H Φιλαρμονική ορχήστρα της Νέας Υόρκης βρίσκεται πλέον υπό τον καθοδήγηση του Jaap van Zweden. (Φωτό: Getty Images).

Την άνοιξη του 2016 τόσο η Φιλαρμονική Ορχήστρα όσο και η Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης επέλεξαν τους νέους μουσικούς διευθυντές τους για τα επόμενα χρόνια. Οι δύο εκλεκτοί είναι ο Ολλανδός αρχιμουσικός Jaap van Zweden για τη Φιλαρμονική και ο Καναδός Yannick Nézet-Séguin για τη ΜΕΤ. Στην αρχή της φετινής σεζόν και οι δύο, ο πρώτος, ακολουθώντας ακριβώς το χρονοδιάγραμμα που είχε οριστεί κατά την εκλογή του, ο δεύτερος εσπευσμένα λόγω των εξελίξεων σε σχέση με τον παλιό μουσικό διευθυντή της ΜΕΤ, ανέλαβαν πλήρως τα καθήκοντά τους.

H θητεία του εν ενεργεία μουσικού διευθυντή Άλαν Γκίλμπερτ,  έληγε στο τέλος του 2016. (Φωτό: Chris Lee).

Ο απερχόμενος Alan Gilbert

Στην περίπτωση της ιστορικής Φιλαρμονικής οι διαδικασίες της διαδοχής ήταν κανονικές και όχι έκτακτες, μια και η θητεία του εν ενεργεία μουσικού διευθυντή Άλαν Γκίλμπερτ,  έληγε στο τέλος εκείνης της σαιζόν.

Όσο κι αν δύσκολα μπορεί κανείς να ξορκίσει μια υποψία νεποτισμού, αφού τη στιγμή της ανακήρυξης του μεγαλωμένου στην Upper West Side του Μανχάταν αρχιμουσικού, και οι δύο γονείς του ήταν ενεργά μέλη της ορχήστρας, ο αναμφισβήτητα υψηλών προσόντων, και σχετικά νεαρός τότε, απόφοιτος του Χάρβαρντ έγινε ο πρώτος Νεοϋορκέζος μουσικός διευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης. Εν τω μεταξύ ο Άλαν Γκίλμπερτ, στον απολογισμό της θητείας του οποίου θα αναφερθούμε με ξεχωριστό άρθρο, με αφορμή την επανεμφάνισή του στη Νέα Υόρκη στο προσεχές διάστημα, έχει αναλάβει τη διεύθυνση της Ορχήστρας της Βόρειας Γερμανικής Ραδιοφωνίας, της ιστορικής NDR, η οποία σχετικά πρόσφατα μετακόμισε στην νεότευκτη και εντυπωσιακή Elbphilharmonie του Αμβούργου.

Ο διακεκριμένος αρχιμουσικός και συνθέτης της σύγχρονης avant guarde, Φινλανδός Έσα-Πέκα Σάλονεν, είχε ακουστεί για τη θέση του διευθυντή. (Φωτό: Benjamin Suomela).

Οι υποψήφιοι – Φιλανδική πρωτοπορία

Για τη διαδοχή του είχαν ακουστεί, ή διαρρεύσει στο τύπο τότε, αρκετά ονόματα, κυρίως, μεταξύ άλλων, αυτά του Φινλανδού Έσα-Πέκα Σάλονεν και του Αυστριακού Μάνφρεντ Χόνεκ.

Στην περίπτωση της ιστορικής Φιλαρμονικής οι διαδικασίες της διαδοχής ήταν κανονικές και όχι έκτακτες.

Ο πρώτος, διακεκριμένος αρχιμουσικός και συνθέτης της σύγχρονης avant-guard, σίγουρα μια εξαιρετική επιλογή, από ερμηνευτικής και ακόμα περισσότερο από τεχνικής απόψεως, έδωσε την εντύπωση, και με δηλώσεις του, ότι δεν ενδιαφερόταν για τη θέση, τα πολλά καθήκοντα της οποίας, ορισμένα μάλιστα ρουτίνας, θα διατάρασσαν την ισορροπία της καριέρας του υπέρ της διεύθυνσης και εις βάρος της σύνθεσης. Ο Σάλονεν, ο οποίος ήταν τα τρία τελευταία χρόνια σταθερά στη Νέα Υόρκη ως ο Composer in Residence της Φιλαρμονικής αποτελεί μια εξέχουσα μουσική προσωπικότητα της εποχής στην οποία θα αναφερθούμε εκτενώς.

Ο Αυστριακός Μάνφρεντ Χόνεκ δεν προτιμήθηκε επειδή δεν έχει την τυπική πορεία, κάτι που φαίνεται και στις κινήσεις του, του αρχιμουσικού. (Φωτό: Felix Broede).

Βιενέζικη παράδοση

Ο Χόνεκ, ήδη διευθυντής της Ορχήστρας του Πίτσμπουργκ, φαίνεται ότι, αν και έχει οδηγήσει τη Φιλαρμονική σε εξαιρετικές ερμηνείες τα τελευταία χρόνια, όπως παλιότερα σε μια ιδιαίτερη συναυλία με έργα Χάυντν και Σούμπερτ, αλλά και μόλις την προηγούμενη εβδομάδα σε ένα μίνι πρωτοχρονιάτικο κοντσέρτο βιεννέζικου τύπου δεν προτιμήθηκε τελικά. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτό συνέβη, επειδή δεν έχει την τυπική πορεία, κάτι που φαίνεται και στις κινήσεις του, του αρχιμουσικού. Ξεκίνησε ως βιολιστής (βιόλα) στον κορυφαίο θεσμό της πατρίδας του, τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης, την οποία υπηρέτησε για αρκετά χρόνια και στην οποία ο αδερφός του Ράινερ είναι το πρώτο βιολί.

Στις ερμηνείες του είναι προφανές ότι αυτό υπήρξε καθοριστικό, ότι δηλαδή ο Χόνεκ είναι φορέας αυτής της ερμηνευτικής παράδοσης και κληρονομιάς! Δείχνει να γνωρίζει σε βάθος το πώς πρέπει να ηχούν οι μεγάλοι συνθέτες της Κλασσικής και όχι μόνο περιόδου και η ιδιαίτερη μουσικότητα της πατρίδας του και του σπουδαίου θεσμού τον οποίο υπηρέτησε, κυλούν στο αίμα του! Θα ήταν σίγουρα μια πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή και σίγουρα πολύ καλή για τον πυρήνα του ρεπερτορίου. Όμως προκρίθηκε φαίνεται η τεχνική αν όχι και τυπολατρικά τεχνοκρατική, θα λέγαμε, διάσταση, και η δυνατότητα κάποιου να ανταποκριθεί εξίσου και στις απαιτήσεις των πολλών διαφορετικών ρόλων στους οποίους καλείται να ενδυθεί η ορχήστρα και αφίστανται του αμιγώς κλασσικού και ρομαντικού ρεπερτορίου, αφού η Φιλαρμονική καλείται πολύ τακτικά να ερμηνεύσει σύγχρονα έργα, κινηματογραφική μουσική, μιούζικαλ κ.α.

Ο Jaap van Zweden προτιμήθηκε για τη θέση, καθώς θεωρήθηκε ότι διαθέτει υψηλότερες τεχνικές αρετές.

Ο εκλεκτός Jaap van Zveden 

Τελικά επελέγη ο Ολλανδός Jaap van Zweden (γεν. 1960). Αν και είχε διατελέσει και αυτός, όπως ο Χόνεκ, μουσικός ορχήστρας και ήταν σε ηλικία 19 μόλις ετών το νεότερο πρώτο βιολί στην περίφημη Ορχήστρα Concertgebouw του Άμστερνταμ, ο van Zweden θεωρήθηκε προφανώς ότι διαθέτει υψηλότερες τεχνικές αρετές. Έχει άλλωστε στο βιογραφικό του βραβευμένες ηχογραφήσεις και τη φήμη ότι συνέβαλε αποφασιστικά στη βελτίωση των επιδόσεων της ορχήστρας του Ντάλας, της οποίας ηγείτο (από το 2008).

Οι πρώτες εντυπώσεις

Η πρώτη του εμφάνιση ωστόσο στη Νέα Υόρκη με τη Φιλαρμονική το Φθινόπωρο μετά την επιλογή, άφησε πάντως, κατά την ταπεινή μας γνώμη, πολλά ερωτηματικά ως προς την επιλογή αυτή. Οι κινήσεις του ήταν μεν αρκετά σαφέστερες από του Χόνεκ, αλλά όχι τέτοιες που να δικαιολογούν μια επιλογή που έγινε με ας πούμε αυστηρά «τεχνοκρατικά» κριτήρια.

Και από ερμηνευτικής άποψης, τουλάχιστον στα δύο από τα τρία έργα της συναυλίας το αποτέλεσμα ήταν κάθε άλλο παρά ικανοποιητικό. Η συναυλία ξεκίνησε με το πρελούδιο στην πρώτη πράξη της όπερας Lohengrin του Ρίχαρντ Βάγκνερ σε μια τεχνικά άρτια μεν απόδοση, η οποία έδειχνε ότι ο Ολλανδός αρχιμουσικός έχει μια αρκετά αναλυτική προσέγγιση και επιδιώκει την καθαρότητα του ήχου, όμως η ερμηνεία ακούγονταν, ας μας επιτραπεί η έκφραση «ιλουστρασιόν» και ο ήχος, το συνολικό αποτέλεσμα, δεν απέδιδε τη δραματικότητα και την ατμόσφαιρα του βαγκνερικού έργου.

Μερίδα του Τύπου της Νέας Υόρκης επιτέθηκε με σφοδρότητα στον νέο μουσικό διευθυντή και στην ορχήστρα.

Στην Τέταρτη συμφωνία του Τσαϊκόφσκι επίσης η ελλιπής ισορροπία μεταξύ των οργάνων, οι όχι πάντα πειστικές επιλογές των τέμπο, στιλιστικά ο ήχος των χάλκινων πνευστών ήταν κάθε άλλο παρά ικανοποιητικά. Η αίσθηση αυτή μάλιστα κορυφώθηκε όταν, βαδίζοντας προς το τέλος, ο van Zweden, ίσως για να εξιτάρει το κοινό, ίσως για να επιδιώξει μια εμφατικά διαφορετική προσωπική προσέγγιση, με καταιγιστική ενέργεια και δαιμονιώδη επιταχυνόμενα τέμπι άλλαξε εντελώς τη φύση του έργου, με το φινάλε της συμφωνίας να μετατρέπεται έτσι σε ένα είδος εμβατηρίου και να ηχεί σαν κάποιο δημοφιλές μεν, αλλά μουσικά όχι και πολύ εξεζητημένο, ανκόρ..!

Στο ενδιάμεσο έργο, το σύγχρονο Κοντσέρτο για Βιόλα: “Unerth, Release” της νεαρής Αμερικανίδας συνθέτη Julia Adolphe, γραμμένο ειδικά για την (εξάρχουσα) βιολίστρια της ορχήστρας Cynthia Phelps, η ορχηστρική επίδοση σε ένα έργο που η ορχήστρα έπαιζε για πρώτη φορά ήταν σε αρκετά υψηλό επίπεδο, δείχνοντας ότι ίσως τεχνικά να είναι όντως υψηλές οι αρετές του Ολλανδού αρχιμουσικού, ο οποίος σε κάθε περίπτωση θα έχει πολλές ευκαιρίες στο μέλλον να διαψεύσει την πρώτη εντύπωση!

Δεύτερη ευκαιρία για την πρώτη εντύπωση;

Χωρίς να έχει αναλάβει επίσημα πλήρη καθήκοντα ο van Zweden διηύθυνε τις εναρκτήριες συναυλίες της περσινής περιόδου. Το πρόγραμμα περιλάμβανε τότε το Κοντσέρτο για ΄δυο πιάνα και ορχήστρα του Philip Glass και την Πέμπτη Συμφωνία του Gustav Mahler. Η επίδοση της ορχήστρας στο πρώτο, με εξαιρετικές και τις δύο σολίστ Katia and Marielle Labèque, ήταν άκρως ικανοποιητική. Ο van Zweden οδήγησε την ορχήστρα σε μια πολύ συνεκτική και ατμοσφαιρική ερμηνεία του έργου. Και στη συμφωνία του Mahler η ορχηστρική επίδοση ήταν άρτια, όμως όχι στα επίπεδα που θα περίμενε κανείς από μια ορχήστρα με τόσο μεγάλη παράδοση στο έργα έργου του μεγάλου Βιεννέζου τραγικού, η οποία ξεκινά άλλωστε από τον ίδιο το συνθέτη που υπήρξε μουσικός της διευθυντής, κάτι που οι μεταγενέστεροι αρέσκονται να τονίζουν.

Φέτος ο υπογράφων δεν βρισκόταν στη Νέα Υόρκη κατά την έναρξη της περιόδου. Στον απόηχο όμως των εναρκτήριων συναυλιών μερίδα του τύπου της Νέας Υόρκης επετέθη σφόδρα στον νέο μουσικό διευθυντή και στην ορχήστρα τόσο για την επιλογή της όσο και για τις επιδόσεις της υπό τον νέο αρχιμουσικό. Μια άλλη μερίδα του τύπου πάντως έχει μόνο θετικά λόγια να πει για εκείνον και φαίνεται όχι η ορχήστρα συνεχίζει να υποστηρίζει την επιλογή της, με τα έγχορδα να έχουν μια εύλογη επιπλέον οικειότητα με τον Ολλανδό αρχιμουσικό.

Ο Γερμανός βαρύτονος Matthias Goerne θα πραγματοποιήσει την πρώτη εμφάνιση φέτος ως Artist in Residence της Φιλαρμονικής.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, με δεδομένη την επιλογή και τη σχέση που θα κρατήσει για χρόνια, θα ήταν άλλωστε άδικο να κριθεί ο νέος διευθυντής με πολύχρονη θητεία μερικές μόνο συναυλίες. Η εντυπώσεις αυτές άλλωστε εκτός βέβαια του ότι αποτελεί την υποκειμενική άποψη του γράφοντος, ίσως να οφείλεται σε μια άτυχη ημέρα ή στο ότι το συγκεκριμένο ρεπερτόριο, ιδιαίτερα η συμφωνία του Τσαϊκόφσκι, δεν φάνηκε να είναι δεκτικό στην αναλυτική και υψηλής ενέργειας προσέγγισή του!

Ο van Zweden θα επανέλθει στο πόντιουμ του David Geffen Hall του Lincoln Center for the Performing Arts την εβδομάδα που διανύουμε και στις αρχές Δεκεμβρίου για δύο προγράμματα, με την Εβδόμη συμφωνία του Σοστακόβιτς να κυριαρχεί στο πρώτο και τον πολύ ιδιαίτερο Γερμανό βαρύτονο Matthias Goerne να πραγματοποιεί την πρώτη εμφάνιση φέτος ως Artist in Residence της Φιλαρμονικής. Αναμένουμε με ανυπομονησία να δούμε πως θα εξελιχθεί η σχέση του νέου μουσικού διευθυντή με την ορχήστρα και τις ερμηνείες του σε συνθέτες, όπως ο Σοστακόβιτς, με τους οποίους έχει ιδιαίτερη και ως σολίστας, έχοντας ηχογραφήσει το Κοντσέρτο του για βιολί.

 

Διαβάστε ακόμα: Τα έργα του Giacometti βρίσκουν στέγη σε ένα μουσείο – κοσμηματοθήκη σουρεαλιστικής ομορφιάς.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top