origami

Επτά και μισή. Origami. Γωνία Βαλαωρίτου με Δωδεκανήσου. Σχεδόν άδειο. Δεν εμφανίστηκες ακόμα. Λέω να σου στείλω sms. Το ξανασκέφτομαι. Αφού δεν το χεις με τον χρόνο. Ποτέ δεν το είχες. Θα περιμένω.

Στα ακουστικά μου παίζει Queen. Υπέροχη και διαχρονική όσο δεν πάει η φωνή του Freddie Mercury. I Want To Break Free. Σε ένα remix όμως αυτή τη φορά με αρκετά μεγάλη εισαγωγή. Σχεδόν σε μοναξιά η αίσθηση της μπασογραμμής! Είναι λίγο μετά τις επτά το απόγευμα. Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί θα σε συναντήσω.

Καλά έκανες και μου έγραψες στο messenger «τι κάνεις προς το ηλιοβασίλεμα; πάμε για σοκολάτα μετά τη δουλειά, όπως παλιά… ραντεβού στο origami, όχι άλλο εικονικό καφέ…». Η αλήθεια είναι πως ξαφνιάστηκα. Δεν το περίμενα. Απο τότε που χωρίσαμε, πάνε τέσσερα χρόνια. Σκόπιμα έχασα τα ίχνη σου. Συνειδητά σε ξέχασα. Η καρδιά όμως μιλάει τελευταία! Κι αυτή προδόθηκε. Ξανά. Δεν άντεξε άλλο το καμουφλάζ. «Οκ, επτά και τέταρτο στο origami, δίπλα στο γραφείο σου!». Με το που πατάω enter, με πιάνει ρίγος. Θέλω να κάνω undo. Δεν υπάρχει τέτοια επιλογή. Τόσο έξυπνο και ευφυές αυτό το ρημαδofacebook!

Ατάραχος μετά από λίγο, θα παραγγείλω από το origami της περιοχής μου τσουρεκάκια με μαστίχα Χίου και κέικ ανάμικτο. Πριν κλείσω το τηλέφωνο, μου «κλείνει» το μάτι αυτό το strudel από μήλο και κανέλα των 125 γρ. Το κερασάκι στην τούρτα με ένα διπλό φρέντο καπουτσίνο. Σκέτο. Για «δίαιτα…». Έτσι κάνω όταν αγχώνομαι! Πόσο ατάραχος… Που το είδες αυτό πάλι! Γελάω. Πλακώνομαι στα γλυκά. Συμβαίνει συχνά αυτό. Τι το ανακάλυψα το delivery από το origami; Καταστράφηκα!

Επτά και μισή. Origami. Γωνία Βαλαωρίτου με Δωδεκανήσου. Σχεδόν άδειο. Δεν εμφανίστηκες ακόμα. Λέω να σου στείλω sms. Το ξανασκέφτομαι. Αφού δεν το χεις με τον χρόνο. Ποτέ δεν το είχες. Θα περιμένω. Μερικές σταθερές παραμένουν αμετάβλητες! Φυσικά και δεν πήρα σοκολάτα. Παίζει ο γλυκαιμικός μου δείκτης να το τερμάτισε μετά το μεσημεριανό κολατσιό! Έχω αυξημένο άγχος. Σαν να βγαίναμε πρώτη φορά. Μα, τι λέω. Βγαίνουμε πρώτη φορά μετά απο 1597 μέρες! Ναι, το μαθηματικό μου μυαλό τις μέτρησε. Θυμήθηκε την τελευταία φορά… Επεξεργάστηκε θολά μέχρι και τον θόρυβο που έκανε η πόρτα, όταν την κοπάνησες δυνατά με το στραμπουλιγμένο αριστερό σου χέρι. Στο δεξί είχες τη βαλίτσα. Τι ήθελα και σου είπα να βγούμε. Από την αμηχανία μου, θα ανοίξω τρία σακουλάκια ξηρούς καρπούς με φουντούκια και αμύγδαλα. Έχω πιει ήδη μια μπύρα και ετοιμάζομαι για τη δεύτερη. Όλα αυτά, ενώ πλησιάζεις τα είκοσι λεπτά που με στήνεις! Χαμογελάω.

Είναι λίγο μετά τις οχτώ! Περπατάω στη βροχή. Θέλω να αισθανθεί το πρόσωπό μου τις πιο χοντρές σταγόνες. Για να ξενερώσω. Σαν σε σφαλιάρα το μυαλό! Δεν ξέρω αν είμαι τελικά χαρούμενος που δε σε συνάντησα… Χορεύω με τις μύτες.

Επτά και πενήντα. Ναι, είμαι ακόμα εδώ. Δίπλα μου, στέκεται όρθιος ένας Αμερικάνος που ρουφάει με εκνευριστικά θορυβώδη τρόπο τον πιο black φίλτρου ever! Απορώ γιατί σε περιμένω. Δεν με καταλαβαίνω ώρες ώρες. Λογιστής άνθρωπος. Όλα στο μυαλό μου είναι σε κουτάκια. Το πρωί γίνεται αυτό, σκέφτομαι. Γιατί στις νύχτες μοναξιάς, διαδέχεται την λογική μου κάτι άλλο, κάτι το τελείως κόντρα… Κάτι εντελώς συναισθηματικό που δεν κολλάει με το προφίλ μου! Κάτι που έχει να κάνει ακόμα με σένα… Το κατάστημα έχει γεμίσει ξανά. Δεν έχει να καθίσεις. Μια κυρία μόλις αγόρασε σαλάτα με τόνο και ένα λευκό κρασί. Μου ζητάει πολύ ευγενικά το σκαμπώ που έχω κρατήσει για σένα. «Περιμένω την γυναίκα μου, συγνώμη». Παγώνω. Τι είπα. Τι ξεφώνισα! Πως μου βγήκε αυτό. Ερωτεύομαι τις επιθυμίες μου. Τόσο κολλημένος με σένα. Χρόνια τώρα! Θα περιμένω ένα δεκάλεπτο ακόμα. Κάποια ίχνη εκνευρισμού αρχίζουν να υφαίνουν διστακτικά το απροσδιόριστο επίπεδο της διάθεσης μου. Είμαι στην τρίτη μπύρα.

Οχτώ και δύο πρώτα λεπτά! Απο την μια χαίρομαι που δεν ήρθες. Απο την άλλη νευριάζω με τον εαυτό μου. «Αν δεν την ξεχάσεις, δε θα μπορέσεις να συνεχίσεις τη ζωή σου Γιώργο…». Θυμήθηκα τα λόγια της Τατιάνας – της κολλητής μου – . Πόσα ξέρουν οι γυναίκες για τις γυναίκες. Δεν τις πιάνεις! Χαιρετώ τα ευγενικά παιδιά του origami και ανοίγω την πόρτα για να φύγω. Με μια σχεδόν χορευτική κίνηση, ανάμεσα στον κόσμο, θα αρπάξω μια μινιατούρα ουίσκι απο το ράφι με τα ποτά! Ωραία δεξιοτεχνική πιρουέτα! Χαμογελάω φτιαγμένος… Στο μυαλό μου σχεδιάζω μια «κινηματογραφική» έξοδο. Με το που θα κάνω πέντε βήματα, θέλω να με φωνάξει, έτσι λαχανιασμένη που θα είναι, λέγοντας μου «Γιώργο. Συγνώμη. Ευτυχώς σε πρόλαβα… Έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Μου τηλεφώνησε ο διευθυντής πωλήσεων από την Αθήνα στις επτά ακριβώς, ενώ είχα κλείσει τον υπολογιστή και ήμουν έτοιμη να βάλω το παλτό μου…».

Στα ακουστικά μου παίζει Kate Bush, το Running Up That Hill. Πάλι σε remix. Τι να κάνω, είμαι παιδί των edits και των bootlegs! Είναι λίγο μετά τις οχτώ! Περπατάω στη βροχή. Θέλω να αισθανθεί το πρόσωπό μου τις πιο χοντρές σταγόνες. Για να ξενερώσω. Σαν σε σφαλιάρα το μυαλό! Δεν ξέρω αν είμαι τελικά χαρούμενος που δε σε συνάντησα… Χορεύω με τις μύτες.

Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ τίποτα απο όλα αυτά που με οδήγησαν νοερά στην μορφή του πορτραίτου σου. Πολύ απλά γιατί ξαφνικά παγώνω! Αυτή τη φορά for real. Το πλάνο του δρόμου γίνεται “freeze”. Την βλέπω μπροστά μου. Κάδρο: Η στάση του λεωφορείου. Τι δουλειά έχει το Βικάκι στην Τούμπα… Παραμίλημα της στιγμής. Το αναγνωρίζω. Κοκκαλώνω. Δεν κουνιέμαι. Μονάχα τα μάτια μου την ακολουθούν. Πάει καιρός. Δεν παίζει να συμβαίνει αυτό! Μα πως γίνεται… Κάτι συμπαντικό κυριαρχεί με όλους τους πλανήτες να γυρνάνε ανάποδα! Κρατάει μια χάρτινη οικολογική σακούλα από το origami. Ψέμα! Δύο σακκούλες. Θυμάμαι πως της άρεσε να κάνει τα ψώνια του σπιτιού αργά το απόγευμα με έναν καφέ πάντα στο χέρι. Σίγουρα θα πήρε. Και ναι, δεν πέφτω έξω! Να κι ο καφές στο άλλο χέρι. Για καπουτσίνο το κόβω! Όχι που δε θα χε. Διπλή σφαλιάρα λοιπόν. Τι έγινε σήμερα ρε φίλε. Πως επινοήθηκαν όλα αυτά. Σα σε ταινία…

19.48. Μπλέ φαντεζί γραφικά εμφανίζουν την ώρα στο smartwatch. Μα είναι ένα όνειρο όλο αυτό…! Φυσικά. Είναι κατασκεύασμα του Μορφέα και μια επιθυμία του μυαλού; Μια καλά κρυμμένη, υποσυνείδητη και ξεχασμένη σκέψη; Ναι. Ένα παρόραμα αυταπάτης. Τσιμπιέμαι. Σαν σε όνειρο. Μα δεν είναι η πρώτη φορά. Ήταν και παγκόσμια ημέρα ύπνου πριν μερικά εικοσιτετράωρα… Αλλά μπα! Άσε τους άλλους να κοιμούνται. Η τύχη μου χαμογελάει απέναντι…! Καιρός να την πιάσω απ’ τα μαλλιά και να μην την αφήσω να χαθεί για δεύτερη φορά. Σε είδα στο origami ρε φίλε, λέω απο μέσα μου, τι άλλο θες! Της τηλεφωνώ.

//Το διήγημα του Γιάννη Μυλόπουλου δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι στη συλλογή «2ος Λογοτεχνικός Διαγωνισμός “Μίμης Σουλιώτης”».

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Kim de Molenaer ταξιδεύει την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top