«Χρησιμοποιώ τα πολύ έντονα χρώματα γιατί αυτά θέλουν. Τα μαύρα τα φοράνε μόνο αν έχουν κάποιο τάμα. Αλλά που θα μου πάει; Με τον καιρό θα τις μάθω να τα φοράνε και τα πιο σκούρα» μου είπε η Βαλεντίνα. (Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης)

Gypsy couture

Αν άλλοι ράβουν τις τουαλέτες των κοσμικών και των πριγκιπισσών στα Αραβικά Εμιράτα η Βαλεντίνα ράβει τις επίσημες τουαλέτες των σταρ της παράγκας. Και είναι πολλοί αυτοί οι σταρ. Απ’ όλη την Ελλάδα. Η ίδια δεν είναι τσιγγάνα. Η καταγωγή της από την Καλαμάτα. Βρέθηκε σε αυτή την περιοχή την δεκαετία του εξήντα, όταν ο πατέρας της που αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα αποφάσισε να στεγάσει την οικογένειά του σε αυτή την ερημιά.

– Δεν υπήρχε τίποτα εδώ γύρω εκείνα τα χρόνια. Αργότερα ήρθαν οι τσιγγάνοι. Αρχικά στην πλαγιά του βουνού κι ύστερα πιο χαμηλά. Εγώ, που ήμουν παιδί, φοβόμουν να βγω στο δρόμο μη τυχόν και πέσω σε καμιά από τις αρκούδες που είχαν για ατραξιόν στα πανηγύρια, θυμήθηκε η Βαλεντίνα.

Στην πρώτη επαφή που είχα μαζί της από το τηλέφωνο ένιωσα σαν αντιμέτωπος με έναν σίφουνα. Διαχυτική, υπερβολικά άνετη, πρόσχαρη, δίχως αμφιβολία μοναδική.

Δώσαμε ραντεβού στην έξοδο Άνω Λιοσίων της Αττικής οδού. Έφτασα πρώτος. Σταμάτησα το αμάξι στη γωνιά του δρόμου και μέχρι να έρθει αφέθηκα στη θαλπωρή του ήλιου. Ιούνιος μήνας. Την ρέμβη μου απέσπασε ένα κατακόκκινο αμάξι που είδα να έρχεται από την άλλη μεριά του δρόμου σαν βολίδα. Αφού έκανε μια παράνομη επιτόπια στροφή παρεμποδίζοντας την κίνηση και στα δυο ρεύματα, το αμάξι φρέναρε και η Βαλεντίνα έβγαλε το κεφάλι από το παράθυρο του και ζήτησε συγγνώμη από τους ενοχλημένους οδηγούς γελώντας. Με καλημέρισε και ύστερα μου έκανε νεύμα να την ακολουθήσω. Σαν οδηγός αγώνων ταχύτητας και πάλι εισέβαλε στα κεντρικά στενά του Μενιδίου για να καταβυθιστούμε τελικά στα ενδότερα. Στο Ζεφύρι.

«Το πιο δυσάρεστο σε όλη αυτή την κατάσταση είναι το ότι αυτά τα παιδιά δεν έχουν καμιά ελπίδα» είπε η Βαλεντίνα στον Πέτρο Μπιρμπίλη.

Είδα το ντύσιμό της όταν κατέβηκε από το αμάξι, έξω από το ατελιέ της. Το «Ατελιέ υψηλής ραπτικής», σύμφωνα με την αναρτημένη πινακίδα. Φορούσε μπλούζα με πριντ ζέβρας, καυτό μίνι και τακούνι πίστας. Το στάιλινγκ συμπλήρωναν εξτένσιονς σε στυλ ράστα που έπεφταν μέχρι την μέση της σαν παραβάν από την Τζαμάικα και δίποντα ροζ προσθετικά νύχια.

– Καφεδάκι θα πιείτε; ρώτησε πρόσχαρη αφού γέλασε πρώτα όταν της είπα ότι το στυλ της παρέπεμπε σε πανκ τραγουδίστρια της δεκαετίας του 80 με μια πρέζα από Μπόι Τζορτζ.
– Για ποιο λόγο έχεις βάλει αυτή την πινακίδα στην είσοδο, της απευθύνθηκα, δείχνοντάς την με τα μάτια την επιγραφή που απαγόρευε αυστηρά την είσοδο των ανδρών.
– Πέτρο, δεν ξέρεις τι προβλήματα είχα πριν βάλω αυτή την πινακίδα. Ορισμένα αγόρια μου έλεγαν πως είναι συγγενείς των κοριτσιών που τους έπαιρνα μέτρα ή τους έκανα πρόβα τα φουστάνια, και είχαμε περιστατικά που κλέφτηκαν με αυτόν τον τρόπο και ύστερα οι γονείς τους κατηγόρησαν εμένα, αγανάκτησε απομακρύνοντας τα ράστα κοτσιδάκια που είχαν πέσει μπροστά από τα μάτια της. Μετά έβαλε μια φωνή στα μαυροτσούκαλα τσιγγανάκια και στις έφηβες που σπρώχνονταν μπροστά στον καθρέφτη παίρνοντας πόζες κάργα στον αισθησιασμό και την φιλαρέσκεια.

– Καθίστε ήσυχα είπα!, τα φώναξε. Εκείνα υπάκουσαν. Όχι για πολύ όμως διότι σε λίγα λεπτά, όταν ακούστηκαν από το μαγνητόφωνο τα φλογερά τσιφτετέλια, τα κορίτσια ξεκίνησαν τους χορούς και τα κουνήματα. Η Βαλεντίνα εγκατέλειψε το αυστηρό ύφος και ξεκίνησε να τις καθοδηγεί. Πώς να χορέψουν, πότε να σηκώσουν το ντέφι, από πού να πιάσουν το βολάν στον γύρο της φούστας για να την κυματίσουν στον αέρα. Τίποτα δεν της ξέφευγε. Δεν άφηνε στην τύχη.

Δεν χρειάζεται και πολύ για να καταλάβεις ότι η ζωή δεν είναι εύκολη εδώ πέρα. Ούτε συγκοινωνίες ούτε μαγαζιά για τρόφιμα υπάρχουν. Ούτε πόσιμο νερό καλά καλά.

Με την καθοδήγησή της το ένα μετά το άλλο τα κορίτσια ανέβηκαν πάνω στον πάγκο εργασίας της όπου συνέχισαν να λικνίζονται σαν να μην υπήρχε αύριο. Ανάμεσα σε πατρόν, ψαλίδια και τόπια από φανταχτερά υφάσματα. Κόκκινο της φωτιάς, χρυσαφί, καναρινί κίτρινα και εκτυφλωτικά πράσινα.

– Χρησιμοποιώ τα πολύ έντονα χρώματα γιατί αυτά θέλουν. Τα μαύρα τα φοράνε μόνο αν έχουν κάποιο τάμα. Αλλά που θα μου πάει; Με τον καιρό θα τις μάθω να τα φοράνε και τα πιο σκούρα.

Εκείνη την ώρα ένας τσιγγάνος έσκασε μύτη από την κορυφή της σκάλας.
– Βαλεντίνα πότε θα με πάρεις αγκαλιά; είπε και χαμογέλασε, κάνοντας να φανούν τα χρυσά του δόντια.

Ξαφνιάστηκε αυτή αλλά χωρίς να χάσει την ψυχραιμία της.
– Ανεβασμένα πράγματα, του αποκρίθηκε με νόημα θέλοντας να τον ξεφορτωθεί.
– Πέντε χρόνια που είμαι χήρα κουράστηκα με τα ίδια και τα ίδια. Λες κι άλλη δουλειά δεν είχα. Έχω δύο παιδιά της παντρειάς, γύρισε και μου είπε όταν ο άντρας είχε φύγει κι άνοιξε το κομπιούτερ της για να μου δείξει κάποια από τα σχέδιά της.
– Είμαι από τις πρώτες στην Ελλάδα που χρησιμοποίησαν κομπιούτερ σε αυτή τη δουλειά.


Διαβάστε ακόμα: O άνθρωπος που έκανε τέχνη με τα λεφτά (και όχι το αντίθετο)


Ο Σπύρος Στάβερης, που είχε έρθει μαζί μου για να τραβήξει φωτογραφίες, είχε στο μεταξύ ξεκινήσει. Τα τσιγγανάκια μόνο που δεν τσίριξαν από τον ενθουσιασμό. Ανάμεσά τους μια μελαψή καλλονή που το φιδίσιο κορμί της διαγράφονταν γεμάτο υποσχέσεις πίσω από την εφαρμοστή τουαλέτα της Βαλεντίνας.

– Πανδώρα με λένε. Να το γράψεις.
– Ψέματα, ψέματα! Μαρία την λένε, διαμαρτυρήθηκαν δυο μελαμψόχρωμα σαμιαμίδια που στέκονταν παραδίπλα.
– Όμορφα μεν, άμυαλα δε, είπε μια γειτόνισσα που είχε έρθει για να κάνει παρέα στην φιλενάδα της. Κάποια από αυτά τα κορίτσια που βλέπετε εμφανίστηκαν πριν λίγο καιρό σε μια εκπομπή της τηλεόρασης. Φεύγοντας φρόντισαν να τζουρνέψουν όλα τα καλλυντικά της παρουσιάστριας. Δεν άφησαν τίποτα.

Δεν χρειάζεται και πολύ για να καταλάβεις ότι η ζωή δεν είναι εύκολη εδώ πέρα. Ούτε συγκοινωνίες ούτε μαγαζιά για τρόφιμα υπάρχουν. Ούτε πόσιμο νερό καλά καλά. Το διαπίστωσα όταν φύγαμε από το ατελιέ με κατεύθυνση τον καταυλισμό. Ασυνόδευτος από κάποιον δικό τους δεν έρχεσαι εδώ. Όσοι το παρέβλεψαν έφυγαν με τα αμάξια σπασμένα. Η δική μας ασπίδα ήταν η Βαλεντίνα.

Στην καρδιά της Ελληνικής φαβέλας το αμάξι βούλιαζε σε λακκούβες γεμάτες λασπόνερα. Άσφαλτος ούτε για δείγμα. Δεξιά και αριστερά παραπήγματα αλλά και μερικές εξωτικές βίλες με στολίσματα και διακοσμήσεις απείρου κάλλους.
– Μερικές από αυτές τις βίλες χτίστηκαν μέσα σε μια νύχτα, με κοίταξε με νόημα η γειτόνισσα.

Τα κορίτσια χόρευαν πάλι και η Βαλεντίνα τους έλεγε πού και πώς να σταθούν.
– Μην πάρεις φωτογραφίες τις κοπέλες με φόντο τα ψωράλογα. Εντάξει;

Σταματήσαμε στην άκρη ενός λόφου για να τραβήξουμε μερικές ακόμη φωτογραφίες. Μια εικόνα στενάχωρη ξεπηδούσε σε αυτή την μεριά της Ανατολικής Αττικής. Η παραγκούπολη κάτω από το χλωμό φως του ήλιου ανέπνεε με δυσκολία.

Σταματήσαμε στην άκρη ενός λόφου για να τραβήξουμε μερικές ακόμη φωτογραφίες. Μια εικόνα στενάχωρη ξεπηδούσε σε αυτή την μεριά της Ανατολικής Αττικής. Η παραγκούπολη κάτω από το χλωμό φως του ήλιου ανέπνεε με δυσκολία. Αυτοσχέδια, φτιαγμένα από σανίδες, δίχως θεμέλια παραπήγματα, ξυπόλυτα παιδιά, γέροι που κατέβαιναν τα σκονισμένα δρομάκια, αλλά και κάποιοι νεαροί, σαν σταρ του Μπόλιγουντ. Φορτωμένοι με χρυσούς σταυρούς και δαχτυλίδια.

– Να σας δώσω το τηλέφωνό μου, μήπως ακούσετε για καμιά δουλειά με σιδερικά για πέταμα; Ήταν ένας ντροπαλός έφηβος που ήρθε και στάθηκε μπροστά μου. Οι φίλοι του τον πήραν στο ψιλό.
– Άντε ρε. Άντε από κει πέρα.

Ο ήλιος όμως είχε ξεκινήσει να δύει πάνω από τις παράγκες της Ελληνικής φαβέλας. Είχε φτάσει το τέλος αυτής της μικρής τσιγγάνικης ιστορίας.|
– Θα την παρατήσω σε δυο τρία χρόνια αυτή τη δουλειά. Κουράστηκα Πέτρο μου. Μέχρι όπλο έβγαλε κάποιος επειδή δεν προλάβαινα να ράψω φουστάνια για τα κορίτσια του, μελαγχόλησε η Βαλεντίνα λίγο πριν αποχωριστούμε.

– Αλλά άσε εμένα. Εγώ χαμένη δεν θα πάω. Το πιο δυσάρεστο σε όλη αυτή την κατάσταση είναι το ότι αυτά τα παιδιά δεν έχουν καμιά ελπίδα. Θυμάμαι κάποτε που μια μικρή με ρώτησε σε πόσες μέρες θα είναι έτοιμο το φόρεμά της. Ήταν Παρασκευή και της είπα να έρθει να το πάρει την Δευτέρα. Με κοίταξε γιατί δεν ήξερε τις μέρες της εβδομάδας. «Θα κοιμηθείς τρεις φορές και μετά θα έρθεις», της είπα. Ήρθε την επομένη. Είχε κοιμηθεί τρεις φορές μέσα σε μια μέρα.

 

//Το Gypsy Coutoure συμπεριλαμβάνεται στην συλλογή διηγημάτων του Πέτρου Μπιρμπίλη με τίτλο «Έχω Μόνο Εσένα» – εκδόσεις Μελάνι.

 

Διαβάστε ακόμα: «Ήταν ένας άλλος κόσμος αυτός που είδα στο Ζεφύρι»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top