Ο Καβάκος συνεργάζεται εδώ και αρκετά χρόνια με την εξόχως ταλαντούχα νεαρή πιανίστα Yuja Wang (Credits: Jennifer Taylor).

Η δεύτερη φετινή εμφάνιση του Λεωνίδα Καβάκου στο Carnegie Hall με την Yuja Wang αποτελούσε μέρος της σειράς συναυλιών που δημιούργησε η ίδια ως Perspective Artist  του θεσμού. Ο Καβάκος συνεργάζεται εδώ και αρκετά χρόνια με την εξόχως ταλαντούχα νεαρή πιανίστα και οι κοινές τους εμφανίσεις τα τελευταία χρόνια στη Νέα Υόρκη είχαν γίνει σημείο αναφοράς.

Η εμφάνισή του το 2014 στο Carnegie Hall είχε μεταδοθεί ζωντανά στον ιστότοπο Medici ενώ αυτή του Lincoln Center στις αρχές του 2017 ήταν στα πλαίσια της παρουσίας του Έλληνα σολίστα ως Artist in Residence της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης, η οποία μεταξύ άλλων περιελάμβανε και την επάνοδο ενός Έλληνα στο πόντιουμ της Φιλαρμονικής για πρώτη φορά μετά το 1960.

Στον Brahms ο Καβάκος ακούγεται πιο ρομαντικός και πιο μεστός με τη Wang να φαίνεται ότι προτιμά να είναι πιο συγκρατημένη και πιο λιτή.

Η συναυλία ξεκίνησε με τη Δεύτερη Σονάτα για Βιολί σε Λα μείζονα (Op. 100) η οποία ήταν στο πρόγραμμα του 2014, ενώ το δίδυμο Καβάκου-Wang έχει ηχογραφήσει όλες τις σονάτες του Μπραμς σε ένα, υποψήφιο μάλιστα για Grammy, CD από την εταιρία Decca, προτού ο Καβάκος περάσει πρόσφατα αποκλειστικά στη Sony Classics.

Στον Brahms ο Καβάκος ακούγεται πιο ρομαντικός και πιο μεστός με τη Wang να φαίνεται ότι προτιμά να είναι πιο συγκρατημένη και πιο λιτή, ίσως λόγω ιδιοσυγκρασίας ή και συνειδητής καλλιτεχνικής επιλογής, με ορισμένα αισθαντικά «αιθέρια» θα λέγαμε, χαρακτηριστικά σε κάθε περίπτωση για τη Wang, περάσματα να αποδίδουν έξοχα την ρομαντική ατμόσφαιρα και να ξεχωρίζουν.

Ίσως πιο ταιριαστή στην γεμάτη ενέργεια και δυναμισμό προσέγγισή της και στις εξαιρετικές της τεχνικές αρετές η Wang διακρίνεται ιδιαίτερα στα έργα του 20ου αιώνα κάτι που φάνηκε στο δύο επόμενα έργα, με τη «χημεία» των δύο καλλιτεχνών να είναι, κατά την ταπεινή μας γνώμη, ακόμα πιο εμφανής σε αυτά, με το πρώτο να αποτελεί ένα πραγματικά ξεχωριστό μουσικό βιώμα που κράτησε καθηλωμένο το κοινό στο ασφυκτικά γεμάτο Stern Auditorium.

Ήταν η Πρώτη Σονάτα για Βιολί (Αρ. 1, Op. 80, 1938-1946) του Sergei Prokofiev, στη θεωρούμενη, ήδη από την κλασσική εποχή, “σκοτεινή» Φα ελάσσονα, μια και προέρχεται από μια αντίστοιχα σκοτεινή εποχή, για όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα για την πατρίδα του συνθέτη, τα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόσφατα ο Denis Matsuev παρουσίασε στο Carnegie Hall την Έκτη σονάτα για πιάνο του συνθέτη, για την οποία ο Σβιατοσλάβ Ρίχτερ που την είχε ερμηνεύσει για πρώτη φορά εν μέσω του πολέμου, την εποχή της σύνθεσης και της Σονάτας για Βιολί, είχε πει κάτι που φαίνεται να ισχύει τηρημένων βέβαια των αναλογιών, για τα έργα του συνθέτη από αυτή την περίοδο: “«με αυτό το έργο είμαστε με ωμό τρόπο εγκαταλελειμμένοι στη φοβισμένη και απειλητική ατμόσφαιρα ενός κόσμου, που έχει χάσει την ισορροπία του. Το χάος και η ανασφάλεια κυριαρχούν».

Το από μουσικής άποψης έξοχα δομημένο έργο, με τον, την εποχή εκείνη δέκτη της κριτικής του σοβιετικού καθεστώτος, Prokofiev να παραμένει εντός της τονικότητας αλλά με διάφορους τρόπους, διαφωνίες, ταχύτατα βιρτουόζικα περάσματα εναλλαγές του ρυθμού να αποδίδει την ατμόσφαιρα που περιγράφει ο Ρίχτερ.

Η συναυλία ξεκίνησε με τη Δεύτερη Σονάτα για Βιολί σε Λα μείζονα (Op. 100) η οποία ήταν στο πρόγραμμα του 2014 (Credits: Jennifer Taylor).

Μετά τα δυναμικά ακόρντα της αρχής του έργου, από τη χαμηλή περιοχή του πιάνου να ηχούν, «αποκαλυπτικά», σαν καμπάνες τα οποία η Wang απέδωσε λιτά και “ουδέτερα” αλλά σε μεγάλη ένταση, ο λόγος περνάει στο βιολί με τον Λεωνίδα Καβάκο στο υψηλότατο δυνατό επίπεδο, με τις λιτές κινήσεις του Καβάκου να δείχνει ότι κάνει κάτι πολύ απλό, τη ίδια στιγμή που επιτυγχάνει δυσπρόσιτες, ιδιαίτερα στο ιδιόμορφο δεύτερο μέρος (Allegro brusco), τεχνικά επιδόσεις, και μόνη η έκφραση του προσώπου να αποτυπώνει την ανάδειξη, με μοναδικό τρόπο,  των δραματικών στοιχείων και της τραγικότητα του έργου.

Η από τεχνικής άποψης τελειότητα και η εξόχως εκλεπτυσμένη προσέγγιση του Καβάκου σαν να υποδείκνυε και ένα είδος εσωτερικής αντίφασης της μουσικής αυτής, η οποία με τρόπο «τέλειο» αναφέρεται στο «ατελές», στο γκροτέσκ και στην απόλυτη οδύνη μιας  ζοφερής εποχής. Χαρακτηριστική, καθώς το έργο πλησίαζε προς το τέλος, η αριστοτεχνική, με θαυμαστή ακρίβεια στην (από)κλιμάκωση, προοδευτική επιβράδυνση του χρόνου και της έντασης προς τη σιωπή, κατά την οποία ακόμα και ο ίδιος ο Καβάκος εμφανώς συγκρατούσε την αναπνοή του, μαζί με όλη την αίθουσα, ενώ η σονάτα τελειώνει με τον ατμοσφαιρικό τρόπο που άρχισε.

Όπως και από τον Μπραμς στον Prokofiev έτσι και εδώ, αυτονόητη μεν για τον Καβάκο αλλά αξιομνημόνευτη η άμεση διαφοροποίηση και προσαρμογή στο νέο στιλ, της Ραψωδίας για Βιολί και Πιάνο (Αρ. 1, 1928) του Bela Bartok. Ο Bartok είναι ένας από τους συνθέτες με τους οποίους η Wang δίνει την εντύπωση ότι έχει κατά την ταπεινή μας γνώμη μια ξεχωριστή σχέση και όπως και το 2017, στη σονάτα τότε του συνθέτη, οι δύο σολίστες σαν να συναγωνίζονται στην εναλλαγή των μερών σε ταχύτητα και τεχνική κατάρτιση. Ο Καβάκος από την πλευρά του στο συγκεκριμένο έργο, ανέδειξε με πολύ πειστικό τρόπο τα ουγγρικά φολκλορικά ρυθμικά στοιχεία.

 Ο Καβάκος ξεχώρισε στο Improvisation και η Wang ανέδειξε το λυρισμό του Andante cantabile του δεύτερου μέρους.

Σπάνιο στις αίθουσες συναυλιών ένα κόσμημα, όπως αποδείχθηκε, του συγκεκριμένου ρεπερτορίου, η Σονάτα για Βιολί σε Μι ύφεση  μείζονα (Op. 18, 1887) του Richard Strauss. To αρκετά σύνθετο έργο, η πολυπλοκότητα του οποίου καταδεικνύει τη μουσική ευφυΐα του σπουδαίου Γερμανού συνθέτη, ο οποίος ήταν μόνο 23 ετών όταν το δημιούργησε, μπορεί να εμπεριέχει αρκετά στοιχεία που δείχνουν προς το μέλλον, την ιδιαίτερη γραφή και τις καινοτομίες που αργότερα θα χαρακτηρίσουν τον Στράους, παραμένει σε ένα μεγάλο βαθμό ένα κατεξοχήν ρομαντικό έργο, και σε αυτό αναδείχτηκαν και πάλι οι ικανότητες του, σύμφωνα με ένα μέρος του νεοϋορκέζικου ειδικού τύπου, «τέλειου διδύμου», με τον Καβάκο και πάλι να ξεχωρίζει στο Improvisation και τη Wang να αναδεικνύει το λυρισμό του Andante cantabile του δεύτερου μέρους.

Οι δύο σολίστες ανταποκρίθηκαν με δύο ανκόρ στις ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού, το τρίτο μέρος της Tρίτης σονάτας του Μπραμς (Un poco presto e con sentimento), ενώ στο “La Fontaine d’Arethuse” από το έργο «Μύθοι» για Βιολί και Πιάνο (Op. 30) του, αγαπημένου στον Καβάκο, Karol Szymanowski, το κοινό μπορεί να χειροκρότησε πρόωρα σε μια κορύφωση, αλλά ήταν η υποβλητική ατμόσφαιρα και η εσωτερικότητά του, που το χαρακτήρισαν όπως και ολόκληρη τη σπάνια μουσική βραδιά.

Ο Λεωνίδας Καβάκος θα επιστρέψει σε λίγες μόλις εβδομάδες στη Νέα Υόρκη, στις 3 Μαρτίου, και πάλι στο Carnegie Hall (Credits: Jennifer Taylor).

Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή ήταν η δεύτερη εμφάνιση του Έλληνα σολίστα στο Carnegie Hall με το πρόσφατα αποκτηθέν καινούριο του Στραντιβάριους “Willemotte” από το 1734. Η πρώτη είχε γίνει στον ίδιο χώρο στις 4 Οκτωβρίου στο Κοντσέρτο του Στραβίνσκυ με την Συμφωνική Ορχήστρα του San Francisco υπό τη διεύθυνση του άλλου φετινού Perspective Artist του Carnegie Hall Michael Tilson Thomas.

 Ο Καβάκος θα συνυπάρξει με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης στο Carnegie Hall στις 3 Μαρτίου.

Δυστυχώς την τελευταία στιγμή, και ενώ τα μικρόφωνα ήταν στη θέση τους, ματαιώθηκε η προγραμματισμένη ζωντανή ραδιοφωνική μετάδοση της συναυλίας στο «κλασσικό» ραδιόφωνο wqxr της Νέας Υόρκης, οι μεταδόσεις του οποίου είναι διαθέσιμες διαδικτυακά για αρκετό καιρό σε όλο τον κόσμο. Ελπίζουμε τουλάχιστον να έγινε η ηχογράφηση. Μια νύξη της Wang στα παρασκήνια μας έδωσε αρχικά την εντύπωση ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα παρουσιαζόταν και στην Αθήνα, φαίνεται όμως ότι δεν αναφερόταν σε αυτό αλλά στη δική της εμφάνιση με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λουξεμβούργου στις 17 Ιουνίου στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.

Λίγες μέρες πριν την εμφάνιση του Έλληνα σολίστα στο Stern Auditorium, στην επίσημη παρουσίαση του προγράμματος της επόμενης σεζόν του θεσμού ανακοινώθηκαν και οι επόμενες εμφανίσεις του στη Νέα Υόρκη, στις οποίες θα αναφερθούμε ξεχωριστά. Παραμένοντας στη φετινή σεζόν, ο Λεωνίδας Καβάκος θα επιστρέψει σε λίγες μόλις εβδομάδες στη Νέα Υόρκη για να πραγματοποιήσει στις 3 Μαρτίου το μεσημέρι και πάλι στο Carnegie Hall την πρώτη του εμφάνιση στις ΗΠΑ με την ξεχωριστή και για εκείνον όπως κατ’ επανάληψη έχει δηλώσει, με τα αισθήματα όμως να είναι αμοιβαία και από την αυστριακή πλευρά, Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης.

 

Διαβάστε ακόμα: Δυο μουσικά έργα της Julia Wolfe στη Νέα Υόρκη για τα μαύρα χρόνια της εργατιάς.

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top