Ο Petrenko αν και σχετικά λιτός στις κινήσεις του είναι ένας συναρπαστικός αρχιμουσικός με έντονο «νεύρο» και πάθος (φωτογραφία: Chris Lee).

Andrew Norman – «Πειραματισμοί» υψηλής ευφυίας!

Η συναυλία ξεκίνησε εντυπωσιακά με την ορχήστρα να προϊδεάζει από τις πρώτες νότες για τις ορχηστρικές επιδόσεις που θα ακολουθούσαν. Σε αυτό προσφερόταν και το πρώτο έργο της βραδιάς το, δεκάλεπτο περίπου: “Unstuck”, του παρόντα στην αίθουσα Αμερικανού συνθέτη Andrew Norman. Ο γεννημένος το 1979  Norman έχει μια εντυπωσιακή καριέρα, αφού διακρίθηκε και βραβεύτηκε επανειλημμένα από μικρή ηλικία, είναι καθηγητής στη διάσημη ακαδημία: “The Juilliard School” (παλαιότερα με την προσθήκη of Music, τώρα αυτό έφυγε επειδή υπάρχουν και άλλα τμήματα, όπως δραματική σχολή κ.α.).

Ο συνθέτης ανέφερε στο πρόγραμμα της συναυλίας ότι σε μια περίοδο της ζωής του το 2008, κατά την οποία αισθανόταν παγιδευμένος ή περιορισμένος – “stuck”, και στο κομμάτι της σύνθεσης, και τότε εμπνεύστηκε το κομμάτι αυτό από την επαφή του με το έργο του, ένα αντιπολεμικό μυθιστόρημα που συνδυάζει επιστημονική φαντασία και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Από μια φράση του έργου αντιλήφθηκε όπως λέει ότι «η έλλειψη συνεκτικότητας ή ενότητας δεν είναι κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί αλλά να αγκαλιαστεί και να διερευνηθεί»!

Ο Petrenko με εντυπωσιακό τρόπο ανέδειξε όλες τις λεπτομέρειες της πολύ πυκνής ενορχήστρωσης του Andrew Norman με έναν ευκρινή και κρυστάλλινο ήχο.

Και πράγματι το έργο είναι ένα μάλλον πολύ εκλεπτυσμένο και κατά την ταπεινή μας γνώμη ιδιαίτερα ευφυΐες, παλίμψηστο από διαθέσεις, ήχους, πειραματισμούς στα όρια των δυνατοτήτων του ήχου και της ορχήστρας, της εξέλιξης ή μη κάποιων μουσικών ιδεών ή ήχων, των επαναλήψεων και των παραλλαγών, ενώ φαίνεται ότι η μετάβαση από κάποια αργά περάσματα σε κάποιες απότομες εκρήξεις θέλει να αποδώσει αυτή την αίσθηση της απελευθέρωσης, του “Unstuck”. Με κάτι αντίστοιχο με μουσικές ιδέες που προοδευτικά συρρικνώνονται ο συνθέτης κέρδισε λίγο αργότερα το βραβείο με το έργο: “Play”.

Ο Petrenko με εντυπωσιακό τρόπο ανέδειξε όλες τις λεπτομέρειες της πολύ πυκνής ενορχήστρωσης με έναν ευκρινή και κρυστάλλινο ήχο, με την ορχήστρα να εντυπωσιάζει στις «εκρήξεις» του κομματιού που ακολουθούνταν από επίσης εντυπωσιακή επιβράδυνση, σαν σε αγώνες ταχύτητας οχημάτων υψηλών επιδόσεων, αν μας επιτρέπεται η παρομοίωση, αλλά με εντυπωσιακό έλεγχο, ακρίβεια και ισορροπία!

Η ορχήστρα ήθελε να τιμήσει το πρώτο της βιολί το νεαρό Αμερικανό βιολονίστα Noah Bendix-Balgley με μία σολιστική εμφάνιση της στο Carnegie Hall (φωτογραφία: Chris Lee).

 «Αμερικανικός» Μότσαρτ

Στη συνέχεια από το τη δεκαετία του 2000 περάσαμε πίσω στην «κλασική» Βιέννη, αφού όπως φαίνεται η ορχήστρα ήθελε να τιμήσει το πρώτο της βιολί το νεαρό Αμερικανό βιολονίστα Noah Bendix-Balgley με μία σολιστική εμφάνιση μαζί της στο Carnegie Hall. Έτσι επελέγη το Πρώτο κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Μότσαρτ. Η ορχήστρα και πάλι σε μια έξοχη επίδοση, στην οποία κυριάρχησαν τα έγχορδα και τα ξύλινα πνευστά με τον Petrenko να επιλέγει μια, θα λέγαμε μάλλον παραδοσιακή, μερικοί θα την ονόμαζαν «ρομαντική» ανάγνωση του έργου.

Ο εξαιρετικός σολίστας από την πλευρά του μας έδωσε την εντύπωση, ότι προτιμά μια πολύ λυρική και ρέουσα προσέγγιση του έργου, η οποία είναι μεν πολύ όμορφη και πολύ «μουσική», αφήνει όμως σε δεύτερο πλάνο την πιο «δομική» και αφηγηματική διάσταση του έργου, στην οποία μας έχουν συνηθίσει αρκετοί σολίστες από την Ευρώπη. Φαίνεται ότι αυτή η τάση- προσέγγιση είναι μάλλον πιο διαδεδομένη στην αμερικανική πλευρά του Ατλαντικού, αν και ο κάθε σολίστας είναι ξεχωριστός και μια τέτοια παρατήρηση δεν μπορεί παρά να είναι, πέραν από υποκειμενική και σχηματική.

Το κοινό αποθέωσε τον σολίστα Noah Bendix-Balgley με που «κατέκτησε» και την κατά τεκμήριο σημαντικότερη σκηνή της πατρίδας του.

Το κοινό σε κάθε περίπτωση αποθέωσε τον σολίστα που «κατέκτησε» και την κατά τεκμήριο σημαντικότερη σκηνή της πατρίδας του, ενώ ήδη κατέχει την περίοπτη θέση σε μια από τις κορυφαίες ορχήστρες της υφηλίου και αυτός ανταπέδωσε με δύο ανκόρ, με καταπληκτική, ταχύτητα, δεξιοτεχνία, όμορφη λυρική ροή και κυρίως εκφραστικότητα δύο “klezmer”, προφανώς μια αναφορά στην ιστορία της οικογένειάς του που ήρθε στην Αμερική διωγμένη από τους Ναζί λόγω της εβραϊκής της καταγωγής.

Ο γεννημένος στη Σιβηρία του 1972 Kyrill Petrenko, ο οποίος έζησε και σπούδασε από τα 18 του στην Αυστρία, είναι και ο ίδιος ο Εβραϊκής καταγωγής, κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ στο παρελθόν στην ηγεσία της Φιλαρμονικής του Βερολίνου. Ο μόνος που έφτασε κοντά στο πρόσφατο παρελθόν, αφού έχει στενή καλλιτεχνική σχέση με την ορχήστρα, αλλά τελικά δεν επελέγη, ήταν ο Daniel Barenboim.

Eπελέγη το Πρώτο κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Μότσαρτ για χάρη του Noah Bendix-Balgley (φωτογραφία: Chris Lee).

Η Φιλαρμονική του Βερολίνου είχε πάντα μέλη εβραϊκής καταγωγής, ιδιαίτερα στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα.

Η ορχήστρα είχε πάντα βέβαια μέλη εβραϊκής καταγωγής, ιδιαίτερα στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, όταν και οι εβραϊκής καταγωγής Γερμανοί ήταν σημαντικό τμήμα της αστικής ελίτ του Βερολίνου και διακρίνονταν σε όλους τους τομείς, και βέβαια στη μουσική. Μπορεί κανείς στα εισαγωγικά κεφάλαια του, όχι σχετικού με τη μουσική, βιβλίου των Elisabeth Sifton και Fritz Stern: “No Ordinary Men” πώς η ιδέα και η πράξη που είχε για την παιδεία αυτό το κοινωνικό στρώμα, το πώς μεγάλωναν και μορφώνονταν αυτά τα παιδιά, συνέβαλλε στην δημιουργία αριστείας σε όλους τους τομείς. Όμως λόγω του διάχυτου αντισημιτισμού και του χαρακτήρα του γερμανικού κράτους, ως κυρίων μεταξύ πολλών λόγων η κοινωνική ανέλιξή τους δεν ήταν πάντα αντίστοιχη των ικανοτήτων τους.

Τα πράγματα έγιναν ασφαλώς πολύ χειρότερα την εποχή του ναζιστικού καθεστώτος, όταν και αυτοί που κατείχαν κάποιες θέσεις, ανάμεσά τους και μουσικοί της Φιλαρμονικής, υπέστησαν διώξεις, ενώ βέβαια καθώς τα πράγματα πήραν την  ασύλληπτη από τον ανθρώπινο νου τροπή που πήραν, το σύνολο αυτής της ακμάζουσας κοινότητας εξοντώθηκε με φρικτό τρόπο. Μετά τον πόλεμο μάλιστα οι επικεφαλής αρχιμουσικοί της ορχήστρας ελέγχθηκαν για τις σχέσεις τους με το καθεστώς. Έτσι η ανάληψη της ηγεσίας από τον Kyrill Petrenko δεν μπορεί παρά να έχει και αυτόν τον υψηλό συμβολισμό.

Ο γερμανός συνθέτης Erich Wolfgang Korngold σε νεαρή ηλικία.

 Erich Wolfgang Korngold

Όταν ο Erich Wolfgang Korngold (1897-1957) αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Αμερική εξαιτίας της ανόδου Ναζισμού ήταν ήδη, αν και πολύ νεαρός ήδη ένας φτασμένος συνθέτης όπερας, μεταξύ άλλων της: “Die tote Stadt”, η οποία βρίσκεται και σήμερα στο ρεπερτόριο, ένα παιδί-θαύμα της Βιέννης των αρχών του εικοστού αιώνα και είχε ήδη τραβήξει των ενδιαφέρον των μεγάλων συνθετών της προηγούμενης γενιάς. Με τη μετανάστευσή του στο Hollywood ο συνθέτης άλλαξε κατεύθυνση και έγινε ένας από τους πρωτοπόρους και πιο επιτυχημένους συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής, κερδίζοντας μεταξύ άλλων και βραβεία Όσκαρ.

Ο Korngold δε σταμάτησε να γράφει και κλασικές φόρμες, όπως το πιο γνωστό Κοντσέρτο για Βιολί, το οποίο ερμηνεύει κατά καιρούς και το έχει κάνει και στο Κάρνεγκι Χολ, και ο Λεωνίδας Καβάκος.

Μια από τις πιο γνωστές ταινίες για την οποία συνέθεσε τη μουσική είναι ο «Ρομπέν των Δασών» του 1938. Πολλοί συμπατριώτες του δεν θεωρούσαν ισάξιο αυτό το είδος της μουσικής και θεώρησαν ότι ο χαρισματικός συμπατριώτες τους «χαράμισε» ή έστω αναγκάστηκε να χαραμίσει το ταλέντο του. Σε κάθε περίπτωση ο Korngold δε σταμάτησε να γράφει και κλασικές φόρμες, όπως το πιο γνωστό του Κοντσέρτο για Βιολί, το οποίο ερμηνεύει κατά καιρούς και το έχει κάνει και στο Κάρνεγκι Χολ, και ο Λεωνίδας Καβάκος. Η μοναδική του συμφωνία (σε Φα δίεση, Op. 40) γράφτηκε σε ώριμη ηλικία, το 1952, όταν ο συνθέτης φέρεται να ενδιαφερόταν να «αποκατασταθεί» στα μάτια όλων ως κλασικός συνθέτης.

Στο τέλος του, πραγματικά «οργιαστικού» στις κορυφώσεις του πρώτου μέρους της 7ης Συμφωνίας του Μάλερ, κάποιοι από το κοινό ξέσπασαν σε χειροκροτήματα (φωτογραφία: Chris Lee).

Το έργο παίζεται σπάνια στις αίθουσες συναυλιών και σίγουρα πιο σπάνια σε αυτό το επίπεδο, με τον εξαιρετικό τρόπο που η ορχήστρα και ο Petrenko, το επέλεξαν, το «σεβάστηκαν» και το ανέδειξαν, διαφοροποιώντας και δίνοντας νόημα σε κάθε μέρος ξεχωριστά σε μια ιδιαίτερα αξιόλογη ερμηνεία. Η συμφωνία εμπεριέχει στοιχεία και από τις δύο παραδόσεις στις οποίες ανήκε ο συνθέτης, με «πυκνή» ενορχήστρωση και πανδαισία διαθέσεων και χρωμάτων, ατμοσφαιρικών περασμάτων και ενίοτε χολιγουντιανών θα λέγαμε «εφέ», ενώ στο αργό, και πιο ελκυστικό για το υπογράφοντα,  μέρος η αρχιτεκτονική και η ατμόσφαιρα θύμιζαν αρκετά τα αντίστοιχα μέρη του Gustav Mahler και του Richard Strauss, οι οποίοι είχαν και οι δύο εκφράσει το θαυμασμό τους για το ταλέντο το πολύ νεαρού τότε συνθέτη!

Ίσως με την επιλογή του Μάλερ και του Korngold, ο Petrenko ήθελε να δείξει τις δύο διαφορετικές πορείες που πήρε η μουσική.

Ένα έργο σίγουρο όχι χωρίς ενδιαφέρον κυρίως για την εξέλιξη ενός αναμφισβήτητα εξαιρετικά ταλαντούχου συνθέτη μεταξύ των δύο κόσμων. Το αν βέβαια το έργο ήταν το καταλληλότερο για την πρώτη επίσκεψη του Πετρένκο ως διευθυντή της Φιλαρμονικής στις ΗΠΑ, είναι ένα άλλο θέμα, αλλά φαίνεται ότι ο αρχιμουσικός δείχνει να θέλει να αναδείξει παραμελημένα έργα. Το ίδιο είχε κάνει με την Κρατικής Ορχήστρα της Βαυαρίας το με το Μάνφρεντ του Τσαϊκόφσκι. Σε εκείνη την περίπτωση εκτός από το δικό του ντεμπούτο στο Κάρνεγκι Χολ επρόκειτο και για την πρώτη της ορχήστρας στην πέντε αιώνων ιστορία της! Ίσως με την επιλογή του Μάλερ και του Korngold, ο Petrenko ήθελε να δείξει τις δύο διαφορετικές πορείες που πήρε η μουσική από τη Βιέννη της εποχής του ύστερου 19ου και πρώιμου 20ου αιώνα, προφανώς και λόγω των ζοφερών ιστορικών εξελίξεων που προαναφέρθηκαν.

Από το πρώτο κιόλας μέρος της 7ης συμφωνίας του Μάλερ η Φιλαρμονική του Βερολίνου κυριάρχησε στο χώρο και καθήλωσε (φωτογραφία: Chris Lee).

 Mahler από το μέλλον;

Η ιδιαίτερη ανέλιξη του επίσης εβραϊκής καταγωγής Gustav Mahler θα είχε και αυτή εμποδιστεί λόγω της καταγωγής του, η οποία ποτέ δεν θα του επέτρεπε να αναλάβει τη διεύθυνση του κορυφαίου θεσμού της Μοναρχίας, την (πάλαι ποτέ) Αυτοκρατορική Όπερα της Βιέννης. Όμως ο Mahler ασπάστηκε τον Καθολικισμό και έτσι πήρε αυτή την πολυπόθητη θέση, αφήνοντας και από εκεί στο σκέλος της ερμηνείας, μαζί με τα μεγαλόπνοα έργα του, μεγάλη κληρονομιά!

Ο Μάλερ έλεγε: «Είμαι τριπλά άπατρις. Σαν Βοημός μεταξύ των Αυστριακών, σαν Αυστριακός μεταξύ των Γερμανών και σας Εβραίος σε όλο τον κόσμο».

Όμως ο ίδιος είχε πει: «Είμαι τριπλά άπατρις. Σαν Βοημός μεταξύ των Αυστριακών, σαν Αυστριακός μεταξύ των Γερμανών και σας Εβραίος σε όλο τον κόσμο». („Ich bin dreifach heimatlos: als Böhme unter den Österreichern, als Österreicher unter den Deutschen und als Jude in der ganzen Welt“) Αυτή το αίσθημα καθοριστικό προφανώς για την προσωπικότητά του, δεν μπορεί παρά να «ηχεί» και στο έργο του, αν μας επιτρέπεται ο χαρακτηρισμός, μεγάλου Βιεννέζου «τραγικού».

O συνθέτης Gustav Mahler.

Από τις συμφωνίες του συνθέτη ο Petrenko επέλεξε για την αμερικανική περιοδεία την Εβδόμη, η οποία ήταν και στο πρόγραμμα της προηγούμενης περιοδείας των Βερολινέζων, πριν έξι χρόνια, υπό τον τότε αρχιμουσικό Sir Simon Rattle, ο οποίος μάλιστα λίγες εβδομάδες πριν την είχε διευθύνει ξανά στο Carnegie Hall ως επισκέπτης της Philadelphia Orchestra.

Η Εβδόμη κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στο έργο του Μάλερ, είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια το ίδιου του Petrenko η πιο «αινιγματική»! Με τεράστιες τεχνικές απαιτήσεις, δυσκολία ίσως επόπτευσης του όλου η συμφωνία, ίσως πιο «αφαιρετική», αν μας επιτρέπεται ο όρος από όλες, είναι ίσως η πιο ανοιχτή από όλες σε διαφορετικές αναγνώσεις με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το ότι οι διαφορές διάρκειας σε διάφορες ηχογραφήσεις μπορεί να φτάνουν και τα είκοσι λεπτά.

Από το πρώτο κιόλας μέρος της συμφωνίας η Φιλαρμονική του Βερολίνου κυριάρχησε στο χώρο και καθήλωσε. Η ισορροπία μεταξύ των γκρουπ των οργάνων, η κρυστάλλινη καθαρότητα του ήχου, ο λαμπερός και επιτηδευμένος ήχος των εγχόρδων, τα πρώτα βιολιά που ακούγονταν σαν να είναι ένα, η εκφραστικότητα και η ξεχωριστή έκφραση και ξεχωριστός χρωματισμός κάθε περάσματος ήταν μόνο ορισμένα από τα χαρακτηριστικά μιας κορυφαίας και πολύ σπάνιας ακόμα και για το Carnegie Hall, ορχηστρικής επίδοσης. Όλα αυτά συνέβαιναν σε ένα υψηλότατο επίπεδο ακρίβειας, συγκέντρωσης, αστείρευτης ενέργειας και ιδιαίτερης ερμηνευτικής «έντασης» και προσήλωσης. Στο τέλος του, πραγματικά «οργιαστικού» στις κορυφώσεις του πρώτου μέρους, κάποιοι από το κοινό ξέσπασαν σε χειροκροτήματα, τα οποία αυτή τη φορά δεν οφείλονταν τόσο στην άγνοια του πότε τελειώνει το έργο ή του «πρωτοκόλλου», αλλά μάλλον σε γνώση..!

Kirill Petrenko conducts the Berliner Philharmoniker at Carnegie Hall performing with Noah Bendix-Balgley as soloist and also performing works by Andrew Norman , 11/11/2022. Photo by Chris Lee

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στην επίδοση των χάλκινων πνευστών, τόσο για την, και εδώ σπάνια ακόμα και γι’ αυτό το επίπεδο, τεχνική τους επίδοση, αλλά κυρίως για το χαρακτήρα, την εκφραστικότητα και τη διαφοροποίηση του παιξίματος, έχοντας προφανώς κυριαρχήσει προ πολλού στο τεχνικό κομμάτι. Επίσης δείγμα της μεγάλης προετοιμασίας ήταν ότι για το έλεγχο της ισορροπίας και του ελέγχου του αποτελέσματος οι μουσικοί σήκωναν προς τα πάνω τα κόρνα ή άλλα όργανα για να αυξήσουν σε συγκεκριμένα σημεία την «προβολή» του ήχου τους στην αίθουσα.

Είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε κάποιος, ίσως ενδεικτικά αδηκώντας σίγουρα πολλούς, τον Albrecht Mayer στο όμποε και στο Μάλερ αλλά και στο δεύτερο μέρος της συμφωνίας του Korngold, αφού αυτά που γράφονται εδώ ισχύουν και για την ορχηστρική επίδοση της προηγούμενης βραδιάς, τους Sebastian Jacot και Emmanuel Pahud στα εκπληκτικά φλάουτα, ενώ ο επισκέπτης της ορχήστρας Detlef Tewes με την έξοχη επίδοσή του στο μαντολίνο, μάλλον επισκίασε τον «αναρμόδιο» βιολίστα της ορχήστρας Matthew Hunter ο οποίος ανέλαβε την κιθάρα.

Ο Petrenko οδηγεί την ορχήστρα σε ιλιγγιώδεις επιδόσεις, αφήνοντας της όπου χρειάζεται τον απαραίτητο χώρο για ελευθερία.

Ο Petrenko αν και σχετικά λιτός στις κινήσεις του είναι ένας συναρπαστικός αρχιμουσικός με έντονο «νεύρο» και πάθος, οδηγεί την ορχήστρα σε ιλιγγιώδεις επιδόσεις, γνωρίζοντας επίσης, κάτι που αρέσει, όπως μας έχουν εκμυστηρευτεί τουλάχιστον στο παρελθόν κάποιοι, στους μουσικούς αυτού του επίπεδου, να αφήνει όπου χρειάζεται τον απαραίτητο χώρο, την απαραίτητη ελευθερία στην ορχήστρα, να μην δίνει την εντύπωση στους μουσικούς ότι τους αντιμετωπίζει σα .. σχολική ορχήστρα.

Έτσι κάποιες στιγμές ο Petrenko χαλάρωνε τον έλεγχο ‘η και σταματούσε τελείως για κάποιες στιγμές επικοινωνώντας μόνο με τα μάτια, ενώ σε κάποιες άλλες έπαιρνε επάνω τους με κυριαρχικό τρόπο το μουσικό γίγνεσθαι. Σε μια στιγμή με μία απότομη κίνηση έδειξε με αστραπιαίο τρόπο το πέρασμα από το ένα γκρουπ οργάνων στο άλλο με την ακαριαία ανταπόδοση της ορχήστρας να δημιουργεί ένα συγκλονιστικό «εφέ», κάτι που ο υπογράφων έχει δει με αυτό το «μαγικό» τρόπο τουλάχιστον όλα αυτά τα χρόνια άλλη μία μόνο φορά. (Το είχε κάνει, και μάλιστα «διπλό» περνώντας πρώτα από ένα γκρουπ οργάνων στο άλλο και στη συνέχεια στη σοπράνο στο Ρέκβιεμ του Βέρντι, και ο Θεόδωρος Κουρεντζής, στο The Shed της Νέας Υόρκης πριν μερικά χρόνια).

Η κορυφαία αυτή ορχηστρική επίδοση σε αυτό το επίπεδο της ακρίβεια, έντασης και ευκρίνειας, δημιούργησαν κατά την υποκειμενική μας εντύπωση και μια διαφορετική από όλες της προηγούμενες και μια ανοίκεια αίσθηση της συνολικής εικόνας του έργου. Ακόμα και στην αντίστοιχη σε ορχηστρική επίδοση ερμηνεία του έργου από τον αείμνηστο Mariss Jansons στον ίδιο χώρο το 2018, το χρώμα του ήχου, η συνολική αίσθηση της ερμηνείας παρέπεμπε ευθέως στις μεγάλες ερμηνείες του παρελθόντος.

Αντίθετα με τον Πετρένκο, τουλάχιστον στη συγκεκριμένη συναυλία και από τη θέση που καθόμαστε μας δόθηκε η εντύπωση ότι αυτή η ερμηνεία του έρχεται θα λέγαμε από το … μέλλον, έχει πολύ προσωπικό χαρακτήρα, τον οποίο θα θέλαμε να δούμε το πώς λειτουργεί και πόσο δεκτικό είναι το κοινό στις άλλες, πιο οικείες στους ακροατές και λιγότερο «αινιγματικές» συμφωνίες του συνθέτη. Σε κάθε περίπτωση έγινε κατανοητό γιατί ο Πετρένκο διάλεξε συνειδητά αυτή τη συμφωνία για την πρώτη του Αμερικανική περιοδεία, ενώ όσον αφορά το μέλλον των ορχηστρικών επιδόσεων και μουσικών ερμηνειών είναι σαφές ότι κάτι συναρπαστικό συμβαίνει στο Βερολίνο!

Ο Claudio Abbado είχε αφιερώσει μεγάλο μέρος της καριέρας του στον Μάλερ και θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές του (φωτογραφία: ameriaradio.com).

Μάλερ από το παρελθόν

Η Φιλαρμονική του Βερολίνου ήρθε ίσως σχετικά αργότερα στην πρώτη γραμμή των ορχηστρών τις οποίες συνδέει κανείς με τη μουσική του Μάλερ, ίσως λόγου του ότι ο επί δεκαετίες μουσικός της διευθυντής Herbert von Karajan δεν έκανε ποτέ, όπως για πολλούς άλλους συνθέτες με τους οποίους ο ίδιος είχε «εκλεκτικές συγγένειες», έναν (ή περισσότερους όπως συνήθιζε) πλήρη κύκλο και είχε ηχογραφήσει με την Φιλαρμονική «μόνο» την 4η, την 5η την 6η και την 9η,κάποιους κύκλους τραγουδιών, καθώς και το «Τραγούδι της Γης» του συνθέτη.

Η αποχαιρετιστήρια συναυλία του αείμνηστου Claudio Abbado ως μουσικού διευθυντή της Φιλαρμονικής του Βερολίνου περιλάμβανε και την 7η Συμφωνία του Μάλερ.

Αντίθετα ο διάδοχός του Claudio Abbado είχε αφιερώσει μεγάλο μέρος της καριέρας του στο συνθέτη και θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές του. Επανερχόταν συνεχώς στα έργα του μέχρι και το θάνατό του, με τις τελευταίες του, αποτυπωμένες και σε βίντεο, σπουδαίες ερμηνείες του να προέρχονται από τα τελευταία χρόνια της ζωής του από το Φεστιβάλ της Λουκέρνης, με πολλούς από τους μουσικούς της Φιλαρμονικής του Βερολίνου να συμμετέχουν. Από αυτούς αναγνωρίσαμε στο Carnegie Hall μεταξύ άλλων τον εξάρχοντα των όμποε Albrecht Mayer και τον εξάρχοντα των τσέλι Ludwig Quandt. Σε εκείνες τις συναυλίες συμμετείχαν μουσικοί και από άλλες συνδεδεμένες με τον Abbado ορχήστρες, τις νεανικές Chamber Orchestra of Europe και Mahler Orchestra, ενώ κάποιες χρονιές συμμετείχε και ο πρώην εξάρχων των τσέλι της Φιλαρμονικής της Βιέννης Franz Bartolomey, του οποίου ο παππούς ήταν ο εξάρχων των κλαρινέτων της ορχήστρας την εποχή του ίδιου του Μάλερ!

Στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στα τέλη της δεκαετίας του ο υπογράφων «γνωρίστηκε» με τη μουσική του Μάλερ αλλά και για πρώτη φορά με μια ορχήστρα τέτοιου επιπέδου σε μια αξέχαστη συναυλία της Φιλαρμονικής του Βερολίνου με τον Abbado να διευθύνει την μνημειώδη Τρίτη συμφωνία του συνθέτη.

Λίγα χρόνια αργότερα μια άλλη αξέχαστη συναυλία στη Βιέννη το 2001 περιλάμβανε και εκείνη όπως το βράδυ του περασμένου Σαββάτου στη Νέα Υόρκη, την Εβδόμη του Μάλερ. Επρόκειτο για την αποχαιρετιστήρια συναυλία του αείμνηστου Claudio Abbado ως μουσικού διευθυντή της Φιλαρμονικής του Βερολίνου, η οποία έλαβε χώρα όχι στο Βερολίνο στο(ν) Musikverein της Βιέννης. Ο Abbado ήταν τη δεκαετία του 1980 διευθυντής της Όπερας της Βιέννης και είχε ήδη ηχογραφήσει έναν πλήρη κύκλο των συμφωνιών του Μάλερ με την Φιλαρμονική της Βιέννης, πριν «μετακομίσει» στο Βερολίνο και λατρευόταν από το βιεννέζικο κοινό.

Μετά τη Νέα Υόρκη η Φιλαρμονική του Βερολίνου πραγματοποίησε μεγάλη περιοδεία στην Αμερική (φωτογραφία: Chris Lee).

Κατάφερα να βρεθώ, χωρίς καν εισιτήριο νομίζω, στο ασφυκτικά γεμάτο χώρο των ορθίων του Musikverein, σε μια υποβλητική ατμόσφαιρα και μετά το τέλος της συναυλίας η ορχήστρα είχε όπως ακούσαμε προγραμματίσει και ένα (ασυνήθιστο μετά την Εβδόμη του Μάλερ) ανκόρ το οποίο δεν μπόρεσε να παίξει, αφού το κοινό της Βιέννης μία ίσως ολόκληρη ώρα μετά τη συναυλία χειροκροτούσε και έραινε με λουλούδια από τα θεωρεία δίπλα και πίσω από σκηνή τον Abbado, αποθεώνοντάς τον για τη μεγάλη του προσφορά στη μουσική!

Αμερικανική Περιοδεία των Βερολινέζων

Ξανά στο σήμερα μετά τη Νέα Υόρκη η Φιλαρμονική του Βερολίνου πραγματοποίησε μεγάλη περιοδεία στην Αμερική, την Κυριακή 13 του μηνός βρέθηκε στη Βοστόνη, στις 16 θα βρίσκεται στο Σικάγο, στις 18 και 19 στο Ανν Άρμποτ του Μίσιγκαν και στις 21 και 22 στη Νάπολη της Φλόριντα αποσπώντας παντού διθυραμβικές κριτικές. Η Εβδόμη του Μάλερ από το Carnegie Hall μεταδόθηκε ραδιοφωνικά από το «κλασσικό» ραδιόφωνο WQXR της Νέας Υόρκης και παραμένει διαθέσιμη και διαδικτυακά για όσους ενδιαφέρονται να την ακούσουν. 

 

Διαβάστε ακόμα: Mε την υπογραφή της βασίλισσας Ελισάβετ. Οι Tudors στη Νέα Υόρκη.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top