karaitidi-890

«Η Μάνια σε υποδεχόταν με μια θέρμη άγνωστη στα καθ’ ημάς. Λες και δεν περίμενε παρά μόνο τη δική σου άφιξη και, ταυτοχρόνως, έδειχνε έκπληκτη, ευτυχισμένη που σε έβλεπε». (Φωτογραφία: Ελένη Βλάχου)

Ασφαλώς και δεν ήταν αιώνια. Αυτή η μέρα θα έφτανε αναγκαστικά. Περαστική από αυτόν τον πλανήτη στον οποίο κατοικούμε με την εφήμερη παρουσία μας, ήταν μοιραίο ότι μια μέρα, όπως όλοι μας, θα αναχωρούσε. Και να που ήρθε αυτή η μέρα. Η Μάνια Καραϊτίδη, ή «Κυρία Μάνια», όπως την αποκαλούσαμε με απέραντο σεβασμό, έφυγε. Αναχώρησε από τον κόσμο, και ο κόσμος την έχει πια στερηθεί.

Σπανίως την είδα εκτός του μικρού της γραφείου. Γραφείο της ή σαλόνι της; Όταν την έβλεπα εκεί, δεν εργαζόταν. Δεν ήταν δικό της το φταίξιμο. Ήταν των επισκεπτριών και των επισκεπτών που την μονοπωλούσαν. Όμως, αυτό δεν φαινόταν να την ενοχλεί. Αντιθέτως, σε υποδεχόταν με μια θέρμη άγνωστη στα καθ’ ημάς. Σε υποδεχόταν λες και δεν περίμενε παρά μόνο τη δική σου άφιξη και, ταυτοχρόνως, έδειχνε έκπληκτη, ευτυχισμένη που σε έβλεπε.

Τότε λοιπόν τη χαιρετούσες με φιλικό σεβασμό (έννοιες φαινομενικά ασυμβίβαστες, σαν οξύμωρο, στα καθ’ ημάς), προτού εγκατασταθείς σε ένα από τα καθίσματα στο πλάι του τραπεζιού της, που πάνω του συσσωρεύονταν χιλιάδες αντικείμενα, χιλιάδες χαρτιά, χιλιάδες βιβλία… Σε ρωτούσε: «Καφεδάκι; Με γάλα; Και ζάχαρη;… Όλα τα θέλεις απ’ τη ζωή!» Ναι, από τις πρώτες φράσεις, με αφετηρία έναν απλό καφέ, η συνάντηση που είχε ξεκινήσει με μια κοινότοπη ανταλλαγή μπορούσε να εξελιχθεί σε φιλοσοφικό διάλογο: «Όλα τα θέλεις απ’ τη ζωή…»

«Σπανίως την είδα εκτός του μικρού της γραφείου. Γραφείο της ή σαλόνι της;»

Και τότε προχωρούσε στις συστάσεις. Και αίφνης αντιλαμβανόσουν ότι, χωρίς να το υποψιαστείς, καθόσουν στριμωχτά ανάμεσα στον συγγραφέα του τελευταίου μυθιστορήματος της μόδας και σ’ έναν λαμπρό λεξικογράφο. Δυο πολυθρόνες πιο πέρα, μια ποιήτρια. Πιο κει, ένας θεατρικός συγγραφέας. Σαν τον άνεμο, ίσα για μια καλημέρα, περνούσε ένας μεταφραστής ή μια εκδότρια. Κι αισθανόσουν άνετα, γιατί είχε την κομψότητα να μιλάει για σένα σαν να ήσουν σημαντικός.

Σημαντικός ως άνθρωπος, εννοώ. Γιατί ήξερε ότι αυτό μετράει πριν απ’ όλα, αυτό που ανακαλύπτουμε όλο και πιο καθαρά με το πέρασμα των χρόνων: αυτό που μετράει είναι η ανθρωπιά, οι ανθρώπινες σχέσεις. Τα υπόλοιπα είναι αέρας κοπανιστός. Κι από ανθρωπιά χόρταινες, στο γραφείο-σαλόνι της Μάνιας. Ανθρωπιά όση ήθελες, που δεν ζητούσε παρά μόνο να σου δοθεί, σαν ευκαιρία που σου παρουσιάζεται και που είσαι ελεύθερος να τη δεχτείς ή να την απορρίψεις, όμως πόσο φριχτό κρίμα να τη στερηθείς…

Διαβάστε ακόμα: Ο χρόνος με και δίχως σύνδεση: Πώς να μη χάσουμε την ανθρωπιά μας.

«Η Μάνια απέπνεε αυτή την εγκαρδιότητα, αυτή τη θέρμη και την ευφυΐα που συναντούσαμε –με παράφορη ευδαιμονία– μόλις διασχίζαμε το κατώφλι του δωματίου της, στα δεξιά, μετά το ταμείο του βιβλιοπωλείου Εστία, στην οδό Σόλωνος, αριθμός 60...»

«Η Μάνια απέπνεε αυτή την εγκαρδιότητα, αυτή τη θέρμη και την ευφυΐα που συναντούσαμε –με παράφορη ευδαιμονία– μόλις διασχίζαμε το κατώφλι του δωματίου της, στα δεξιά, μετά το ταμείο του βιβλιοπωλείου Εστία, στην οδό Σόλωνος, αριθμός 60…» (Στη φωτογραφία η πρώτη έδρα, από το 1936, του ιστορικού βιβλιοπωλείου, στη Στοά Νικολούδη, στην οδό Σταδίου. Από εκεί, όταν η Στοά Νικολούδη κατεδαφίστηκε, μετακόμισε, το 1978, στη Σόλωνος)

Όλα αυτά προέρχονταν από την ίδια, την κυρίαρχη του χώρου. Εκείνη απέπνεε αυτή την εγκαρδιότητα, αυτή τη θέρμη και την ευφυΐα που συναντούσαμε –με παράφορη ευδαιμονία– μόλις διασχίζαμε το κατώφλι του δωματίου της, στα δεξιά, μετά το ταμείο του βιβλιοπωλείου Εστία, στην οδό Σόλωνος, αριθμός 60… Το πρώτο αθηναϊκό βιβλιοπωλείο, νομίζω, στο οποίο πάτησα το πόδι μου, την εποχή που ακόμα δεν γνώριζα τη Μάνια και που τα ελληνικά μου, πολύ φροντισμένα τότε, με πολλά κενά, ποιητικά, πρέπει να ηχούσαν αστεία στους βιβλιοπώλες.

Η συζήτηση συνεχιζόταν στο γραφείο-σαλόνι. Ο μυθιστοριογράφος εξηγούσε πώς αντιλαμβανόταν, ο ίδιος, τις διάφορες εκδοχές μιας λέξης παράξενης και σπάνιας: αλαφροΐσκιωτος. Η Μάνια άκουγε, παρενέβαινε, διηγόταν τα ταξίδια της, μοιραζόταν κάποια μακρινή κι ωστόσο πολύ ζωηρή ανάμνηση που είχε σχέση με τους παρόντες: «Μια φορά συνάντησα έναν Ελβετό, που με εντυπωσίασε τρομερά. Ήταν τυφλός, δεν ήξερε ελληνικά, και παρ’ όλα αυτά μου περιέγραψε τις εντυπώσεις του μετά από μια παράσταση αρχαίας τραγωδίας που είχαμε μόλις παρακολουθήσει… Ποτέ, σε όλη μου τη ζωή, δεν άκουσα ακριβέστερο σχολιασμό, εγκυρότερη κριτική, για κάποιο θεατρικό έργο! Ποτέ!»

«Σε ρωτούσε: ‘’Καφεδάκι; Με γάλα; Και ζάχαρη;… Όλα τα θέλεις απ’ τη ζωή!’’»

Ύστερα, όταν μετά λύπης σου σηκωνόσουν για να την αποχαιρετήσεις, σε συνόδευε επιμένοντας να σου προσφέρει βιβλία. «Χωρίς υστεροβουλία!» διευκρίνιζε, για να βεβαιωθεί ότι δεν θα ερμήνευες την κίνησή της ως ιδιοτελή χειρισμό. Στην πραγματικότητα, υπήρξε η πρώτη «μου» Ελληνίδα εκδότρια, και είμαι ιδιαίτερα περήφανος γι’ αυτό.

Αγνοώ τι απέγινε σήμερα το γραφείο-σαλόνι της Μάνιας. Γραφείο ορκωτού λογιστή, ίσως. Πίσω δωμάτιο φαρμακείου. Αποθήκη. Το αγνοώ και προτιμώ να μην το μάθω, γιατί και μόνη η σκέψη μιας τέτοιας αλλαγής μου ραγίζει την καρδιά.

Διαβάστε ακόμα: Η πόλη είναι το «δημόσιο σπίτι» μας. Ας το προστατέψουμε από τις ορδές των βαρβάρων και την ορμή της αμνησίας.

Έμαθα ότι πέρυσι το βιβλιοπωλείο έκλεισε οριστικά. Λουκέτο, όπως λέγεται. Έμαθα επίσης ότι ένα κείμενο κολλημένο στη βιτρίνα, κείμενο στη σύνταξη του οποίου θέλω να πιστεύω ότι συμμετείχε η Μάνια και ότι ενέκρινε το περιεχόμενό του, έλεγε τα εξής (τρέμω καθώς το μεταφράζω):

Φίλες και φίλοι,

Με λύπη σας πληροφορούμε ότι, ανεξαρτήτως της θελήσεώς μας, είμαστε αναγκασμένοι να διακόψουμε τη λειτουργία του βιβλιοπωλείου.
Ευχαριστούμε που μας τιμήσατε με την παρουσία σας εδώ, είτε ως συνεργάτες είτε ως αναγνώστες.
Ελπίζουμε να μπορέσουμε όλοι μας να ξεπεράσουμε τη βαθύτατη κρίση που πλήττει τις επιχειρήσεις και τη χώρα μας γενικότερα.
Και πάλι σας ευχαριστούμε.

Βιβλιοπωλείο Εστία.

Μπορούμε να σχολιάσουμε κάθε λέξη αυτού του σύντομου κειμένου, γιατί λέει πολλά για το πνεύμα που δέσποζε στο χώρο εκείνο. Πρώτα απευθύνεται στις γυναίκες, ύστερα στους άντρες, αλλά, πρωτίστως, σε φιλικά πρόσωπα. Αναφέρονται η «παρουσία», η «τιμή», χωρίς να λησμονιούνται οι «συνεργάτες», οι οποίοι μνημονεύονται πριν από τους «αναγνώστες», όρος τόσο ευγενέστερος από το φρικτό, και θεωρούμενο μοντέρνο, τους «πελάτες»…

Γίνεται επίσης λόγος, στην ανακοίνωση, για την περίφημη «κρίση». Που έπληξε επίσης, και πολύ μάλιστα, τον κόσμο του βιβλίου, και το βιβλιοπωλείο Εστία ειδικότερα. Και δεν μπορώ να αποσυνδέσω το κλείσιμο αυτής της απλόχωρης «Στοάς» από το χαμό της Μάνιας, αφού ο συνδυασμός αυτών των δυο γεγονότων σημαίνει την απώλεια ενός χώρου αγαπητού και ενός πλάσματος αγαπητού.

Φαίνεται πως ένα βιβλιοπωλείο με τη φίρμα της Εστίας άνοιξε πρόσφατα, κοντά στο παλιό. Τόσο το καλύτερο.

Μου είπαν επίσης ότι τα παιδιά της Μάνιας έχουν παραλάβει από καιρό τη φωτεινή σκυτάλη των μητρικών δραστηριοτήτων, και χαίρομαι πάρα πολύ. Απευθύνω και στους δύο –ιδιαίτερα στην Εύα, την οποία γνώρισα λίγο και εκτίμησα πολύ– τα ειλικρινέστατα συλλυπητήριά μου. Ή, κατά την ελληνική ρήση που αγαπώ: «Να ζήσετε να τη θυμόσαστε».

Ζιλ Ντεκορβέ, Γενεύη, 26 Ιουνίου 2014

Το λιτό εξώφυλλο του βιβλίου.

Το λιτό εξώφυλλο του βιβλίου.

//Το κείμενο του Ζιλ Ντεκορβέ περιλαμβάνεται στο βιβλίο (κυκλοφορεί σε δίγλωσση έκδοση –γαλλικά, ελληνικά) «Pour Mania – Για τη Μάνια». Την ιδέα του συνέλαβε η Κατρίν Βελισάρη και την έκδοση ανέλαβε το Βιβλιοπωλείο της Εστίας, ενόψει της εκδήλωσης στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών (26 Μαΐου 2015) στη μνήμη της Μάνιας Καραϊτίδη. Μέρος των εσόδων από την πώληση των αντιτύπων του θα προσφερθεί στα Παιδικά Χωριά SOS, τα οποία αγάπησε και στήριξε η Μάνια Καραϊτίδη.

//Ο Ζιλ Ντεκορβέ (Gilles Decorvet) γεννήθηκε στη Γενεύη το 1962. Έχει ζήσει για μεγάλο διάστημα στην Ελλάδα. Είναι μεταφραστής λογοτεχνίας (από τα γαλλικά στα ελληνικά), δάσκαλος, ηθοποιός και αφηγητής παραμυθιών.

 

Διαβάστε ακόμα: Εύα Καραϊτίδη: «Το νέο βιβλιοπωλείο της Εστίας ήταν αναγκαιότητα».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top