Ο Kirill Petrenko διευθύνει την Κρατική Ορχήστρα της Βαυαρίας παλαιότερη εμφάνισή του στο  Carnegie Hall (φωτογραφία: Chris Lee).

Μία από τις κορυφαίες και πιο διάσημες ορχήστρες της υφηλίου, η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου θα επανέλθει στο τέλος της εβδομάδας στη Νέα Υόρκη για πρώτη φορά μετά την πανδημία και για πρώτη φορά υπό τον Kirill Petrenko, τον αρχιμουσικό που ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2018, διαδεχόμενος τον Sir Simon Rattle, ο οποίος είχε διευθύνει την τελευταία αμερικανική περιοδεία της ορχήστρας το 2016. Από τότε και λόγω της πανδημίας η ορχήστρα δεν είχε επισκεφτεί τη Νέα Υόρκη. Έτσι η πρώτη αμερικανική περιοδεία υπό το νέο αρχιμουσικό αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον.

Η ορχήστρα θα εμφανιστεί στο Carnegie Hall την Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο 10, 11 και 12 του μηνός. Στην πρώτη και την τελευταία συναυλία θα παρουσιαστεί η Εβδόμη Συμφωνία του Gustav Mahler, η οποία μάλιστα ήταν στο πρόγραμμα και την τελευταίας επίσκεψης της ορχήστρας στη Νέα Υόρκη πριν 6 χρόνια, ενώ το πρόγραμμα της Παρασκευής θα περιλάβει το έργο του Andrew Norman από το 2008 «Unstuck», το Πρώτο Κοντσέρτο για Βιολί του Μότσαρτ με σολίστα το πρώτο βιολί της ορχήστρας Noah Bendix-Balgley, ο οποίος είναι Αμερικανός και τη συμφωνία του Korngold, από το 1952.

O Kirill Petrenko ανέλαβε την πιο τιμητική ίσως θέση στην Ευρώπη, την, πολυπόθητη για τους αρχιμουσικούς, διεύθυνση της ιστορικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου.

Ο Korngold, παιδί θαύμα της Βιέννης την εποχή του Μάλερ, αναγκάστηκε να μεταναστεύσει λόγω των Ναζί στην Αμερική, όπου πολιτογραφήθηκε Αμερικανός πολίτης το 1943, όπου και έγινε ένας από τους πιο επιτυχημένους συνθέτες του Χόλυγουντ, κερδίζοντας μάλιστα και 2 βραβεία Όσκαρ. Και μπορεί πολλοί από τους συμπατριώτες του να μην του «συγχωρέσαν» κατά κάποιο τρόπο το ότι «εξόκειλε» προς ένα στα μάτια τους όχι αντάξιό του είδος μουσικής, αλλά στη μουσική του αναγνωρίζονται στοιχεία και από τους δύο κόσμους.

Η επιλογή του Kirill Petrenko για την ίσως πιο περίοπτη θέση στο χώρο της κλασικής μουσικής έχει δεχτεί και κριτική, όχι τόσο για τις αρετές του νεαρού αρχιμουσικού καθεαυτές, όσο για την εν γένει ματιά του και τις καλλιτεχνικές του επιλογές. Ανάμεσα σε αυτούς τους κριτικούς υπάρχουν και δύο από τους πιο διάσημους στη Νέα Υόρκη. Με την ευκαιρία της εμφάνισής του στη Νέα Υόρκη θα επανέλθουμε σε αυτή την ίσως λίγο άχαρη συζήτηση.

Η δική μας πρώτη εντύπωση από τις ερμηνευτικές δυνατότητες του Kirill Petrenko ήταν πάντως εξαιρετικές και αν δεχτούμε μια γερμανική έκφραση, δύσκολα δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία για την πρώτη εντύπωση! Οι εντυπώσεις μας αυτές αφορούν τις δύο συναυλίες του Kirill Petrenko στο Carnegie Hall με την ορχήστρα της οποία ηγείτο τότε, καθώς και μια αρκετά παλιότερη εμπειρία μας από το ντεμπούτο του στη Μητροπολιτική Όπερα και παραθέτουμε πιο κάτω για όσους από τους αναγνώστες ενδιαφέρονται το κείμενο μας και τις άριστες εντυπώσεις μας από την επιβλητική εμφάνιση της Κρατικής Ορχήστρας της Βαυαρίας στη Νέα Υόρκη το 2018!

Η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου θα επανέλθει στο τέλος της εβδομάδας στη Νέα Υόρκη για πρώτη φορά μετά την πανδημία (φωτογραφία: Stefan Cohen).

Κρατική Ορχήστρα της Βαυαρίας

Μια από τις ιστορικότερες ορχήστρας της υφηλίου, αφού οι ρίζες της φτάνουν πίσω στο 1523, και έχοντας  στο ενεργητικό της το 19ο αιώνα τις παγκόσμιες πρεμιέρες πολλών έργων του Βάγκνερ, όπως «Τριστάνος και Ιζόλδη» (1865) και «Η Βαλκυρία», η ορχήστρα οφείλει, πιο πρόσφατα, πολλά στις σταθερές συνεργασίες της με κορυφαίους αρχιμουσικούς όπως μεταξύ πολλών άλλων, ο αείμνηστος Carlos Kleiber, η Κρατική Ορχήστρα της Βαυαρίας, επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Carnegie Hall και με τις δύο ιδιότητές της.

Το πρώτο βράδυ ως συμφωνική και το δεύτερο με τη βασική της ιδιότητα, ως ορχήστρα της Όπερας του Μονάχου (Κρατική Όπερα της Βαυαρίας-Bayerische Staatsoper). Τις συναυλίες διηύθυνε ο μουσικός της διευθυντής Kirill Petrenko, ο οποίος μετά το τέλος της επόμενης σεζόν θα εγκαταλείψει τη διεύθυνση της Βαυαρικής Όπερα, την οποία κατείχε από το 2013, για να αναλάβει την πιο τιμητική ίσως θέση στην Ευρώπη, την, πολυπόθητη για τους αρχιμουσικούς, διεύθυνση της ιστορικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου.

Η επιλογή του Kirill Petrenko για την ίσως πιο περίοπτη θέση στο χώρο της κλασικής μουσικής, την Κλασική Ορχήστρα του Βερολίνου, έχει δεχτεί και κριτική (φωτογραφία: Chris Lee).

«Διπλό» Κοντσέρτο

Η συμφωνική συναυλία περιλάμβανε δύο έργα. Το Κοντσέρτο για Βιολί και Βιολοντσέλο (σε Λα ελάσσονα, Op. 102, 1887) του Γιοχάνες Μπραμς και το δεύτερο τη Συμφωνία Μάνφρεντ (Op. 58, 1885) του Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι. Από το Μόναχο και οι δύο νεαροί σολίστ στο έργο του Μπραμς, η Julia Fischer στο Βιολί και ο Daniel Müller-Schott στο Βιολοντσέλο.

Με την ορχήστρα στο υπόβαθρο να συνοδεύει με υποδειγματικό διακριτικό τρόπο και να δημιουργεί μια στιλιστικά άκρως «μπραμσιανή» μυσταγωγία οι δύο σολίστες ανέδειξαν όχι μόνο την υψηλή τους δεξιοτεχνία αλλά κυρίως την πολύ ευαίσθητη και μουσική τους προσέγγιση στο έργο που χαρακτηρίζεται, ιδίως στο αργό μέρος από έντονο λυρισμό και μελαγχολία.

O Kirill Petrenko θαυμάζεται για τον έλεγχο της ορχήστρας του με κινήσεις σαφείς, αλλά πλαστικές, με όλο του το σώμα να συμμετέχει στην ερμηνεία του.

Πολλοί συνθέτες της νεώτερης περιόδου είχαν γοητευτεί από τη μουσική φόρμα Passacaglia της μουσικής του Μπαρόκ. Η συνήθως «σοβαρή» ή και θρησκευτική αυτή μορφή διατηρεί μια μεταφυσική διάσταση και μια σπάνια ομορφιά και στα νεώτερα μουσικά ιδιώματα. Με την, εμπνευσμένη από μια σουίτα του Händel,  Passacaglia για Βιολί και Βιολοντσέλο του Νορβηγού  συνθέτη Johannes Halvorson (1864-1935) οι δυο σολίστες προσέφεραν λίγες ακόμα μαγικές στιγμές στο κοινό με άψογη συνεργασία, σε ένα εμφανώς πολύ «δουλεμένο» αλλά και κυρίως ιδιαίτερη ευαισθησία, εξόχως υποβλητικό ανκόρ.

Ο νεαρός αρχιμουσικός Kirill Petrenko επί τω έργω (φωτογραφία: Chris Lee).

Manfred σαν … “statement”!

Εξαιρετικές οι εντυπώσεις από τον Κίριλ Πετρένκο. Ο νεαρός αρχιμουσικός έδειξε μια σειρά από αρετές. Είχε τον έλεγχο της ορχήστρας με κινήσεις σαφείς, αλλά πλαστικές, με όλο του το σώμα να συμμετέχει στην ερμηνεία του, πολύ εκφραστικός, με έντονο πάθος χωρίς υποψία φτιασιδώματος. Ο Μπραμς ήταν στιλιστικά άψογος και η συνεργασία με τους σολίστες σε υψηλό επίπεδο με την ορχήστρα να είναι διακριτική στη συνοδεία.

Ο Πετρένκο έδειχνε να γνωρίζει πώς να αξιοποιήσει αυτή την εμφανώς πολύ αναπτυγμένη στις ορχήστρες που προέρχονται κυρίως από την όπερα, δυνατότητά τους να συνοδεύουν, αφήνοντας τους σολίστες να ακουστούν. Επίσης ο ήχος της ορχήστρα εύπλαστος, λυρικός με το μαέστρο να μην επιδιώκει την απόλυτη κυριαρχία αλλά να αφήνει τους μουσικούς να «αναπνέουν» και να αναδεικνύουν τις αρετές τους. Αυτές οι αρετές της ορχήστρας και με έντονο αυτή τη φορά το δραματικό στοιχείο, και πάλι ερχόταν στο νου, η  οπερατική φύση της ορχήστρας, αλλά και οι εξαιρετικές ικανότητες του αρχιμουσικού, κυριάρχησαν και στο δεύτερο μέρος σε μια ιδιαίτερη επιλογή προγράμματος.

Η συναυλία «Ιππότης με το Ρόδο» στη Νέα Υόρκη είχε αφήσει πολύ καλές εντυπώσεις.

Η συμφωνία Μάνφρεντ κάποια στιγμή και από τον ίδιο με σκεπτικισμό από τον ίδιο τον συνθέτη της, ενώ δεν βρήκε πάντα θαυμαστές στους νεώτερους ερμηνευτές, με αποκορύφωμα το χαρακτηρισμό του Leonard Bernstein, που κατά τα άλλα αγαπούσε τη μουσική του Τσαϊκόφσκι, ότι το συγκεκριμένο «προγραμματικό» έργο είναι «για τα σκουπίδια»..!

Έτσι η επιλογή μιας ορχήστρας που για πρώτη φορά έρχεται στο Κάρνεγκι Χολ να επιλέξει αυτό ως το κύριο έργο της βραδιάς, σκεφτόμαστε ότι περιείχε ένα είδος υπεράσπισής του, με την εκρηκτική επίδοση της ορχήστρας με χαρακτηριστική την κορύφωση του φινάλε, και τον ενθουσιασμό του κοινού να δικαιώνει εμφατικά την επιλογή! Εκ φύσεως πιο δομημένο και δυναμικό το ανκόρ από την Lady Macbeth of Mtsensk έκλεισε με εντυπωσιακό τρόπο τη βραδιά.

Στιγμιότυπο από την συναυλία «Ιππότης με το Ρόδο» (φωτογραφία: Stefan Cohen).

 «Ο Ιππότης με το Ρόδο»

Την επόμενη ημέρα η ορχήστρα επανήλθε στα «βασικά» της οπερατικά καθήκοντα, αφού ανέλαβε να παρουσιάσει σε μορφή συναυλίας (με στοιχειώδη μόνο σκηνική δράση και κοστούμια), τον «Ιππότη με το Ρόδο». Το αριστούργημα του διδύμου Χόφμασταλ-Στράους αποτελεί ένα κόσμημα από τον πυρήνα του ρεπερτορίου της Βαυαρικής όπερας, η οποία είχε άλλωστε και βαθιά σχέση τόσο με τον ίδιο τον, γεννημένο άλλωστε στο Μόναχο, συνθέτη όσο και με άλλους μεγάλους ερμηνευτές του έργου του.

Η Angela Brauner με εξαιρετική φωνητική επίδοση μας έδωσε την εντύπωση ότι τόνιζε περισσότερο τα δυναμικά και χιουμοριστικά, από τα τρυφερά χαρακτηριστικά, του ρόλου του Οκτάβιαν. Πιο λυρική Hanna Elisabeth Müller απέδωσε όμορφα την άβγαλτη νεαρή Σοφία, σε μια από τις ερμηνευτικά πιο πειστικές παρουσίες της βραδιάς, ιδιαίτερα στην Τρίτη πράξη.

Από τους δευτερεύοντες ρόλους ξεχώρισαν ο Markus Eiche στο ρόλο του πατέρα της Σοφίας και ο ταλαντούχος, γνωστός από τις εξαιρετικές εμφανίσεις του στη ΜΕΤ, Αμερικανός τενόρος Lawrence Brownlee, το ρόλο του «Ιταλού τραγουδιστή», δηλαδή του επιφορτισμένου με την ιδιότυπη αποστολή να παρουσιάσει την «περίεργη» σχέση του Ρίχαρντ Στράους με τους τενόρους! Επιβλητικός και λόγω εμφάνισης ο Peter Lobert το ρόλο του αστυνομικού επιθεωρητή.

Oι επιδόσεις των τραγουδιστών στον «Ιππότη με το Ρόδο» ήταν εξαιρετικές (φωτογραφία: Stefan Cohen).

Με τεχνική επάρκεια και εξαιρετική εκφορά των Γερμανικών η Καναδή σοπράνο Adrianne Pieczona απέδωσε με λυρισμό την τρυφερή και μελαγχολική Μάρσαλιν. Πέραν της έξοχης φωνητικής του επίδοσης, με χιούμορ, ευαισθησία, επίσης εξαιρετικά Γερμανικά, ακόμα και στα στοιχεία της Βιεννέζικης διαλέκτου που παρεισφρέουν, τον απαιτούμενου αυτοσαρκασμό και εξαιρετικό στήσιμο στα μικρά περιθώρια που έδινε για υποκριτικές επιδόσεις η συναυλιακή μορφή της παράστασης, ο  Βρετανός μπάσος Peter Rose ήταν γοητευτικός στο ρόλο του Βαρώνου Οξ, στην πιο ολοκληρωμένη ερμηνεία της βραδιάς. Από τους διακριθέντες της βραδιάς και τα μέλη της χορωδίας της Βαυαρικής Όπερας υπό τη διεύθυνση του Sören Eckhoff.

Ο Πετρένκο έλαμψε επίσης στα βαλς, σαφή ή και «υπονοούμενα», της παρτιτούρας, και αυτό μάλλον το οφείλει και στη βιεννέζικη παιδεία του.

Παρά τις εξαιρετικά υψηλού επιπέδου ερμηνείες των τραγουδιστών και της χορωδίας, πρωταγωνίστρια και πάλι ήταν η ορχήστρα, με τον αρχιμουσικό να διαφοροποιεί με όμορφο τρόπο τα μέρη του έργου, δίνοντας νόημα στην κάθε λεπτομέρεια, χωρίς να χάνει από τα μάτια του το όλο, επιβράδυνε ή επιτάχυνε το ρυθμό ελέγχοντας τη δραματική ροή, επετύγχανε πολύ όμορφο, ισορροπημένο λυρικό ήχο με ισορροπία μεταξύ των γκρουπ των οργάνων με έμφαση στα ρομαντικά και δραματικά στοιχεία της μουσικής. Αρετές μουσικής δωματίου σε αρκετά σημεία με τους μουσικούς να επικοινωνούν και μεταξύ τους και το πρώτο βιολί Markus Wolf να διακρίνεται στα σόλι.

Ο Πετρένκο έλαμψε επίσης στα βαλς, σαφή ή και «υπονοούμενα», της παρτιτούρας, και αυτό μάλλον το οφείλει και στη βιεννέζικη παιδεία του με θητεία στην κατεξοχήν «έδρα» της οπερέτας, στη Λαϊκή Όπερα της Βιέννης, γνωρίζοντας τα βιεννέζικα «μυστικά» του παλμού, της φρεσκάδας και της ζωντάνιας του συγκεκριμένου είδους, στο κατεξοχήν έργο στο οποίο ο Ρίχαρντ Στράους καταπιάνεται με τη δυναστεία των συνεπώνυμών του από τη Βιέννη, για να αποδώσει την ατμόσφαιρα της βιεννέζικης μπελ-επόκ, τοποθετώντας την όμως αναχρονιστικά στην εποχή της Μαρίας Θηρεσίας.

Παρά τις εξαιρετικά υψηλού επιπέδου ερμηνείες των τραγουδιστών και της χορωδίας, πρωταγωνίστρια και πάλι ήταν η ορχήστρα (φωτογραφία: Chris Lee).

Και από Μόναχο, Βερολίνο!

Οι εξαιρετικές εντυπώσεις που άφησε ο νεαρός αρχιμουσικός σε αυτές τις δυο παραστάσεις, όπως και η εξαιρετική «Κοβαντσίνα» της Μητροπολιτικής Όπερας το 2012 δείχνουν να δικαιώνουν την προτίμηση των μουσικών της Φιλαρμονικής του Βερολίνου, οι οποίοι έχοντας την εμπειρία τριών μόνο προγραμμάτων με το νεαρό αρχιμουσικό τον επέλεξαν για την περίοπτη θέση.

Το κοντράστ με τον απερχόμενο Σερ Σάιμον Ρατλ είναι μάλλον έντονο, με το Βρετανό αρχιμουσικό να δίνει πολύ μεγαλύτερη έμφαση στη δομή των επιμέρους ενοτήτων και λιγότερα στη συνοχή και εποπτεία του όλου, στη λυρική ροή, τη δραματικότητα και τον όμορφο ήχο, αλλά να επιτυγχάνει ιδιαίτερα υψηλές επιδόσεις από τεχνικής άποψης. Από  αυτή την άποψη αφήνει γόνιμο έδαφος στον ερμηνευτικά, κατά την ταπεινή μας γνώμη, πολύ πιο ενδιαφέροντα Πετρένκο. Αντίθετη φορά για την ίδια για τη Βαυαρική Όπερα, της οποίας η επιλογή κατέληξε στον επίσης Ρώσο αλλά με διαφορετικό ταπεραμέντο, πιο «αυστηρό» και κυριαρχικό, αλλά επίσης ιδιαίτερα ικανό Vladimir Jurowski.

 

//Οι φωτογραφίες του Chris Lee και του Stefan Cohen είναι μια ευγενική προσφορά του Carnegie Hall.

 

Διαβάστε ακόμα: Η Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης επιστρέφει στο «σπίτι» της.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top