγράμματος της ΕΡΤ 2 που περιλαμβάνει εξαιρετικές εκπομπές για όλες τις εκφάνσεις του πολιτισμού, της κοινωνίας και της σύγχρονης ζωής. Εκπομπές με φρέσκια αισθητική και ματιά που να αφορά και το ειδικό κοινό αλλά και τους πολλούς. Και μένει πια να δούμε πόσο και πως θα ανταποκριθούμε. Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό το πείραμα να πετύχει καθολικά.

«Σκέφτηκα λοιπόν πόσο ωραία ιδέα θα ήταν να κάνω μία εκπομπή τηλεοπτική στην οποία κάθε φορά θα παρουσιάζουμε ένα βιβλίο και να το συζητάμε με ανθρώπους που δεν είναι ειδικοί».

«Τον πρώτο καιρό, στα πρώτα γυρίσματα, ένιωθα μια έξαψη που είχα καιρό να αισθανθώ».

– Σκεφτήκατε καθόλου: «Τι δουλειά έχει ένας λάτρης του ραδιοφώνου στην τηλεόραση»;

Εγώ δεν το σκέφτηκα καθόλου αλλά απ’ ό,τι κατάλαβα το σκέφτηκαν πάρα πολλοί άλλοι και αυτοί που με γνωρίζουν μέσα από το ραδιόφωνο τα τελευταία είκοσι χρόνια αλλά και αυτοί που δεν με γνωρίζουν καθόλου αλλά με έχουν ακούσει σαν όνομα. Παραξενεύτηκαν φυσικά και όσοι είδαν ότι δεν κάνω μια τηλεοπτική εκπομπή για τη μουσική όπως θα ήταν το αναμενόμενο αλλά για το non fiction βιβλίο.

– Ίσως κι εσείς να θέλατε να παρουσιάσετε μια άλλη πτυχή του εαυτού σας. 

Για μένα είναι μια φυσιολογική εξέλιξη της δουλειάς μου και του πως εξελίσσομαι στα media, ακούγεται ίσως λίγο «τολμηρή» λόγω του θέματος των βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης όμως ο μοναδικός τρόπος για να προχωράς και να γίνεσαι καλύτερος είναι να βγαίνεις από την περιοχή που νιώθεις ασφαλής και να δοκιμάζεις κάτι καινούργιο, απλά να ρισκάρεις. Τον πρώτο καιρό, στα πρώτα γυρίσματα, ένιωθα μια έξαψη που είχα καιρό να αισθανθώ και αυτό για μένα ήταν το μεγάλο κέρδος να δοκιμάσω κάτι φαινομενικά άγνωστο και είτε να πετύχω είτε να αποτύχω.

– Στην εκπομπή ασχολείστε κυρίως με μη λογοτεχνικά βιβλία. Ποια ήταν η αρχική σας σκέψη;

Αυτή ακριβώς, να παρουσιάζω μη λογοτεχνικά βιβλία που κουβαλάνε σπουδαίες νέες ιδέες, με καλεσμένους ανθρώπους που εκτιμώ, που τους αρέσει το διάβασμα και ακόμα περισσότερο τους αρέσει μια χαλαρή συζήτηση σαν να βρίσκονται κάπου με φίλους και να συζητάνε για βιβλία και ιδέες.

«Δεν θα παρουσίαζα με τίποτα ένα βιβλίο το οποίο δεν έχω διαβάσει, θα αισθανόμουν άσχημα και απέναντι στους καλεσμένους μου».

«Στη μουσική κάτι θεωρείται εμπορικά παλιό μετά από δύο ή τρεις μήνες και οι περισσότεροι το έχουμε βαρεθεί».

– Θα παρουσιάζατε ένα βιβλίο που δεν έχετε διαβάσει αλλά έχετε ακούσει πολλά γι’ αυτό;

Όχι, κατηγορηματικά όχι, δεν θα παρουσίαζα με τίποτα ένα βιβλίο το οποίο δεν έχω διαβάσει, θα αισθανόμουν άσχημα και απέναντι στους καλεσμένους μου αλλά και απέναντι στο κοινό που θα δώσει μια ώρα από τη ζωή του για να δει την εκπομπή. Όταν τυχαίνει να ακούσω καλά σχόλια για ένα βιβλίο που δεν έχω διαβάσει φροντίζω να το προμηθευτώ για να το διαβάσω.

«Υπάρχουν πάρα πολλά ονόματα που ακούστηκαν για πρώτη φορά στον Pepper 96.6 και αγαπήθηκαν από το ελληνικό κοινό».

– Παρατάτε στη μέση βιβλία που δεν σας καλύπτουν ή είστε ψυχαναγκαστικός και το συνεχίζετε ως το τέλος;

Ευτυχώς πλέον ναι, παλιότερα τον είχα τον ψυχαναγκασμό μου και εξαντλούσα την υπομονή μου, σαν να ήθελα να δικαιώσω την επιλογή μου που το αγόρασα. Σήμερα πολύ εύκολα και χωρίς τύψεις παρατάω ένα βιβλίο σε όποιο σημείο αν δεν μου λέει κάτι είτε σαν γραφή,είτε σαν θέμα,είτε σαν πλοκή.

– Έχετε αναρωτηθεί κι εσείς ποιος τα διαβάζει όλα αυτά τα βιβλία που εκδίδονται;

Ναι φυσικά, ειδικά όταν διαβάζω τα στατιστικά που λένε πόσο διαβάζουν/διαβάζουμε οι Έλληνες!

– Πώς ενημερώνεστε για τις νέες κυκλοφορίες;

Κυρίως από ανθρώπους που εμπιστεύομαι. Από κάποια καλά βιβλιοπωλεία που επισκέπτομαι συχνά, από δημοσιογράφους που εκτιμώ είτε του εντύπου είτε του ηλεκτρονικού τύπου, από τους εκδοτικούς οίκους και από ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να με πάρουν ένα τηλέφωνο και να μου προτείνουν ένα ωραίο βιβλίο που αξίζει να το διαβάσω.

«Ραδιόφωνο ακούω από πολύ πολύ νεαρή ηλικία, η σύνδεση που έχουν οι μνήμες μας τελικά με τον ήχο είναι μοναδική και μας ακολουθεί για πάντα».

«Προσπαθώ να θυμάμαι ότι κάθε μεγάλη αλλαγή ξεκινάει με ένα μικρό βήμα».

– Επηρεάζεστε από το όνομα του εκδοτικού; Έχετε παγιωμένες απόψεις για συγγραφείς ή ψάχνετε και νέους;

Έχω μια εικόνα και για εκδοτικούς οίκους, άλλωστε ο κάθε εκδοτικός φροντίζει με τις κυκλοφορίες του,την αισθητική του και τον τρόπο βγάζει προς τα έξω τις εκδόσεις του να δίνει μια πλήρη εικόνα του ποιες αξίες έχει σαν brand. Έχω παγιωμένες απόψεις για συγγραφείς αλλά όπως κάνω και στη μουσική ψάχνω και για τους νέους δημιουργούς και συγγραφείς. Ίσως όμως στα βιβλία να μην έχω την αυτοπεποίθηση που έχω με τη μουσική!

– Τα τελευταία χρόνια ένα βιβλίο θεωρείται εμπορικά «παλιό» στους έξι μήνες. Έρχονται οι νέες εκδόσεις και το σκεπάζουν. Τι λέτε γι’ αυτό;

Είναι κάτι που το είδαμε πολύ νωρίτερα στην μουσική. Στη μουσική για παράδειγμα κάτι θεωρείται εμπορικά παλιό μετά από δύο ή τρεις μήνες και οι περισσότεροι το έχουμε βαρεθεί. Το ότι αυτή η τάση έχει έρθει και στο βιβλίο είναι κάτι που δεν το είχα προσέξει. Φαντάζομαι τα πολύ σπουδαία και πολύ μεγάλα βιβλία (όπως συμβαίνει και στην μουσική με τα σπουδαία και μεγάλα συγκροτήματα, τους καλλιτέχνες,τα τραγούδια και τα άλμπουμ) δεν είναι ποτέ εκτός μόδας και εμπορικότητας. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα αφορά περισσότερο τους νέους συγγραφείς και τους νέους τίτλους. Στη μουσική αυτό που παρατηρούμε είναι ότι ο λόγος που είναι τόσο βραχύβια η επίδρασή της είναι γιατί δεν έχει την ίδια σημασία, την ίδια βαρύτητα και μάλλον την ίδια αξία για τις ζωές των ανθρώπων.Ίσως και γιατί βαριόμαστε πλέον και μας τρώει η περιέργεια για κάτι καινούργιο. Πιθανόν να ισχύει το ίδιο και για το βιβλίο.

– Διαβάζουν οι Έλληνες; Οι μετρήσεις λένε όχι, αλλά εσείς τι αίσθηση έχετε;

Αν και ο κύκλος μου είναι κύκλος ανθρώπων που ασχολούνται με την μουσική, το θέατρο, το σινεμά και το βιβλίο και άρα η αίσθηση που έχω είναι ότι υπάρχει ένα κοινό που διαβάζει και παρακολουθεί και τις καινούργιες εκδόσεις θα συμφωνήσω με τις μετρήσεις που λένε ότι σαν λαός διαβάζουμε πολύ λίγο.

«Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες προσαρμοζόμαστε και αλλάζουμε, αλλά με αργά και μικρά βήματα που απαιτούν αρκετό χρόνο».

– Αξίζει κανείς να διαβάζει πολλά βιβλία ή λίγα, αλλά με αναγνωστική ένταση; Αξίζει όλος αυτός ο πλεονασμός της ανάγνωσης;

Αξίζει να διαβάζει κανείς πολλά βιβλία, ειδικά αν έχει βρει έναν καλό ρυθμό όταν διαβάζει αλλά νομίζω ότι καταλήγει να ζήσει με τα λίγα που αγαπάμε και θεωρούμε σημαντικά.

«Δεν ονειρευόμουν από μικρός να είμαι στο ραδιόφωνο».

– Η καραντίνα έδειξε μια μικρή στροφή προς το βιβλίο. Εκτοτε, η πλειοψηφία επέστρεψε στις γνωστές τις συνήθειες. Το βρίσκετε λογικό;

Ναι το βρίσκω λογικό και μάλλον φυσιολογικό. Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες προσαρμοζόμαστε και αλλάζουμε, αλλά με αργά και μικρά βήματα που απαιτούν αρκετό χρόνο όμως για κάποιο λόγο έχουμε την εντύπωση ότι όλα αλλάζουν μεμιάς, σαν να ζούμε σε μια ταινία του σινεμά. Προσπαθώ να θυμάμαι ότι κάθε μεγάλη αλλαγή ξεκινάει με ένα μικρό βήμα. Για πολλούς αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια της καραντίνας ήταν αυτό το ένα μικρό βήμα.

– Πώς προέκυψε το ραδιόφωνο στη ζωή σας; Ηταν κεραυνοβόλος έρωτας;

Όχι δεν κεραυνοβολήθηκα, ήρθε αργά το ραδιόφωνο και μάλλον τυχαία, μοιάζει με ένα συνοικέσιο που με τον καιρό έγινε έρωτας και αγάπη. Ραδιόφωνο ακούω από πολύ πολύ νεαρή ηλικία, η σύνδεση που έχουν οι μνήμες μας τελικά με τον ήχο είναι μοναδική και μας ακολουθεί για πάντα. Ραδιόφωνο από τότε που το θυμάμαι ήταν για την γενιά μου ο μοναδικός τρόπος για να ενημερωθείς πολλαπλά για τη μουσική. Δεν ονειρευόμουν από μικρός να είμαι στο ραδιόφωνο.

«Πιστεύω και νομίζω πως έχω δίκιο όταν λέω, ότι ο Pepper 96.6 υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ένα από τα πιο επιδραστικά ραδιόφωνα στην ιστορία των αθηναϊκών ραδιοφώνων».

– Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τη δημιουργία του Pepper 96.6. Πώς κρίνετε τη διαδρομή του;

Πιστεύω και νομίζω πως έχω δίκιο όταν λέω, ότι ο Pepper 96.6 υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ένα από τα πιο επιδραστικά ραδιόφωνα στην ιστορία των αθηναϊκών ραδιοφώνων με την έννοια ότι σε αυτά τα δέκα χρόνια η μουσική του πρόταση έχει αφήσει ένα πολύ ισχυρό αισθητικό αποτύπωμα, τόσο σε αρκετά άλλα ραδιόφωνα όσο και σε πολλούς συναδέλφους του ραδιοφώνου όσο και φυσικά στην αγγλόφωνη ελληνική παραγωγή αλλά και στις μετακλήσεις ξένων καλλιτεχνών που το κοινό έμαθε μέσα από τον αέρα του Pepper. Όταν λοιπόν έχεις αφήσει ένα τόσο καθαρό και έντονο μουσικό στίγμα η πορεία είναι πετυχημένη.

– Έχετε μετανιώσει για κάτι όλα αυτά τα δέκα χρόνια;

Ναι έχω μετανιώσει για τις φορές που δεν ακολούθησα αυτό που μου έλεγε το ένστικτό μου κι άλλαξα γραμμή κάνοντας βήματα πίσω αλλά και για κάποιες φορές που δεν εκτίμησα συνεργάτες τόσο όσο τους έπρεπε και τους αναλογούσε.

«Ο Pepper 96.6 έχει και πολύ καλές ακροαματικότητες αλλά και ένα πολύ καλό όνομα ανάμεσα στο κοινό που ακούει ραδιόφωνο».

– Έχετε χαρεί ή αισθανθεί υπερήφανος για κάτι σ’ αυτή τη διαδρομή;

Φυσικά και έχω χαρεί για πολλά και σήμερα αισθάνομαι ικανοποιημένος. Μην ξεχνάτε ότι ο Pepper 96.6 έχει και πολύ καλές ακροαματικότητες αλλά και ένα πολύ καλό όνομα ανάμεσα στο κοινό που ακούει ραδιόφωνο και ιδιαίτερα το κοινό που αναζητάει τον εναλλακτικό ήχο στο ραδιόφωνο. Υπάρχουν πάρα πολλά ονόματα που ακούστηκαν για πρώτη φορά στον Pepper 96.6 και αγαπήθηκαν από το ελληνικό κοινό, Florence and the machine, Hozier, Michael Kiwanuka, Jack Savoretti, LP, Benjamine Clementine, Black Pumas, Kovacs, Chinawoman και πολλοί ακόμη.

«Εχω μετανιώσει για τις φορές που δεν ακολούθησα αυτό που μου έλεγε το ένστικτό μου».

– Ολοι αυτοί ήταν νέοι καλλιτέχνες που, τελικά, έκαναν όνομα. 

Είμαι υπερήφανος γιατί ο Pepper στα 17 χρόνια ήταν και είναι το ραδιόφωνο των νέων καλλιτεχνών και του νέου ήχου μαζί φυσικά και με πολλά ελληνικά ονόματα. Υπάρχουν φυσικά και πολλές εκδηλώσεις και event του Pepper για τα οποία νιώθω περήφανος. Όπως οι συναυλίες στην αγγλικανική εκκλησία του Αγίου Παύλου, τα church sessions, δηλαδή, αλλά και οι πρωτοποριακές εκδηλώσεις του Ms Pepper,τα party του Pepper, οι κυκλοφορίες με τις συλλογές και τα τραγούδια των νέων καλλιτεχνών.

«Δεν είμαι υπέρ των ραδιοφώνων που παίζουν 150- 200 τραγούδια, τα ίδια και τα ίδια όλη τη χρονιά».

– Οι προτιμήσεις του κόσμου έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια; Τι είδους ραδιόφωνο ψάχνει;

Υπάρχουν διαφορετικά κοινά που ψάχνουν διαφορετικά πράγματα στο ραδιόφωνο,δεν υπάρχει κάποια κυρίαρχη τάση. Υπάρχει η ηλικία των 15 μέχρι 25 που δεν τους ενδιαφέρει καθόλου το ραδιόφωνο ,ίσως και να μην αναγνωρίζουν την συσκευή!Υπάρχει η ηλικία των 25 μέχρι 40 που αναζητάει να ακούει τον αγαπημένο του κλασσικό και σταθερό ήχο στο ραδιόφωνο, όποιος κι αν είναι αυτός, και υπάρχουνε και οι επόμενες ηλικίες που έχουν μεγαλώσει με ραδιόφωνο και είναι απαιτητικοί και οι οποίοι αναζητούν ραδιόφωνο η ραδιόφωνα χωρίς play list και με μεγάλη ποικιλία στις μουσικές. Αν κάποιος μπορέσει σε ένα ραδιόφωνο να ισορροπήσει αυτές τις τρεις μεγάλες τάσεις πιθανόν να κάνει ένα απολαυστικό ραδιόφωνο.

– Τι γνώμη έχετε για τις playlist; Υπάρχουν ραδιόφωνα που παίζουν νυχθημερόν την ίδια μουσική.

Ούτε θετική, ούτε αρνητική, όπως όλα τα πράγματα έχει σημασία το πως τα χρησιμοποιείς ,το που απευθύνεσαι και ποιος είναι ο στόχος σου. Είναι σαφές ότι δεν είμαι υπέρ των ραδιοφώνων που παίζουν 150- 200 τραγούδια, τα ίδια και τα ίδια όλη τη χρονιά αλλά καταλαβαίνω ότι ένα ραδιόφωνο και ένα μεγάλο μέρος του κοινού αναζητά ταυτότητα μέσα από τον ήχο. Αυτό για μένα μπορεί κάποιος να το κατορθώσει και με μια καλή βάση δεδομένων τραγουδιών που να φτάνει και τα δυόμιση χιλιάδες τραγούδια χωρίς το ραδιόφωνο να ακούγεται βαρετό.

– Το κυνήγι της ακροαματικότητας «σκοτώνει» τα ραδιόφωνα; Πνίγει τις καλές προθέσεις;

Είμαι της άποψης -κάνε καλά τη δουλειά σου και η ανταπόκριση από το κοινό θα έρθει είτε μέσα από την ακροαματικότητα είτε μέσα από το χαρακτήρα του ίδιου του ραδιοφώνου. Το κυνήγι της ακροαματικότητας σαν αυτοσκοπός σκοτώνει τα ραδιόφωνα.

«Πιστεύω, κατά βάση, ότι το καλό αναγνωρίζεται και επιδοκιμάζεται από το κοινό».

– Θα αλλάζατε έναν παραγωγό που ενώ κάνει καλή εκπομπή δεν φέρνει νούμερα;

Δε θα άλλαζα τον παραγωγό, αλλά την ώρα της εκπομπής. Πιστεύω όμως, κατά βάση, ότι το καλό αναγνωρίζεται και επιδοκιμάζεται από το κοινό είτε με τη μορφή της ακροαματικότητας, τους αριθμούς δηλαδή,είτε με τη μορφή της ποιοτικής αναγνώρισης από το κοινό που είναι και αυτή εξίσου σημαντική.

«Σε δέκα χρόνια από τώρα θα ήθελα να μπορώ να έχω την ενέργεια, την διάθεση και την όρεξη να παρακολουθώ τις εξελίξεις».

– Eκπομπή βιβλίου θα βάζατε στο πρόγραμμα του σταθμού;

Αμιγώς εκπομπή βιβλίου δεν θα έβαζα στο ραδιόφωνο, θα έβαζα όμως ένα ένθετο το οποίο να μην εξαρτάται από την αγορά και τους εκδοτικούς οίκους. Σε κάθε περίπτωση αρκετές από τις εκπομπές στον Pepper έχουν αναφορές σε βιβλία και συγγραφείς.

– Πώς φαντάζεστε τον εαυτό σας σε δέκα χρόνια από τώρα;

Ελπίζω δημιουργικό, με διάθεση να ακούω καινούριες μουσικές, να διαβάζω καινούργια βιβλία και να αναζητώ τις νέες τάσεις που θα είναι τότε κυρίαρχες ή θα ετοιμάζονται να κυριαρχήσουν. Ξέρεις η τεχνολογία έχει επιταχύνει πια πάρα πολύ τις εξελίξεις και οι κοινωνίες αλλά και οι άνθρωποι ατομικά μοιάζουμε να πασχίζουμε να τις ακολουθήσουμε. Θα ήθελα να μπορώ να έχω την ενέργεια, την διάθεση και την όρεξη να παρακολουθώ τις εξελίξεις.

– Πώς φαντάζεστε τον Pepper 96.6 μετά από το ίδιο διάστημα;

Λένε πως ότι δεν αλλάζει πεθαίνει και πως το μόνο σταθερό που έχουμε είναι ότι τα πάντα αλλάζουν. Ελπίζω αυτά τα λόγια να είναι ο οδηγός και για τον Pepper 96.6 και τα επόμενα χρόνια.

 

Διαβάστε ακόμα: Το κουλ, ποιητικό στυλ του Μάνου Ελευθερίου (1938-2018).

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top