«Άφησα το πατρικό μου στο Περιστέρι 20 χρονών και είμαι αυτοδημιούργητος» (Credits: T.V.)

Από τους Στέρεο Νόβα σε εκατοντάδες μουσικές συνθέσεις για ταινίες, θεατρικά έργα και διαφημίσεις. Από το Περιστέρι,  στον Κεραμεικό. Από την μουσική, στο γράψιμο και στην ενδοσκόπηση. Ο Μιχάλης Δέλτα, εδώ και τριάντα χρόνια, πραγματοποιεί το προσωπικό του «ταξίδι της φάλαινας», ένα ταξίδι για την αναζήτηση της ανθρωπιάς και της καλοσύνης.

Η πορεία προς την ενηλικίωση, ο Γιώργος Χρονάς, μια συμβουλή της Τάνιας Τσανακλίδου, η συνεργασία με τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο, η σεξουαλική ορμή, το ελληνικό φως, η ψυχανάλυση, ο γκρεμός από τον οποίον δεν έπεσε ποτέ και πολλά άλλα ακόμα από αυτά που τον καθόρισαν σε μια εγκάρδια προσωπική αφήγηση.

Η φωνή του είναι απαλή και καθώς μιλάει με παρασύρει στα άδυτα του εαυτού του. Μου έχει ήδη ανοίξει την πόρτα του σπιτιού του και, ενώπιον των τριών γατιών του, που έχουν ονοματεπώνυμα, ξεδιπλώνει πτυχές της ζωής και της πορείας του με τρόπο απλό και αληθινό. Ενώ ο Μιχάλης Δέλτα έχει κάθε λόγο να είναι ευτυχισμένος με το τώρα του, το παρελθόν του τον αφορά και τον συγκινεί ακόμα.

Ο νέος του δίσκος «Elation», γεμάτος ατμόσφαιρες και ηλεκτρικά χάδια, αποδεικνύει ότι έχει πολλά ακόμα να δώσει, αν και ο ίδιος τείνει περισσότερο, πλέον, προς την συγγραφική του ιδιότητα. Η μουσική του δίνει φωνή στα άυλα και τα άψυχα, ενώ τα έμψυχα τα προικίζει με ένα είδος ατόφιας ομορφιάς, καθαρότητας. Το όνομα στην ταυτότητά του είναι Μιχάλης Δέλτα και είναι αυτό το όνομα που σφράγισε μια καλλιτεχνική πορεία η οποία άλλαξε για πάντα την τροχιά της ελληνικής μουσικής.

«Είμαι ένας άνθρωπος που βαδίζει το μονοπάτι της αποκωδικοποίησης της πραγματικότητας, αισθάνομαι ότι πολλές φορές μπορώ να διαβάζω τα μηνύματα που φέρνει η ζωή πίσω από τα γεγονότα. Για έναν άνθρωπο που ενδιαφέρεται να συνδεθεί με αυτό που είναι, αφού γίνει αυτό που θέλει να είναι, η πραγματικότητα είναι κάτι που τον ξεπερνά. Όλο αυτό, ουσιαστικά, είναι ο νέος μου δίσκος, το Elation, που στα αγγλικά σημαίνει «εκστατική χαρά, αγαλλίαση».

«Βίωσα, και νομίζω βιώσαμε, μια δεκαετία δύσκολη που έκανε και ένα ξεκαθάρισμα στις σχέσεις» (Credits: T.V.).

Στα ελληνικά, προφέρεται «ελέησον» και αυτό είναι κάτι που επίσης φέρει ένα συγκεκριμένο μήνυμα. Μέσα από τις συχνότητες της μουσικής μου και τους τίτλους των κομματιών, στα οποία έχω καταθέσει τα πολύ προσωπικά μου βιώματα, ζητώ έλεος. Έλεος από αυτό που καθημερινά προσπερνάμε και παραβιάζουμε, η βαθύτερη καλοσύνη και ομορφιά που διαπερνά την ίδια την ζωή.

Η μουσική, έτσι, γίνεται ο δάσκαλός μου, ο φίλος που δεν θα με προδώσει ποτέ. Γίνεται η οικογένειά μου. Και οικογένεια, για μένα, θα πει η πλήρης αποδοχή αυτού που είμαι, αυτού που είναι ο άλλος. Έκανα έναν μεγάλο αγώνα για να απαλλαγώ από αυτά εντός των οποίων δεν μπορούσα να λειτουργήσω. Φυσικά, είμαι ευγνώμων από όλα όσα πήρα από τους γονείς και τα δύο μου αδέρφια.

Άφησα το πατρικό μου στο Περιστέρι 20 χρονών και είμαι αυτοδημιούργητος. Αυτή η συνθήκη από μόνη της διαμόρφωσε πάρα πολλά πράγματα μέσα μου και πέρασα ένα υπέροχο και άγριο σχολείο άφοβα, προσπαθώντας να κρατήσω το μυαλό μου ανοιχτό, και στην συνέχεια, να ανοίξω και την καρδιά μου. Απολύθηκα, λοιπόν, από φαντάρος και ζήτησα από τον πατέρα μου ένα χιλιάρικο, γιατί προφανώς ήθελα να βγω έξω. «Να πας να κόψεις τον λαιμό σου, να δουλέψεις», μου λέει. Αυτό ήταν από τα πιο σημαντικά πράγματα που μου είπε ο πατέρας μου. Σε μια βδομάδα βρήκα την πρώτη μου δουλειά: πωλητής σε ρούχα. Περιστασιακά, εργάστηκα και ως γραφίστας και ως σερβιτόρος.

Όταν ήμουν νεότερος, είχα μέσα μου μια ορμή: ήταν η σεξουαλική μου ορμή, η οργή και η θλίψη. Αυτές οι τρεις δυνάμεις, χωρίς να το καταλάβω, με δίδαξαν πράγματα. Μέσα από αυτές τις τρεις συχνότητες μπορείς να φτάσεις σε ακραίες καταστάσεις, σε γκρεμό. Πολλοί πέφτουν. Υπήρξα τυχερός, αισθανόμουν ανέκαθεν πως έχω μία προστασία, εκ των έσω κατ’ αρχάς. Κυοφορούσα από μικρός μία ολοκληρωμένη συνείδηση. Ένας νέος που έχει αυτήν την ορμή, χρειάζεται την λογική για να καταφέρει να μην χαθεί στο χάος του εαυτού του, της δύναμής του.

Το ότι βρήκα δουλειά και το πρώτο δικό μου σπίτι, με έβαλε σε μια κατάσταση διευθέτησης του χάους μου. Χρόνια αργότερα, στα 30 μου, η ψυχανάλυση βοήθησε επίσης στην κατεύθυνση αυτή. Ήταν το πρώτο μεγάλο δώρο που έκανα στον εαυτό μου. Μέχρι τότε, δεν υπήρχε για μένα άλλος δρόμος πέραν της μουσικής για να μπορέσω να βιώνω σε σταθερότητα και σε διάρκεια γαλήνη. Από τότε, πέρασαν 20 χρόνια. Είμαι πενήντα χρόνων.

«Από μικρό παιδί είχα μέσα μου μια πεποίθηση ότι κάπως ήμουν διαφορετικός» (Credits: T.V.).

Όταν έφυγα από το πατρικό μου, πάντως, η μητέρα μου είχε αντιδράσει. Δεν ερχόταν για δύο χρόνια περίπου ούτε για επίσκεψη! Ο πατέρας μου ερχόταν όμως και πίναμε καφεδάκι κάθε Κυριακή. Είχα ανοίξει την πόρτα. Είχα βγει στην ζωή. Η ελευθερία μας τρομάζει και μας ξεβολεύει. Για μένα όμως, το να μένω μόνος, ήταν μια αποκαλυπτική εμπειρία. Ένα σπίτι γεμάτο επισκέψεις, φίλες, φίλους… Βίωνα την ευθύνη της ελευθερίας, με αστείρευτο χιούμορ, χαρά και ανθρώπους που μας συνέδεσαν κοινά βιώματα, η σεξουαλικότητά μας, οι ενστάσεις μας κόντρα στην ασχήμια του κόσμου.

Μετά από δυσκολίες και μετά από καταστάσεις που τραβούσαν τα χαλιά κάτω από τα πόδια μου, έχω μάθει να ζω και να απολαμβάνω το τώρα και να συντονίζομαι με αυτό που περιβάλλει εμένα και εμάς, γενικότερα. Τίποτα στην ζωή, πιστεύω, δεν είναι εύκολο και τίποτα δύσκολα άλυτο. Στις σημερινές γενιές επικρατεί ένα αισθητικό και οικονομικό ντεκόρ, που το λένε κρίση.  Οι κρίσεις-σε πληθυντικό αριθμό-έχουν μουδιάσει τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι φοβούνται να ζήσουν.

«Φλέρταρα με την εικόνα μου, αλλά δεν με παρέσυρε ποτέ».

Από μικρό παιδί είχα μέσα μου μια πεποίθηση ότι κάπως ήμουν διαφορετικός. Κοιτούσα τους γύρω μου, τα αδέρφια μου, τους φίλους μου… Από αρκετά νωρίς καταλάβαινα ότι δεν μπορούσα να συνδεθώ με κάποια πράγματα, οπότε ξεκίνησα να διαφωνώ, να εκφράζω αντίθετες απόψεις. Ζωγράφιζα προτού να μάθω να γράφω, μου άρεσε να νιώθω το σώμα μου να κινείται, να παρατηρώ την φύση, όπως ας πούμε, το σαλιγκάρι πώς κινείται, το άρωμα του χαμομηλιού… Μέσα από την ανάγκη μου για έκφραση, κατανοούσα την ελευθερία μου.

Δεκατριών χρονών είχα την ευλογία να ακούσω Specials, Clash, Eurythmics,Yazoo, Depeche Mode, The Cure, The Smiths, Tuxedomoon, New Order, Brian Eno, Cocteau Twins, Bauhaus κι όλη την αφρόκρεμα της μετα-punk περιόδου, του new wave, του electro. Άκουγα ραδιόφωνο και διάβαζα περιοδικά: Μουσικόραμα, ας πούμε, αργότερα την Μουσική, το Ποπ και Ροκ.

«Ο δρόμος της μουσικής έτσι όπως τον περπατώ τόσα χρόνια είναι δρόμος πνευματικός» (Credits: Ηλίας Ζευκιλής).

Η μουσική με ένωνε με τους φίλους μου, επί της ουσίας, ήταν ο κοινός μας κώδικας. Ακόμα και την Κατερίνα και την Μανίνα έπαιρνα, γιατί είχε μέσα αφιερώματα για μπάντες που λάτρευα. Η μουσική που ήταν τότε ευρύτερα δημοφιλής τότε στους νέους ήταν ο ήχος των Wham, των Duran Duran, η ποπ μουσική. Την ίδια στιγμή, σε έναν χώρο που τότε αποκαλούσαμε underground, με την έννοια ενός πιο sophisticated ήχου, επικρατούσαν αυτά που προτιμούσαμε εμείς, η παρέα μας. Ακούγαμε επίσης, Erik Satie, Domenico Scarlatti, Sumbert αλλά και τα πρώτα Acid House και Techno κομμάτια από Frankie Knuckles, Kevin Saunderson, Joey Beltram, 808 State, Orbital αλλά και ελληνική μουσική όπως Σαββίνα Γιαννάτου, Λένα Πλάτωνος, Μάνο Χατζιδάκι καθώς επίσης και τζαζ μουσική.

Όταν ακούσαμε το 1988 το Pump up the Volume, νιώσαμε ότι αυτό είναι το μέλλον. Ήταν το πρώτο acid house κομμάτι που αγαπήθηκε τόσο. Ήμασταν, λοιπόν, μια παρέα που είπαμε ότι θέλουμε να κάνουμε αυτό, αυτό ακριβώς. Η ποίηση των Pet Shop Boys-I love you, you pay my rent- ήταν πολιτική. Στιχουργικά, τέτοιου είδους σχόλια, αυτοπραγμάτωσης και αυτογνωσίας, ας πούμε, δεν γίνονταν από Έλληνες δημιουργούς εκείνη την περίοδο. Τον Έλληνα ανέκαθεν τον ενέπνεε να δημιουργήσει τη σχέση του με τον έρωτα. Βίωνε και ακόμα πιστεύω βιώνει, μια καταπίεση σε αυτόν τον τομέα. Επίσης, η αριστεροσύνη, η κομματικοποιημένη επαναστατικότητα. Δεν είχε ο Έλληνας δημιουργός το υπαρξιακό στοιχείο τόσο πολύ στον στίχο του και την μουσική του.

Ήμουν 21 ετών όταν κάναμε τους Στέρεο Νόβα. Το πρώτο κομμάτι που ηχογραφήσαμε ήταν το «Ευδοκία», ένα instrumental κομμάτι. Αμέσως μετά, ήρθαν τα «ηλίθια αστεία». Την ιδέα του ονόματος της μπάντας την σκεφτήκαμε όλοι μαζί, σαν ένας μουσικός κομήτης που ήρθε από κάπου αλλού μες στις ζωές μας και τις επηρέασε. Αυτό που μου έχει μείνει από αυτήν την περίοδο, είναι η δημιουργική χαρά που βίωνα. Κάποιες φορές, η αναγνωρισιμότητα ήταν πολύ κολακευτική, όμως καταλάβαινα ότι θα έπρεπε να την χρησιμοποιήσω απλώς για να μπορέσω, σε αυτό που κάνω, να μείνω έντιμος και συνεπής. Φλέρταρα με την εικόνα μου, αλλά δεν με παρέσυρε ποτέ. Είχα προτάσεις συνεργασίας με αρκετά χρήματα, αλλά είπα «όχι» γιατί δεν ήθελα να κάνω κάτι έξω από μένα, δεν ήθελα να είμαι μία αρσενική πόρνη της τέχνης.

«Από παιδί με έλκυαν και τα αγόρια και τα κορίτσια, γιατί αναγνώριζα την έλξη ως κάτι ανθρώπινο, πέρα από το φύλο».

Ο δρόμος της μουσικής έτσι όπως τον περπατώ τόσα χρόνια είναι δρόμος πνευματικός. Έχει απαιτήσεις, αλλά σε ανταμείβει κιόλας. Σε γενικές γραμμές, είχα την τύχη πολύ καλών συνεργασιών, ακόμα και στις περιπτώσεις που έγραφα μουσική για διαφημίσεις, δηλαδή ακόμα και κάτω από σχεδόν απάνθρωπα γρήγορους ρυθμούς. Ανέκαθεν, αισθανόμουν ότι είμαι και λίγο αφεντικό μου. Κυρίως, υπάλληλός μου. Μου αρέσει να εργάζομαι με αυτονομία.

Από παιδί με έλκυαν και τα αγόρια και τα κορίτσια, γιατί αναγνώριζα την έλξη ως κάτι ανθρώπινο, πέρα από το φύλο. Με την έννοια του ερωτισμού, αλλά όχι απαραίτητα του σεξ. Θεωρώ τις γυναίκες, στην πλειοψηφία τους, τουλάχιστον, πιο συνειδητά πλάσματα, γιατί γεννούν, φέρνουν την ζωή. Ο άνδρας έχει περισσότερη σχέση με την καταστροφή, τον πόλεμο-τον βοηθά να αισθάνεται άτρωτος και αθάνατος. Αυτή είναι η πλάνη μας, σε εμάς τα αρσενικά! Ευθαρσώς, πάντως, τολμώ να πω ότι η αντίδρασή μου την ώρα του θανάτου, ή καλύτερα της μετάβασής μου, θα είναι «δεν τα πήγα και άσχημα», θα μοιάζει με κλείσιμο του ματιού στον εαυτό μου. Έχω μάθει, ούτως ή άλλως, να κλείνω το μάτι στον ίδιο τον θάνατο. Με απασχολεί η ψυχή μου πάρα πολύ και την τέχνη μου την βλέπω ως κομμάτι της. Εξ ου και αυτή η σχέση με την μετάβαση.

Από μικρή ηλικία έγραφα και κατέγραφα, είχα μια ποιητική αντίληψη της πραγματικότητας.  Ο Γιώργος Χρονάς, ο εκδότης των βιβλίων μου, είναι πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, τον έχω μες στην καρδιά μου. Τον ήξερα μέσα από το έργο του, τις εκδόσεις του και είχα κάποια κείμενα από την στήλη μου στην Lifo, χάρη στην προτροπή του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου.

Η ξέφρενη εποχή με τους Στέρεο Νόβα.

Η Αριστέα η φίλη μου, αλλά και η Τάνια η Τσανακλίδου μαζί, μου έβαλαν την ιδέα να τα μαζέψω τα κείμενα και να τα εκδώσω: δεν ήταν κάτι που δεν είχα σκεφτεί. Πάω στην «Οδός Πανός» για μια καλημέρα στον Χρονά και του είπα για τα κείμενα. Αφού του τα πήγα, λίγες μέρες μετά, μου είπε το εξής: «Μιχάλη, τα κείμενά σου είναι θεραπευτικά, θα κάνουν πολύ καλό και στους νέους, βγαίνουμε σε καμιά δεκαριά μέρες». Τόσο απλά. Φθάσαμε, την στιγμή που μιλάμε, την ένατη έκδοση. Για το Φως των Λέξεων μιλάμε πάντα. Έπειτα, ακολούθησαν η «Κάθαρση», το «Τι είναι αγάπη μαμά;» και η «Ενεργειακή Ψυχοθεραπεία». Ό, τι άλλο βιβλίο γράψω, θέλω να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Οδός Πανός», είμαι πολύ ευχαριστημένος από αυτήν την συνεργασία.

Στα 35 μου, ήθελα πολύ να είμαι πατέρας. Προσπάθησα με την βοήθεια ενός δικηγόρου να υιοθετήσω ένα παιδί, αλλά δεν έδιναν σε έναν άγαμο άντρα-σου λέει, γιατί δεν παντρεύεται αυτός; Την έχω εγκαταλείψει την ιδέα, μεγάλωσα. Δεν είναι δίκαιο για ένα παιδί να έχει έναν μπαμπά πενήντα χρονών. Αυτήν την πατρότητα την εκφράζω στις ερωτικές μου σχέσεις, γίνομαι ώρες ώρες και διδακτικός…

Στην παρούσα φάση της ζωής μου, οι φίλοι μου είναι ελάχιστοι. Βίωσα, και νομίζω βιώσαμε, μια δεκαετία δύσκολη που έκανε και ένα ξεκαθάρισμα στις σχέσεις. Δεν θέλω, πλέον, να βρίσκομαι στο πεδίο ανθρώπων που δεν μπορούμε να συντονιστούμε. Άσε που πάντα πίστευα ότι τα ομώνυμα έλκονται, και όχι τα ετερώνυμα. Δεν πιστεύω, επίσης, στις δεύτερες ευκαιρίες που δίνουμε υποτίθεται στους άλλους. Σε εμάς τους ίδιους δίνουμε την ευκαιρία, ξέρω ότι θα μου την ξανακάνεις, απλώς μου δίνω την ευκαιρία να την ξαναπατήσω από σένα. Έχω ζήσει έντονες και ζόρικες στιγμές με φίλους και παρέες: αρρώστιες, AIDS, ψυχιατρεία, ταξίδια, τρέλες, σεξ, όλα! Ζούσα on the edge, μέσα σε ένα υπέροχα άγριο ποτάμι.

«Ο λόγος που μένω Ελλάδα και δεν φεύγω έξω, είναι ότι περιμένω να εκπαιδευτεί αυτός ο τόπος, αυτός ο λαός να απολαμβάνει το φως που έχει».

Τα τελευταία χρόνια, ζω στον Κεραμεικό. Με εμπνέει πολύ η Ακρόπολη και η γύρω περιοχή, αλλά αισθάνομαι θυμό και ντροπή με την εικόνα του κέντρου της Αθήνας. Με έχουν αγγίξει αρκετά από τα Ελληνικά νησιά, όπως η Σύρος, η Κρήτη, αλλά και οι Δελφοί, ένα μαγικό μέρος. Η Ελλάδα είναι πανέμορφη, έχει ένα φως γλυκό, αλλά και μια αγριότητα μαζί με την γλύκα που εναρμονίζονται.

Αντιθέτως, ως λαός νομίζω ότι τις έχουμε σε σύγκρουση. Μια άλλη πόλη του κόσμου που με εμπνέει είναι το Βερολίνο-εκεί, θα μπορούσα να μείνω. Η ψυχή μου, αν πιστέψουμε στην μετενσάρκωση, κατάγεται από κάπου από την Κεντρική Ευρώπη, αν και οι παππούδες μου, από την πλευρά του μπαμπά μου, κατάγονται από Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη. Ο λόγος που μένω Ελλάδα και δεν φεύγω έξω, είναι ότι περιμένω να εκπαιδευτεί αυτός ο τόπος, αυτός ο λαός να απολαμβάνει το φως που έχει.

Ο προσωπικός μου στόχος είναι «less of me, more of God». Δηλαδή, αν ζήσω τόσο ώστε να γεράσω κάποια μέρα, θα θέλω να έχω φτάσει ακριβώς εκεί: λιγότερος Μιχάλης Δέλτα, περισσότερη αγάπη».

 

//Info: Ο Μιχάλης Δέλτα έχει γράψει την μουσική για την παράσταση «Χάρολντ και Μόντ», του Κόλιν Χίγκινς σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη. Πρωταγωνιστούν η Τάνια Τσανακλίδου, ο Θανάσης Τσαλταμπάσης και η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου. (ΤΕ-ΚΥ, στο θέατρο Νέος Ακάδημος). Ο δίσκος Elation κυκλοφορεί σε LP, CD και Digital album από την Inner Ear. Επίσης, θα εμφανιστεί στο Temple Athens στις 14 Δεκεμβρίου σε ένα techno party της δισκογραφικής εταιρίας Modular Expansion και στις 20 Δεκεμβρίου σε ένα DJ set στην Πλατεία Θεάτρου στην Θεσσαλονίκη.

 

Διαβάστε ακόμα: Χρήστος Στέργιογλου – «Έτσι απλά ένα βράδυ έφυγα για Αμερική και επιβίωσα δύο χρόνια».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top