__S_2529

Το πιάνο στην κεντρική σκηνή.

Οι μινιμαλιστές συνθέτες έφεραν μια επανάσταση απλότητας και ελευθερίας στη σύγχρονη μουσική, η οποία κυριάρχησε στην μεταπολεμική περίοδο και βρίσκεται ακόμα σε πλήρη άνθηση. Πρόκειται για ένα ευρύ και πολύμορφο κίνημα, ή μάλλον τρόπο σύνθεσης ενός μουσικού έργου, που αναπτύσσει οργανικά τις ελάχιστες μουσικές δομές και ιδέες μέσα από αέναες επαναλήψεις και αδιόρατες μικρο-παραλλαγές.

Το κίνημα έχει προσφέρει πολλά στην ανανέωση της όπερας στον ύστερο 20ο αι. και είναι εξαιρετικά αγαπητό στο ευρύ κοινό, καθώς μοιράζεται πολλά στοιχεία της σύγχρονης μουσικής έκφρασης, ειδικά τη ρυθμική κανονικότητα, την άμεση μελωδικότητα, αλλά και τη σαφή αίσθηση ότι είναι μια μουσική της εποχής μας και μια μουσική για όλους. Γι’ αυτούς τους λόγους, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη και σε ένα κοινό που δεν είναι οικείο με την προηγούμενη παράδοση της κλασικής μουσικής, στην οποία πάντως ο μινιμαλισμός ανήκει με κάθε δικαίωμα, αφού κάτω από την επιφανειακή απλότητα κρύβεται όλη η τεχνική αρματωσιά της δυτικής μουσικής παράδοσης.

__S_2056

Σύνολο ερμηνεύει το “Arbos” του Arvo Pärt σε διεύθυσνη Ανδρέα Λεβισιανού.

Στην… πληθωρικότητα των διαφόρων εκφράσεων του μινιμαλισμού ήταν αφιερωμένη η φετινή «ανοιχτή μέρα» Minimalism(s) Open Day στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, την Κυριακή 6 Μαρτίου 2016. Πενήντα περίπου μουσικοί μας προσκάλεσαν, σε μια οκτάωρη σειρά από παράλληλες εκδηλώσεις, να αφεθούμε για λίγο σ’ αυτό το ιδιαίτερο ηχητικό σύμπαν – η έκφραση δεν είναι τυχαία: φτάνοντας λίγο πριν από τις πεντέμισι με υποδέχτηκε ένας πολύ εντυπωσιακός θόρυβος από έγχορδα.

Κυκλοφορώντας στον χώρο μπορούσες να αλλάζεις την εμπειρία της ακρόασης, κινούμενος στο εσωτερικό μιας αχανούς συγχορδίας.

Βρεθήκα κυριολεκτικά μέσα στο Form IΙΙ του James Tenney (1934-2006), έργο του 1993, σε ενορχήστρωση Ανάργυρου Δενιόζου, ο οποίος είχε και τη συνολική καλλιτεχνική επιμέλεια του αφιερώματος. Τα μέλη μιας μικρής ορχήστρας εγχόρδων, σκορπισμένα στους διάφορους χώρους του κτιρίου, έπαιζαν συγχρονισμένα αργούς, μακρόσυρτους φθόγγους. Κυκλοφορώντας στο χώρο, μπορούσες να αλλάζεις την εμπειρία της ακρόασης, κινούμενος στο εσωτερικό μιας αχανούς συγχορδίας, η οποία εξελισσόταν και αυτή αργά μέσα από τις διαδοχικές τονικές μεταβολές του κάθε οργάνου σε αυτό το διά-τοπο ηχητικό παιχνίδι του χώρου και του χρόνου, το οποίο δεν έχει τίποτα να ζηλέψει σε δομική μεγαλοπρέπεια από τη Μουσική Προσφορά ενός Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ.

Διαβάστε ακόμα: Ο διαπρεπής συνθέτης Γιώργος Κουμεντάκης γράφει στο Andro για τη “Φόνισσα” και για τις φοβίες του.

__S_1871

Το κοντραμπάσο στον 4ο όροφο. Παίζει ο Βασίλης Λιαρμακόπουλος.

Η περιήγησή μου ολοκληρώθηκε στον προθάλαμο του 4ου ορόφου, μπροστά από το υποβλητικό κοντραμπάσο, το πιο βαθύ από τα ορχηστρικά έγχορδα. Εκεί πήγα για να παρακολουθήσω δύο σύντομες όπερες του Tom Johnson (γεν. 1939), Drowers (Συρτάρια) και Dryer (Στεγνωτήριο), έργα του 1978. Οι σύντομες αυτές όπερες είναι γραμμένες με απλές στερεότυπες μελωδίες πάνω σε κείμενα τετριμμένης κοινοτοπίας, τα οποία όμως εκτυλίσσονται στη βάση αφανών μαθηματικών μοντέλων.

Την πρώτη όπερα ερμήνευσε η μεσόφωνος Άννα Παγκάλου, η οποία είχε έρθει, όπως και άλλοι καλλιτέχνες, από το California Institute of the Arts, γνωστού ως CalArts, ειδικά για την παράσταση. Στην όπερα αυτή, η πρωταγωνίστρια ανακατεύει υστερικά τα συρτάρια προκειμένου να βρει μια δαχτυλήθρα, την οποία τελικά ανακαλύπτει ότι φοράει ήδη στο δάχτυλό της, εξακοντίζοντας εντωμεταξύ τα πιο απίθανα φωνητικά πυροτεχνήματα με την άνεση μιας αφηρημένης ντίβας, εκμεταλλευόμενη την αξιοσημείωτα μεγάλη έκταση και όγκο της φωνής της.

Η είσοδος στην κεντρική σκηνή κρύβει εκπλήξεις. Ο χώρος των θεατών είναι άδειος.

Στην επόμενη όπερα, ο τενόρος Γιάννης Καλύβας και ο βαρύτονος  Κώστας Μαυρογένης τραγουδάνε για μια ψαριά… σε επαναλαμβανόμενες δόσεις. Ο συνθέτης παίζει με τα νεύρα μας, αλλά το έργο είναι απολαυστικό, και πάρα πολύ ωραία ερμηνευμένο από τους δύο καλλιτέχνες. Στο πιάνο συνόδευε εξαιρετικά ο Δημήτρης Βεντουράκης.

Επόμενος σταθμός είναι η κεντρική σκηνή. Μέχρι να κατέβω, μια ορχήστρα πνευστών και κρουστών έχει κιόλας ξεκινήσει να παίζει το Arbos του Arvo Pärt (γεν. 1935) υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Λεβισιανού. Arbos, εναλλακτική μορφή arbor, γενική arboris, στα λατινικά σημαίνει δέντρο: η σύνθεση αναπτύσσει μια βασική θεματική ιδέα σε ένα τεράστιο και επιβλητικό μουσικό δέντρο με άπειρες διακλαδώσεις. Η ερμηνεία είναι πραγματικά εντυπωσιακή, τόσο ως προς την ακρίβεια αλλά και ως προς τη δυναμική πνοή της απόδοσης. Στεναχωριέμαι που δεν μπορώ να μείνω να το ακούσω όλο, αλλά η οργάνωση παράλληλων εκδηλώσεων απαιτεί δυστυχώς ιεραρχήσεις και θυσίες. Θα ήταν, όμως, ευκταίο κάποιες από αυτές τις συναυλίες να επαναληφθούν σύντομα.

__S_1954

Ο βαρύτονος Κώστας Μαυρογένης στην όπερα “Dryer” (Στεγνωτήριο).

Η είσοδος στην κεντρική σκηνή κρύβει εκπλήξεις. Ο χώρος των θεατών είναι άδειος. Οι ταξιθέτες με οδηγούν επάνω στη σκηνή, όπου τρεις αναβαθμοί με καθίσματα έχουν τοποθετηθεί σε σχήμα “πι” έχοντας απέναντι τη σκοτεινή αίθουσα. Στη μέση της σκηνής, ο προβολέας φωτίζει  το μεγάλο πιάνο, όπου ο Νίκος Τσαλίκης, ένας από τους πιο ταλαντούχους πιανίστες της γενιάς του, παίζει τους τελευταίους φθόγγους από το Images του Howard Skempton (γεν. 1947), έργο του 1989.

__S_1983

Ο Νίκος Τσαλίκης.

Μετά από μια σύντομη παύση, ξεκινά αυτό που θα αποδειχτεί μια από τις συγκλονιστικότερες μουσικές εμπειρίες. Στο πιάνο κάθεται η Vicki Ray, για να ερμηνεύσει τη σύνθεση For Bunita Markus, έργο του 1985 και ένα από τα τελευταία του Morton Feldman (1926-1987). Ο Αμερικανοεβραίος συνθέτης είναι γνωστός γα τις εξαιρετικά αργές και αχανείς συνθέσεις, με διεσταλμένες χρονικές διάρκειες, που θυμίζουν απέραντες μουσικές ακινησίες, πραγματωμένες με ελάχιστους φθόγγους. Η ερμηνεύτρια απέδωσε το έργο με τεράστια συγκέντρωση και άκρα ευαισθησία. Το άγγιγμά της εκμαίευε ήχους που βρίσκονταν ελάχιστα περά από τα όρια της σιωπής, ήχους μιας απίστευτης καθαρότητας, πληρότητας και ομορφιάς.  Με το πιάνο συνεχώς στο σιγανό πεντάλ, κατάφερνε, χωρίς να ξεφεύγει η παραμικρή ατέλεια, να πετυχαίνει άπειρες διαβαθμίσεις έντασης, χαρτογραφώντας μια ολόκληρη υφήλιο μεταξύ του πιάνο και του πιανίσιμο. Σε αυτές τις ατυπικές συνθήκες ακρόασης, ο χρόνος σταδιακά αναστέλλεται και ο ακροατής αιωρείται κάπου ανάμεσα στις πενήντα αποχρώσεις του pianissimo.

Ο χρόνος σταδιακά αναστέλλεται και ο ακροατής αιωρείται κάπου ανάμεσα στις πενήντα αποχρώσεις του pianissimo.
__S_2145

Η Vicky Ray.

Μετά από αυτό θεώρησα ότι καιρός ήταν να φεύγω. Με κράτησαν λίγο ακόμα οι φωνές που κατέβαιναν ως το ισόγειο από τον προθάλαμο του 4ου ορόφου, όπου η σοπράνο Ειρήνη Φωτεινάκη και η Άννα Παγκάλου τραγουδούσαν άλλη μια όπερα του Johnson, Door (πόρτα), με μια από τις σπάνιες μελοποιήσεις χασμουρητού. Είναι, όμως, σίγουρα η ώρα να φεύγω. Αποχωρώ, με ελαφρά μπερδεμένο βήμα, γιατί ένα μικρό σύνολο έχει ήδη ξεκινήσει την Music in contrary motion του Philip Glass – και μου φαίνεται ότι κάποιος κοντράρει λίγο…

Φωτογραφίες: Γιάννης Σούλης.

 

Διαβάστε ακόμα: Ένας απλός οδηγός για την απενοχοποίηση της «λόγιας» μουσικής των τελευταίων 50 χρόνων

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top