Μίκης Θεοδωράκης και Μάνος Χατζιδάκις: οι δύο πυλώνες του ελληνικού τραγουδιού έφυγαν από τη ζωή με διαφορά 27 ετών. Κι όμως, υπάρχουν ακόμα εν ζωή σημαντικοί ομότεχνοι τους.

Η Αρλέτα είχε δώσει την καλύτερη εξήγηση για τη σημασία που είχε ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις στην ελληνική μουσική και, κατ’ επέκταση, στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό. Είχε πει πως ο Μίκης είναι ο πατέρας μας και ο Χατζιδάκις η μητέρα μας. Ο ένας δωρικός και τραχύς κι ο άλλος λυρικός και λεπταίσθητος.

Τώρα, όμως, και οι δύο «γονείς» έφυγαν από τη ζωή κάνοντας την ορφάνια να είναι εκκωφαντική. Ναι, με την απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη κλείνει ένα μεγάλο καλλιτεχνικό, πολιτικό, εν τέλει ιστορικό κεφάλαιο της χώρας που άνοιξε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και περιλαμβάνει ακόμη την Κατοχή, τον Εμφύλιο, την χούντα, την Μεταπολίτευση και τα κατοπινά χρόνια της Δημοκρατίας.

Εκτός από τους πέντε που σταχυολογούμε, υπάρχουν αρκετοί ακόμα σημαντικοί, όπως ο Μίμης Πλέσσας, ο Δήμος Μούτσης ο Γιώργος Χατζηνάσιος και άλλοι.

Αυτοί οι δύο πυλώνες της ελληνικής μουσικής έδρασαν μέσα σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο, το εξέφρασαν, το μετασχημάτισαν σε τέχνη και καθόρισαν με το έργο και τη στάση τους μια ολόκληρη εποχή. Τόσο πολύ, δε, που έγιναν «άχρονοι». Ένα σπάνιο προνόμιο που δικαιούνται να το κατέχουν ελάχιστοι. Μπορεί να έφυγαν από τη ζωή, αλλά η μουσική τους θα αντηχεί στο διηνεκές.

Η Ελλάδα είναι ένα ηχηρό παράδοξο στο σύγχρονο κόσμο. Διαθέτει δύο σημαντικούς συνθέτες παγκόσμιας εμβέλειας και κάμποσους άλλους που μπορεί να μην στέκονται στο ύψος των δύο (για ποιο λόγο άλλωστε να τους βάζουμε στο «ζύγι»;), αλλά είναι οπωσδήποτε πρώτης γραμμής. Τη στιγμή που στα σημερινά παγκόσμια πράγματα «κουμάντο» κάνουν οι τραγουδιστές-σταρ, υποσκελίζοντας τους συνθέτες, στη χώρα μας οι δημιουργοί-τραγουδοποιοί εξακολουθούν να χαίρουν πλέριας εκτίμησης. Θα έλεγε κανείς πως βάσει του μεγέθους της χώρας μας, διαθέτουμε αρκετούς μεγάλους συνθέτες που βρίσκονται εν ζωή και δυνητικά μπορούν να μας προσφέρουν κι άλλα σημαντικά έργα. Και κυρίως, πλέον, να εμπνέυσουν τους νεότερους.

Το να τους σταχυολογήσεις δεν είναι εύκολο. Υπάρχει μια αντικειμενική κρίση και μια καθαρά υποκειμενική. Ισορροπώντας μεταξύ των δύο ας υποκλιθούμε σε πέντε έλληνες συνθέτες που αυτή τη στιγμή είναι δίπλα μας, εν ζωή. Σαφώς, υπάρχουν κι άλλοι πολύ σημαντικοί (βλ. Μίμης Πλέσσας, Δήμος Μούτσης ή Γιώργος Χατζηνάσιος) και αυτό επιβεβαιώνει πως η μεγάλη μουσική είναι μια φλέβα ανεξάντλητη στη χώρα μας.

 

Το βραβευμένο Ρεμπέτικο (σε σύμπραξη με τον μέγιστο Νίκο Γκάτσο) του Σταύρου Ξαρχάκου είναι ένας δίσκος που έχει εγγραφεί βαθιά στο dna μας.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος έζησε τους δύο μεγάλους (Θεοδωράκης, Χατζιδάκις). Ανδρώθηκε μαζί τους.

Σταύρος Ξαρχάκος

Ο Σταύρος Ξαρχάκος έχει βουτήξει στα νάματα των Θεοδωράκη και Χατζιδάκι. Εχει συμπλεύσει μαζί τους, έχει ανδρωθεί παράλληλα με την παρουσία τους. Έχει γράψει τραγούδια για περισσότερους από 42 δίσκους, μουσική για 21 ταινίες και 15 τηλεοπτικές παραγωγές. Ακόμα, έχει συνθέσει μουσική για αρχαία τραγωδία, δράματα και διεθνή μπαλέτα. Το βραβευμένο Ρεμπέτικο (σε σύμπραξη με τον μέγιστο Νίκο Γκάτσο) είναι ένας δίσκος που έχει εγγραφεί βαθιά στο dna μας.

Είναι από τους σημαντικότερους συνθέτες της εποχής μας. Ο Σταύρος Ξαρχάκος περπατάει ήδη την όγδοη δεκαετία της ζωής του, αλλά παραμένει ακμαίος και ενεργός. Από τη μουσική για το θεατρικό έργο Τα Κόκκινα Φανάρια έως την Λόλα και από τα Κορίτσια στον Ήλιο έως το σημερινό έργο του που επαναπροσδιορίζει το δημοτικό τραγούδι, ο Ξαρχάκος έχει ξεδιπλώσει το ατόφιο ταλέντο του προσφέροντάς μας ανεπανάληπτες στιγμές μουσικής έκστασης.


 

Ο Νιόνιος έχει δηλώσει Χατζιδακικός, αλλά ο σεβασμός που είχε στον Θεοδωράκη υπήρξε απαράμιλλος.

Ο Σαββόπουλος είναι ακραιφνής Χατζιδακικός, αλλά και με σεβασμό στον Θεοδωράκη (Φωτογραφία: Sooc).

Διονύσης Σαββόπουλος

Εχει να βγάλει αρκετά χρόνια νέα δουλειά, εντούτοις ο Διονύσης Σαββόπουλος δεν έχει αποσυρθεί. Οι συναυλίες που κάνει σε όλη την Ελλάδα είναι αψευδής μάρτυρας της πηγαίας ενεργητικότητάς του. Η παρουσία του, δε, στα κοινωνικά ζητήματα μπορεί να προκαλεί ενίοτε αντιδράσεις, όμως, δείχνει και τον ολοζώντανο χαρακτήρα του. Ο Νιόνιος έχει δηλώσει Χατζιδακικός, αλλά ο σεβασμός που είχε στον Θεοδωράκη υπήρξε απαράμιλλος. Ο ίδιος δημιούργησε ουσιαστικά τον όρο «τραγουδοποιός», καθώς ήταν ο πρώτος που με μια κιθάρα έγραψε στίχους, μουσική και τραγούδησε τις νότες του.

Ο Σαββόπουλος παραμένει ένα κορυφαίο κεφάλαιο στην ελληνική μουσική. Ο Μπάλος του ακόμη και σήμερα δείχνει έναν δρόμο, απαντάει το μέγα ερώτημα του πώς μπορεί να σταθεί η Ελλάδα ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Τραγούδια όπως η Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη, η Δημοσθένους Λέξις, το Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο, η Θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη και Με αεροπλάνα και βαπόρια, είναι σαν μικρές -πυκνές- ιστορίες του σύγχρονου ελληνικού βίου.


 

Για την Ελλάδα που έβγαινε από μια επταετία «γύψου», τα τραγούδια του Μαρκόπουλου βοήθησαν στην ανάταση του δημοκρατικού φρονήματος.

Τα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου έδωσαν δύναμη στους πολίτες που έρχονταν από μια επταετία στον «γύψο».

Γιάννης Μαρκόπουλος

Iδια γενιά με τον Σταύρο Ξαρχάκο, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, επίσης, θεωρείται δικαίως ένας από τους σημαντικότερους έλληνες συνθέτες. Η εργογραφία του περιλαμβάνει τα πάντα: από συμφωνική μουσική έως λαϊκά τραγούδια κι από μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο έως κύκλους τραγουδιών με ενότητα. Εχει έντονο ενδιαφέρον για τη μουσική της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Κρήτης, την οποία έχει μπολιάσει στο έργο του με οργανικό τρόπο.

Μπορεί να έχει χρόνια να παρουσιάσει κάποια νέα δουλειά του, όμως, κι αυτός παραμένει ενεργός και σαφώς η παρουσία του είναι καταλυτική στα μουσικά πράγματα της χώρας. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα Μαλαματένια λόγια, το Χίλια μύρια κύματα, το Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί, το Ζαβαρακατρανέμια και τα Παραπονεμένα λόγια; Για την Ελλάδα που έβγαινε από μια επταετία «γύψου», αυτά τα τραγούδια βοήθησαν στην ανάταση του δημοκρατικού φρονήματος και εγγράφηκαν στο θυμικό των καθημαγμένων πολιτών.


 

Ο βραβευμένος με Όσκαρ Vangelis είναι ένας από τους πρωτεργάτες του ηλεκτρονικού ήχου παγκοσμίως.

Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου είναι ο πιο γνωστός εν ζωή έλληνας συνθέτης στο εξωτερικό.

Vangelis

Παιδί της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου υπήρξε εξαρχής ένας πρωτοπόρος στη μουσική που υπηρέτησε. Ήταν ένας από τους πρωτεργάτες του ηλεκτρονικού ήχου που στα μέρη μας, εκείνη την εποχή, ήταν κάτι το εντελώς πρωτόγνωρο και ξένο. Από νωρίς ενδιαφέρθηκε για την progressive εκδοχή της ροκ. Πρώτα με τους Forminx και φυσικά με τους Aphrodite’s Child, ένα συγκρότημα που έγραψε ιστορία και κατάφερε να περάσει με μεγάλη επιτυχία τα στενά όρια της Ελλάδας. Στη σόλο καριέρα του, όμως, ο Vangelis γίνεται μια ιερατική μορφή της electronica. Το Οσκαρ Μουσικής που λαμβάνει το 1982 για τη σύνθεσή του Οι Δρόμοι της Φωτιάς, τον κάνει πασίγνωστο και του ανοίγει δρόμους καλλιτεχνικής ελευθερίας.

Η μουσική του για το Blade Runner έχει μείνει στην ιστορία (όπως και άλλα scores που έγραψε στη συνέχεια).  Το 1997 ανέλαβε την τελετή έναρξης του 6ου Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ανοιχτού Στίβου της IAAF που πραγματοποιήθηκε στο Παναθηναϊκό Στάδιο της Αθήνας. Το έργο του Μυθωδία επελέγη από τη NASA ως η επίσημη μουσική για την αποστολή της: 2001 Οδύσσεια στον Άρη. Eνώ το 2002 δημιούργησε την επίσημη μουσική για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου στις χώρες Κορέα – Ιαπωνία. Είναι μακράν ο πιο γνωστός εν ζωή έλληνας συνθέτης στο εξωτερικό. Μια φωτεινή πηγή.


 

Η Καραϊνδρου έχει γίνει διεθνώς γνωστή για τις αισθαντικές μουσικές της για τον κινηματογράφο και το θέατρο.

Η Ελένη Καραϊνδρου είναι περισσότερο γνωστή για τη συνεργασία της με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.

Ελένη Καραϊνδρου

Eγινε διεθνώς γνωστή από τα σάουντρακ που έγραψε για τις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, τον οποίο γνώρισε το 1982 και έκτοτε συμπορεύτηκε μαζί του αφήνοντας πίσω μια σειρά έργων αισθαντικής ομορφιάς. Ωστόσο, πολύ πιο πριν, ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις εκείνος που της έδωσε δημόσιο ρόλο. Η Καραΐνδρου μόλις είχε επιστρέψει στην Ελλάδα με την Μεταπολίτευση και από το ’75 ως το ’82 υπήρξε στέλεχος του τρίτου προγράμματος της ΕΡΤ, κοντά στον Μάνο Χατζιδάκι, με τον οποίο είχε γνωριστεί και δεθεί από τα χρόνια του Παρισιού.

Νωρίς εξειδικεύτηκε στην κινηματογραφική μουσική, με δύο ταινίες του Χριστόφορου Χριστοφή, τη Περιπλάνηση και τη Ρόζα, για την οποία πήρε το πρώτο της βραβείο μουσικής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Εκτός του Θόδωρου Αγγελόπουλου έγραψε μουσική για ταινίες της  Τόνιας Μαρκετάκης, του Jules Dassin, του Chris Markre, της Margarethe von Trotta, του Δημήτρη Μαυρίκιου, του Τάκη Κανελλόπουλου και του Λευτέρη Ξανθόπουλου, ενώ παράλληλα έγραψε και μουσική για πολλές θεατρικές παραστάσεις. Έργα της κυκλοφορούν διεθνώς από την κορυφαία γερμανική δισκογραφική εταιρία ECM.

 

Διαβάστε ακόμα, Μίκης Θεοδωράκης: «Νικώ το χρόνο και τον θάνατο. Είμαι ο χρόνος».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top