«Διαβάζοντας κανείς κάθε ιστορικό βιβλίο που έχει να κάνει με τον Καραϊσκάκη, ίσως και το δικό μου μυθιστόρημα, δεν υπάρχει περίπτωση που να μη βάλει θετικό, θετικότατο πρόσημο στο όνομά του» (Προσωπογραφία του Γεώργιου Καραϊσκάκη από τον Karl Krazeisen).

Η απόσταση δεν βοηθάει. Ούτε και οι λιγοστές, ορισμένες φορές, ιστορικές πηγές. Για τους περισσότερους ήρωες της Επανάστασης του 1821 γνωρίζουμε περισσότερο την αχλή του μύθου που τους περιβάλλει και λιγότερα για την πραγματική τους ζωή. Ιδιαιτέρως για εκείνους των οποίων η φυσιογνωμία ήταν αντιφατική και χρειάστηκε να περάσει από τη σχολική προκρούστεια μέθοδο έτσι ώστε να μας παραδοθεί ανεπίληπτη.

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης είναι μια τέτοια περίπτωση. Ενδεχόμενα, για τους σύγχρονους Έλληνες το όνομά του παραπέμπει στο… γήπεδο του Ολυμπιακού, εντούτοις οι τιμές που θα έπρεπε να του αποδοθούν είναι πολύ περισσότερες από την ονοματοδοσία ενός γηπέδου ή μιας πλατείας.

Ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος στο νέο του μυθιστόρημα «Πότε διάβολος πότε άγγελος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο έγραψε τη δική του μυθιστορηματική εκδοχή για τον ήρωα της Επανάστασης του 1821. Αφορμή στάθηκε ένας πρόγονός του, ο Μήτρος Αγραφιώτης που κρατούσε το κεμέρι (ταμείο) του Καραϊσκάκη. Και κάπως έτσι τα συγγραφικά του βήματα τον οδήγησαν στον ένδοξο στρατάρχη.

– Είναι τα βήματα του προπάππου σου Μήτρου Αγραφιώτη ή η περίεργη θωριά του Καραϊσκάκη που σε ώθησε να γράψεις το βιβλίο;

Αφορμή στάθηκε μια απρόσμενη ανακάλυψη των τελευταίων χρόνων για αυτόν τον μακρινό πρόγονο απ΄ τη μεριά της μητέρας μου, που λίγο ταρακούνησε τα κλαδιά του οικογενειακού μου δέντρου και που κατά έναν περίεργο όσο και θαυμαστό τρόπο με οδήγησε στην εμβληματική προσωπικότητα του Καραϊσκάκη.

«Τα συμβάντα της ζωής και της πολεμικής δράσης του Καραϊσκάκη όφειλαν να αποδοθούν πιστά και με σεβασμό στην ιστορική αλήθεια».

– Η περίπτωση του Αγραφιώτη είναι ενδιαφέρουσα, καθώς ήταν εγγράμματος και, αίφνης, γίνεται μπαρουτοκαπνισμένος και αναλαμβάνει το ταμείο του Καραϊσκάκη. Υπάρχει εξήγηση γι’ αυτό;

Η πρόθεσή μου να ασχοληθώ λογοτεχνικά με τον Αγραφιώτη και τον Καραϊσκάκη ξεκίνησε από την απορία για το ποιο ήταν εκείνο το στοιχείο που ώθησε τον Καραϊσκάκη να εμπιστευθεί το ταμείο του σ΄ έναν 18χρονο, όπως ήταν ο Μήτρος Αγραφιώτης, και να τον μνημονεύει ακόμα και στη διαθήκη του. Υπάρχει ένας βαθύτερος και μυστικός λόγος που συνδέει τους δύο άντρες…

– Ποιο ήταν το τέλος του Αγραφιώτη; Ποια δικά του όνειρα σκορπίστηκαν;

Όπως αναφέρουν οι ιστορικές πηγές, ο Μήτρος Αγραφιώτης πέθανε ως φτωχός και παραγκωνισμένος πολεμιστής στη Χαλκίδα το 1866. Λίγο πολύ αυτή ήταν η μοίρα των περισσότερων αγωνιστών του ΄21.

– Το βιβλίο σου είναι μυθιστόρημα, αλλά στηρίζεσαι –εν πολλοίς- και σε ιστορικά στοιχεία. Ήταν δύσκολη η μυθοπλαστική ανασύσταση των περιπετειών του Καραϊσκάκη;

Τα συμβάντα της ζωής και της πολεμικής δράσης του Καραϊσκάκη όφειλαν να αποδοθούν πιστά και με σεβασμό στην ιστορική αλήθεια. Η μυθοπλασία χρειάστηκε να λειτουργήσει σαν συγκολλητική ουσία της ιστορίας με το οικογενειακό χρονικό της γενιάς του Αγραφιώτη.

«Σ΄έναν τέτοιο σκοτεινό και μυστηριώδη θάνατο, όπως του Καραϊσκάκη, υπάρχει πολύ παρασκήνιο» (Ο Καραϊσκάκης λαβωμένος. Πίνακας του Ιταλού ζωγράφου A. De Feoli).

– Μπορεί η λογοτεχνία να φωτίσει αθέατες πλευρές της επίσημης Ιστορίας; Ας μην ξεχνάμε τη θεωρία του Νέου Ιστορικισμού που στοχεύει στην κατανόηση των ιστορικών γεγονότων μέσω και της λογοτεχνίας.

Άλλες οι προθέσεις, οι στόχοι και τα εργαλεία ενός ιστορικού κι άλλα εκείνα του λογοτέχνη. Ωστόσο συνεχίζουν να παραμένουν συγκοινωνούντα δοχεία, να τους διακρίνει μια σχέση δίδυμης φιλότητας ή και αντιπαλότητας. Και ενώ η επίσημη ιστορία καταγράφει τα «μεγάλα» γεγονότα και τους «μεγάλους» άνδρες, η λογοτεχνία είναι αυτή που θα σκύψει πάνω από τον ανώνυμο, τον ηττημένο, τον αδικημένο, τον κάθε λογής ταπεινό άνθρωπο, που το πέρασμα της επίσημης ιστορίας τον ποδοπάτησε ή τον κονιορτοποίησε.

«Όσο ιδανικός ήρωας είναι ο Καραϊσκάκης για έναν συγγραφέα, άλλο τόσο και τζαναμπέτης ήταν».

– Για έναν συγγραφέα, ο Καραϊσκάκης μοιάζει να είναι ο ιδανικός ήρωας. Φέρει εντός του αντίρροπες δυνάμεις που τον κινητοποιούν. Είναι όντως;

Όσο ιδανικός, άλλο τόσο και τζαναμπέτης ήταν. Θέλω να πω ότι πολλές φορές πρόσωπα που τα έχουμε λατρέψει ή εξιδανικεύσει είναι δύσκολο να τα τιθασεύσεις στο χαρτί και να τα μετατρέψεις σε λογοτεχνικές φιγούρες. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης είναι μια τέτοια κλασική περίπτωση.

– Είναι η πιο ιδιόμορφη φιγούρα του Αγώνα ο Καραϊσκάκης;

Τον καταξίωσε η μεταστροφή του από Κλέφτη, με όχι και τόσο ξεκάθαρη δράση, σε ανιδιοτελή πατριώτη. Και, βέβαια, τον καθαγίασε ο ένδοξος όσο και άδικος θάνατός του.

– Υπήρξε σβέλτος και καπάτσος. Έγινε κλέφτης, αγωνιστής, τα έβαλε με Τούρκους και Έλληνες. Κατηγορήθηκε για προδοσία. Θα μπορούσε να είναι ένας νέος Λεωνίδας. Δεν πρέπει να υπάρχει άλλος αγωνιστής του ’21 που να έχει συλλέξει τόσο αντιφατικά σχόλια στο πρόσωπό του.

Συμφωνώ. Όμως, διαβάζοντας κανείς κάθε ιστορικό βιβλίο που έχει να κάνει μ΄ αυτόν, ίσως και το δικό μου μυθιστόρημα, δεν υπάρχει περίπτωση που να μη βάλει θετικό, θετικότατο πρόσημο στο όνομά του.

To βιβλίο του Κώστα Ακρίβου «Πότε διάβολος πότε άγγελος» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

– Έχει ενδιαφέρον ότι από τη γέννησή του κουβαλάει μια περίεργη μοίρα. Δεν γνωρίζει ποιος είναι ο πατέρας του, ενώ ακόμη και το επώνυμό του είναι δημιουργημένο. Είναι τα παιδικά του χρόνια που καθορίζουν την ψυχοσύνθεσή του;

Μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε περίπου χρονών δέχεται κάθε λογής κοροϊδίες επειδή είναι μούλος, δηλαδή νόθος, δεν έχει δικό του σπίτι ή δικό του χωριό, η μητέρα του χλευάζεται απ΄ όλους και αναγκάζεται να ζητιανέψει, το επίθετό του είναι κάτι σαν παρατσούκλι, ξενοδουλεύει, βγαίνει από μικρός Κλέφτης στα βουνά, στο τέλος συλλαμβάνεται από τον Αλή πασά. Πρέπει να είσαι πλασμένος από μια αλλιώτικη στόφα ανθρώπου για να καταφέρεις να αντέξεις μια τέτοια μοίρα΄ και ο Καραϊσκάκης ήταν.

«Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα είχε αποφευχθεί η συντριβή και το μακελειό στον Ανάλατο αν δεν είχε πεθάνει ο Καραϊσκάκης».

– Το βιβλίο σου τιτλοφορείται «Πότε διάβολος πότε άγγελος». Ήταν και τα δύο, τελικά, ο Καραϊσκάκης;

Πιο πολύ θα συμφωνούσα με την εκδοχή ότι από διάβολος μπόρεσε να μεταμορφωθεί σε άγγελο.

– Μετά την πτώση του Μεσολογγίου αποφασίζει να γίνει άγγελος. Είναι, πιστεύεις, η στιγμή που αποφασίζει μέσα του πως ο αγώνας πρέπει να είναι κοινός;

Η θυσία του Μεσολογγίου τον ταρακουνάει. Όταν στη Δερβέκιστα αντικρίζει μπροστά του όσους σώθηκαν από την Έξοδο, συνειδητοποιεί ότι πρέπει να αγωνιστεί για κάτι που δεν έχει να κάνει με τοπικές φιλοδοξίες, αλλά για κάτι ευρύτερο. Κι αυτό το ευρύτερο είναι η ελευθερία της Ελλάδας.

– Μπορούμε να φανταστούμε, έστω και νοερά, τι θα γινόταν αν δεν σκοτωνόταν στη μάχη για την Ακρόπολη;

Με απασχόλησε και εμένα, είτε γράφοντας το βιβλίο είτε ακόμα και τώρα, ένα τέτοιο ιστορικό ενδεχόμενο. Δεν μπορώ να ξέρω. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα είχε αποφευχθεί η συντριβή και το μακελειό στον Ανάλατο.

– Δεν παραλείπεις να αναφερθείς στο πώς σκοτώθηκε. Η πιθανότητα να δολοφονήθηκε δεν είναι αμελητέα. Έχει περάσει στη σφαίρα του μύθου. Πάντως, κι εσύ κάνεις λόγο για τους ηθικούς αυτουργούς του θανάτου του.

Σ΄έναν τέτοιο σκοτεινό και μυστηριώδη θάνατο υπάρχει πολύ παρασκήνιο. Από τη στιγμή που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη, πρέπει μάλλον να διαβάσουμε τις μαρτυρίες. Εκεί θα δούμε και θα διαπιστώσουμε ότι όντως υπήρξε κάποιος ή κάποιοι που είναι οι ηθικοί αυτουργοί του θανάτου του.

«Θεωρούσε το αντρικό του όργανο το κυριότερο στοιχείο του φύλου του, άρα της λεβεντιάς του».

– Ειδική μνεία κάνεις και στον βωμολόχο Καραϊσκάκη και τα εσωτερικά κίνητρά του που τον ωθούσαν να αναφέρεται συχνά στον φαλλό του.

Περιπαίζει, κοροϊδεύει, αστεΐζεται, ειρωνεύεται και, βέβαια, βρίζει. Όχι μόνο εχθρούς και αντιπάλους, αλλά και δικούς του ανθρώπους: συμπολεμιστές, φίλους, συγγενείς΄ καθέναν που νόμιζε ότι δεν πράττει το σωστό. Ωστόσο, οι βρισιές και οι βωμολοχίες ήταν κάτι το συνηθισμένο, το φυσιολογικό εκείνα τα χρόνια και σε μια τέτοια κοινωνία. Όσο για την επίκληση στο αντρικό του όργανο, αυτό ίσως μπορεί να εξηγηθεί επειδή το θεωρούσε το κυριότερο στοιχείο του φύλου του, άρα της λεβεντιάς του.

– Ο Κολοκοτρώνης τον πίστευε. Γράφεις και εσύ για τη συνάντησή τους και τα ένθερμα λόγια του Γέρου του Μωρά. Γιατί να μην θέλει να ηγηθεί του αγώνα; Ήταν τόσο ανιδιοτελής;

Στην αρχή του πολεμικού του βίου, όταν ήταν ακόμα Κλέφτης, έχει μεγάλη επιθυμία να αποκτήσει ένα δικό του αρματολίκι. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι εφικτό, καθώς το αρματολίκι πήγαινε από πατέρα σε γιο κι αυτός πατέρα δεν είχε. Στα χρόνια της Επανάστασης τον βλέπουμε να κάνει πέρα κάθε ιδιοτέλεια και το μόνο για το οποίο νοιάζεται είναι πώς να διώξει τον Τούρκο. Ούτε πολιτικές βλέψεις είχε. Μια ανόθευτη, ανέγγιχτη ψυχή από κάθε μωροφιλοδοξία ήταν.

Η πολιορκία της Ακρόπολης, στην οποία τραυματίστηκε θανάσιμα ο Γεώργιος Καραϊσκάκης (πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου).

– Ενδιαφέρον έχει και το μετά του θανάτου του. Γράφεις πως ακόμη και κάτω από το χώμα δεν βρήκε ανάπαυση. Κάτι που ενδεχομένως δεν το γνωρίζουν πολλοί είναι ότι επί δημαρχίας Σκυλίτση στον Πειραιά, τα οστά του κατέληξαν στη θάλασσα.

Είναι μια ιστορική αλήθεια αυτό το τραγικό γεγονός. Η Ελλάδα πολλές φορές δεν τρώει απλώς τα παιδιά της, θέλει να χορτάσει τρώγοντας και τα οστά τους.

«Από αδελφοκτονίες είναι δυστυχώς κατάστικτος ο ιστορικός μας βίος».

– Παραπλεύρως του κεντρικού θέματος που είναι ο Καραϊσκάκης, δίνεις και τον τόνο της εποχής με τις εμφύλιες διαμάχες, τις αντικρουόμενες φατρίες και τη δυσκολία συνεννόησης των Ελλήνων απέναντι στον κοινό εχθρό. Είναι η μοίρα της φυλής μας αυτή;

Κάθε λαός έχει τη δική του εσωτερική φαγωμάρα. Ίσως είναι στη φύση του ανθρώπου να θεωρεί αντίπαλο ακόμα κι αυτόν που γεννήθηκε στα ίδια χώματα μ΄ αυτόν και που μιλάνε την ίδια γλώσσα. Από αδελφοκτονίες είναι δυστυχώς κατάστικτος ο ιστορικός μας βίος΄ ας θυμηθούμε λόγου χάρη τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη έξω από τα τείχη της αρχαίας Θήβας…

– Γράφοντας το βιβλίο έμαθες καλύτερα τον Καραϊσκάκη; Τι πρέπει να μας μείνει διαβάζοντας το μυθιστόρημά σου;

Πιο σωστά θα έλεγα ότι ένιωσα καλύτερα τον Καραϊσκάκη. Τώρα, για το τι θα ΄θελα να μείνει σε κάποιον που θα διαβάσει το βιβλίο, ίσως αυτό να είναι ένα αίσθημα συγκίνησης που παλεύει να μετατραπεί σε χρέος.

 

Διαβάστε ακόμα: Η αθυρόστομη γλώσσα του Καραϊσκάκη.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top