«Τι εκφράζουμε με τις δημιουργίες μας; Τις εμμονές μας εκφράζουμε κι αυτές δεν αλλάζουν».

Ποιος είναι, τελικά, ο Γιάννης Κακλέας; Η δημόσια εικόνα του, συνακόλουθα η σκηνοθετική του ματιά, απηχούν τον βαθύ πυρήνα της ιδιωτικότητάς του; Ο ποιητής Γιάννης Βαρβέρης και εξέχων κριτικός θεάτρου έγραψε κάποτε πως ο Κακλέας είναι ο μόνος που μπορεί να συνδυάσει το τιραμισού με το σκόρδο! Οργιώδης αντίφαση, σύμπτυξη αντιθέτων, πάντρεμα ετερόκλιτων στοιχείων. Κι αν όλα αυτά μπορούν με κάποιο τρόπο να αποδειχθούν λειτουργικά και ευφάνταστα; Εντέλει, αν όλα αυτά τα αντιθετικά στοιχεία συνιστούν τον δημιουργό;

Εξαρχής, πριν καν ξεκινήσουμε να μιλάμε, μου έθεσε υπόψιν μου μια γενική άποψη που έχει για τις συνεντεύξεις και τον δημόσιο λόγο του. Δεν του αρέσει καθόλου να καταγίνεται με αυτό το κομμάτι της δημοσιότητας που προϋποθέτει έναν δημοσιογράφο και τη διαμεσολάβηση των ερωτήσεων. Κατά το Καβαφικό «αυτό που μισώ, αυτό πράττω», τελικώς, ενέδωσε.

– Γιατί δεν σας αρέσει να μιλάτε σε συνεντεύξεις;
Εξαρτάται για ποιο πράγμα πρέπει να μιλήσω. Εγώ είμαι σκηνοθέτης, άρα όχι άνθρωπος της πρώτης γραμμής. Μπορώ να μιλήσω για ορισμένα πράγματα κι όχι για άλλα. Η βαθιά επιθυμία μου είναι να κουβεντιάζω για ζητήματα θεατρολογικά και κοινωνικά. Όλο το υπόλοιπο αυτονομείται, είναι ένα πλήθος πληροφοριών. Προσωπικά δεν έχω πρόβλημα να τσαλακωθώ, αλλά δεν ανήκω στους ομιλούντες. Από την άλλη σκέφτομαι πως, πλέον, στην τηλεόραση δεν υπάρχουν εκπομπές για το θέατρο. Μας έχουν τελειώσει αυτού του είδους οι εκπομπές, έχουν πάρει τη θέση τους άλλες που δεν έχουν σχέση μ’ αυτό που έχω στο μυαλό μου ως θέατρο.
-Επομένως, φτάνει το έργο του δημιουργού να μιλήσει από μόνο του;
Τι εκφράζουμε με τις δημιουργίες μας; Τις εμμονές μας εκφράζουμε κι αυτές δεν αλλάζουν. Είναι οι αισθητικές επιθυμίες μας. Στην περίπτωσή μου είναι ο έρωτας, ο θάνατος, ο κοινωνικός εκφοβισμός, για να αναφέρω κάποια. Έχω τέτοια ψήγματα ταυτότητας στη σκηνοθεσία μου. Κάπως έτσι επιλέγω και τα έργα. Τον Σαίξπηρ, τον Τσέχωφ, τον Τέννεση Ουίλιαμς. Είναι στο χέρι μας να γοητεύσουμε το κοινό. Ξέρετε, η χώρα μας αγαπάει το θέατρο. Είμαστε μια θεατρική χώρα με όλες τις σημασίες. Είναι ζωτικής σημασίας για ‘μας το θέατρο.

«Σε περιόδους κρίσης ψάχνεις να βρεις τον πυρήνα των πραγμάτων και να επικεντρωθείς σε πιο βαθιές ποιότητες».

-Τι είδους θέατρο έχουμε στις μέρες μας; Βιώνει καλές ημέρες;
Θα έλεγα πως το θέατρο στην Ελλάδα ακμάζει. Υπάρχει διάθεση, νεότητα, ηθοποιοί με διαθεσιμότητα τερατική. Υπάρχει μια δίψα και μια ανάγκη για πρόβες. Ναι, υπάρχει ακμή, αλλά και ένας ιστορικός νόμος που σε φέρνει σε αντιπαράθεση με το κοινό.

«Η κρίση σκοτώνει τον εφησυχασμό. Αναζητείς άλλες ποιότητες».

-Η κρίση ωφελεί, τελικά, την τέχνη;
Σίγουρα σκοτώνει τον εφησυχασμό και τον φορμαλισμό. Σε περιόδους κρίσης ψάχνεις να βρεις τον πυρήνα των πραγμάτων και να επικεντρωθείς σε πιο βαθιές ποιότητες. Δεν πρέπει να είμαστε υπερόπτες στην άβυσσο της ψυχής. Σε ανασφαλείς περιόδους είμαστε σαν τα ξωτικά, σαν τα Χόμπιτ που βγαίνουμε από τις ρωγμές. Κι εγώ έτσι αισθάνομαι. Γι’ αυτό και έχουμε ανάγκη σε δύσκολες στιγμές τον Μολιέρο ή τον Σαίξπηρ. Αυτά τα έργα πηγαίνουν κόντρα στον εφησυχασμό.
-Εσείς έχετε εμμονές; Σας κανοναρχούν;
Είμαι ένας έμμονος άνθρωπος. Κρύβομαι γιατί πολύ απλά δεν θέλω να εμφανίζομαι. Δεν θέλω πολλά-πολλά. Κατάλαβα από νωρίς πως πρέπει να υπάρχω στο χώρο με απόλυτη ειλικρίνεια, κάτι που δεν είναι εύκολο. Τα πρώτα χρόνια μου, σχεδόν επί μια επταετία, αναμασούσα τεχνικές. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι εύκολο να βρεις τον εαυτό σου. Το θέατρο, άλλωστε, είναι μια συλλογική τέχνη. Θεωρώ πως πάντα ήμουν ένας ανήσυχος άνθρωπος. Ήθελα να είμαι ανατρεπτικός ακόμη και με τον ίδιο μου τον εαυτό του. Έως του σημείου να αυτοαναιρεθώ.

«Τους ηθοποιούς τους νιώθω πάρα πολύ. Με συγκινούν βαθύτατα, είναι όμορφα πλάσματα που καίγονται».

-Γι’ αυτό κι η ευρεία γκάμα επιλογών σε πράγματα που σκηνοθετείτε;
Έχω ανεβάσει από Μπέκετ έως Ντενίση κι από Καρβέλα-Βίσση έως την Ψύχωση της Σάρα Κέιν. Είμαι της αγγλικής σχολής. Πρέπει να καταπιανόμαστε με διαφορετικά είδη, να προδίδεις τα είδη και να ανατρέπεις τις κατασκευασμένες τεχνικές. Μόνο αν ανατρέψεις τα κλισέ, ξαναγεννιέται κάτι. Δεν έχω καμία γκλάμουρ αντίληψη για τη ζωή, όλα είναι ένα εσωτερικό παιχνίδι.
-Μα, δεν είναι δύσκολη αυτή η προδοσία;
Στην τέχνη πρέπει να είσαι πολυγαμικός. Άπιστος, δύσκολος, ένας απρόβλεπτος εραστής. Να έχεις αυτή τη διονυσιακή δεξιότητα να υπάρχεις σε διάφορα περιβάλλοντα. Να σε εμπνέουν οι χώροι και οι άνθρωποι. Προσωπικά ενδίδω στην περιπέτεια και δεν έχω κανένα πρόβλημα να μην μοιάζουν μεταξύ τους όλα όσα κάνω. Έτσι κι αλλιώς, στην ουσία τους, όλα είναι παραλλαγές του ίδιου πράγματος. Από την άλλη, δεν πρέπει να λησμονούμε πως η πολυγαμία χρειάζεται και σωματική αντοχή, είναι μια αθλητική διαδικασία.
-Μιλώντας για εμμονές. Έχετε μια διαρκή σχέση με τον Σαίξπηρ. Για ποιο λόγο;
Για ένα συγκεκριμένο λόγο: ο Σαίξπηρ περιέχει στο έργο του όλο το θεατρικό φάσμα. Είναι απολύτως θεατρικός συγγραφέας. Όμως με τον ίδιο τρόπο που συνομιλώ συχνά με τον Σαίξπηρ, το κάνω με τη Σάρα Κέιν. Χάνομαι μέσα στη διαύγειά της. Ή με τον Τένεσση Ουίλιαμς όπου εμφανίζει μπροστά σου τον κανιβαλισμό των σχέσεων και την αποδοχή της ήττας. Να πω την αλήθεια ποιο πολύ ταυτίζομαι με έργα παρά με δημιουργούς. Ας πούμε, δεν μου αρέσουν όλα τα έργα του Σαίξπηρ. Η Τρικυμία, ναι, αυτό είναι έργο που με συναρπάζει. Επίσης, με ενδιαφέρει πάρα πολύ ο Αριστοφάνης όπου έχω δοκιμαστεί. Αισθάνομαι πως έχω έναν άμεσο δίαυλο επικοινωνίας με το μυαλό του.  Τον ίδιο μπορώ να πω και με τον Εντουάρντο Ντε Φιλίππο για τον τρόπο που βλέπει την ανθρώπινη ψυχή. Με ενδιαφέρουν οι συγγραφείς που δημιουργούν θεατρικό είδος με τα έργα τους.
-Τους ηθοποιούς τους αγαπάτε; Τι είναι για ‘σας οι ηθοποιοί;
Η αγάπη είναι μεγάλη λέξη. Τους ηθοποιούς τους νιώθω πάρα πολύ. Με συγκινούν βαθύτατα, είναι όμορφα πλάσματα που καίγονται. Έχουν την ανάγκη να ανοίξουν τα φτερά τους και να πετάξουν προς τα όνειρά τους. Είναι λατρευτικά πλάσματα οι ηθοποιοί. Όχι όλοι, βέβαια, υπάρχουν και κάποιοι που μπαίνουν για άλλους λόγους στο χώρο και τον βρομίζουν. Τα τελευταία χρόνια έχω την τύχη να συνεργάζομαι με παιδιά όπου το θέατρο είναι η ζωή τους.

«Για την Πρωτοχρονιά σκέφτηκα να ρίξουμε στην Αθήνα μια ιδέα. Έτσι, θα ρίξουμε αγγέλους».

-Είστε εξουσιαστικός σκηνοθέτης;
Όχι, καθόλου! Πιστεύω πολύ στην έννοια της διδαχής. Είμαστε συνδημιουργοί της παράστασης. Πιστεύω στο ομαδικό πνεύμα, αλλιώς δεν το χαίρομαι αυτό που κάνω. Οι ηθοποιοί είναι ανοιχτοί, είναι πλάσματα του Θεού. Επομένως, ναι, μπορούμε να μιλήσουμε για μια ειδική μορφή αγάπης που τους έχουν. Κι όλο αυτό κρατάει όσο διαρκούν οι πρόβες, ύστερα διαλύεται στο χρόνο.
-Η μοίρα του θεάτρου. Ζείτε για την κάθε παράσταση ξεχωριστά.
Ναι, η μοίρα του θεάτρου είναι θνησιγενής. Γι’ αυτό πρέπει να δίνεις κάθε φορά το 100% των δυνάμεών σου. Σαν να είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που δόθηκες στον έρωτα. Αυτά τα πράγματα μπορείς να τα περιγράψεις; Όχι, μόνο να τα βιώσεις. Εμπεριέχω μέσα μου τον Κουν, τον Σεβαστίκογλου, τους δασκάλους μου στο Λονδίνο. Για 38 χρόνια που σκηνοθετώ, έχω συνυπάρξει με πολλούς ανθρώπους. Υπάρχω, συνομιλώ και έχω με όλους αυτούς έναν διάλογο μέσα στο χρόνο. Αυτή η επικοινωνία είναι μαγική. Αισθάνομαι σεβασμό για τους ανθρώπους που έχω επηρεάσει την ψυχή τους.

-Πείτε μου λίγο για τις παραστάσεις που έχετε ανεβάσει φέτος.
Θέλω να μιλήσω πρώτα για τη «Συμμορία των πέντε», μια μαύρη κωμωδία που παίζεται στο Θέατρο Κιβωτός και είμαι μια μαύρη κωμωδία. Η εκδίκηση του καλού, θα έλεγα. Εχω κοντά μου αγαπημένους ηθοποιούς. Επίσης, βοήθησα σκηνοθετικά τον Χριστόφορο Ζαραλίκο στην stand up comedy «Η κιβωτός του Ζάρα», πάλι στο Θέατρο Κιβωτός. Μου αρέσει ο Ζαραλίκος, είναι ιδιαίτερα καυστικός και μαχητικός. Επίσης, δούλεψα με τον αγαπημένο μου Βασίλη Χαραλαμπόπουλο με τον οποίο πάντα χαιρόμαστε να είμαστε μαζί και θα το ξανακάνουμε. Αυτή τη φορά ανεβάσαμε τον «Ερωτευμένο Σαίξπηρ» στο Θέατρον Ελληνικός Κόσμος. Είναι μια παράσταση που βασίζεται στην οσκαρική ταινία του 1998, «Shakespeare in love», διασκευασμένη για το θέατρο με το αριστουργηματικό κείμενο του Lee Hall. Και τέλος έχω αναλάβει και τη γιορτή της Πρωτοχρονιάς για το Δήμο Αθηναίων.
– Αλήθεια, τι ετοιμάζετε; Τι να περιμένουμε να δούμε;
Πάντα είχα το ερώτημα τι κάνεις σε έναν δημόσιο χώρο; Όταν πήγα στο Βερολίνο εξέτασα αυτό το ζήτημα των δρωμένων σε έναν δημόσιο χώρο. Οτιδήποτε κάνεις διαμορφώνει εκ των πραγμάτων το χώρο κι αυτό με ενδιαφέρει. Σκέφτηκα λοιπόν: ας ρίξουμε στην πόλη μια ιδέα και αποφασίσαμε να ρίξουμε αγγέλους. Μαζί με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, την Κατερίνα Κούκα, την Χριστίνα Μαξούρη και τον Θέμη Καραμουρατίδη θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια ευχή στο Θησείο. Να γίνουμε πιο ανθρώπινοι, πιο επικοινωνιακοί σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Να δείξουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε.

 

Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Κιμούλης, «Οι δικοί μου τσακωμοί πουλάνε, συγκρούομαι με όσους έχουν εξουσία».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top