Στα 84 του παραμένει ακόμη γοητευτικός (Φωτογραφία: Madame Figaro).

Ένας δημοσιογράφος αφηγείται: Μπαίνει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μια ξανθιά σουμπρέτα φέρνοντας ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό πάνω σε ασημένιο δίσκο. Πολύ αργά, ο Morgan Freeman των 137 ταινιών στρέφεται λίγες μοίρες και κυαλάρει προσεκτικά με τα χαλκοπράσινα μάτια του το κορίτσι. Δεν τη γδύνει με το βλέμμα, προβαίνει στην εκδορά της. Μετά, σηκώνοντας ελαφρά το χέρι, λέει σε άψογα γαλλικά: «Καλημέρα σας, κυρία μου, πολύ ευγενικό από μέρους σας. Ευχαριστώ!» Η καμαριέρα έχει λιώσει, πεταρίζει τα ματόκλαδα κι εξαφανίζεται οπισθοχωρώντας.

Ακόμα και τώρα, στα 84 του χρόνια, ο Φρίμαν δεν έχει χάσει τη γοητεία του. «Πάντα είχα αυτό που ήθελα, θα πει. Πάντα». Το βλέμμα ατονεί. Εντάξει, όταν ήταν μικρός θα ‘θελε να έχει ένα ηλεκτρικό τρενάκι, αλλά ο μπαρμπέρης πατέρας του κι η γλυκιά μαμά του δεν του πήραν. Τώρα, σκασίλα του. Έχει τα δικά του παιχνίδια για ενήλικες: το 11 μ. σκάφος του Aphrodisia (το αποχωρίστηκε μόλις πριν από μια τετραετία) και 3 αεροπλάνα. Είναι τόσο πλούσιος; «Ναι», απαντά σοβαρά.

Σαν το φυτό που πιάνει ρίζα, ο Φρίμαν άρχισε να φουντώνει και να φουντώνει, εναλλάσσοντας τους ρόλους του σοφού, του μπάτσου, του Θεού του ίδιου.

Αφού πέρασε τέσσερα χρόνια να λύνει κινητήρες για την US Air Force, μετά τις ισχνές αγελάδες των αρχών όπου χόρευε κλακέτες σ’ ένα θίασο του Frisco, ύστερα τις πρώτες επιτυχίες στο θέατρο, τον Σαίξπηρ και τα μιούζικαλ, η επιτυχία χαμογέλασε στον Μόργκαν Φρίμαν, απαθανατίζοντας διά παντός τις διάσημες φακίδες του. Η τεράστια επιτυχία του Σοφέρ της κυρίας Ντέιζι του Μπρους Μπέρεσφορντ, όπου ήταν υποψήφιος για Όσκαρ για πέμπτη φορά στη ζωή του, έφερε τα πάνω κάτω. Τίποτα δεν θα ήταν πια όπως πριν.

Mε τον Μπραντ Πιτ στο Seven (Φωτογραφία: sun.co.uk).

Σαν το φυτό που πιάνει ρίζα, ο Φρίμαν άρχισε να φουντώνει και να φουντώνει, εναλλάσσοντας τους ρόλους του σοφού (Αγεφύρωτες Σχέσεις, Million Dollar Baby), του μπάτσου (Seven, Φιλιά που σκοτώνουν), του Θεού του ίδιου (Θεός για μια βδομάδα). Το μικρό αγόρι που διόρθωσε εκείνο το περπάτημα πάπιας μιμούμενο τις μεγάλες δρασκελιές του Γκάρι Κούπερ μετατράπηκε με τη σειρά του σε υπόδειγμα.

Ατάραχος, αποστασιοποιημένος, λιγομίλητος, πάντα cool αποφεύγει της υπερβολικές εκδηλώσεις χαράς ή θυμού.

Ήταν ο Μαυριτανός σύντροφος του Κέβιν Κόστνερ στον Ρομπέν των Δασών, ο πιστός ακόλουθος του ντεσπεράντο στους Ασυγχώρητους του Κλιντ Ίστγουντ, ο γαλονάς ανώτερος του στρατιωτικού γιατρού Ντάστιν Χόφμαν στο Ξέσπασμα, ο αδελφικός φίλος του δραπέτη Τιμ Ρόμπινς στο Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ, ο βαρυποινίτης που επαναφέρει στη ζωή ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στο Μπρουμπέικερ.

Ο Μόργκαν Φρίμαν, ο φίλος του Νέλσον Μαντέλα, είναι ένας παράδοξος ηθοποιός: ενώ ανήκει στη φασαριόζικη γενιά του Actor’s Studio, εποχή Αλ Πατσίνο-Ντάστιν Χόφμαν, γίνεται γνωστός χάρη στις σιωπές του και μια αίσθηση της πόζας που είχαμε να δούμε στον κινηματογράφο από τον Σπένσερ Τρέισι. Ατάραχος, αποστασιοποιημένος, λιγομίλητος, πάντα cool αποφεύγει της υπερβολικές εκδηλώσεις χαράς ή θυμού, λέγοντας ό,τι έχει να πει μ’ ένα μπλαζέ βλέμμα και μια επιβλητική σιλουέτα. «Δεν πιστεύω αυτές τις ιστορίες τού να μπεις στο πετσί του ρόλου. Αυτό που βλέπετε στην οθόνη είμαι εγώ κι αυτό είναι όλο. Η υποκριτική δεν έχει τίποτα το δημιουργικό, διαβάζω αυτά που είναι γραμμένα στο σενάριο».

Ως… Θεός στο «Θεός για μια εβδομάδα»(Φωτογραφία: cdn.com).

Την πρώτη του αξιοπρόσεκτη εμφάνιση στο σινεμά ο Φρίμαν την οφείλει στον σκηνοθέτη Τζέρι Σάτσμπεργκ που του δίνει το ρόλο του μαστροπού στο Δόκανο του 1987. Είναι 50 ετών κι έχει ήδη 28 χρόνια που τραβολογιέται στη σόουμπιζ. Η περφόρμανς του είναι τόσο εντυπωσιακή που η Πολίν Κάελ, η ιδιαιτέρως σεβαστή πρέσβειρα των Αμερικανών κριτικών, νιώθει υποχρεωμένη να αναρωτηθεί μες τον ενθουσιασμό της: «Είναι ο Μόργκαν Φρίμαν ο μεγαλύτερος Αμερικανός ηθοποιός;»

Ηθοποιός εκλεκτικός με εκείνη τη λάμψη στα μάτια όπου διαβάζεις τόσο τη σοφία όσο και την ειρωνεία, ενίοτε και την κακεντρέχεια.

Γεννημένος στο Μέμφις του Τενεσί την 1η Ιουνίου του 1937, ο Φρίμαν ακολουθεί τη δασκάλα μητέρα του στο Σικάγο την περίοδο των μεγάλων μεταναστεύσεων των κατοίκων του αμερικανικού Νότου προς τον Βορρά που έδινε περισσότερες ευκαιρίες για δουλειά. Ο πατέρας του τους έχει εγκαταλείψει. Η ζωή στο γκέτο ήταν πολύ σκληρή γι’ αυτόν. Ενθαρρυμένος από κείνη, ο Μόργκαν φεύγει για το LA όπου παρακολουθεί μαθήματα δραματικής τέχνης…

Στο «Σοφέρ της κυρίας Ντέιζι» ήταν υποψήφιος για Οσκαρ για πέμπτη φορά (Φωτογραφία: amazon.com).

Έκτοτε, δεν χάνει ευκαιρία να διασκεδάσει με τις ταινίες που γυρίζει. Είναι μια απόλαυση για τον επαναστάτη που κρύβεται κάτω απ’ αυτό το σκαλπ στο χρώμα του αλατοπίπερου. Τον ρώτησαν ποια είναι η αγαπημένη του λέξη. Ξερογλείφεται, παίρνει ύφος μεφιστοφελικό. Μετά με μια φωνή κολλεγιόπαιδου: «Fuck». Εξηγεί: «Ανάλογα με τον τρόπο που το λες, μπορεί να είναι τρυφερό, αστείο, ευγενικό, βίαιο, κολακευτικό ή ανάγωγο. Μπορείς να πεις τα πάντα μ’ αυτήν τη λέξη…»

Θαυμαστής του Ομπάμα, με οικολογικές ανησυχίες, λατρεύει τα ωραία παπούτσια, το γκολφ, τα βιβλία ιστορίας.

Ο Μόργκαν Φρίμαν είναι μια κατηγορία από μόνος του. Ένας ακαταμάχητος συνδυασμός παρουσίας και ακινησίας, οικονομίας εκφραστικών μέσων και εσωτερικής δύναμης. Με τρεις ταινίες του Κλιντ Ίστγουντ (Οι Ασυγχώρητοι, Million Dollar Baby, Ανίκητος) και τρεις Μπάτμαν του Κρίστοφερ Νόλαν στο ενεργητικό του είναι ένας πυλώνας του Χόλιγουντ. Η φιλμογραφία του είχε αποφέρει ώς το 2016 τουλάχιστον $ 4,3 δις στο box-office, ήτοι περισσότερα από όλες τις ταινίες του Αλ Πατσίνο και του Ρόμπερτ ντε Νίρο μαζί.

Ηθοποιός εκλεκτικός με εκείνη τη λάμψη στα μάτια όπου διαβάζεις τόσο τη σοφία όσο και την ειρωνεία, ενίοτε και την κακεντρέχεια. Και κείνη τη βελούδινη μπάσα φωνή που δάνεισε ως και στον Θεό. Το μυστικό της αποκάλυψε σε μια τηλεοπτική εκπομπή: Το χασμουρητό. Του επιτρέπει να χαλαρώνει το λαρύγγι του, με αποτέλεσμα μια φωνή πιο βαθιά, υποβλητική και σέξι.

Παντρεμένος δις, έχει 12 εγγόνια, ένα ημιπαράλυτο χέρι από το 2008, εξαιτίας ενός τροχαίου, και μόλις ένα Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου (Φωτογραφία: thedailybeast.com).

Θαυμαστής του Ομπάμα, με οικολογικές ανησυχίες, λατρεύει τα ωραία παπούτσια, το γκολφ, τα βιβλία ιστορίας, τα 400 χτυπήματα του Φρανσουά Τριφό, τον Σίντνεϊ Πουατιέ, τα σταυρόλεξα. Παντρεμένος δις, έχει 12 εγγόνια, ένα ημιπαράλυτο χέρι από το 2008, εξαιτίας ενός τροχαίου, και μόλις ένα Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου. Στα 84 του δεν σκέφτεται να αποσυρθεί, γιατί δεν ξέρει τι άλλο θα μπορούσε να κάνει. Ωστόσο, τελευταία, έγινε και μελισσουργός. Στο ράντσο του των 50 εκταρίων στο Μισισιπί έχει εγκαταστήσει 26 κυψέλες και το ‘χει μετατρέψει σε καταφύγιο.

Όσο για τα δύο σκουλαρίκια που φοράει: «Η αλήθεια είναι ότι αξίζουν αρκετά για να μου αγοράσει κάποιος ένα φέρετρο αν πεθάνω ξαφνικά σε ένα άγνωστο μέρος. Γι’ αυτό τα φορούσαν οι ναυτικοί και γι’ αυτό τα φοράω κι εγώ». Και τον Απρίλιο απηύθυνε έκκληση: «Αν με εμπιστεύεστε, εμβολιαστείτε».

 

Διαβάστε ακόμα: Πίτερ Σέλερς, ο άνθρωπος που κάτω από το γέλιο έκρυβε δαίμονες.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top