«Η πραγματικότητα στις μεγάλες πόλεις πληγώνει. Λίγο άμα ζήσεις κοντά στη Φύση, τη θεωρείς μάνα σου, την μπερδεύεις με τη δική σου μικροσκοπική φύση».

Γιατί το Μεταξοχώρι;

Επειδή είναι όμορφο; Όχι ότι δεν είναι – όμως κι άλλα μέρη είναι όμορφα. Επειδή έχει αυτή τη δροσερή ευωδιά; Επειδή είναι στους πρόποδες του Κισσάβου; Επειδή έχει και θάλασσα κοντά; Όχι, όχι γι’ αυτό.

Την πρώτη φορά ήρθαμε με τον Γιάννη μ’ αυτοκίνητο. Είχε καύσωνα. Βάλαμε τα γέλια με το σημάδι που είχε αφήσει ο δυνατός ήλιος γύρω απ’ τα γυαλιά στο πρόσωπό του. Με το χαρτομάντιλο που είχε βάλει στο μέτωπο για να τον αποφύγει.

Καθώς πλησιάζαμε στο Μεταξοχώρι, άλλαξαν όλα. Έγιναν πιο σκιερά. Συμπεριλαμβανομένου και του ρίγους στο Βαθύρεμα. Οι μυρωδιές. Το κλίμα. Πιο ευχάριστα. Πιο ανεκτά. Οι μηλιές. Οι κερασιές. Τα πλατάνια. Η ανηφόρα μετά την Αγιά. Οι ξύλινες παλιές πόρτες με τα κόκκινα γεράνια μπροστά. Τα χαμογελαστά τριαντάφυλλα. Ο ήχος του νερού.

Δεν είναι όλα αυτά. Δεν είναι η καταγωγή του πατέρα μου απ’ τον θεσσαλικό κάμπο. Στα τριακόσια εβδομήντα τόσα χιλιόμετρα από την Αθήνα. Ιδανική απόσταση για μοτοσικλέτα. Εκεί που αρχίζεις να κουράζεσαι, έχεις ήδη φτάσει. Κι έπειτα μπορείς να συνεχίσεις για βόρεια Ελλάδα. Οι καλλιτέχνες που φεύγουν όταν εσύ έρχεσαι.

Αριστερά: «Καθώς πλησιάζαμε στο Μεταξοχώρι, άλλαξαν όλα. Έγιναν πιο σκιερά… Οι μηλιές. Οι κερασιές. Τα πλατάνια. Η ανηφόρα μετά την Αγιά». (Θοδωρής Κανάκης, «Man and Tree» – από την εικονογράφηση του βιβλίου.) Δεξιά: «Ο έναστρος ουρανός όταν άλλαζαν τα κεραμίδια στη στέγη». (Θοδωρής Κανάκης, «Νύχτα» – από την εικονογράφηση του βιβλίου).

Το σπιτάκι μυρίζει ελευθερία. Στο πίσω δωμάτιο έχω γράψει τρία βιβλία. Το ονομάζω «Το κλουβί με τις τρελές». Η φλόγα στα παλιά τζάκια, που το ένα –το μεγαλύτερο– το λέω, λόγω σχήματος, «βεζίρη». Οι χρυσόμυγες και τα άλλα ζώα. Οι «άσβοι» και οι αλεπούδες. Τα αγριογούρουνα. Τα πουλιά όλων των χρωμάτων. Οι λέξεις και οι ουσίες που μπορείς να ζήσεις και χωρίς αυτές. Τα ψηλά πατώματα που θυμίζουν Περού. Μα κυρίως τα φιλικά πρόσωπα των παιδιών. Ο έναστρος ουρανός όταν άλλαζαν τα κεραμίδια στη στέγη. Τα μάτια των παιδιών. Οι βόλτες. Τα γρήγορα πόδια των παιδιών. Το σπιτάκι που ήταν του Γιάννη. Είναι ωραίο να είσαι επιστάτης σ’ ένα ξένο σπίτι. Όμως ο Γιάννης πέθανε και μου τ’ άφησε κληρονομιά μαζί με τα γέλια των παιδιών. Κι αυτό είναι αρκετό για να φαντάζει πανέμορφο.

Στην επόμενη σελίδα: «Κυνηγάμε ένα φύλλο, έναν φίλο, μια πολύχρωμη μουσική».

1 2

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top