1-207-6-entierro-del-conde-de-orgaz-detalle

«Σύμφωνα με έναν παλιό θρύλο, ο κόμης του Οργκάθ έζησε κατά τα πρότυπα του ιπποτισμού, με καλοσύνη, αγνότητα και φιλανθρωπίες, γι’ αυτό, όταν πέθανε, παρουσιάστηκαν στην κηδεία του ο Άγιος Αυγουστίνος (δεξιά) και ο Άγιος Στέφανος (αριστερά), οι οποίοι φρόντισαν την ταφή του. Ο Θεοτοκόπουλος απεικονίζει αυτήν ακριβώς τη λαϊκή αφήγηση». Κάτω αριστερά ο γιος του ζωγράφου.

Ποια ήταν η αρχική σκέψη που σας ώθησε να γράψετε το βιβλίο;
Το κλασικό ερώτημα για την «αληθινή ζωή», η έννοια του φιλοσοφικού «όντως όντος». Είναι κάτι που με έχει απασχολήσει και στην ποίησή μου, από τα πρώτα μου βιβλία. Γι’ αυτό, άλλωστε, θέλησα να ξαναβάλω στο τραπέζι την υπόθεση της εξιδανίκευσης. Οι περισσότεροι της γενιάς μου υπήρξαμε (και παραμένουμε) παιδιά του Ρομαντισμού και, επιπλέον, οι Ουτοπίες (ως ιδεολογικά συστήματα – κοινωνικά, καλλιτεχνικά, πολιτικά) μας απασχόλησαν ιδιαίτερα επειδή διασώζουν ένα υψηλό όραμα. Αλλά φοβάμαι ότι στην εποχή του Μεταμοντέρνου αυτά μπορεί να ακούγονται λίγο βαρύγδουπα.

Ποιος ήταν ο κόμης Οργκάθ;
Ήταν πραγματικό πρόσωπο, ο ευγενής Δον Γκονζάλο Ρουίθ, o oποίος έζησε στην Ισπανία τον 13ο αι. Σύμφωνα με τον Pedro de Alcocer (Historia de Toledo, 1554), καταγόταν από τη βυζαντινή οικογένεια των Παλαιολόγων. Ο θάνατός του αναφέρεται στα ιταλικά αρχεία το 1323 και περίπου δυόμισι αιώνες μετά αποτυπώθηκε σε ένα από τα πιο σημαντικά έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.
Στο βιβλίο μου, αυτός ο ήρωας αντιπροσωπεύει τον απόηχο των τροβαδούρων που υπερασπίστηκαν την ιδέα του εξευγενισμένου έρωτα, αμφισβητώντας ευθέως τη χριστιανική ηθική και τον κατεστημένο κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Αντιπροσωπεύει επίσης τoν ιπποτισμό, όχι όμως ως καρικατούρα όπως ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες. Ο κόμης Οργκάθ είναι ο μεσαιωνικός τύπος που ζει στην εξιδανικευμένη πλευρά της ζωής και των σχέσεων και, επειδή φέρει με απλότητα το αυθεντικό πνεύμα του αγαθού, είναι και πολίτης της Ουτοπίας πολύ προτού ανακαλυφθεί ο όρος.

«Ο κόμης Οργκάθ, ο ευγενής Δον Γκονζάλο Ρουίθ, έζησε στην Ισπανία τον 13ο αιώνα. Σύμφωνα με τον Pedro de Alcocer, καταγόταν από τη βυζαντινή οικογένεια των Παλαιολόγων».

Πώς εμπνεύστηκε τον πίνακα «Η ταφή του κόμητος Οργκάθ» ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος;
Ήταν μια παραγγελία του Αndres Nunez, εφημέριου της εκκλησίας του Αγίου Θωμά στο Τολέδο, για το παρεκκλήσι της Παναγίας. Υπήρχε ένας παλιός θρύλος στην περιοχή σχετικά με τον κόμη του Οργκάθ: Ότι έζησε κατά τα πρότυπα του ιπποτισμού, με καλοσύνη, αγνότητα και φιλανθρωπίες, γι’ αυτό, όταν πέθανε, παρουσιάστηκαν στην κηδεία του ο Άγιος Αυγουστίνος και ο Άγιος Στέφανος, οι οποίοι φρόντισαν την ταφή του. Ο Θεοτοκόπουλος απεικονίζει στην Ταφή αυτήν ακριβώς τη λαϊκή αφήγηση.

2-lymperi_kolaz

«Η κατασκευή του έργου έγινε τον 16ο αιώνα και διήρκεσε τρία χρόνια (1586-1588). Σήμερα αποτελεί σημαντική κληρονομιά της ισπανικής καλλιτεχνικής παράδοσης, με παγκόσμια αναγνώριση». Δεξιά, ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος – λεπτομέρεια από τον πίνακα.

Μιλήστε μας για τον πίνακα και την ιδιαίτερη αξία του.
Κατ’ αρχάς να τονίσω κάτι. Ο πίνακας, ως καλλιτεχνικό έργο καθαυτό, αποτελεί για μένα ένα πρόσχημα, δεν είναι το αληθινό κέντρο του βιβλίου μου. Μου έδωσε απλώς την ευκαιρία να πω μερικά πράγματα, επειδή ακριβώς μεταφέρει ένα συγκεκριμένο Νόημα: συμβολίζει δύο έννοιες μαζί, το πένθος και την αναγέννηση, το θάνατο και την ανάσταση.
Η Ταφή θεωρείται από τα αριστουργήματα του μανιερισμού, με εμφανείς επιδράσεις της βυζαντινής τεχνοτροπίας και μυστικιστικά δάνεια. Δεν εκτίθεται στο μουσείο του Τολέδο μαζί με άλλα έργα, αλλά στο σπίτι όπου έμενε ο Γκρέκο όταν ζούσε στην πόλη. Η κατασκευή του έργου έγινε τον 16ο αι. και διήρκεσε τρία χρόνια (1586-1588). Σήμερα αποτελεί σημαντική κληρονομιά της ισπανικής καλλιτεχνικής παράδοσης, με παγκόσμια αναγνώριση.
Ο Θεοτοκόπουλος αποτυπώνει το περιστατικό της Ταφής σε δυο επίπεδα. Ένα γήινο (του πραγματικού κόσμου) και ένα ουράνιο (όπου υπάρχουν αμιγώς θρησκευτικοί συμβολισμοί). Θέλω να πιστεύω ότι ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε μόνο για μια θρησκευτική αναπαράσταση και για τη διαχείριση ανάλογων συμβόλων, αλλά μας αφήνει παραπάνω κώδικες – το λέω αυτό γιατί υπήρξε άνθρωπος ιδιαίτερα καλλιεργημένος, εξαιρετικά προωθημένο πνεύμα για την εποχή του. Απόδειξη ότι μας έδωσε μια τέχνη πρωτότυπη και σαγηνευτική, υπερβαίνοντας κατά πολύ άλλους συνομήλικους ζωγράφους.

«Ο κόμης Οργκάθ, επειδή φέρει με απλότητα το αυθεντικό πνεύμα του αγαθού, είναι και πολίτης της Ουτοπίας πολύ πριν ανακαλυφθεί ο όρος».

Ποιοι είναι οι κεντρικοί ήρωες του βιβλίου; Και ποια η δομή της αφήγησης;
Το βιβλίο ανήκει στο είδος του εσωτερικού μονόλογου. Χρησιμοποιώ δυο παράλληλες αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο, οι οποίες κινούνται σε διαφορετικά ψυχικά επίπεδα και διαφορετικούς ιστορικούς χρόνους, χωρίς να ακολουθούν γραμμική εξέλιξη. Φυσικά συνδέονται μεταξύ τους εναλλάσσοντας στοιχεία. Οι δυο αφηγητές, αν και δίνουν την εντύπωση αντίθετων πόλων, είναι συμπληρωματικοί, γιατί προωθούν διαδοχικά το νόημα σε επόμενα στάδια. Για να αναδείξω το φιλοσοφικό κομμάτι του βιβλίου χωρίς να αδικήσω το αφηγηματικό, σκέφτηκα το εύρημα ενός ημερολογίου, όπου μπορούν να κατατεθούν σκέψεις που δύσκολα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στην απλή αφήγηση.
Κεντρικός ήρωας είναι επίσης ο Θεοτοκόπουλος, ένα σύμβολο της καλλιτεχνικής ψυχής που γεννά αδιάκοπα κόσμους, οράματα, ουτοπίες. Και φυσικά, ο κόμης Οργκάθ: Σύμβολο του αγαθού (το οποίο όμως θέτω διαρκώς υπό αίρεσιν, γιατί δεν το προσεγγίζω με ηθικά κριτήρια, αλλά με κριτήρια ψυχολογικά).

3-207-3-entierro-del-conde-de-orgaz-zona-inferior

«Η ‘’Ταφή’’ θεωρείται από τα αριστουργήματα του μανιερισμού, με εμφανείς επιδράσεις της βυζαντινής τεχνοτροπίας και μυστικιστικά δάνεια». (Εδώ, τα πρόσωπα που απεικονίζει ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος στο κάτω μέρος του πίνακα – ο ίδιος με την ένδειξη Autorretrato).

Στο βιβλίο συναντάμε τρεις Μαριάνες…
Πρόκειται για ένα συγγραφικό τέχνασμα. Οι γυναίκες ηρωίδες είναι τρία διαφορετικά πρόσωπα με το ίδιο όνομα, ζουν σε διαφορετική εποχή, όμως αντιπροσωπεύουν και οι τρεις ένα κλασικό σχήμα: τη γυναίκα-μούσα, εκείνη που εμπνέει στον άντρα (ερήμην της σχεδόν) τον έρωτα και τη φαντασιακή επένδυση. Κι ακόμη, εκείνη που υποβάλλει όλα όσα ακολουθούν τον έρωτα: την έλξη και την απώθηση, την επιθυμία και τη ματαίωση, το όνειρο και την πραγματική ζωή.
Το ερώτημα που θέτω έμμεσα είναι αν ο έρωτας αποτελεί πάντα μια χαμένη υπόθεση, μια ψευδαίσθηση, ή αν γίνεται ευκαιρία για τη διάσπαση των ορίων, μια πρόσκληση να γνωρίσουμε τον αληθινό εαυτό μας μέσω του άλλου.

Στη ροή της αφήγησης αποδίδετε στον Οργκάθ ένα δικό σας ποίημα, το «Ποίημα του αποχαιρετισμού», το οποίο αφιερώνετε «στη Μαριάνα» και γράφετε πως νομίζετε ότι θα άρεσε στον παλιό σας φίλο Ηλία Λάγιο…
Το «Ποίημα του αποχαιρετισμού», σύμφωνα με την αφήγηση, είναι γραμμένο από τον κόμη Οργκάθ για τη Μαριάνα (μια γυναίκα της εποχής του). Εκείνος λοιπόν της το αφιερώνει. Και μάλιστα, κρύβει τα ποιήματά του σε μια κρύπτη, ελπίζοντας πως η Μαριάνα θα τα ανακαλύψει κάποτε, μετά το θάνατό του. (Σημειώστε, πως όταν έγραφα το βιβλίο, δεν είχα υπ’ όψιν μου ότι ο Δάντης – σύμφωνα με τον Βοκκάκιο – τον καιρό της εξορίας του είχε τοποθετήσει σε κρύπτη τα τελευταία Άσματα του Παραδείσου και ότι μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σε όραμα στον γιο του, για να του υποδείξει το μέρος. Πρόσφατα το διάβασα και μου φάνηκε συγκινητική η σύμπτωση).
Είπα ότι το συγκεκριμένο «Ποίημα του Αποχαιρετισμού» θα άρεσε στον φίλο Ηλία Λάγιο, γιατί έχει την ατμόσφαιρα και τη συγκινησιακή γλώσσα του σονέτου. Άλλωστε, σε ανάμνηση μιας δικής του ποιητικής συλλογής (του «Βιβλίου της Μαριάννας») και για να υπαινιχθώ μια συνομιλία μαζί του, χρησιμοποίησα κι εγώ το ίδιο όνομα στο βιβλίο μου.

«Αποτελώ έναν από τους τελευταίους επίμονους υπερασπιστές του παλιού κόσμου των ιδεών, οι οποίοι κάτι προσπαθούν να διασώσουν μέσα στη φασαρία του μεταμοντέρνου».

«Η  ταφή του κόμητος Οργκάθ» είναι μια πολυεπίπεδη συνομιλία σας με τη ζωγραφική…
Ναι, είναι μια συνομιλία σε καλλιτεχνικό επίπεδο, αφού μεταφέρω ιδέες για την αισθητική και το προσωπικό μου γούστο, αλλά και την ίδια τη σχέση μου με την Εικόνα, η οποία σήμερα, καθώς γνωρίζουμε, έχει αντικαταστήσει το λόγο. Είναι, όμως, και μια συνομιλία με πολύ ιδιαίτερα κομμάτια της ζωής μου –με πραγματικότητες που αφορούν επίσης στη ζωγραφική.
Φοίτησα στην Καλών Τεχνών σε πολύ νεαρή ηλικία. Δεν ολοκλήρωσα τις σπουδές και νομίζω, εξαιτίας αυτού, υπήρχε μέσα μου το αίσθημα της ματαίωσης. Όμως, έτσι όπως το βλέπω σήμερα, ήταν σαν να έζησα εκείνο τον καιρό μια εμπειρία από την οποία κέρδισα όλα τα προαπαιτούμενα για τη συγκεκριμένη συγγραφική δουλειά. Η ζωγραφική υπήρξε για μένα Δάσκαλος. Δεν είδα ποτέ τον εξωτερικό κόσμο ως κάτι αποκομμένο από τη εσωτερική μου ζωή, αλλά πάντα διέφευγα με τη φαντασία και η ζωγραφική με έμαθε να συγκεντρώνομαι στο συγκεκριμένο, δηλαδή, να γίνομαι «πραγματική». Η ζωγραφική με έκανε παρατηρητή. Στην αρχή μελετητή προσώπων. Αργότερα ανιχνευτή συμπεριφορών. Έπειτα αναζητητή άλλων πιο βαθιών πραγμάτων.
Θα έλεγα ότι στο βιβλίο μου συμπράττουν εξίσου δυο τέχνες, η ποίηση και η ζωγραφική. Η εικόνα να επιστρέψει στο λόγο – αυτή ήταν η συγγραφική πρόθεση.

4-207-4-entierro-del-conde-de-orgaz-zona-superior

«Ο πίνακας του Θεοτοκόπουλου συμβολίζει δυό έννοιες μαζί: το πένθος και την αναγέννηση, τον θάνατο και την ανάσταση». (Εδώ, η ουράνια σύναξη – σκέπη της γήινης ταφής – στο πάνω μέρος του πίνακα).

Οι βασικές ιδέες πάνω στις οποίες στήθηκε το βιβλίο, γράφετε στο Σημείωμα της έκδοσης, είναι η ομορφιά, η φιλία, το πένθος και η αναγέννηση…
Προσωπικά, στη λογοτεχνία ποτέ δεν με ενδιέφερε μια απλή καλογραμμένη αφήγηση, αλλά το ειδικό νόημα που μπορεί να υπηρετήσει ένα βιβλίο. Κάθε καλό βιβλίο νομίζω στήνεται πάνω σε έναν ισχυρό νοηματικό άξονα. Ίσως ακούγομαι ντεμοντέ να μιλώ για Νόημα στην εποχή του μη-Νοήματος. Άλλωστε, ο μοντερνισμός, με τόσους πειραματισμούς και θραύσεις, έσπασε κάθε κλασική αντίληψή μας για την πρόζα. Και, φυσικά, η λογοτεχνία υπερασπίζεται, κατ’ αρχάς, μια μορφή. Ας πούμε όμως ότι αποτελώ έναν από τους τελευταίους επίμονους υπερασπιστές του παλιού κόσμου των ιδεών, οι οποίοι κάτι προσπαθούν να διασώσουν μέσα στη φασαρία του μεταμοντέρνου.
Η ομορφιά σε όλες τις εποχές υπήρξε πηγή απόλαυσης αλλά και παρηγορία, θεράπων ιατρός. Οι ήρωές μου έλκονται από την ομορφιά, τη βλέπουν ως προϋπόθεση του ευ ζην. Κυρίως όμως ενδιαφέρονται για την εσωτερική ζωή, εκεί όπου το πένθος και η αναγέννηση, ως αναμοχλεύσεις και δράσεις της συνείδησης, δημιουργούν νέα δεδομένα ύπαρξης, το αυθεντικό υπάρχειν. Η φιλία επίσης, η οποία, ως γνωστόν, αποτελεί ένα διαρκές εισιτήριο ψυχικής διεύρυνσης, έχει στο βιβλίο μου ένα μέγεθος ανάλογο της αρχαιοελληνική έννοιας της φιλότητας.

«Στο βιβλίο μου συμπράττουν εξίσου δύο τέχνες, η ποίηση και η ζωγραφική. Η εικόνα να επιστρέψει στο λόγο – αυτή ήταν η συγγραφική πρόθεση».

Στο ίδιο σημείωμα γράφετε πως σε αυτό το βιβλίο σάς απασχολεί «η επίπονη διαδρομή προς την αλήθεια, η ίδια η κατάσταση της εξέλιξης». Πώς το εννοείτε;
Με τη λέξη «αλήθεια» δεν εννοώ κάτι με θρησκευτικό πρόσημο. Σε μερικούς ανθρώπους υπάρχει μια διάθεση (μια κλίση;) από την οποία προκύπτει το ερώτημα για την αληθινή ζωή. Από αυτό το ερώτημα γεννιέται και η διαδρομή. Επομένως, ως «διαδρομή προς την αλήθεια» εννοώ τον εσωτερικό αγώνα για το αυθεντικό υπάρχειν, που ανέφερα παραπάνω (διαδοχικά πένθη και αποχωρισμούς, καταστροφές και νέες δημιουργίες), μια συνολική κίνηση που σε οδηγεί στον αληθινό σου εαυτό. Σε τούτη τη διαδρομή, κομμάτια μας πεθαίνουν για να ξαναγεννηθούν αλλιώς. Αυτό το «αλλιώς» είναι το ζητούμενο.
Μιλώντας για διαδρομή, να πω ότι η πρόθεση του βιβλίου μου γίνεται απολύτως φανερή στο τέλος, καθώς ο κεντρικός ήρωας προτείνει ανάλογα ερωτήματα (συγγενή, θεωρώ, με τη σκέψη των Πυθαγορείων): «Ποιος είμαι; Ποιος χρειάζεται να είμαι; Τι χρειάζεται να μάθω για να μου αποκαλυφθεί το πολύτιμο νόημα της ιδιαίτερής μου ύπαρξης; Υπάρχει νόημα;» Η απάντηση παραμένει ανοιχτή.

//Το βιβλίο της Κλεοπάτρας Λυμπέρη «Η ταφή του κόμητος Οργκάθ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.

 

Διαβάστε ακόμα: Η μποτιτσελική ομορφιά της Μαρίας Ζαμπάκου.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top