2013-12-07 20.08.04

Το υλικό επανέρχεται. Και ανανεώνεται. Λαμπρά. Ο Κώστας Ανδρουλιδάκης και ο Γιώργος Μαραγκός είναι οι ήρωες αυτής της ανανέωσης. Έχεις τώρα, φίλε αναγνώστη, 421 και 478 και 680 σελίδες, μεγάλου σχήματος, σε ανεπίληπτο πολυτονικό, άριστα μεταφρασμένες, του Ιμμάνουελ και για τον Ιμμάνουελ.

Κόκκινη Μαυρίλα

Όταν ανακαλύπταμε, πριν από μερικά χρόνια, το έργο του Ρομπέρτο Μπολάνιο, η αίσθηση ήταν πανηγυρική, όχι μόνο επειδή ο μακαρίτης μας χάρισε κάτι αθάνατα αριστουργήματα, αλλά επειδή ήταν σύγχρονός μας και, επιπλέον, ήδη νεκρός, μια ολοζώντανη απόδειξη ότι υπάρχει ακόμα αυτή η λογοτεχνία που μας έβαλε στο παιχνίδι εξαρχής, η λογοτεχνία που τρώγεται και πίνεται, που οι λέξεις της είναι σάρκα και αίμα.

Η αίσθηση που μας χάρισε ο Μπολάνιο (ειδικά σε μένα, που δεν είμαι φίλος συγγραφέων όπως ο Ντέηβιντ Φόστερ Ουάλλας, ας πούμε και, επομένως, έχω λίγα λιγότερα τεκμήρια γιορτής) ήταν αυτή του παιδιού που συνειδητοποιεί ότι το παιχνίδι εξακολουθεί, δεν είναι ώρα για ύπνο.

Κάτι τέτοιο.

Όταν επιτίθεσαι στα αριστουργήματα εγκαίρως (και, επιμένω, αυτό σημαίνει μέχρι τα 25 ή 26) έρχεται κάποια στιγμή που η διεύρυνση χρειάζεται να περιοριστεί, για να επιταθεί η εμβάθυνση, που σημαίνει να διαβάσεις ξανά (και ξανά) Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντη, Μπουκόβσκι, Πεντζίκη, Τσέλαν, Τσάντλερ, και ορισμένους ακόμα, κάτι που δυσκολεύει την ανακάλυψη νέων –κι έτσι και σου έχει ξεφύγει κάτι σπουδαίο, όπως την πάτησα εγώ με το έργο του Καπότε, ας πούμε, ή του Μπέρνχαρντ, τότε μάλλον την έβαψες.

Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις όπως οι δυο σημερινές, τις οποίες στερήθηκες εξ αντικειμένου, επειδή δεν υπήρχαν μεταφράσεις (εδώ και σαράντα χρόνια) για λόγους περίπλοκους, ίσως πολιτικούς / ιστορικούς, ίσως ιδεολογικούς –και, πάντως, οπωσδήποτε κάλπικους.

134684g-sperber5575-8

O μεγαλοφυής Μανές Σπέρμπερ υπογράφει ένα μυθιστόρημα ντοστογιεφσκικών προδιαγραφών, πιθανότατα το εκδοτικό γεγονός της φετινής χρονιάς.

Ας είναι καλά, όμως, οι γενναίοι μεταφραστές (και οι γενναίοι εκδότες) που εμμένουν να μας αναζωογονούν, και να μας χαρίζουν αιφνιδίως την αίσθηση που λέγαμε, της γιορτής, του παιχνιδιού και της ζώσας ζωής, βγάζοντας κάτι βιβλιάρες όπως τα διηγήματα του Σαλάμοφ, που εγώ τα λέω μυθιστόρημα εν προόδω, είδος μυθοπλασίας / ντοκουμέντου, πιο σύγχρονο από τα σύγχρονα, ήδη μετά το μεταμοντέρνο, μαρτυρία και ποίηση, ή η μαρτυρία ως ποίηση, στην ελάχιστη φόρμα κάτι ανεκδότων φρίκης, από το βίωμα στην Κολιμά –στα θέρετρα του σταλινισμού.

«Τα πορτραίτα απεικονίζουν δυο ανθρώπους που είδαν τα φρίκη. Εκτός από αυτά τα πορτραίτα, σχεδιάσματα σκηνικών για το θέατρο».

Μαζί του, ένα μυθιστόρημα ντοστογιεφσκικών προδιαγραφών (ή αξιώσεων), ένα θέατρο των ασυγχώνευτων φωνών (που θα ‘λεγε ο Μπαχτίν), αυτή η περίφημη σάγκα της Κομιντέρν, πιθανότατα το εκδοτικό γεγονός της φετινής χρονιάς, το πρώτο έργο της τριλογίας ενός μεγαλοφυούς δημιουργού που δεν τον είχαμε ξανακούσει, του Μανές Σπέρμπερ.

«Έκλαιγε για τον άνδρα που αγαπούσε· με τον ίδιο τρόπο που αμέτρητες γυναίκες πριν απ’ αυτήν είχαν κλάψει σε στιγμές που αγαπούσαν τους άνδρες τους περισσότερο απ’ όσο σε στιγμές ερωτικής τρυφερότητας: όταν τους αγαπούσαν σαν γιους που έχασαν».

Το ωραίο με τις τριλογίες είναι ότι έχεις πάντα να περιμένεις άλλα δυο ωραιότατα δώρα, και έτσι αγχώνεσαι λιγότερο για την ανομβρία. Και ούτε γκρινιάζεις, ούτε έχεις παράπονο.

Κανένα παράπονο.

 

Βαρλάμ Σαλάμοφ, Ιστορίες από την Κολιμά, μτφρ. – προλ. Ελένη Μπακοπούλου, Ίνδικτος / Μανές Σρέρμπερ, Η Καμένη Βάτος. Δάκρυ στον Ωκεανό, μτφρ. Έμη Βαϊκούση, Καστανιώτης.

ΚΜ

* * *

 

Η Επιστροφή της Ταξιαρχίας Immanuel Kant, Ι

Immanuel_Kant_(painted_portrait)

Ο Ιμμάνουελ Καντ.

Ψάχναμε να βρούμε τρόπους να ξεφύγουμε ακόμα και από το φάσμα της Κόκκινης Μαυρίλας, είχαμε ξεμπερδέψει με σταλινισμούς, με ουτοπίες που γίνονται αστυνομίες, με άκαμπτους ξύλινους λόγους, ακόμα και με τη συνδικαλισμένη βαρεμάρα. Τη μεγάλη ντρίπλα την κάναμε, η παρέα, αρχές Δεκαετίας του Ογδόντα και μας έσωσε τη ζωή κυριολεκτικά αυτή η μεγάλη ντρίπλα, την οποία μεγάλη ντρίπλα οφείλουμε σ’ έναν Μεσοεπιθετικό Στοχαστή των Ταβερνείων που μια μέρα, όχι, μια νύχτα, καπνίζοντας το αιώνιο Παλλάς του, γυρίζει και λέει, «Ο Χέγκελ είναι πανκ, ρε, ο Χέγκελ», και όπως μας βλέπει εμβρόντητους, πιάνει ν’ αγορεύει επί τρίωρο για τον Γερμανικό Διαφωτισμό, περί του οποίου εμείς δεν ξέραμε και πολλά, ούτε και τον σήκωνε η εποχή, τον Γερμανικό Διαφωτισμό, εξ ου και η όλη φάση ήταν η μεγάλη ντρίπλα, η οποία όπως είπα μας έσωσε τη ζωή κυριολεκτικά, διότι εκεί που πηγαίναμε ντουγρού για τον απόλυτο όλεθρο, κάναμε την ειρημμένη μεγάλη ντρίπλα και το γυρίσαμε τον Ιμμάνουελ Καντ κανονικά, διότι ναι μεν ο Χέγκελ ήταν πανκ, κατά τον Μεσοεπιθετικό Στοχαστή, τον Διονύση Μ., αλλά εμείς δεν ήμασταν πανκ, δεν θέλαμε να θάλλουμε ως πανκ, ήμασταν beatniks εμείς, και situationnistes, αν μ’ εννοείς, και έτσι είπαμε να πάμε πιο πίσω, στον Ιμμάνουελ Καντ, και τρέχαμε και διαβάζαμε τα Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική μεταφυσική, και σκαλίζαμε στα ράφια, κι αισθανόμασταν ότι αναπαλαιώνουμε ή/και ανακαινίζουμε τις ηθικές ρήσεις του Φιλοσόφου και Ερημίτη του Κένιγκσμπεργκ (ακόμα και Κινέζου του Κένιγκσμπεργκ, όπως τον έλεγε ο Φρειδερίκος Νίτσε, ένεκα το ύψος: 1 και 57, με τα χέρια σε ανάταση που λέγαμε στην εφηβεία). Κι έτσι, κυριολεκτικά, σωθήκαμε, καθότι δεν ενεπλάκημεν περισσότερο σε κυκεώνες καταχρήσεων και σε λαίλαπες εντάσεων που θα μας πήγαιναν καρφί στον Όλεθρο. Απεναντίας χωθήκαμε/χαθήκαμε σε μεγαλειώδη διαβάσματα και εξοντωτικές αλλά γόνιμες ολονύκτιες συζητήσεις.

Το υλικό επανέρχεται. Και ανανεώνεται. Λαμπρά. Ο Κώστας Ανδρουλιδάκης και ο Γιώργος Μαραγκός είναι οι ήρωες αυτής της ανανέωσης. Χίλια θερμά εύγε στις εκδόσεις Gutenberg και στις εκδόσεις Σμίλη. Έχεις τώρα, φίλε αναγνώστη, 421 και 478 και 680 σελίδες, μεγάλου σχήματος, σε ανεπίληπτο πολυτονικό, άριστα μεταφρασμένες, του Ιμμάνουελ και για τον Ιμμάνουελ. Και διαβάζεις: «Η επιπόλαιη μανία επικρίσεως και η τάση της γελοιοποιήσεως των άλλων, η περιπαικτική μανία, ώστε να κάμει κανείς τα λάθη ενός άλλου άμεσο αντικείμενο διακωμώδησής του, είναι κακία, και τελείως διαφορετική από τον αστεϊσμό, την οικειότητα μεταξύ φίλων, δηλαδή να γελούν γι’ αυτά μόνο φαινομενικά, στην πραγματικότητα όμως να τα θεωρούν πως είναι προτερήματα του θάρρους, ενίοτε δε και ως εκτός του κανόνα του συρμού (οπότε δεν πρόκειται για κοροϊδευτικό γέλιο). Η γελοιοποίηση όμως των πραγματικών λαθών ή των φανταστικών σαν να ήταν πραγματικά […], η καυστική μανία της κοροϊδίας, έχει το χαρακτηριστικό της διαβολικής χαράς και είναι ακριβώς γι’ αυτό μια ακόμα σοβαρότερη προσβολή του καθήκοντος του σεβασμού προς τους άλλους ανθρώπους».

 

[Η συνέχεια στο επόμενο]

 

Paul Guer, Καντ, πρόλογος-απόδοση: Γιώργος Μαραγκός, εκδ. Gutenberg/ Immanuel Kant, Μεταφυσική των Ηθών, μετάφραση, σημειώσεις, προλεγόμενα: Κώστας Ανδρουλιδάκης, εκδ. Σμίλη / Immanuel Kant, Κριτική της Κριτικής Δύναμης, μετάφραση, σημειώσεις, προλεγόμενα: Κώστας Ανδρουλιδάκης, εκδ. Σμίλη.

ΓΙΜ

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top