peri to 85.berlin-fofis.dexia costas cassambalis.aristera Lelo (servitoros)

Περί το 1985, Βερολίνο, στο μπαρ της Φώφης: Στο μέσον, ο συγγραφέας Πέτρος Αυλίδης και, δεξιά, ο Κώστας Κασσάμπαλης, κατοπινής ιδιοκτήτης της ελληνικής ταβέρνας στην οποία συχνάζει η Μέρκελ. Αριστερά, ο περίφημος σερβιτόρος Λέλο.

Ο Ακριθάκης κάθεται στο πίσω κάθισμα και η Νίκο μπροστά. Εγώ στο τιμόνι.
«Ευθεία, στο πρώτο φανάρι δεξιά, μόλις στρίψεις σταμάτα όπου μπορείς…», ο Ακριθάκης δίνει πορεία από πίσω, στα γαλλικά.
Ξεκινάω.
Κοντεύει έντεκα.

Περιφερθήκαμε στην περιοχή γύρω απ’ το Νόλε, τσεκάροντας μαγαζιά. Παρκάριζα μπροστά στην πόρτα, ο Ακριθάκης πετιόταν στα γρήγορα μέσα, η Νίκο από πίσω και γω περίμενα. Με τη μηχανή αναμμένη.
Πέρασε κάνα δίωρο περιπλάνησης σε λαϊκές κνάιπε και καταγώγια. Όλα καινούρια σε μένα. Κάποτε βρήκαν ό,τι έψαχναν και αλλάξαμε περιοχή.

«Φύγε για Σλίτερστράσε…», νέα πορεία από πίσω, «μη πας απ’ τη Λίτσενμπουργκερ, μη πέσουμε σε μπάτσους…», αναλυτική.

Ο Ακριθάκης ήξερε πότε να παραδώσει το τιμόνι. Και δεν μιλάω για το επίπεδο του αλκοόλ στο αίμα, ήταν μόνιμα πάνω απ’ το όριο. Και το σήκωνε. Αλλά και γω να καθόμουν στο τιμόνι, αυτός οδηγούσε. Εδώ δεξιά…, εδώ πρόσεχε, έχει στοπ…, κρατήσου αριστερά γιατί σε λίγο στρίβουμε…, και παρόμοια, ανεξαρτήτως επιπέδου. Ακόμα και με ντάγκλες, όταν συνέβαινε.

Ο Πέτρος Αυλίδης στα μέσα του Βερολινέζικου '80. Το τείχος έστεκε ακόμα.

Ο Πέτρος Αυλίδης στα μέσα του Βερολινέζικου ’80. Το τείχος έστεκε ακόμα.

Παραγγέλνουμε λουκάνικα με πατατοσαλάτα και μπίρες. Μέχρι να ετοιμαστούν, Ακριθάκης και λεγάμενη πηγαίνουν στην τουαλέτα. Γυρνούν στο τραπέζι με τις κόρες στα μάτια καρφίτσες…

Μιλάω για τον κίνδυνο να πέσουμε σε κοντρόλε. Ήξερε πότε ανέβαινε. Και ποια μέρη βόλευαν την αστυνομία, να μη φαίνεται από μακριά και να μην υπάρχει έγκαιρη διέξοδος.
Για τον φουκαρά οδηγό.

Σοφάρισα στο τοπίο νύχτας.
Ταουέντσιενστράσε, το Κα Ντε Βε αριστερά, το ερείπιο της εκκλησίας στο βάθος και το αστέρι της Μερτσέντες από πάνω, στην ταράτσα του Οϊρόπα Τσέντερ.
Η Νίκο χάζευε.
Στο ραδιόφωνο ογδόντα οχτώ εφέμ, Δε γκρέιτ Έιτι-έιτ, δεν θυμάμαι τι έπαιζε. Μπορεί και μόνο να μιλούσε στο μικρόφωνο ο φαντάρος που είχε υπηρεσία, στη μακρινή Τζέρμανι, στο Μπερλίν, δε ντιβάιντεντ σίτι, μπάι δε γουόλ…

«Πρόσεχε τον μπροστινό σου, το ξέχασε το φλας δεξιά, μη σου βγει ανάποδα»…

Πρόσεχα.

***

peri to 80.berlin-fofis.alexis-fofi

Γύρω στο1980: Ο Αλέξης Ακριθάκης με τη Φώφη στο μπαρ της, το αναπόδραστο βερολινέζικο στέκι.

«Στην Σλίτερστράσε δεξιά»…
Το κάνω.
«Πού πάμε;…», ρωτάω στρίβοντας, στα γαλλικά, έχουμε κολλήσει στην συγκεκριμένη γλώσσα.
«Σε μια κνάιπε λίγο παρακάτω…», ο ήχος του λάστιχου στον κυβόλιθο μιξάρεται στον γκρέιτ, «εδώ αριστερά και παρκάρεις»…
Το κάνω. Κοντεύει μία.
Το μαγαζάκι άδειο εκτός από μαγαζάτορα με στολή μάγειρα, και γκαρσόνι. Και την κυρία στο μπαρ, του μαγαζάτορα.
Καθόμαστε και παραγγέλνουμε λουκάνικα με πατατοσαλάτα και μπίρες. Εγώ το ποτό μου. Μέχρι να ετοιμαστούν, Ακριθάκης και λεγάμενη πηγαίνουν στην τουαλέτα.
Περιμένω.
Γυρνούν στο τραπέζι με τις κόρες στα μάτια καρφίτσες, έρχεται η παραγγελία και αρχίζουν τις μπίρες. Και τις ντάγκλες.
Εγώ το φαγητό, για όλους.
Η ώρα περνάει.
Το φαΐ στα πιάτα λιγοστεύει.
Οι μπίρες στο τραπέζι πληθαίνουν.

Και οι ντάγκλες.

 

//Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Πέτρου Αυλίδη «Σοφέρ» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2012), μια μαρτυρία της δεκαετίας του ‘80, με σκηνικό το Βερολίνο του Τείχους και ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της τον Αλέξη Ακριθάκη.

 

Διαβάστε ακόμα: Τόμας Μπέρνχαρντ: «Χωρίς αυτήν δεν θα ήμουν αυτό που είμαι. Τόσο τρελός, τόσο δυστυχισμένος και συγχρόνως ευτυχισμένος».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top