40642_42-18063000

Προτού καθιερωθεί ως συγγραφέας, υπό την προστασία του Henry Miller (μια φιλία που κράτησε 45 χρόνια), φρόντισε να ασκήσει τα πιο απίθανα επαγγέλματα: από πορτιέρης στις αποβάθρες σιδηροδρομικού σταθμού έως πιανίστας της τζαζ. (Φωτογραφία: Ozy)

«Έφυγα για να γίνω μεγαλοφυΐα, ή για να το πιστέψω, πράγμα που κατά κάποιο τρόπο είναι το ίδιο και το αυτό. Ευτυχώς, έμαθα να γελάω…». Ο Lawrence Durrell σκόρπαγε τον καγχασμό του, εκείνον ενός θιβετιανού βαμπίρ, πίσω από τα τείχη του κάστρου της Sommières, στο γαλλικό Νότο, όπου είχε εντέλει αποτραβηχτεί ως πριν από δυο δεκαετίες.

Ο συγγραφέας του «Κουιντέτου της Αβινιόν» καλλιεργούσε εκεί, αιωρούμενος κάπου μεταξύ του φωτός της πέτρας και του ίσκιου των πλατανιών, τις αρχές του Ταό και του Βουδισμού Μαχαγιάνα, τις οποίες θεωρούσε ότι ενστερνιζόταν ιδανικά ο ακίνητος πληθυσμός των γηραιών κυρίων με τα γαλλικά μπερέ.

Δίχως να χάσει τίποτα απ’ την επικούρεια ευθυμία του, αυτός ο πρώην μποξέρ από το Bloomsbury είχε γίνει ο μανδαρίνος μιας ασκητικής φιλοσοφίας, την οποία συνόψιζαν ένα παμπάλαιο σπίτι στοιχειωμένο από νυχτερίδες και η ζούγκλα του εγκαταλελειμμένου κήπου του, όπου οι θάμνοι με τ’ αγκάθια πότε αγκάλιαζαν μια αλαβάστρινη θεά, πότε έκλεβαν το σανδάλι ενός κυνηγού σαλιγκαριών που χάθηκε μέσα σ’ ένα δάσος από χόρτα.

Αυτός ο άπατρις με τους τέσσερις γάμους αγαπήθηκε, ωστόσο, ως χαρακτηριστικός τύπος μεσογειακής κράσης. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας Θράκας αμπελουργός.
alex_koy_mait

Το βιβλίο «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο» του Lawrence Durrell κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

 

Ο Lawrence George Durrell άφησε ένα έργο κατ’ εικόνα του, εκκεντρική και πυκνόφυτη, της οποίας δεσπόζει το μυθικό «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο» – μια μνημειώδης συμφωνία την οποία ένας ολάκερος κόσμος λάτρεψε (με αξιοσημείωτη εξαίρεση εκείνη ενός Σουηδού κριτή που του στέρησε το Νόμπελ) κατά τρόπο που παρόμοιό του δεν γνώρισε η μεταπολεμική λογοτεχνία.

Γεννημένος το 1912 «στις Ινδίες» (η έκφραση «the Indies» του φάνταζε πιο σαιξπηρικός από το «Ινδία») από έναν Άγγλο πατέρα και μια Ιρλανδή μητέρα, παιδαγωγημένου από έναν Βέλγο ιησουίτη και μυημένου στα μυστήρια της Ανατολής από έναν Κινέζο γκουρού, αυτός ο άπατρις με τους τέσσερις γάμους αγαπήθηκε, ωστόσο, ως χαρακτηριστικός τύπος μεσογειακής κράσης. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας Θράκας αμπελουργός.

Προτού καθιερωθεί ως συγγραφέας, υπό την προστασία του Henry Miller (μια φιλία που κράτησε 45 χρόνια), φρόντισε να ασκήσει τα πιο απίθανα επαγγέλματα: πορτιέρης στις αποβάθρες σιδηροδρομικού σταθμού, εισπράκτορας απλήρωτων ενοικίων, πιανίστας της τζαζ, ραλίστας, κάτοικος Κερκύρας από το ’35 ως το ’41, διευθυντής δημοσίων σχέσεων για τα Δωδεκάνησα το 1945, καθηγητής αγγλικής λογοτεχνίας στην Κύπρο το 1952 και, φυσικά, διπλωμάτης, πράγμα που του επέτρεψε να έρθει σ’ επαφή με την κατασκοπεία, για λογαριασμό του Foreign Office.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, τράβηξε την προσοχή ως ακουαρελίστας, με ψευδώνυμο δανεικό απ’ τη Δανία. Ο Ντάρελ μάς χάρισε μια εξαίσια κωμωδία με μάσκες, μέσω της οποίας κατάφερε να διασκεδάσει την αθεράπευτη ιρλανδέζικη μοναξιά του, κάνοντας όνειρα πάνω στα γκρεμισμένα χαρακώματα της Αυτοκρατορίας. «Ευτυχώς, έμαθα να γελάω…», είπε πενθώντας τον εαυτό του στις 7 Νοεμβρίου του 1920.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Μάρκαρης για τον Μαρή.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top