Yπήρξε ένας τιτάνας του οποίου το κολοσσιαίο έργο δεν έπαψε να ταυτίζεται με την ιστορία της χώρας του (Φωτογραφία: Inge Morath / Magnum).

Στις 10 Νοεμβρίου του 2007, τα πνευμόνια της γέρικης αμαξοστοιχίας παρέδωσαν πνεύμα. Αλλά πρώτα, έφτυσαν φωτιά πάνω στην Αμερική. Για πάνω από μισόν αιώνα. Ο Norman Kingsley Mailer, ο ερασιτέχνης μποξέρ, ο πιο ακούραστος πυγμάχος της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, ρίχνεται στο ταπί. Είναι ένας μύθος που σβήνει, αυτός ενός τιτάνα του οποίου το κολοσσιαίο έργο δεν έπαψε να ταυτίζεται με την ιστορία της χώρας του.

Τα γηρατειά του ο συγγραφέας με τη λευκή χαίτη τα πέρασε στο Provincetown, στις αμμοθίνες του Cap Cod της Μασαχουσέτης, σ’ ένα σπίτι πάνω σε πασσάλους κι ένα κορμί σε δεκανίκια. Με την δηκτική του πένα, εξακολούθησε ώς το τέλος να στάζει φαρμάκι και να πιάνει αφρόψαρα. Το τελευταίο του ήταν Το κάστρο στο Δάσος, ένα μυθιστόρημα για τα παιδικά χρόνια του Αδόλφου Χίτλερ, κάτι μεταξύ ψυχανάλυσης και μεταφυσικής. Η κουστωδία των φίλων που είχε να θυμάται ατελείωτη: Μοντγκόμερι Κλιφτ, Μάρλον Μπράντο, Μπαρτ Λάνκαστερ, Τσάρλι Τσάπλιν, Τζέιμς Τζόουνς, Μοχάμεντ Άλι…

Με την δεύτερη γυναίκα του Adele Morales Mailer (Φωτογραφία: Anthony Camerano/AP).

Με έξι (6) συζύγους, 9 παιδιά (1 υιοθετημένο) και 10 εγγόνια, βραβευμένος με 2 Πούλιτζερ, το ιερό τέρας των αμερικανικών γραμμάτων εντυπωσίαζε τόσο με την προσωπικότητα όσο και με την παραγωγικότητά του. Ήταν ένας κόμπος από νεύρα, ένας δράκος που κατασπάραζε τη λεία του με απίστευτη θηριωδία. Αυτός ο ελεύθερος σκοπευτής με το ατσάλινο βλέμμα, που ξυλοφόρτωσε τον Γκορ Βιντάλ σ’ ένα τηλεοπτικό πλατό και δεν έπαψε να βρίζει τον Τζορτζ Μπους, ψόφαγε να προκαλεί τους συγχρόνους του, ξεφτιλίζοντας χωρίς φιοριτούρες τους ιδρυτικούς μύθους της Αμερικής, τα είδωλά της, την ήσυχη συνείδησή της, τη δήθεν αθωότητά της, το «αμερικανικό όνειρο».

Δεν δίσταζε να μιλάει για τις αρετές της ανδροπρέπειας όταν οι φεμινίστριες του έσπαγαν τ’ αρχίδια.

Ήταν ένας προβοκάτορας ολκής, εικονοκλαστικός και θαρραλέος. Δεν δίσταζε να μιλάει για τις αρετές της ανδροπρέπειας όταν οι φεμινίστριες του έσπαγαν τ’ αρχίδια. Ήταν μικρός το δέμας κι έδειχνε εριστικός. Όσοι τον συναντούσαν εντυπωσιάζονταν από το διαπεραστικό βλέμμα του και τα καταγάλανα μάτια του. Και μιλούσε με ρυθμό πολυβόλου. Πολλοί τον μίσησαν, εξαιτίας της προκλητικότητάς του και τις φλου θεωρήσεις του. Ήταν ένας ανάρχας, αλλά ένας ανάρχας που πίστευε στις αξίες της Αμερικής και τη σύγκρουση του καλού και του κακού.

Ήταν ένας ανάρχας, αλλά ένας ανάρχας που πίστευε στις αξίες της Αμερικής και τη σύγκρουση του καλού και του κακού (Φωτογραφία: thedailybeast.com).

Η ζωή του έμοιαζε με χολιγουντιανή υπερπαραγωγή, στην οποία περιλαμβάνονται: σπουδές αεροναυπηγικής στο Χάρβαρντ, εγκλεισμός σε ψυχιατρική κλινική, συλλήψεις και φυλακίσεις, ναρκωτικά και αλκοόλ, μια βουτιά στον πόλεμο του Ειρηνικού, μια σταυροφορία κατά του πολέμου του Βιετνάμ, ένα σαφάρι με τη Μέριλιν, αυστηρή πολυγαμία και μια αποτυχημένη εκστρατεία για το χρίσμα του δημάρχου της Νέας Υόρκης το 1969. Στα διαλείμματα, συνδυάζοντας ρεπορτάζ και μυθοπλασία, δημιουργεί το είδος της «Νέας Δημοσιογραφίας» μαζί με τον Τρούμαν Καπότε, την Τζόαν Ντίντιον, και τον Τομ Γουλφ. Ο Μέιλερ ήταν ένας μποέμης των γραμμάτων. Αλλά κι εκείνος που κατ’ εξοχήν συνόδεψε τον αιώνα του.

Mε τον Μοχάμεντ Άλι (Φωτογραφία: NYTimes.com).

Γεννήθηκε την 31η Ιανουαρίου του 1923 στο Νιου Τζέρσεϊ, στους κόλπους μιας μικροαστικής εβραϊκής οικογένειας από τη Λιθουανία. Ο πατέρας του ήταν λογιστής και η μητέρα του διατηρούσε πρακτορείο οικονόμων και νοσοκόμων. Μεγάλωσε στο Μπρούκλιν προτού δημοσιεύσει στα 25 χρόνια του το Οι νεκροί και οι γυμνοί που βασιζόταν στις προσωπικές του εμπειρίες από τη θητεία του στους GI’s το 1945 στις Φιλιππίνες.

Υπογράφει το Ένα Αμερικανικό Όνειρο (1965), όπου μετατρέπει σε μυθιστόρημα το πώς μαχαίρωσε τη δεύτερη γυναίκα του.

Η επιτυχία ήταν άμεση. Ο Μέιλερ τοποθετήθηκε σ’ ένα βάθρο απ’ όπου βομβάρδισε τις Ακτές της Μπαρμπαριάς το 1951, μια σουρεαλιστική παραβολή για την πολιτική της αριστεράς κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Το 1955 ακολουθεί Το Πάρκο των Ελαφιών, μια βίαιη διατριβή εναντίον του Χόλιγουντ που απορρίφθηκε αρχικά από 6 εκδότες, λόγω του σεξουαλικού περιεχομένου του. Τότε ήταν που άρχισε να ενδιαφέρεται για την πυγμαχία και υπογράφει το Ένα Αμερικανικό Όνειρο (1965), όπου μετατρέπει σε μυθιστόρημα το πώς μαχαίρωσε τη δεύτερη γυναίκα του μια νύχτα που το αλκοόλ τον είχε κάνει να χάσει τα λογικά του.

Μεγάλωσε στο Μπρούκλιν προτού δημοσιεύσει στα 25 χρόνια του το Οι νεκροί και οι γυμνοί που βασιζόταν στις προσωπικές του εμπειρίες από τη θητεία του στους GI’s το 1945 στις Φιλιππίνες (Φωτογραφία: salon.com).

Δύο χρόνια αργότερα σκηνοθετεί την πρώτη από τις 5 ταινίες του, γράφει το Γιατί είμαστε στο Βιετνάμ; και τίθεται επικεφαλής μιας πορείας προς το Πεντάγωνο που διαδηλώνει κατά της παρουσίας των αμερικανικών στρατευμάτων στη Νοτιοανατολική Ασία. Τέσσερα χρόνια μετά, το αντιφεμινιστικό βιβλιαράκι του The Prisoner of Sex θα προκαλέσει τον κακό χαμό. Θα ακολουθήσουν η αφήγηση της κατάκτησης του διαστήματος (Μια φωτιά στο φεγγάρι), η βιογραφία της Μέριλιν σε α΄πρόσωπο, ο συναρπαστικός σχολιασμός του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος πυγμαχίας στην Κινσάσα μεταξύ Τζορτζ Φόρμαν και Μιχάμεντ Άλι (Ο αγώνας) κι ένα δεύτερο Πούλιτζερ το 1980 χάρη στο θαυμάσιο Τραγούδι του Εκτελεστή, με θέμα την εκτέλεση του Γκάρι Γκίλμορ και τις συνθήκες στις φυλακές. Είχε προηγηθεί εκείνο του 1968 για τις Στρατιές της Νύχτας.

Επαγγελματίας μεμψίμοιρος, του άρεσε να μην αρέσει, θέλει να δυσαρεστεί και να ενοχλεί (Φωτογραφία: Εlliott Erwitt/Magnum).

Η συνέχεια είναι μια διαδοχή μεγάλων τιράζ άνισων έργων. Στο πρόγραμμα: Μια βιογραφία 750 σελ. του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, στην οποία είχε βαλθεί να αποδείξει ότι όντως ήταν ο δολοφόνος του JFK. Το Κατά Υιόν Ευαγγέλιο, όπου μετατρέπεται σε βιβλικό αμνό για να δώσει το λόγο στον Χριστό. Τα Αρχαία Δειλινά, για την Αίγυπτο του Ραμσή Β΄. Το φάντασμα της πόρνης, όπου έχει πολλά ράμματα για τη γούνα της CIA.

To 1955 γίνεται ο συνιδρυτής της Village Voice, της cult εβδομαδιαίας εφημερίδας της αντικουλτούρας.

Ο Νόρμαν Μέιλερ ήταν ένας χρονικογράφος κοντά στη γενιά των beat και το pop κίνημα, στοιχειωμένος από την προβληματική της βίας, ατομικής και κοινωνικής, και συνάμα ένας διανοούμενος στρατευμένος και αντικομφορμιστής. To 1955 γίνεται ο συνιδρυτής της Village Voice, της cult εβδομαδιαίας εφημερίδας της αντικουλτούρας.

Ήταν ένας κόμπος από νεύρα, ένας δράκος που κατασπάραζε τη λεία του με απίστευτη θηριωδία (Φωτογραφία: geni.com).

Επαγγελματίας μεμψίμοιρος, του άρεσε να μην αρέσει, θέλει να δυσαρεστεί και να ενοχλεί. «Ο κόσμος μας, δυστυχώς, δεν παρουσιάζει σημάδια βελτίωσης, οπότε και η οργή μου δεν έχει κανένα λόγο να ξεφουσκώσει», έλεγε. Για να κατανοήσει κάποιος την Αμερική του δεύτερου μισού του 20ου αι., πρέπει να διαβάσει και να ξαναδιαβάσει τα βιβλία του, τα οποία ενορχηστρώνουν το γρονθοκόπημα ανάμεσα στο Καλό και το Κακό πάνω στο ρινγκ της Ιστορίας.

Ο Μέιλερ θεωρούσε εαυτόν ως «πατέρα του αμερικανικού υπαρξισμού» (Φωτογραφία: NYPost.com).

Του Νόρμαν δεν του έλειψε ποτέ το τσαγανό. Ώς τον τελευταίο γύρο, παρέμεινε ένας ταραχοποιός βαρέων βαρών. Και απίστευτα ελεύθερος. Πάντως, στον Υπναρά του 1973, ο Γούντι Άλεν είχε πετάξει μια βιτριολική κουβέντα : «Αυτό είναι ένα πορτρέτο του Νόρμαν Μέιλερ. Έχει κληροδοτήσει το Εγώ του στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ».

Τον αποκάλεσαν «αναρχικό», «φιλελεύθερο σοσιαλιστή», «αναρχικό μαρξιστή».

Ο Μέιλερ θεωρούσε εαυτόν ως «πατέρα του αμερικανικού υπαρξισμού». Μπορεί να μην είχε διαβάσει Κίρκεγκαρντ, αλλά μοιράζεται με τους Ευρωπαίους κάποιες κοινές θεματικές: δυσπιστία απέναντι στη λογική, την επιστήμη και την τεχνολογία, αποδοχή του ρόλου της συγκυρίας και της ευθραυστότητας του ανθρώπινου όντος, παραδοχή ότι η ζωή είναι κάθε στιγμή μια νίκη πάνω στην απελπισία.

Mε την Raquel Welch (αριστερά) και την έκτη και τελευταία γυναίκα του Norris Church (δεξιά). (Φωτογραφία: thetimes.co.uk).

Τον Μέιλερ ανέκαθεν απασχολούσε το πρόβλημα της εξουσίας, αλλά δεν ευθυγραμμίστηκε ποτέ με μια σαφή πολιτική γραμμή. Τον αποκάλεσαν «αναρχικό», «φιλελεύθερο σοσιαλιστή», «αναρχικό μαρξιστή». Ο ίδιος προσδιόρισε τελικά τον εαυτό του ως «συντηρητικό της αριστεράς». Επαναστατημένος, όχι επαναστατικός, επιτίθεται άγρια στα διάφορα προσωπεία της αλλοτρίωσης –στρατός, εξουσία, ολοκληρωτισμός, σεξουαλικότητα- αλλά αναμένει τη σωτηρία μέσω μιας μεταμόρφωσης της συνείδησης, όχι μέσω της εξέγερσης.

Η μεγάλη διαδήλωση του Οκτωβρίου 1967 κατά του πολέμου του Βιετνάμ είναι πάνω απ’ όλα κατ’ αυτόν μια εμπειρία ζωής. Διαχωρίζει τη θέση του από τους ριζοσπάστες, τα «τρελόπαιδα της αστικής τάξης», υποστηρίζοντας την αναγκαιότητα του μυστικισμού, του οράματος, του απαγορευμένου -έστω και μόνο για την απόλαυση της παραβίασής του. Στον Μέιλερ –μεταξύ Τζον ντος Πάσος και Χεμινγουέι- προέχει πάντα το βίωμα, η πραγματικότητα, η εμπειρία. Η θεωρία ή η πολιτική ανάλυση έρχονταν σε δεύτερη μοίρα.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Λουκίνο Βισκόντι κι οι υποσχέσεις του λυκόφωτος.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top