O Iσπανός συγγραφέας Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν (Photo by Ulf Andersen/Getty Images) και το κλασικό pan con tomate που φτιάχνει ο ήρωάς του Πέπε Καρβάλιο (seriouseats.com).

Από όλους τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες που έχω γνωρίσει ως σήμερα πιο πολύ αγαπώ τους ιδιωτικούς ντετέκτιβ και, δευτερευόντως, μερικούς επιθεωρητές της αστυνομίας. Από όλους τώρα τους ιδιωτικούς ντετέκτιβ πιο πολύ αγαπώ, όπως κι όλοι μας, τους πότες και τους μελαγχολικούς· κι από όλους αυτούς πάνω απ’ όλα αγαπώ τον Πέπε Καρβάλιο, τον Καταλανό πρωταγωνιστή των αστυνομικών μυθιστορημάτων του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν (1939 – 2003).

Η προτίμησή μου αυτή δεν είναι βέβαια άσχετη με ορισμένες έμμονες συμπεριφορές και εκκεντρικές συνήθειες που σταθερά, από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα, εμφανίζει ο Καρβάλιο και οι οποίες είναι απαραίτητες σε ένα τόσο απαιτητικό επάγγελμα σαν το δικό του: καπνίζει και πίνει περισσότερο από τους περισσότερους συναδέλφους του, και συχνά περισσότερο από τους περισσότερους ανθρώπους, αγαπάει -χωρίς να το παραδέχεται- την ίδια γυναίκα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, παραμένει εφηβικά -και αφελώς- αντικαπιταλιστής, ενώ αυτοχαρακτηρίζεται μαρξιστής της γαστρονομικής φράξιας και συνηθίζει να καίει τα βιβλία της βιβλιοθήκης του: «Είναι η διαστροφή μου. Καίω βιβλία». «Πώς είναι δυνατόν; Πώς μπορεί κανείς να κάψει ένα βιβλίο;» «Πρώτα το σκίζω κι έπειτα το καίω».

Τρώω σημαίνει σκοτώνω και καταβροχθίζω μια ύπαρξη που ήταν ζωντανή, είτε πρόκειται για ζώο είτε για φυτό.

Ο Πέπε Καρβάλιο όμως έχει και άλλη μία ιδιότητα που τον διακρίνει από τους περισσότερους άλλους συναδέλφους του: μαγειρεύει με εξαιρετική τόλμη και συναρπαστική φαντασία και έχοντας πλήρη γνώση και συνείδηση της αξίας που έχει η μαγειρική ως δημιουργική πράξη και ως μεταφορά του πολιτισμού. Γι’ αυτό εξάλλου υποστηρίζει ότι κάθε ανθρώπινο ον θα έπρεπε να μπορεί να αποκτήσει ένα παιδί, να γράψει ένα βιβλίο, να φυτέψει ένα δέντρο και να επινοήσει μια συνταγή για κοτόπουλο με σάλτσα. Αλλά επίσης χρησιμοποιεί τη μαγειρική ως εκτόνωση και πρόφαση για επικοινωνία: «Ο Καρβάλιο μαγειρεύει παρακινημένος από μια νευρωτική παρόρμηση, όταν είναι μελαγχολικός ή τσατισμένος, και σχεδόν πάντοτε αναζητά κάποιους “συνενόχους” που θα φάνε μαζί του αυτό που μαγείρεψε, προκειμένου να αποφύγει την αυνανιστική ικανοποίηση του μοναχικού φαγητού και να επικοινωνήσει».

«Συνηθίζω», λέει ο Ισπανός συγγραφέας, στην εισαγωγή του βιβλίου του Οι συνταγές του Πέπε Καρβάλιο, «να αντιλαμβάνομαι τη μαγειρική ως μια μεταφορά για τον πολιτισμό. “Τρώω” σημαίνει σκοτώνω και καταβροχθίζω μια ύπαρξη που ήταν ζωντανή, είτε πρόκειται για ζώο είτε για φυτό. Εάν καταβροχθίζαμε απευθείας το ζώο ή το ξεριζωμένο μαρούλι, θα θεωρούμασταν άγριοι. Αν όμως μαρινάρουμε το ζώο, για να το μαγειρέψουμε στη συνέχεια με αρωματικά μυρωδικά από την Προβηγκία και μ’ ένα ποτήρι γλυκό παλιό κρασί, τότε έχουμε πραγματοποιήσει ένα εξαιρετικό πολιτισμικό εγχείρημα, το οποίο δεν παύει, βέβαια, να βασίζεται στην αγριότητα και στον θάνατο».

Τα βιβλία του Μονταλμπάν είναι γεμάτα από συνταγές που ξέρει να φτιάχνει ο ήρωάς του Πέπε Καρβάλιο.

Από τα εκατοντάδες, ωστόσο, φαγητά, οι συνταγές των οποίων –κάποιες απλές, οι περισσότερες πολύπλοκες και ορισμένες εξωπραγματικές– που εμφανίζονται στα βιβλία του Μονταλμπάν, ο ίδιος φαίνεται να προτιμά την απλούστερη όλων, το Pan con tomate (Ψωμί με ντομάτα), το οποίο έρχεται πάντα πρώτο στον ουρανίσκο της μνήμης του όταν βυθίζεται στην πατρίδα των αισθήσεων της παιδικής του ηλικίας. Ταυτόχρονα όμως πρόκειται για ένα έδεσμα «δίχως το οποίο», όπως γράφει στο Σαμποτάζ στους Ολυμπιακούς αγώνες, «θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί η βιογενετική του καταλανικού λαού από τον 19ο αιώνα και μετά, χρονολογία ενσωμάτωσης του ντοματόψωμου στα στοιχεία της ταυτότητας της καταλανοσύνης».

Όλοι οι σοφοί άνθρωποι και λαοί της γης θα πρέπει να θεωρούν το ψωμί με ντομάτα σαν το θεμελιακό τοπίο της ανθρώπινης διατροφής.

Αντιγράφω την απλούστατη συνταγή όπως εμφανίζεται στις Ανήθικες συνταγές του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, κυρίως για τον σχολιασμό που ακολουθεί:

«Παίρνετε λίγο αφράτο χωριάτικο ψωμί, κομμένο σε φέτες από την προηγούμενη μέρα. Κόβετε στα δύο τις ώριμες ντομάτες και τις τρίβετε πάνω στο ψωμί έτσι ώστε να το ποτίσουν με το χυμό τους, τη σάρκα και τους σπόρους που θα συγκρατηθούν από το τραχύ μέρος της κόρας. Αλατίζετε ομοιόμορφα και περιχύνετε με λίγο ελαιόλαδο. Το αφήνετε να απλωθεί ελεύθερα, πιέζοντας το ψωμί με τα δάχτυλα για να ποτίσει όλη η φέτα».

«Όλοι οι σοφοί άνθρωποι και λαοί της γης», συνεχίζει, «θα πρέπει να θεωρούν το ψωμί με ντομάτα σαν το θεμελιακό τοπίο της ανθρώπινης διατροφής. Κατ’ εξοχήν αμαρτωλό έδεσμα, γιατί περικλείει και απλουστεύει την αμαρτία κάνοντάς την προσιτή στον οποιονδήποτε. Αμαρτωλό έδεσμα γιατί προσφέρεται ως εναλλακτική λύση για κάθε τι το υπερβατικό, κάθε τι το επικίνδυνα υπερβατικό, αν μετατραπεί σε κουλτούρα της άρνησης. Όχι στον πόλεμο, ναι στο ψωμί με ντομάτα. Μην ψηφίζετε τη δεξιά, τρώτε ψωμί με ντομάτα. Μην προσχωρήσετε στο ΝΑΤΟ, αλείψτε ψωμί με ντομάτα. Παντού, ανά πάσα στιγμή. Ψωμί. Ντομάτα. Λάδι. Αλάτι. Και μετά τον έρωτα, ψωμί με ντομάτα και λίγο σαλάμι».

Στο μυαλό του Έλληνα αναγνώστη δεν μπορεί παρά να έρθει ο κρητικός ντάκος, το ελληνικό, εξαίσιο στην απλότητά του, ανάλογο του καταλανικού Pan con tomate:

Βρέχουμε ελαφρώς ένα παξιμάδι για να μαλακώσει, πασπαλίζουμε με τριμμένη ντομάτα, ραντίζουμε με λάδι, προσθέτουμε ξινομυζήθρα ή, ίσως, φέτα και τελειώνουμε με ρίγανη – θα πιούμε ρακή και παγωμένο νερό.

Η συγγένεια της σύλληψης του Pan con tomate και του κρητικού Ντάκου δεν είναι τυχαία. Γράφει ο Μονταλμπάν πάλι, σε άλλο του βιβλίο: «Όπως υπάρχει μια γλωσσολογική “κοινή”, βάσει της οποίας μπορούμε να προσδιορίσουμε την κοινή καταγωγή των αρίων γλωσσών από την Ινδοευρωπαϊκή, υπάρχει αντίστοιχα και μία προφανής γαστρονομική “κοινή”, ένα από τα επιστημονικά συμπτώματα της οποίας είναι το Ψωμί με ντομάτα».

Ή αλλιώς: ιδού η Μεσόγειος, ιδού και ο ντομάτα – η βασίλισσα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο του καλοκαιριού.

 

Διαβάστε ακόμα: Αυτοκτονώ. Ας μην ενοχληθεί κανείς.        

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top