Ο Κέιβ είναι από μόνος του ένα ξεχωριστό κομμάτι της ροκ κουλτούρας. Είναι ένας εστέτ δανδής. Ένας Mπράιν Φέρι στο πιο πληγωμένο (Photo by Andreas Rentz/Getty Images).

Η οικειότητα του τρόμου. Η προτροπή του προς τον κόσμο δεν χωράει αμφισβήτηση. Ακόμη κι αν χρειάζεται έναν ολόκληρο δρόμο να διανύσει -μα, κι αυτοί άλλον τόσο- μπορούν να βρεθούν κάπου ενδιάμεσα. «Μπορείτε να με ρωτήσετε ό,τι θέλετε», τους λέει. Πρόκειται για ηθελημένο, αποφασισμένο από τον ίδιο, outing. Ο Νικ Κέιβ βγάζει τα εσώψυχά του δίχως νότες. Όλα σε κοινή θεά: διαδικτυακή ή σε δημόσιες συναντήσεις που μοιάζουν με ομαδική συνεδρία στο ντιβάνι του ψυχιάτρου.

Από την άγρια εποχή των Birthday Party, τούτο το αποκάρωμα της ξέφρενης εφηβείας, έως το Good Son, ένας ύστερος φόρος στην πατρική φιγούρα που ποτέ δεν κατάφερε να προσεγγίσει, ο King Ink της ροκ έλαβε και πήρε το μερτικό της χαράς, του γλεντιού, της παραζάλης και της φθοράς που του αναλογούσε. Μια κατεβασιά δίχως φρένα. Μια απαίτηση για περισσότερη ατομικότητα, ολότελα περίκλειστη, που θα εξυμνείται από την τέχνη. Η μουσική πάντα καθαγιάζει.

Οι χρωματικές του επιλογές ακολουθούν μια ολότελα προσωπική εκζήτηση (γαλάζιο, κόκκινο, μαύρο), δεν του λείπουν τα αξεσουάρ (δαχτυλίδια, ένας σταυρός στο στήθος), τα παπούτσια του (μαύρα λουστρίνια) φέρουν τη σφραγίδα της εκλεκτικότητας (Photo by Jim Dyson/Getty Images).

Έκτοτε, όμως, του συνέβησαν πολλά. Αποχωρήσεις από τους Bad Seeds, ο κολλητός Μπλίξα αποφάσισε να πάρει άλλο δρόμο, η ροζ περιπετειούλα με την Κάιλι Μινόγκ, τα Murder Ballads, η σκιά της λογοτεχνικότητας που πάντα τον ακολουθούσε και ο θάνατος του γιου του. Αντίο, Άρθουρ. Κάπως έτσι προέκυψε το Skeleton Tree – ως μια φάση επούλωσης από τον πόνο. Ύστερα, το φιλμ «One More Time With Feeling» με τον Κέιβ να λέει: «Αυτό που γίνεται όταν ένα τόσο καταστροφικό γεγονός συμβαίνει είναι ότι απλά αλλάζεις. Αλλάζεις από το γνωστό άτομο σε ένα άλλο, άγνωστο”, συνεχίζει. “Έτσι ώστε όταν κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη, αναγνωρίζεις αυτό που ήσουν, αλλά το άτομο μέσα σου είναι ένα διαφορετικό άτομο».

Μη θέλοντας να πέσει ως τον πάτο του ποταμιού της αυτολύπησης, ο Κέιβ συνεχίζει να ζει κι όχι εις μάτην.

Η πρώτη φορά που πραγματικά έδειξε πως είχε ανάγκη να μιλήσει ανοιχτά, δίχως το φόβο της έκθεσης, δίχως τον λελογισμένο κίνδυνο της φθοράς στην εικόνα του, ήταν στο φιλμ «20.000 Days on Earth». Εκεί δείχνει πιο ευάλωτος από ποτέ. Πιο αληθινός από όσο τον ξέραμε. Σχεδόν ανεπεξέργαστος. Ένας μακρύς αναστεναγμός, μια απόφαση να μιλήσει με άλλο τρόπο. Ναι, η μουσική πάντα καθαγιάζει, αλλά κάποιες φορές δεν φτάνει.

Τώρα, ο Νικ Κέιβ έχει ανοίξει τη διαδικτυακή πλατφόρμα του και προτρέπει τον κόσμο να του θέτει ερωτήματα, τα οποία απαντάει προσωπικά στον καθένα. Προσφάτως ο Guardian έγραψε για μια συνάντηση που είχε με φίλους του στην Αυστραλία σε δημόσιο χώρο (στο Syndney Opera House) όπου έκανε ακριβώς το ίδιο. Κρατούσε ένα μικρόφωνο κι ενίοτε έπαιζε κάποιες νότες. Την περισσότερη ώρα απαντούσε σε ερωτήσεις (προσωπικές ή μη) που του έθεταν οι παρευρισκόμενοι.  Παραδέχεται, το λέει ευθαρσώς στο κοινό, «είστε μέρος ενός πειράματος σε εξέλιξη». Οι επομένες συναντήσεις έχουν προγραμματιστεί από τώρα. Δεν ήταν κάτι που συνέβη άπαξ. Τώρα που το καπάκι της λύπης έχει ανοίξει, ο Κέιβ έχει αποφασίσει να βγάλει από μέσα του το άχθος. Να το μοιραστεί.

O Νικ Κέιβ έχει αλλάξει με τα χρόνια. Ακόμη και το ντύσιμό του έχει αποκτήσει άλλη χροιά (Photo by David M. Benett/Dave Benett/Getty Images).

Τι παράξενος τύπος, όμως. Μη θέλοντας να πέσει ως τον πάτο του ποταμιού της αυτολύπησης, ο Κέιβ συνεχίζει να ζει κι όχι εις μάτην. Φαίνεται να είναι ένας άνθρωπος περίκλειστος – ένα νησί. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν λησμονεί να σημειώνει πως το κοινό στις συναυλίες του (ειδικά αυτοί που βρίσκονται μπροστά-μπροστά και του απλώνουν το χέρι), του δίνει την απαραίτητη ενέργεια να τρέχει πάνω στη σκηνή. Κλειστός, αλλά και άνθρωπος του κόσμου.

Σίγουρα όχι παραιτημένος. Ο Κέιβ πηγαίνει σε επιδείξεις μόδας, το ντύσιμό του με τον καιρό έχει λουστραριστεί: φοράει πάντα κοστούμι, ενίοτε και γραβάτα, τα πουκάμισά του είναι ιδιαίτερα, οι χρωματικές του επιλογές ακολουθούν μια ολότελα προσωπική εκζήτηση (γαλάζιο, κόκκινο, μαύρο), δεν του λείπουν τα αξεσουάρ (δαχτυλίδια, ένας σταυρός στο στήθος), τα παπούτσια του (μαύρα λουστρίνια) φέρουν τη σφραγίδα της εκλεκτικότητας.

Ο Κέιβ πηγαίνει σε επιδείξεις μόδας, το ντύσιμό του με τον καιρό έχει λουστραριστεί: φοράει πάντα κοστούμι, ενίοτε και γραβάτα, τα πουκάμισά του είναι ιδιαίτερα.

Κι όμως, δεν είναι κομψευόμενος. Τουτέστιν: δεν παίζει έναν ρόλο, δεν το κάνει για να αλιεύσει κομπλιμέντα. Ο Κέιβ είναι από μόνος του ένα ξεχωριστό κομμάτι της ροκ κουλτούρας. Είναι ένας εστέτ δανδής. Ένας  Mπράιν Φέρι στο πιο πληγωμένο. Ολοένα και περισσότερο θυμίζει τους αγαπημένους του προπάτορες. Ο Τζόνι Κας με τα μαύρα ρούχα, ο Λέοναρντ Κοέν με την πάντα προσεγμένη εμφάνιση. Ο Τζον Λι Χούκερ με τις πουά γραβάτες.

Κι εμείς που συνηθίσαμε, πίσω στα 80’s, να βλέπουμε τα ροκ ινδάλματα με σχισμένα παντελόνια, δερμάτινα μπουφάν και σκονισμένες μπότες, αυτή η εικόνα του ύστερου Κέιβ (διότι κι αυτός έχει περάσει απ’ αυτή την κατάσταση) έρχεται να ηρεμήσει μέσα μας τα πράγματα, να τα τοποθετήσει σε μια πιο στέρεη βάση. Να τα νοηματοδοτήσει με πιο ουσιαστικό τρόπο. Το μυστήριο μένει, η σκοτεινιά διατηρείται, τα pale blue eyes ανθίστανται. Μόνο που πλέον ντύνονται με χάρη. Η τρυφερή κομψότητα του πόνου.

 

Διαβάστε ακόμα: «Η Μέθοδος του Κομίνσκι», και οι 70άρηδες έχουν ψυχή. 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top