Τα τελευταία χρόνια το Carnegie Hall περιλαμβάνει στο επίσημο πρόγραμμά του κάποιες ελληνικού χαρακτήρα εκδηλώσεις, οι οποίες δεν απευθύνονται κυρίως στο κοινό της ομογένειας αλλά στο διεθνές μουσικόφιλο κοινό του ιστορικού μεγάρου, εντασσόμενες στις, πέραν των κλασσικών, αναζητήσεις του θεσμού.
Φέτος την τιμητική της, στη μοναδική τέτοια εκδήλωση, το Σάββατο 17 Νοεμβρίου, είχε η μουσική παράδοση της Κρήτης, εκπροσωπούμενη από το Κρητικό Κουαρτέτο του Στέλιου Πετράκη, με επικεφαλής τον ίδιο και τους Γιώργο Μανωλάκη στο λαούτο, τον Αντώνη Σταυρακάκη στο μαντολίνο και το λαούτο, ενώ ο Θανάσης Μαυροκώστας έπαιξε την Τσέλο-Λύρα και ασκομαντούρα, αναλαμβάνοντας και χορευτικά καθήκοντα, ενώ όλοι οι συμμετέχοντες τραγούδησαν, με τον Αντώνη Σταυρακάκη να έχει τον κύριο ρόλο σε αυτό.
Το πρόγραμμα παρουσιάστηκε στη μικρή και υποβλητικά φωτισμένη υπόγεια αίθουσα του Carnegie Hall, το Zankel Hall, το οποίο ήταν κατάμεστο και στο οποίο εκτός από την έντονη ομογενειακή και δη Κρητική παρουσία, ήταν αισθητή η παρουσία και προσώπων από τον πυρήνα του κοινού του Carnegie Hall, καθώς και υψηλόβαθμα στελέχη του θεσμού, ο οποίος έχει επιδείξει και στο παρελθόν ενδιαφέρον για τις μουσικές παραδόσεις της ανατολικής Μεσογείου.
Πριν από μερικά χρόνια είχε εμφανιστεί στην ίδια αίθουσα ο «Κρητικός από την Ιρλανδία», ο σπουδαίος μουσικός Ross Daly, ενώ στις αρχές του 2017, μουσικές από την καθ’ ημάς Ανατολή είχαν αποτελέσει σημαντικό μέρος του αφιερώματος του Carnegie Hall, του Πανεπιστημίου Columbia και της Ιταλικής κυβέρνησης στον κόσμο της Γαληνοτάτης. Το μεγάλο αφιέρωμα στη Βενετία και τις επιρροές του οποίου ηγείτο ο Jordi Savall. (Το συγκεκριμένο αφιέρωμα, θα μπορούσε κάλλιστα να περιλαμβάνει και την Κρήτη, σε εκείνη τη στιγμή όμως ο διάσημος Καταλανός μουσικός προφανώς και κατ’ οικονομίαν, αφού δεν μπορούσε να συμπεριλάβει τα πάντα, προσκάλεσε από την Ελλάδα τον Πρωτοψάλτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως για να εκπροσωπήσει τη εκκλησιαστική μουσική παράδοση). Στο εξόχως μουσικό αλλά και επίπονα ερευνητικό πνεύμα προφανώς του Ross Daly με τον οποίο σχετίζεται ο Πετράκης, αλλά ίσως και του Jordi Savall, ο Στέλιος Πετράκης με μια σύντομη αλλά μεστή εισαγωγή στο πρόγραμμα, προσπάθησε να εισαγάγει το κοινό στα όργανα τους ρυθμούς και τις μορφές της Κρητικής μουσικής παράδοσης.
Η συναυλία ξεκίνησε με τα δεξιοτεχνικά σόλι του Στέλιου Πετράκη στη λύρα, τις Τέσσερις Εκδοχές του Ερωτόκριτου σε ενορχήστρωση του ίδιου του σολίστα. Με την είσοδο των άλλων τριών μουσικών στη σκηνή ακολούθησε, ερμηνευμένο με λιτό και απέριττο τρόπο από τον Αντώνη Σταυρακάκη το ριζίτικο τραγούδι: «Μάνα πολλά μαλώνεις», με συνοδεία λύρας, μαντολίνου και λαούτου, προφανώς και λόγω της αναφοράς του συγκεκριμένου τραγουδιού στην ξενιτειά.
Ακολούθησε μια σύνθεση του ίδιου του Πετράκη, ο «Σιβρυτός» με το όνομα να παραπέμπει στην αρχαία μινωική πόλη του Ρεθύμνου αλλά και αναπόδραστα στο Συρτό χορό της περιοχής αυτής.
Στη συνέχεια ακούστηκαν τα: «Βόρεια Μονοπάτια», ένα βραβευμένο κομμάτι του Πετράκη από το 2008. Ο συνθέτης το αφιέρωσε στους φίλους του που ταξίδεψαν από την Κρήτη στη Νέα Υόρκη μόνο και μόνο για να παρακολουθήσουν τη συναυλία. Τον κύριο ρόλο έμοιαζε να έχει η λύρα του Πετράκη, με τα άλλα όργανα με μάλλον συνοδευτικό ρόλο με τις μελωδίες του ατμοσφαιρικού κομματιού να ακούγονται πιο μελαγχολικές στην αρχή και πιο τραγουδιστικές στη συνέχεια.
Ένα παραδοσιακό κομμάτι από τον Ερωτόκριτο είχε το ρόλο της εισαγωγής στις σχετικές με το έπος «Κοντυλιές», ενώ ο Θανάσης Μαυροκώστας, αφού άφησε την ασκομαντούρα ξεσήκωσε την αίθουσα με τις επιδόσεις του στον πεντοζάλη.
Η «Ροή» που ακολούθησε έδωσε την ευκαιρία να θαυμάσουμε τις ιδιαίτερα υψηλές τεχνικές αλλά και μουσικές ικανότητες του Γιώργο Μανωλάκη στο λαούτο, σε ένα απαιτητικό κομμάτι που είχε γράψει ο ίδιος ορμώμενος προφανώς από την Κρητική παράδοση, το οποίο όμως πήγαινε αρκετά πιο πέρα προσεγγίζοντας σύγχρονα μουσικά ιδιώματα.
Ο «Καβο-Σίδερος» αμέσως μετά ήταν η μόνη σύνθεση του Πετράκη που ταξίδεψε πέρα από την Κρήτη στη μουσική παράδοση της Κάσου και της Καρπάθου. Ακολούθησαν τραγούδια σε ρυθμό Συρτού. Το «Πάρε με Νύχτα», ο αφιερωμένος στο Γάλλο φίλο του συνθέτη Patrick Vaillant, «Συρτός της Νίκαιας» καθώς και Χανιώτικα Συρτά.
Γνωστή στους περισσότερους παρευρισκόμενους από τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη, ο οποίος βέβαια αναφερόταν στο πρόγραμμα της συναυλίας, μελωδία του «Πότε θα κάνει ξαστεριά», αναγνωρίστηκε σε μια άλλη εκδοχή του ριζίτικου τραγουδιού, την «Αυγή της Αυγής», προφανώς και λόγω της ιδιότητας των στίχων της που ακούγονταν συγκριτικά πολύ politically correct και… Carnegie Hall friendly (!).
Πριν ολοκληρωθεί η συναυλία και για να μην διαταράξει τη μουσική ροή των τελευταίων κομματιών, ο Στέλιος Πετράκης πήρε το λόγο, παρουσίασε για άλλη μια φορά τους συναδέλφους του και εμφανώς συγκινημένος, μόλις που συγκράτησε -αν δεν μας απατά η εντύπωσή μας- έναν λυγμό, («μήπως ξεφύγω του σεβντά», έλεγε νωρίτερα το τραγούδι) ευχαρίστησε το κοινό για την παρουσία του. Aλλά και τους διοργανωτές για τη μεγάλη τιμή που του έγινε όπως είπε, την εκπλήρωση ενός ονείρου, να προσκληθεί ο ίδιος και η μουσική παράδοση που εκπροσωπεί από έναν από τους κορυφαίους θεσμούς του κόσμου.
Η συναυλία ολοκληρώθηκε και πάλι με τον εντυπωσιακό Μυροκώστα στον Ανωγειανό και τον Μαλεβιζώτικο Πηδηχτό και ενθουσιώδη ανκόρ με το κοινό να μη θέλει να τελειώσει η βραδιά και να αναγκάζει τους καλλιτέχνες να βγουν από τα παρασκήνια, όπου η είσοδος ήταν βέβαια περιορισμένη, για να έρθει σε επαφή μαζί τους.
Νομίζω αξίζει να σημειώσουμε ότι πέραν από την οικειότητα του κοινού με κάποια από τα τραγούδια, και την ασφαλώς και υπό το πρίσμα της νοσταλγίας των ομογενών εύλογη συγκίνηση, η συναυλία ήταν από πλευράς τεχνικής και μουσικής προοπτικής στο υψηλότατο δυνατό επίπεδο, ενώ η ύπαρξη του προγράμματος με τις «διδακτικές» αναφορές στην κρητική μουσική παράδοση και η άριστη, (σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες εκδηλώσεις) ηχοληψία, καταδεικνύουν με εμφατικό τρόπο τις δυνατότητες της ελληνικής μουσικής και των καλλιτεχνών, ενώ αυτή η σχέση αυτή με την παράδοση που δεν περιορίζεται στην ερμηνεία της αλλά και εμπνέεται από αυτή, θυμίζει τη ρήση του Gustav Mahler, ότι: «Παράδοση δεν είναι η αναμόχλευση της στάχτης αλλά η αναζωπύρωση της φλόγας!»
Διαβάστε ακόμα: Ελληνικοί θησαυροί: Γνωρίζετε τα άνθη του άγριου θυμαριού;