Στις 9 Μαρτίου ο αρχιμουσικός Μαρίς Γιάνσονς τιμήθηκε με το Βραβείο Λέονι Σόννινγκ – σαν να λέμε το «Νόμπελ της μουσικής». (Φωτογραφίες: Camilla Winther)

Η Όπερα της Κοπεγχάγης σε προδιαθέτει θετικά ήδη προτού μπεις. Μια μικρή άκατος σε παραλαμβάνει από την προκυμαία στο γραφικό λιμανάκι της παλιάς πόλης και διασχίζει σε δυο λεπτά το κανάλι για να δέσει στην αποβάθρα της όπερας, η οποία είναι ευθυγραμμισμένη με τον κάθετο άξονα της πλατείας του ανακτόρου Αμάλιενμποργκ. Πριν μπεις στην αίθουσα γυρίζεις να δεις το θαλάσσιο μέτωπο ολόκληρης της πόλης.

Όμως το παγωμένο βράδυ της Παρασεκυής 9 Μαρτίου 2018 (0 βαθμούς κελσίου) δεν πηγαίνουμε για κάποια λυρική παράσταση αλλά για να παρακολουθήσουμε την μεγαλειώδη δεύτερη συμφωνία του Γκούσταφ Μάλερ. Είναι το έργο που διάλεξε να ερμηνεύσει ο φετινός αποδέκτης του Μουσικού Βραβείου Λέονι Σόννινγκ, ο αρχιμουσικός Μαρίς Γιάνσονς, ο οποίος θα δεχόταν το βραβείο σε μια σύντομη τελετή στο τέλος της βραδιάς. Συμπράττουν η αυστριακή σοπράνο Γκένια Κύμαϊερ (1975), η αργεντινή μεσόφωνος Μπερνάρντα Φινκ (1955), η Βασιλική Καπέλα (δηλαδή η ορχήστρα της όπερας), η Χορωδία της Όπερας και η Χορωδία της Όπερας του Μαλμό από την γειτονική Σουηδία – με την οποία πλέον η Κοπεγχάγη συνδέεται με μια εντυπωσιακή υποθαλάσσια οδική και σιδηροδρομική δίοδο. Διευθυντής των χορωδιών ο Αντρέ Κέλλινγχαους.

Η σύνθετη μουσική αντίληψη, η διαύγεια και ακρίβεια του ήχου, η ένταση και συναισθηματική φόρτιση χαρακτηρίζουν, σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής του βραβείου, τον Γιάνσονς ως αρχιμουσικό.

Ο τιμώμενος Μαρίς Γιάνσονς γεννήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας το 1943, μέσα στη δίνη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε μουσική οικογένεια, αφού ο πατέρας ήταν επίσης σημαντικός αρχιμουσικός και η μητέρα του, εβραϊκής καταγωγής, λυρική τραγουδίστρια. Μαθήτευσε κοντά σε τρεις από τους μεγαλύτερους μουσικούς τους 20ου αιώνα – τον Γεβγένι Μραβίνσκυ στο τότε Λένινγκραντ, τον Χανς Σβαρόφσκυ στη Βιέννη και τον Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν στο Ζάλτσμπουργκ. Έκανε όνομα ως διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Όσλο (1979-2000) την οποία ανέδειξε σε σύνολο διεθνούς φήμης και με την οποία έκανε πολλές ηχογραφήσεις και περιοδείες – με αυτήν τον ακούσαμε και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών να διευθύνει το Ρέκβιεμ του Βέρντι τον Οκτώβριο του 1997. Υπήρξε επίσης βοηθός του Μραβίνσκι στη Φιλαρμονική της Αγ. Πετρούπολης και βασικός αρχιμουσικός στις ορχήστρες του Πίτσμπουργκ, Κονσερτχμπάου του Άμστερνταμ, Βαυαρική Ραδιοφωνία, ενώ τακτικά διευθύνει τις Φιλαρμονικές Βιέννης και Βερολίνου.

Ο 75χρονος αρχιμουσικός στην αποδοχή του πραγματικά φάνηκε σεμνός και οριακά ντροπαλός, δεν είπε τίποτα για τον εαυτό του, περιορίστηκε να ευχαριστήσει τους μουσικούς και το κοινό για τη συναυλία, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο έργο.

Η σύνθετη μουσική αντίληψη, η διαύγεια και ακρίβεια του ήχου, η ένταση και συναισθηματική φόρτιση χαρακτηρίζουν, σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής του βραβείου, τον Γιάνσονς ως αρχιμουσικό, συνοψίζοντας εύστοχα την εντύπωση που αφήνει διαχρονικά η ακρόαση των ερμηνειών του, και η βραδιά δεν αποτελεί εξαίρεση. Από την πρώτη στιγμή ο αρχιμουσικός μεταδίδει μια τεράστια ένταση στην τιτάνια παρτιτούρα. Για μιάμιση ώρα δεν υπάρχει στιγμή χαλάρωσης, ούτε μουσικό μέτρο που να μην φαίνεται ότι έχει ξεκάθαρο λόγο ύπαρξης. Τα αμιγώς ορχηστρικά τρία πρώτα μέρη μοιάζουν με μια τελετή μύησης που προετοιμάζουν τον ακροατή για να δεχθεί τα αναστάσιμα μηνύματα που θα ακολουθήσουν. Στο Δ΄ μέρος στην μεσόφωνο που τραγουδά «Το Άκτιστο Φως» από το «Μαγεμένο Κέρας του Παιδιού» απαντούν υποβλητικά τα χάλκινα πνευστά από το βάθος της πλατείας, και στο Ε΄ μέρος, μετά την εκτενή ορχηστρική εισαγωγή, η χορωδία και οι δύο σολίστ τονίζουν την «Αναστάσιμη Ωδή» του Κλόπστοκ, μαζί με τους στίχους που προσέθεσε ο συνθέτης για την αιώνια ζωή της ψυχής κοντά στον Θεό.

Κατά την απονομή η κα. Katrine Ganer Skaug, μέλος της επιτροπής του βραβείου, εξήρε την εργατικότητα (όπως είπαν οι μουσικοί ποτέ δεν είχαν δουλέψει τόσο πολύ όσο μαζί του) αλλά και την σεμνότητα του απέναντι στη μουσική και όλους τους μουσικούς – τους συναδέλφους, όπως μάθαμε ότι τους αποκαλεί. Ο 75χρονος αρχιμουσικός στην αποδοχή του πραγματικά φάνηκε σεμνός και οριακά ντροπαλός, δεν είπε τίποτα για τον εαυτό του, περιορίστηκε να ευχαριστήσει τους μουσικούς και το κοινό για τη συναυλία, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο έργο, και όταν ερωτήθηκε αν θα επιστρέψει σύντομα στην Κοπεγχάγη να διευθύνει, κατάκοπος απάντησε σιβυλλικά «μια όπερα ίσως».

 

Διαβάστε ακόμα: Η ανακαινισμένη αίθουσα Άρης Γαρουφαλής: Ακόμα μια ανάσα πολιτισμού στην Αθήνα

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top