Στις 15 Μαρτίου εγκαινιάστηκε στη Συλλογή Γκούγκενχαϊμ της Νέας Υόρκης η έκθεση By Way Of σε επιμέλεια της Naomi Beckwith, Αναπληρώτριας Διευθύντριας της Συλλογής. Η έκθεση παρουσιάζει μια αλληλουχία έργων από τη μόνιμη συλλογή του μουσείου, εμπνευσμένη από την πρόσφατη Δωρεά της Συλλογής Δ. Δασκαλόπουλου.
Ένα από τα πιο εξέχοντα χαρακτηριστικά της τέχνης από τα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα και μετά, ιδιαίτερα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η τάση των καλλιτεχνών να εξελίσσουν τις παραδοσιακές καλλιτεχνικές μεθόδους πέρα από τα όρια του εργαστηρίου. Η έκθεση εξετάζει τους τρόπους με τους οποίους οι σύγχρονοι καλλιτέχνες ανέδειξαν εικαστικά τις νέες ιδέες που διαμορφώθηκαν από τα κοινωνικά και ιστορικά πλαίσια της εποχής τους, υπερβαίνοντας έτσι τα όρια της τέχνης και των υλικών.
Σημαντικοί καλλιτέχνες του κινήματος της Arte Povera της δεκαετίας του 1960 και του 1970, όπως ο Jannis Kounellis και ο Mario Merz μοιράζονται τις αίθουσες με καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται σήμερα, όπως ο Rashid Johnson, η Mona Hatoum και η Senga Nengudi.
Τη σύγχρονη ελληνική δημιουργία εκπροσωπεί η Μάρω Μιχαλακάκου, μία καλλιτέχνης η οποία έχει βρει τη δική της εικαστική γλώσσα μέσα από το βελούδο, δημιουργώντας έργα πάνω σε αποξεσμένες επιφάνειες, αλλά και εγκαταστάσεις από τα χνούδια του πέλους που δημιουργούνται κατά την απόξεση.
Με αφορμή τη συμμετοχή της, μίλησε στον Δημήτρη Κιουσόπουλο και το andro.gr για το έργο της και τις αφορμές του.
– Tο έργο «HAPPY DAYS (Oh les beaux jours)» βρίσκεται πλέον σε μια από τις σπουδαιότερες δημόσιες συλλογές σύγχρονης τέχνης στον κόσμο. Πώς βρέθηκε εκεί;
Βρέθηκα σε αυτή την έκθεση στο Γκούγκενχαϊμ μετά από τη δωρεά του Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Η επιμελήτρια Naomi Beckwith επέλεξε το έργο μου για να είναι μέρος αυτής της πολύ ενδιαφέρουσας εκθεσης. Ήταν μια επιλογή που έγινε λόγω της συνάφειας του έργου με τη θεματική της έκθεσης.
– Η πορεία που σας οδήγησε μέχρι εκεί ήταν ευθύγραμμη ή είχε τα στοιχεία μιας πιο περιπετειώδους αναζήτησης;
Θεωρώ ότι η ζωή είναι πολύ απρόβλεπτη και γι’ αυτό είναι πολύ ωραία τελικά. Το ότι βρέθηκα από την Αθήνα στο Γκούγκενχαϊμ με όλες αυτές τις συγκυρίες που έγιναν είναι κάτι μαγικό για μένα, να συνομιλεί το έργο μου με έργα εξαιρετικά σημαντικών καλλιτεχνών, όπως ο Γιάννης Κουνέλης, ο Mike Kelley, ο Robert Rauschenberg, ιερά τέρατα θα έλεγε κανείς. Αυτή η εμπειρία είναι αναμφίβολα ένα είδος περιπετειώδους αναζήτησης, γεμάτη ανακαλύψεις και εκπλήψεις.
– Τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με το βελούδο και να το μετατρέψετε σε ένα μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης;
Το βελούδο μπήκε μέσα στη δουλειά μου διότι ζωγράφιζα και ένιωθα ότι η ζωγραφική στο τελάρο, έτσι όπως την έβλεπα εγώ τουλάχιστον τότε, ήταν σαν να μην είχε τέλος. Θα μπορούσα να ζωγραφίζω το ίδιο έργο για όλη μου τη ζωή. Ήθελα να δω το τέλος, κάτι να με υποχρεώνει να δω το τέλος, και αυτό έγινε με το βελούδο, γιατί αφαιρώντας το πέλος είδα τον υφαντικό ιστό που το συγκρατούσε. Το ίδιο λοιπόν το υλικό μού έδειχνε πού και πότε να σταματήσω.
– Το ἐργο «HAPPY DAYS (Oh les beaux jours)» δεν είναι όμως μια επιφάνεια από βελούδο, αλλά μία συγκέντρωση από τα χνούδια που δημιουργούνται από το ξύσιμο της επιφάνειας. Πώς προέκυψε αυτή η «παράγωγη» δημιουργία;
Όταν ξύρισα το πρώτο μου βελούδο και είδα κάτω στο πάτωμα το κόκκινο χνούδι, κατά τύχη υπήρχε ένα άσπρο χαρτί και έτσι το κόκκινο «έλαμπε» κατά κάποιο τρόπο στα μάτια μου. Αυτά τα χνούδια όμως μου ήταν οικεία. Μου θύμισαν τα χρόνια όταν πήγαινα με τη μητέρα μου στα χασάπικα της Αθήνας, τότε που το χασάπικο δεν ήταν όπως τώρα, αλλά ο ίδιος ο χασάπης έκοβε το κρέας μπροστά σου με τον μπαλτά και πετούσε κάτω ό,τι δεν χρειαζόταν. Χωρίς λοιπόν να γνωρίζω το γιατί, ίσως από ένστικτο, άρχισα σταδιακά να μαζεύω τα χνούδια που δημιουργούσα και να τα αποθηκεύω με μεγάλη προσοχή. Μέχρι που τελικά βρήκαν τον προορισμό τους.
– Αυτά τα χνούδια δηλαδή έχουν μία βία μέσα τους.
Αυτά τα χνούδια μπορεί κανείς να φανταστεί ότι είναι τα χνούδια που δημιουργούνται κάτω από τον καναπέ, το κρεβάτι, όταν δεν καθαρίζουμε. Όσο πιο πολύ αφήνουμε χώρο σε κάποιον, τόσο πιο πολύ τον καταλαμβάνει.
– Και για πρώτη φορά κατέλαβαν τον δημόσιο χώρο το 2012 στην Γκαλερί Τούντα.
Η Ιλεάνα Τούντα με εμπιστεύτηκε πλήρως, παρέχοντάς μου απόλυτη ελευθερία έκφρασης. Εκείνη την περίοδο, η Ελλάδα και πολλές άλλες χώρες βίωναν μια πολυσύνθετη κρίση και μέσα από το έργο μου επιδίωξα να αντικατοπτρίσω τις ανησυχίες και τις δυσκολίες της ανθρώπινης ύπαρξης εκείνης της περιόδου. Μέσα από προσωπικές εμπειρίες και τον τρόπο που με επηρέασαν, εξέφρασα τα συναισθήματά μου. Το έργο μου, με τα χνούδια που πνίγουν τις κολώνες του κτιρίου, ήταν μια προσπάθεια να δώσω φωνή σε αυτήν την αβεβαιότητα και ανασφάλεια που νιώθαμε τότε.
– Σήμερα εξακολουθούμε να νιώθουμε αβεβαιότητα και ανασφάλεια;
Ναι, σήμερα πιστεύω πως οι αβεβαιότητες και οι ανησυχίες μας ενισχύονται από την κλιματική κρίση, για την οποία βέβαια είμαστε αποκλειστικά υπεύθυνοι. Το 2016, κλήθηκα από τον Paolo Colombo και την Celenk Bafra να συμμετάσχω στην έκθεση «Till It’s Gone» που επιμελούνταν στο Istanbul Modern, εστιάζοντας στον προβληματισμό γύρω από αυτό ακριβώς το θέμα. Ένα από τα έργα μου απεικόνιζε ένα φλαμίνγκο που είχε αυτοεγκλωβιστεί δένοντας το λαιμό του στο πόδι του. Για να ελευθερωθεί, έπρεπε να βρει τον τρόπο να λύσει τον κόμπο που αυτό δημιούργησε. Αυτή η εικόνα συμβολίζει την παράλογη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο φυσικός μας κόσμος και προκαλεί σκέψεις για το πώς μπορούμε να ανακαλύψουμε τρόπους να την αντιμετωπίσουμε.
– Αυτό είναι ένα έργο που είχε απρόσμενη ανταπόκριση.
Πραγματικά. Όταν πήγα στην έκθεση βρήκα το έργο μου παντού, σε αφίσες, σε κούπες, ακόμη και σε μαγνητάκια… Μια κοπέλα επικοινώνησε μαζί μου μέσω κοινωνικών δικτύων και μου έστειλε μια φωτογραφία με ένα τατουάζ του έργου στο σώμα της. Όπως μού εξήγησε, αισθάνθηκε πως το φλαμίνγκο αντιπροσωπεύει το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η κοινωνία. Για μένα, τα πουλιά είναι πολύ σημαντικά, γιατί μπορούν να χρησιμοποιούν το ράμφος, τα νύχια και τα φτερά τους όποτε επιθυμούν, χωρίς ενοχές. Και αυτό συνδέεται με την έννοια της ελευθερίας.
– Έχετε να δώσετε κάποια συμβουλή στους νέους ή επίδοξους καλλιτέχνες;
Η συμβουλή που έχω να δώσω είναι να ακολουθεί κανείς το ένστικτό του όσο πιο κοντά μπορεί -όσες φορές δεν το ακολούθησα τελικά έκανα λάθο – και να κάνει αυτό που έχει στο μυαλό του, δηλαδή την δημιουργία που έχει ονειρευτεί, που έχει φανταστεί, να προσπαθεί να είναι όσο πιο πιστός σε αυτή.
– Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα μεγαλύτερα διακυβεύματα στην τέχνη αυτή τη στιγμή;
Αυτή την περίοδο τα μεγάλα διακυβεύματα στην τέχνη πιστεύω ότι είναι πώς μπορεί κανείς να ζει με σεβασμό, με ήθος, να εκφράζει την ανθρώπινη υπόστασή του, να ζει την καθημερινότητα του με ἠθος. Αυτό θα μου πείτε δεν είναι το διακύβευμα στην τέχνη, οπότε ας το ξαναπάμε αλλιώς… Πώς; Δεν ξέρω αν υπάρχουν μεγάλα διακυβεύματα, νομίζω ότι για μένα τουλάχιστον το πιο σημαντικό είναι να είσαι αυθεντικός.
– Ποιά είναι τώρα τα επόμενα σχέδιά σας;
Στις 16 Μαΐου 2024 εγκαινιάζεται στο Potential Project (Ανδρέα Μεταξά 25) η έκθεση «Φωνές μιας Άνοιξης» σε επιμέλεια Αποστόλη Αρτινού, όπου συνεκθέτω με τον Μιχάλη Μιχαλακάκο, πατέρα μου και ζωγράφο, και με μια ταινία μικρού μήκους της κόρης μου, σκηνοθέτριας Σεμέλης Σαφού, με θέμα τη καθημερινή ζωή στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς. Αρχές Ιουνίου θα πάω στη Βασιλική Βιοτεχνία Bonvallet στη Γαλλία για να μελετήσω τεχνικές επεξεργασίας βελούδου.
//Η έκθεση «By Way Of: Material and Motion in the Guggenheim Collection» διαρκεί έως τις 12 Ιανουαρίου 2025. Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε εδώ.
Διαβάστε ακόμα: Λουκάς Σαμαράς -Αποχαιρετισμός στον ευαίσθητο πατέρα των selfies