«Με το “Ζ” δεν προσπαθήσαμε να εξιστορήσουμε τα γεγονότα της εποχής, αλλά να βάλουμε τον άνθρωπο στο επίκεντρο του έργου και να τον δείχνουμε σε όλες του τις πτυχές». (Φωτογραφία: Μαριάννα Κάραλη)

– Πέρασαν πάνω από 50 χρόνια από την έκδοση του «Ζ» κι όμως πολλοί ακόμα αναρωτιούνται «Ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο;». Νιώθετε ότι επιβιώνει το παρακράτος στη χώρα μας;
Το ποιος κυβερνά τη χώρα μας και σε γενικότερο επίπεδο ποιος κυβερνά μια χώρα είναι κάτω από δημοκρατικές συνθήκες η απόφαση όλων μας. Ακριβώς σε αυτό το σημείο πατούσε και η εμπνευσμένη σκέψη και ο εμπνευσμένος αγώνας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Δηλαδή, στο να αφυπνίσει τη συνείδηση του ανθρώπου, του πολίτη. Είναι, λοιπόν, καθαρά θέμα επιλογών.

– Εξίσου διάσημη με το πολυμεταφρασμένο βιβλίο του Βασιλικού είναι η ομώνυμη ταινία του Κώστα Γαβρά. Το δικό σας έργο βασίζεται περισσότερο στο βιβλίο ή στην ταινία;
Το έργο βασίζεται καθαρά στο βιβλίο και όχι στην ταινία. Η ταινία είχε σύμφωνα με τη ματιά της δεκαετίας του ‘60, μια πολύ συγκεκριμένη ματιά πάνω στο θέμα Λαμπράκη. Εμείς στηριχθήκαμε στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού και το οποίο μας ενέπνευσε και υπήρξε βάση για το «Ζ» που παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ.

«Στο “Ζ” προσπάθησα να δημιουργήσω δύο διαφορετικούς κόσμους. Όσο εξελίσσεται το έργο και μέχρι το τέλος του πρώτου μέρους υπάρχει μια κορύφωση της δράσης, η οποία σιγά σιγά μετά στη δεύτερη πράξη φθίνει και εκεί κορυφώνονται οι μονόλογοι, οι εσωτερικοί κόσμοι, έτσι ώστε στο τέλος του έργου να βρισκόμαστε σε μια κατάσταση μεταξύ πραγματικότητας και μη πραγματικότητας». (Φωτογραφία: Σταύρος Χαμπάκης)

– Η μουσική σας είναι εμπνευσμένη από τη σύνθεση του Μίκη Θεοδωράκη για την ταινία του Γαβρά;
Όχι, η μουσική μου δε βασίζεται πάνω στη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Άλλωστε όποιος έρθει στην παράσταση θα καταλάβει πως πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις.

– H πολιτική δεν είναι ασυνήθιστη στην όπερα. Θα λέγαμε ότι τα κοινωνικοπολιτικά θέματα έπονται των ερωτικών ιστοριών, ή συχνά χρησιμοποιούν τις δεύτερες σαν αφορμή για να ξεδιπλωθούν στο φόντο. Υπάρχει κάποιο πολιτικό σχόλιο για την εποχή μας πίσω από το ανέβασμα του «Ζ» στην Εναλλακτική Σκηνή;
Η όπερα και γενικότερα η τέχνη, είτε αυτό είναι λογοτεχνία είτε είναι μουσική σε όλα της τα είδη, είτε είναι κινηματογράφος, ασχολείται με ανθρώπινα θέματα. Ένα από τα θέματα θα μπορούσε να είναι ένα πολιτικό κίνητρο ή μια πολιτική ιστορία. Αυτά τα ανθρώπινα θέματα επαναλαμβάνονται στην ιστορία μας και μας απασχολούν όσο θα υπάρχουν άνθρωποι. Οπότε το αν υπάρχουν παραλληλισμοί ή όχι στη σημερινή εποχή νομίζω ότι είναι ευδιάκριτο και είναι θέματα τα οποία όσο υπάρχουν άνθρωποι θα συνεχίζουν να μας απασχολούν.

– Το έργο έχει πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο αλλά σκηνοθετείται εξίσου σαν αστυνομικό θρίλερ; Πως προσεγγίσατε τη δική σας σύνθεση από δραματουργικής άποψης στο πλαίσιο αυτό; Μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι Έλληνες γεννήθηκαν μετά το ’60 και μάλλον δεν γνωρίζουν την υπόθεση.
Η υπόθεση της όπερας «Ζ» εκτυλίσσεται σε δύο επίπεδα: της δράσης που ξεδιπλώνεται κατά την διάρκεια του έργου και των ιδεών που εστιάζει στους εσωτερικούς κόσμους και τον ανθρώπινο παράγοντα και του Ζ αλλά και των συνανθρώπων του. Προσπάθησα να δημιουργήσω δύο διαφορετικούς κόσμους. Όσο εξελίσσεται το έργο και μέχρι το τέλος του πρώτου μέρους υπάρχει μια κορύφωση της δράσης, η οποία σιγά σιγά μετά στη δεύτερη πράξη φθίνει και εκεί κορυφώνονται οι μονόλογοι, οι εσωτερικοί κόσμοι, έτσι ώστε στο τέλος του έργου να βρισκόμαστε σε μια κατάσταση μεταξύ πραγματικότητας και μη πραγματικότητας. Αυτή ήταν η δική μου προσέγγιση του υλικού. Δεν με ενδιέφερε μόνο το να εξιστορήσω τη δράση αλλά και ο ανθρώπινος παράγοντας του Ζ και των συνανθρώπων του.

Στιγμή από την όπερα «Ζ» που παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. (Φωτογραφία: Σταύρος Χαμπάκης)

– Η Κατερίνα Ευαγγελάτου έχει πάντα μια διαπεραστική ματιά στα έργα που σκηνοθετεί. Ποια είναι η ανατροπή που κομίζει στο κλασικό αυτό έργο;
Με τον λιμπρετίστα Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και την σκηνοθέτρια Κατερίνα Ευαγγελάτου δεν προσπαθήσαμε να εξιστορήσουμε τα γεγονότα της εποχής, αλλά να βάλουμε τον άνθρωπο στο επίκεντρο του έργου και τον δείχνουμε σε όλες του τις πτυχές. Απ’ τη μια μεριά ο Ζ με την ατόφια σκέψη του, την καθαρότητά του στο λόγο του και τη σκέψη του και από την άλλη μεριά ο άλλος πόλος, το παρακράτος, τα κατακάθια. Στο ενδιάμεσο κινούνται όλοι οι υπόλοιποι ρόλοι που αντιπροσωπεύουν και συμβολίζουν διάφορες πτυχές του ανθρώπου. Έτσι νομίζω ότι η ανατροπή του έργου, το οποίο το ακολουθήσαμε και οι τρεις στη δημιουργική ομάδα, είναι αυτή η προσέγγιση μιας ιστορίας όχι μόνο σαν δράση αλλά και σαν ανθρώπινος παράγοντας

– «Η ανθρώπινη φύση», λέει ο υπογράφων το λιμπρέτο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, είναι «ικανή για το πιο υψηλό και το πιο ποταπό, φαντάζει απελπιστικά αναλλοίωτη στο πέρασμα των δεκαετιών». Συμμερίζεστε την άποψη αυτή; Βρίσκετε ότι η σημερινή συγκυρία είναι γόνιμη για να ξεπεταχτούν ηρωικές μορφές ή αντίθετα παροξύνει τα ποταπά ένστικτα του κόσμου;
Όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα υπάρχει και όλη η γκάμα δυνατοτήτων το πώς θα δράσει κανείς μέσα στη ζωή του. Πιστεύω ότι αυτό δεν έχει να κάνει με εποχή αλλά με τον άνθρωπο και με τις αποφάσεις που παίρνει στην εκάστοτε φάση της ζωής του και στην εποχή την οποία ζει. Δεν είναι, λοιπόν, θέμα μόνο εποχής για να ξεπεταχτούν μεγάλα πνεύματα, είναι θέμα εποχής για να υπάρχουν πιο υπόγειες καταστάσεις. Πιστεύω ότι είναι ένα πάρε δώσε, μια συγκυρία η οποία έχει να κάνει ουσιαστικά με τον άνθρωπο και με τις αποφάσεις του. Όχι με την εποχή, γιατί ο άνθρωπος πλάθει την εποχή, όχι η εποχή τον άνθρωπο. Το βλέπω σαν μια ενεργητική κίνηση και όχι σαν μια παθητική κίνηση. Ενεργητική εννοώντας ότι ο άνθρωπος παίρνει στα χέρια του τη ζωή του και πράττει ανάλογα και δεν είναι παθητικός για να αφήσει την εποχή του, με όλα τα αρνητικά της, να τον συμπαρασύρουν.

Ο Μηνάς Μπορμπουδάκης έχει βραβευτεί με το διεθνές μουσικό βραβείο Rodion Shchedrin Chamber καθώς και με το βραβείο σύνθεσης του ιδρύματος Christoph und Stephan Kaske. (Φωτογραφία: Christine Olma)

– Ο Χατζηγιαννίδης είπε επίσης ότι το κλειδί για την συνοπτική απόδοση του βιβλίου ήταν η «οικονομία» και δεν δίστασε να αφήσει αρκετά κομμάτια απ’έξω. Ο Ζ ήταν ταυτόχρονα μαχητικός αλλά και σεμνός. Η “οικονομία” χαρακτηρίζει και τη σύνθεση σας; Ή θα δούμε μια πιο πληθωρική, συναισθηματική μουσική επενδυση του ήρωα;
Δεν θέλω να προδώσω τα μυστικά του έργου πριν το δουν οι θεατές, αλλά είναι μια παράσταση που ούτε υπερσυναισθηματική θέλει να γίνει αλλά ούτε υπερλογική. Οπότε το αφήνω στην κρίση του κοινού να αποφασίσει μόνο του σε ποια ισορροπία βρίσκονται αυτά τα δύο.

– Τι είναι αυτό που σας δυσκόλεψε περισσότερο στις πρόβες για το «Ζ»; Και τί αυτό που ευχαριστηθήκατε πιο πολύ;
Το κάθε ανέβασμα, η κάθε παραγωγή ενός έργου, σίγουρα φέρνει τεχνικές δυσκολίες και, μερικές φορές, καλλιτεχνικές δυσκολίες. Όμως αυτό που εμένα με ευχαρίστησε είναι η αγάπη όλων των συνεργατών, ξεκινώντας από τους συντελεστές, τους τραγουδιστές, τους εξαιρετικούς μουσικούς του συνόλου Ergon Ensemble και φτάνοντας στην παραγωγή, οι οποίοι όχι μόνο το υποστήριξαν αλλά το αγκάλιασα. Αυτό το νιώθει κανείς από τις πρώτες κιόλας πρόβες, με πόση χαρά και με πόση αγάπη αγκαλιάζουν ένα έργο, καταλαβαίνουν τη σημασία και τη σημαντικότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος και βοηθάνε, ο καθένας συμβάλλει με τη δική του ικανότητα και με τη δική του δεξιοτεχνία, έτσι ώστε αυτό να γίνει ένα όμορφο και σημαντικό αποτέλεσμα. Αυτό με ευχαρίστησε πάρα πολύ και πιστεύω ότι και ο κόσμος το εισπράττει αυτό σαν ακροατής, σαν θεατής.

 


// Ο Μηνάς Μπορμπουδάκης γεννήθηκε το 1974 στο Ηράκλειο Κρήτης. Από το 1985 φοίτησε στην τάξη πιάνου και θεωρητικών του Γιώργου Καλούτση. Συνέχισε σπουδές σύνθεσης και πιάνου στο Αμβούργο και στο Μονάχο, όπου και ζει έκτοτε. Το έργο του έχει βραβευθεί μεταξύ άλλων με το διεθνές μουσικό βραβείο Rodion Shchedrin Chamber καθώς και με το βραβείο σύνθεσης του ιδρύματος Christoph und Stephan Kaske.
Μουσική του έχει παρουσιαστεί σε μεγάλες ευρωπαϊκές αίθουσες και φεστιβάλ όπως: Konzerthaus και Philharmonie στο Βερολίνο, το Γουίγκμορ Χωλ και το Southbank Centre του Λονδίνου, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το θερινό φεστιβάλ της Κρατικής Όπερας του Μονάχου, το φεστιβάλ του Μπρέγκεντζ, τη Μπιεννάλε του Μονάχου.


 

Ζ
Που: Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Λεωφ. Συγγρού 364, Καλλιθέα)
Πότε: 15, 17, 18/3 και 14, 15, 17, 18/4
Μουσική διεύθυνση: Μηνάς Μπορμπουδάκης – Νίκος Βασιλείου
Λιμπρέτο: Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
Περισσότερες πληροφορίες: nationalopera.gr

 

Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος – «H δουλειά μου είναι ρουλέτα»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top