«Σύντομα ξεκινάω τα γυρίσματα της τρίτης μου μικρού μήκους ταινίας με τίτλο ‘’Γενέθλια’’. Κεντρικός πυρήνας της είναι το Κανούν, η αλβανική εκδίκηση».

«Σύντομα ξεκινάω τα γυρίσματα της τρίτης μου μικρού μήκους ταινίας με τίτλο ‘’Γενέθλια’’. Κεντρικός πυρήνας της είναι το Κανούν, η αλβανική εκδίκηση. Παράλληλα συνεχίζω να γράφω την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία».

Η δημιουργία συνεπάγεται φθορά. Σε αυτά που γράφω υπάρχει έντονο το στοιχείο του πένθους. Ο θάνατος δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή. Οι νεκροί δεν πεθαίνουν ποτέ. Οι ζωντανοί είναι η «τροφή τους». Για μια ταινία 15 λεπτών, όπως το «Χαμομήλι», έγραψα ένα σενάριο τριών σελίδων. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να δουλέψει τεχνικά, με την έννοια ότι κάθε σελίδα αποτελεί και ένα λεπτό κινηματογράφου σε μια τυπική παραγωγή. Μάλλον είμαι δύσκολος στο γράψιμό μου –είναι πολύ εσωτερικό και υποφέρει από έναν κρυπτικό χαρακτήρα. Ίσως να μην ξέρω να γράφω σύμφωνα με αυτό που κατά γενική ομολογία θεωρείται καλογραμμένο σενάριο. Πάντα υπάρχει ένας συνομιλητής στις ταινίες μου, που στη φάση της προετοιμασίας δεν τον πολυσκέφτομαι. Έχει, πάντως, τη μορφή του ιδανικού θεατή, είναι ένας δεύτερος εαυτός.

«Πιστεύω στην αγάπη. Ποια είναι αυτή; Της μάνας μου το γάλα! Δεν ξεχνάω, μοιράζομαι, πονάω».

Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο να κάνει σινεμά. Είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση και ευτυχώς που είναι έτσι. Πρόκειται για ένα παιχνίδι εμμονών. Αν καταφέρω και «θεραπεύσω» κάτι μέσα μου με τη σκηνοθεσία, τότε μάλλον θα σταματήσω το σινεμά. Αν καταφέρω και δημιουργήσω δηλαδή ένα πλήρες έργο. Έχει μεγάλη σημασία για μένα ο συνεχής επαναπροσδιορισμός των μέσων και του τελικού προορισμού, η διεργασία που βιώνεις μέσα στην ταινία σου. Είναι μια επένδυση ζωής από άποψη χρημάτων, μυαλού, ενέργειας. Ένας συγκεκριμένος χρόνος στον οποίο μεγαλώνεις, ζεις και αφήνεις πράγματα στο όνομα μιας εικόνας –της πρώτης εικόνας. Την εικόνα που οι κινηματογραφιστές κυνηγάνε να ξαναζήσουν. Η πρώτη δική μου εικόνα είναι η γιαγιά μου να μαγειρεύει. Αυτή η αναζήτηση συντηρεί τον οδυσσεϊκό μου κύκλο.

Σύντομα ξεκινάω τα γυρίσματα της τρίτης μου μικρού μήκους ταινίας με τίτλο «Γενέθλια». Κεντρικός πυρήνας της είναι το Κανούν, η αλβανική εκδίκηση. Ανεβαίνω βόρεια στα σύνορα με το Μαυροβούνιο, εκεί όπου ο αλβανικός κώδικας τιμής επιβάλλει ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Παράλληλα συνεχίζω να γράφω την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία.

Απολαμβάνω την διαδικασία ανεύρεσης χώρων. Τα συνεχή ταξίδια και τις επισκέψεις. Το στομάχι μου με βοηθάει να καταλάβω πότε ένας χώρος κάνει.

«Το ‘’Χαμομήλι’’, μετά τη βράβευσή του στο 35ο Φεστιβάλ Δράμας, συνεχίζει τον φεστιβαλικό του κύκλο, έχοντας συμμετάσχει μέχρι στιγμής σε 35 διεθνή φεστιβάλ, ενώ μετράει περισσότερα από 15 βραβεία. Πρόσφατα μπήκε και στην λίστα των καλύτερων ταινιών, σύμφωνα με τους ειδικούς του Cineuropa».

«Πάντα υπάρχει ένας συνομιλητής στις ταινίες μου, που στη φάση της προετοιμασίας δεν τον πολυσκέφτομαι. Έχει, πάντως, τη μορφή του ιδανικού θεατή, είναι ένας δεύτερος εαυτός».

Μου αρέσει πολύ η μαύρη μουσική και έχω μια αδυναμία στη Motown. Γεννήθηκα στην Αλβανία όπου πριν την πτώση του Χότζα απαγορευόταν η ξένη μουσική, πόσο μάλλον η αμερικάνικη. Υπήρχε ωστόσο ένας μουσικός που κατάφερε να ξεπεράσει τις απαγορεύσεις και όλοι συντονίζονταν στα ιταλικά μέσα που εξέπεμπαν παρανόμως: ήταν ο Michael Jackson. Η μητέρα μου μού έλεγε πως λίγα χρόνια αργότερα, όταν εγώ γεννήθηκα, έπαιζε σχεδόν παντού. Στα νοσοκομεία ακόμα. Με τον καιρό ανέπτυξα μια ιδιαίτερη αγάπη στην πρώτη του περίοδο, όταν ήταν πιτσιρικάς στη Motown. Ωστόσο, είμαι κακός στη μουσική. Σε προχωρημένη σχετικά ηλικία είχα ξεκινήσει μαθήματα φωνητικής και πιάνου, στα 15 μου δηλαδή, και στα πρώτα μαθήματα δεν μπορούσα με τίποτα να ακολουθήσω τις νότες. Έπαιζε η καθηγήτρια, ξεκινούσε το τραγούδι και τραγουδούσα σε άλλες νότες. Τσαντιζόταν, έπαιζε άλλη νότα κι εγώ τραγουδούσα σε άλλη!

Το τελευταίο μου χαστούκι το έφαγα στην Τοσκάνη. Είχα ετοιμάσει βαλίτσες από καιρό, ανυπομονούσα να θαυμάσω από κοντά τον Caravaggio. Ο David του Michelangelo όμως ήταν αυτός που με καθήλωσε. Στεκόμουν ώρα μπροστά του και αδυνατούσα να συλλάβω το μέγεθος του έργου. Μοιάζει ακίνητο, αλλά το διέπει μια μεγάλη ταχύτητα, ένας εσωτερικός ίλιγγος. Είναι σαν τη σβούρα: στη μεγαλύτερή της ταχύτητα ακινητοποιείται. Αδυνατούσα να πιστέψω ότι έκανε μονοκόμματο αυτό το έργο στην ηλικία των 24. Αν το παρατηρήσεις, υπάρχουν μικρές δυσαρμονίες, μάλλον εκούσια, παρόλα αυτά όμως είναι αξεπέραστο. Από βιβλία, πρόσφατα γνώρισα τον Χάρμς, ενώ κατάφερα να βρω και τις πολυπόθητες επιστολές του Μπέκετ. Ο χρόνος, αλλά και ο αέναος κύκλος της άρνησης του τελευταίου, θα με συγκινούν για χρόνια. Μεγάλη μου αγάπη παραμένουν τα αρχαία κείμενα. Ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και το αιώνιο οντολογικό ζήτημα.

«Υπάρχει μια εικόνα που οι κινηματογραφιστές κυνηγάνε να ξαναζήσουν. Η πρώτη δική μου εικόνα είναι η γιαγιά μου να μαγειρεύει. Αυτή η αναζήτηση συντηρεί τον οδυσσεϊκό μου κύκλο».

«Υπάρχει μια εικόνα που οι κινηματογραφιστές κυνηγάνε να ξαναζήσουν. Η πρώτη δική μου εικόνα είναι η γιαγιά μου να μαγειρεύει. Αυτή η αναζήτηση συντηρεί τον οδυσσεϊκό μου κύκλο».

Φοβάμαι να μη χάσω τους αγαπημένους μου ανθρώπους, όχι την αποτυχία. Στο προσωπικό σινεμά από τη στιγμή που μια ταινία θα εκφράσει το δημιουργό της, έχει πετύχει το σκοπό της. Το αν είναι καλή ή κακή δεν χωρά περαιτέρω συζήτηση, κάποιες φορές αναπτύσσεται μια επικοινωνία, μια γέφυρα μεταξύ ταινίας και κοινού, και άλλες όχι. Από αυτή την άποψη, ναι, μπορεί μια ταινία να μην καταφέρει να επικοινωνήσει.

Χάρη στο σινεμά αγάπησα τους ανθρώπους. Μεγάλωσα στο Τριανόν, το οποίο τότε έπαιζε ιρανικό, ινδικό, τούρκικο κινηματογράφο –Γκιουνέι, που κάποτε ήταν και στα ντουζένια του. Στο Τριανόν δούλευε η αδελφή μου από το 2000. Από δέκα ετών έμπαινα εκεί τζάμπα με ποπ κορν και γρανίτες, όμως ντρεπόμουν μη με δει ο ιδιοκτήτης. Ξεκίνησα να συμπεριφέρομαι σαν τυπικός πελάτης. Ποπ κορν, έμπαινα μέσα – καθόμουν – έφευγα. Στην πρώτη φάση προκειμένου να κρατήσω τον εαυτό μου απασχολημένο, δεδομένου ότι κάποιες ταινίες ήταν σκληροπυρηνικά προσωπικές, είχα επικεντρωθεί στην καμπίνα προβολής. Ήταν υπνωτική. Λίγο αργότερα ήρθαν ταινίες και δημιουργοί αφοπλιστικά όμορφοι, όπως ο Μπρεσόν και ο Μπαλταζάρ του.

«Μεγάλη μου αγάπη παραμένουν τα αρχαία κείμενα. Ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και το αιώνιο οντολογικό ζήτημα».

Δεν μπορούσα να ακολουθήσω την ακαδημαϊκή οδό για την οποία με προόριζαν οι δικοί μου. Ήμουν καλός μαθητής έως την πρώτη λυκείου, στη δευτέρα έβγαλα 13 και στην τρίτη λυκείου κόντεψα να μείνω: με έσωσαν οι φιλόλογοι που με θυμούνταν ως καλό μαθητή. Στη δευτέρα λυκείου είχα πάρει πιο ζεστά το θέμα του κινηματογράφου και βρέθηκε στο δρόμο μου ο Μπουγιάρ Αλιμάνι, σκηνοθέτης και αργότερα αδερφικός φίλος, ο οποίος μπήκε ανάμεσα σε μένα και την οικογένειά μου και μαλάκωσε κάπως τη σύγκρουση. Στα 18, αντί πανελληνίων, παρουσίασα την πρώτη μου ταινία «Την Καλύτερη Νύφη». Η πρώτη φορά πάντα πονάει και εδώ συνδέθηκε με την ανάγκη μου να αναζητήσω συγκεκριμένους εκφραστικούς κώδικες, να δω αν όντως μπορώ να κάνω σινεμά. Ακόμα περισσότερο ήταν ο εγωισμός του πιτσιρικά που ήθελε να αποδείξει στους γονείς του ότι δεν πήρε φοιτητές αλλά κάνει ταινία με επαγγελματίες, χωρίς σοβαρό προϋπολογισμό. Χτύπησα πόρτες και πόρτες. Άλλες άνοιξαν, άλλες όχι. Ήταν εξάλλου προ κρίσης και μπορούσαν να βοηθήσουν έναν πιτσιρικά που ήθελε να κάνει το κέφι του. Και έγινε!

«Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο να κάνει σινεμά. Είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση και ευτυχώς που είναι έτσι. Πρόκειται για ένα παιχνίδι εμμονών. Αν καταφέρω και ‘’θεραπεύσω’’ κάτι μέσα μου με τη σκηνοθεσία, τότε μάλλον θα σταματήσω το σινεμά».

«Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο να κάνει σινεμά. Είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση και ευτυχώς που είναι έτσι. Πρόκειται για ένα παιχνίδι εμμονών. Αν καταφέρω και ‘’θεραπεύσω’’ κάτι μέσα μου με τη σκηνοθεσία, τότε μάλλον θα σταματήσω το σινεμά».

Ο ρυθμός αποδίδεται λανθασμένα στο χρόνο. Είναι μια εσωτερική πραγματικότητα, ένα αναπόσπαστο κομμάτι της σύνθεσης του πλάνου, γι’ αυτό εξαρτάται από την κίνηση των στοιχείων στο κάδρο. Το σινεμά είναι ατμόσφαιρα. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως αγνοώ την αριστοτελική του αρχή: την ιστορία.

Με ενόχλησε το κλείσιμο της ΕΡΤ. Περισσότερο με ενόχλησε ο κανιβαλισμός γύρω από αυτήν. Ήταν σοκαριστικό το τι ακολούθησε. Ήμουν από τους τελευταίους που γύρισαν ταινία με την βοήθεια του προγράμματος «Μικροφίλμ», που φρόντιζε να συνδράμει τους νέους σκηνοθέτες. Δεν θα μπορούσα να είχα κάνει την ταινία δίχως αυτό. Η ΕΡΤ εκπαίδευσε και δημιούργησε σκηνοθέτες.

Πιστεύω στην αγάπη. Ποια είναι αυτή; Της μάνας μου το γάλα! Δεν ξεχνάω, μοιράζομαι, πονάω. Ζεστά… Δεν πιστεύω στο Θεό με την «τεχνική» έννοια του όρου, αλλά σε μια ενέργεια που δεν χάνεται, που φέρνει κοντά κάποια στοιχεία. Ίσως από την άλλη, να υπάρχει Θεός και να μην είναι τόσο καλός στη δουλειά του. Δεν τα προλαβαίνει όλα, προσπαθεί πολύ αλλά κάποια πράγματα του ξεφεύγουν. Ένας Θεός κοντά σε εμάς.

nz5

«Το ‘’Χαμομήλι’’, μετά τη βράβευσή του στο 35ο Φεστιβάλ Δράμας, συνεχίζει τον φεστιβαλικό του κύκλο, έχοντας συμμετάσχει μέχρι στιγμής σε 35 διεθνή φεστιβάλ, ενώ μετράει περισσότερα από 15 βραβεία. Πρόσφατα μπήκε και στην λίστα των καλύτερων ταινιών, σύμφωνα με τους ειδικούς του Cineuropa».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top